ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 22 Φλεβάρη 1998
Σελ. /48
ΚΕΝΗ
Για το μύθο της μεταβιομηχανικής εποχής

Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που οι θεωρητικοί του νεοφιλελευθερισμού, αξιοποιώντας τις δραματικές ανατροπές των σοσιαλιστικών χωρών, μιλούσαν για το τέλος της ιστορίας, το θρίαμβο του καπιταλισμού, τη χρεοκοπία του μαρξισμού και την ελπιδοφόρα αυγή μιας ΝΕΑΣ ΤΑΞΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ για την ανθρωπότητα.

Τα γεγονότα που ακολούθησαν σε ολόκληρη τη δεκαετία του '90 αποτέλεσαν μια ηχηρή διάψευση των προβλέψεων των συντηρητικών αναλυτών.

Οι μεγάλοι εργατικοί αγώνες, που ήρθαν σαν απάντηση στη συντηρητική επίθεση, γκρέμισαν το μύθο για το θάνατο της ταξικής πάλης και το τέλος του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος.

Οι απεργιακές κινητοποιήσεις στη Γαλλία στα μέσα της δεκαετίας του '90 ήταν οι μαζικότερες στη χώρα αυτή μετά από τις αντίστοιχες του Μάη του '68. Σημαντικοί συνδικαλιστικοί αγώνες έγιναν στη Γερμανία, στην Ιταλία και στην Ισπανία. Αλλά και στη χώρα μας το παράδειγμα των αγροτών, των ναυτεργατών, των συνταξιούχων, σηματοδοτεί την απαρχή μιας νέας ανάτασης του λαϊκού κινήματος.

Μέσα στο 1997 εκδηλώθηκε με αξιοσημείωτη ένταση η χρηματιστηριακή και συναλλαγματική κρίση στις λεγόμενες "ασιατικές μικρές τίγρεις" με σημαντικές επιπτώσεις στην ιαπωνική και στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία. Ηταν σε τελευταία ανάλυση μια ακόμη απόδειξη της ορθότητας της μαρξιστικής σκέψης για τις καπιταλιστικές κρίσεις υπερσυσσώρευσης.

Αν κάτι έρχονται να υπογραμμίσουν όλα αυτά, είναι το τέλος του μύθου του ακμαίου καπιταλισμού, ο οποίος, χάρη στις νέες τεχνολογίες και τα νεοφιλελεύθερα διαχειριστικά γιατροσόφια, θα εξασφάλιζε, υποτίθεται, ένα ελπιδοφόρο μέλλον για τους προλετάριους σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Αντίθετα, αυτό που αναδύεται αβίαστα από τη σημερινή πραγματικότητα είναι η επικαιρότητα και η ορθότητα της λενινιστικής θέσης για τον "καπιταλισμό που σαπίζει".

* * *

Αυτή, λοιπόν, την πραγματικότητα επιχειρούν να συγκαλύψουν, να συσκοτίσουν, οι αστοί θεωρητικοί μέσα από πολύμορφες προσπάθειες.

Ορισμένοι προσπαθούν, να μας πείσουν ότι τάχα σήμερα ζούμε σε μια μετά - βιομηχανική, μετα - καπιταλιστική εποχή. Δεκάδες αναλυτές από τον παγκόσμιου φήμης Αλβιν Τόφλερ μέχρι τον δικό μας Ανδρέα Ανδριανόπουλο, διαστρεβλώνουν απροκάλυπτα τις μαρξιστικές θέσεις για τη βιομηχανία και τον καπιταλισμό για να μας πείσουν πως περάσαμε στην εποχή των υπηρεσιών και των άυλων εμπορευμάτων.

Αποσιωπούν τη μαρξιστική ανάλυση και μεθοδολογική προσέγγιση για τη βιομηχανία και ιδιαίτερα τη βιομηχανία μεταφορών και επικοινωνιών και έτσι βαφτίζουν τη σύγχρονη βιομηχανία πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών,υπηρεσίες.

Αποσιωπούν τη μαρξιστική θεωρία για την αξία του εμπορεύματος σαν προϊόν της αφηρημένης εργασίας και διακρίνουν λαθεμένα τα εμπορεύματα με κριτήριο την ποιότητα της εργασίας και το είδος του εμπορεύματος.

Αλλοι θεωρητικοί όπως ο Αντρέ Γκορζ αναφέρονται στο τέλος της εργατικής τάξης και της ιστορικής αποστολής της. Ετσι, για παράδειγμα ο Τζέρεμι Ρίφκιν διακρίνει τους "εργάτες γνώσης" της βιομηχανίας πληροφορικής, από τους παραδοσιακούς προλετάριους και τσουβαλιάζει τους πρώτους με τη διευθυντική ελίτ της παραγωγής.

Σε ριζικά διαφορετικό συμπέρασμα θα καταλήξει όποιος διερευνήσει τη σημερινή ταξική διάρθρωση με γνώμονα τον λενινιστικό ορισμό των τάξεων και τη μαρξιστική ανάλυση για την παραγωγική και μη παραγωγική εργασία.

Οποιος δηλαδή επιμένει στη διάκριση των εργαζομένων με βάση τη σχέση τους με τα μέσα παραγωγής, με το ρόλο τους στην κοινωνική οργάνωση της εργασίας, με τη θέση τους στο σύστημα παραγωγής, με τον τρόπο απόκτησης μεριδίου του κοινωνικού πλούτου και το ύψος του, αυτός δε θα δυσκολευτεί να αποδείξει ότι το γενικό ποσοστό του προλεταριάτου μεταξύ των εργαζομένων διευρύνεται, ενώ ταυτόχρονα αυξάνει και το ποσοστό των ανέργων.

Ανάλογη είναι και η αστική διαστρέβλωση σχετικά με την αξιοποίηση των δυνατοτήτων των νέων τεχνολογιών από το σύγχρονο καπιταλισμό.

Ετσι από τη μια πλευρά ο θεωρητικός Αλβιν Τόφλερ μάς διαβεβαιώνει ότι η έκρηξη της πληροφορικής θα οδηγήσει στην ουμανοποίηση της ανθρώπινης εργασίας και ο Γάλλος αναλυτής Παστρέ μάς καθησυχάζει τονίζοντας ότι η πληροφορική μπορεί να καταργεί κάποιες θέσεις εργασίας στον καπιταλισμό, όμως από την άλλη δημιουργεί νέες απασχολήσεις.

Την ίδια στιγμή ο Ρίφκιν μάς θυμίζει την άλλη όψη του νομίσματος ανάγοντας ουσιαστικά τη θεαματική αύξηση της ανεργίας, σαν άμεση συνέπεια της επιστημονικοτεχνικής επανάστασης, επαναφέροντας τον μύθο της λεγόμενης τεχνολογικής ανεργίας.

Η κοινή συνισταμένη όλων αυτών των παραλλαγών δεν είναι άλλη από τη συσκότιση των ευθυνών του καπιταλιστικού συστήματος και των συνεπειών για τους εργαζόμενους του νόμου της πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους και της αλλαγής της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου.

Ομως, όλα τα παραπάνω ιδεολογήματα δεν μπορούν να κρύψουν το βάθεμα της αντίθεσης ανάμεσα στις πρωτοφανείς σημερινές τεχνολογικές δυνατότητες για την εξάλειψη πολλών λαϊκών προβλημάτων και στην όξυνση αυτών των προβλημάτων, λόγω της καπιταλιστικής ιδιοποίησης, των συγκεκριμένων επιστημονικών επιτευγμάτων.

* * *

Μια δεύτερη κατηγορία αστών θεωρητικών που ξεχωρίζουν για την ιδιαίτερη δράση τους στη δεκαετία του '90 είναι αυτοί που αναγνωρίζουν μεν τις ολέθριες συνέπειες του καπιταλιστικού συστήματος για τους εργαζόμενους,επιχειρούν, όμως, να αναδείξουν σαν αποκλειστικό υπεύθυνο γι' αυτές τον νεοφιλελευθερισμό.

Ετσι, και στην Ευρώπη, αλλά και στη χώρα μας, αναπτύχθηκε μια κινητικότητα γύρω από την περιβόητη "Δήλωση των Ευρωπαίων Οικονομολόγων" που ασκούν μια άσφαιρη κριτική στην πολιτική σύγκλισης του Μάαστριχτ, επαναφέροντας νεοκεϋνσιανικές θέσεις και προτάσεις.

Οι συγκεκριμένοι οικονομολόγοι συνδέονται με ορισμένους από τους πιο οξυδερκείς πολιτικούς εκπροσώπους των στρατηγικών συμφερόντων των μονοπωλίων και ιδιαίτερα με το ρεύμα της λεγόμενης "αριστερής" σοσιαλδημοκρατίας. Οι πολιτικοί αυτοί επισημαίνουν όλο και πιο έντονα το τελευταίο διάστημα την ανάγκη κάποιων επιμέρους διορθωτικών κινήσεων, ώστε να διασωθούν και να υλοποιηθούν ευκολότερα οι βασικές κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Η μαρξιστική κριτική αποκάλυψε και σε αυτό το ζήτημα ότι οι διορθωτικές προτάσεις που γίνονται από ορισμένους νεοκεϋνσιανούς και σοσιαλδημοκράτες θεωρητικούς, αφ' ενός δεν αποτελούν προοδευτική διέξοδο και αφ' ετέρου έχουν αντικειμενικά περιορισμένα όρια εφαρμογής στις σημερινές συνθήκες.

Ετσι παρ' όλη την αγωνιώδη προσπάθεια των αστών και άλλων θεωρητικών για τη χρεοκοπία του μαρξισμού, έρχεται η ίδια η ζωή αμείλικτη να επιβεβαιώσει ότι η επιστημονική κοσμοθεωρία της εργατικής τάξης, είναι όχι μόνο ιστορικά επίκαιρη και αναλλοίωτη, αλλά και ο ζωντανός οδηγός δράσης για "τους κολασμένους της γης", ως την αταξική κοινωνία.

Μάκης ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

ΔΗΚΚΙ
Ψάχνοντας για άλλοθι

Σε αυτόνομη κάθοδο στην εκλογική μάχη του Δήμου της Αθήνας προσανατολίζεται το ΔΗΚΚΙ, έγραφαν οι εφημερίδες την περασμένη βδομάδα. Και όχι άδικα, αφού τόσο η απόφαση της Κεντρικής Εκλογικής Επιτροπής του κόμματος αυτού (Δευτέρα, 16 Φλεβάρη), όσο και οι υπόλοιπες πληροφορίες οδηγούσαν σ' αυτό το συμπέρασμα. Και, βέβαια, είναι δικαίωμα του κάθε κόμματος, να επιλέξει την όποια πολιτική και τακτική θέλει, σχετικά με τις εκλογές του προσεχούς Οκτώβρη. Το ΔΗΚΚΙ, όμως και πάντα σύμφωνα με την απόφασή του, επιχειρεί να ρίξει τις ευθύνες της αυτόνομης καθόδου του στην άρνηση των άλλων κομμάτων να ανταποκριθούν στις προτάσεις του, για συνεργασία. Η προαναφερόμενη απόφαση της Κεντρικής Εκλογικής Επιτροπής του υπογραμμίζει συγκεκριμένα: "Η άρνηση του ΚΚΕ και του ΣΥΝ να στηρίξουν τη δημιουργία ενός μεγάλου, προοδευτικού, πατριωτικού και κοινωνικού μετώπου ενάντια στη νεοφιλελεύθερη επίθεση, που εκφράζεται πολιτικά στη χώρα μας από την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, τη ΝΔ και την Πολιτική Ανοιξη, οδηγεί το ΔΗΚΚΙ στην απόφαση να στραφεί απευθείας στην κοινωνία και να οικοδομήσει εκεί, την προοδευτική συμμαχία κατά της λαίλαπας του νεοφιλελευθερισμού".

Η απόφαση, όμως, αυτή - όσον αφορά τη στάση του ΚΚΕ - είναι αυθαίρετη και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Συγκεκριμένα, τα σχετικά γεγονότα έχουν ως εξής:

Στις 17 Νοέμβρη 1977 ο Δ. Τσοβόλας απέστειλε επιστολή στην ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ - όπως και στον πρόεδρο του ΣΥΝ, τον Γιάννη Μπανιά και το Νέο Αριστερό Ρεύμα (ΝΑΡ) - στην οποία, ανάμεσα σε άλλα, πρότεινε "οι προοδευτικές δυνάμεις της χώρας να οριοθετηθούν, σε σχέση με τη συντηρητική πολιτική και να δώσουν - κατ' αρχάς από το χώρο της αυτοδιοίκησης και της αποκέντρωσης - την εναλλακτική προοπτική και πορεία, για μια άλλη πολιτική σε σοσιαλιστική κατεύθυνση. Εφόσον η προσπάθεια αυτή ευοδωθεί, σημείωνε η επιστολή, η συγκρότηση των ψηφοδελτίων για την Τοπική και Νομαρχιακή αυτοδιοίκηση θα είναι ώριμος, φερέγγυος και αυτονόητος καρπός... ".

Το ΚΚΕ, παρά την εξόφθαλμη ασάφεια της πρότασης, δε βιάστηκε να την απορρίψει, αλλά ζήτησε παραπέρα διευκρινίσεις. Τι σημαίνει και τι περιλαμβάνει ακριβώς η πρόταση της ηγεσίας του ΔΗΚΚΙ; Τη διεξαγωγή απλά και μόνο μιας διερευνητικής συζήτησης, σε όλα τα θέματα, που σημειώνει στην επιστολή της, από την αντιμετώπιση της συντηρητικής πολιτικής, τη διαμόρφωση αντι-νεοφιλελεύθερου μετώπου, την εναλλακτική πρόταση και τη σοσιαλιστική προοπτική, μέχρι και το άμεσο, τις εκλογές της ΤΑ ή για ένα δυο απ' αυτά και ποια; Υπάρχει εκτίμηση και πολιτική θέληση, για κάτι παραπέρα, πέρα από ανταλλαγή απόψεων; Μήπως η πρόταση θέλει να επικεντρώσει στο ζήτημα της ΤΑ και αν ναι, ποιες είναι οι θέσεις του ΔΗΚΚΙ για την Τοπική Αυτοδιοίκηση; (Σημείωση: Στα τέλη Νοέμβρη, το ΔΗΚΚΙ δεν είχε ακόμη δημοσιοποιήσει θέσεις για την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Η διαμόρφωση τέτοιων θέσεων έγινε στις αρχές Δεκέμβρη, στην 7η Σύνοδο της ΚΠΕ του). Θεωρείται, μήπως, προϋπόθεση η γενικότερη πολιτική τοποθέτηση - κάτι τέτοιο αφήνει να εννοηθεί η επιστολή - ώστε να συζητηθεί η επικείμενη εκλογική μάχη; Ποια βάση έχει η πρόσκληση και στον ΣΥΝ, αφού η ηγεσία του κόμματος αυτού βρίσκεται ήδη σε πορεία διεργασιών και συνεργασίας με την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ; Με ποιο τρόπο θα γίνει η όποια συζήτηση; Αυτά και άλλα, ευνόητα ερωτήματα τέθηκαν προς διευκρίνιση, για να πάρουν την απάντηση ότι όλα μπορούν και πρέπει να συζητηθούν, με όλους μαζί τους εκπροσώπους των κομμάτων, δημόσια, γύρω από ένα τραπέζι κι εκεί να διερευνηθούν τα πάντα, ακόμη και η δυνατότητα παραπέρα βημάτων. Υπήρξε άρνηση, για μια συνάντηση με αποκλειστικό θέμα τις εκλογές της ΤΑ, ακόμη και για μια συνάντηση, με μοναδικό σκοπό τη διευκρίνηση των ερωτημάτων αυτων. Από την πλευρά του ΚΚΕ υπογραμμίσθηκε, ότι οι θέσεις των συγκεκριμένων κομμάτων - άρα και οι όποιες συμπτώσεις ή διαφορές τους - ιδιαίτερα για τα γενικότερα πολιτικά ζητήματα είναι δημοσιοποιημένες και γνωστές σε όλους και επομένως, σε τίποτε δε θα εξυπηρετούσε η επανάληψή τους, σε μια από κοινού και δημόσια συζήτηση. Και τέλος πάντων, η διερεύνηση των όποιων, ενδεχόμενων συγκλίσεων είναι μια πολύ σοβαρή και σύνθετη υπόθεση, για να αντιμετωπιστεί με την προτεινόμενη διαδικασία. Η απάντηση, όμως, παρέμεινε η ίδια.

Η εμμονή της ηγεσίας του ΔΗΚΚΙ στην προαναφερόμενη λογική έκανε φανερό, ότι η δήθεν πρότασή της, για συνεργασία, έως και "δημιουργία ενός μεγάλου, προοδευτικού, πατριωτικού και κοινωνικού μετώπου ενάντια στη νεοφιλελεύθερη επίθεση" ήταν εκτός από ολωσδιόλου ασαφής, μάλλον πρόχειρη και -ας μας επιτραπεί να το πούμε- επιπόλαιη. Περισσότερο αποσκοπούσε στη δημιουργία ευνόητων εντυπώσεων, παρά στην επιθυμία μιας όποιας συνεργασίας στο πολιτικό επίπεδο και το ευνόητο ερώτημα είναι κατά πόσο το ΔΗΚΚΙ επιζητούσε την απόρριψη της πρότασής του, για τους δικούς του κομματικούς λόγους. Οι βάσιμες και δικαιολογημένες από τα γεγονότα αυτές εκτιμήσεις, οδήγησαν στο να μη δοθεί παραπέρα συνέχεια. Κι έρχεται τώρα η ηγεσία του ΔΗΚΚΙ, να μιλήσει για άρνηση... συνεργασίας. Είναι φανερό, ότι το μόνο που καταφέρνει είναι να προσφέρει μια ακόμη απόδειξη της εντυπωσιοθηρικής τακτικής της.

Πέρα, όμως, απ' όλα τα παραπάνω είναι σκόπιμο και απαραίτητο, να σημειωθούν και τα εξής: Το ΚΚΕ ποτέ δεν αρνήθηκε να συζητήσει με το ΔΗΚΚΙ, όπως και με οποιοδήποτε άλλο κόμμα, αρκεί να εξασφαλίζονται ορισμένες, ευνόητες προϋποθέσεις. Οι συναντήσεις δεν είναι βέβαια αυτοσκοπός. Είναι περιττό, π.χ. να κάνουν συζήτηση τα δυο κόμματα, σχετικά με το θέμα της διεξόδου από τη σημερινή κατάσταση και το σοσιαλιστικό μέλλον της χώρας. Οι διαφορές σήμερα είναι μεγάλες και σοβαρές, σε θέματα στρατηγικής. Η πρόταση του ΚΚΕ, για τη συγκρότηση ενός αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού δημοκρατικού Μετώπου στην προοπτική του σοσιαλισμού απέχει πάρα πολύ από τις αντίστοιχες θέσεις του ΔΗΚΚΙ και τη λογική της επαναφοράς της χώρας στο καθεστώς της "καλής, πρώτης οκταετίας του ΠΑΣΟΚ".

Υπάρχει, επίσης, το επίπεδο των κοινωνικών και μαζικών κινημάτων. Οι κομμουνιστές, οι παρατάξεις μέσα στις οποίες αυτοί λειτουργούν -και στο χώρο της ΤΑ- έχουν πολλές φορές διακηρύξει την ετοιμότητα και τη θέλησή τους, για ευρύτερες συσπειρώσεις και κοινή δράση -χωρίς τους γνωστούς, τεχνητούς διαχωρισμούς- στη βάση κοινών θέσεων και στόχων. Το έχουν αποδείξει πολλές φορές στην πράξη και δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί το αντίθετο και να φέρει και κάποιες αποδείξεις γι' αυτό.

Είναι επομένως, τουλάχιστον παντελώς αβάσιμος ο ισχυρισμός της ηγεσίας του ΔΗΚΚΙ. Δικαίωμά της, βέβαια, να επιλέξει το δρόμο της αυτόνομης ή όποιας άλλης καθόδου στις δημοτικές εκλογές της Αθήνας ή και όλης της Ελλάδας. Αλλά είναι παντελώς απαράδεκτο, να χρησιμοποιεί ως άλλοθι, την αρνητική δήθεν στάση του ΚΚΕ, σε σχετικές προτάσεις και προβληματισμούς.

Αυτή είναι η πραγματικότητα. Κι ας πάρει υπόψη της η ηγεσία του ΔΗΚΚΙ, το γεγονός, πως η ειλικρίνεια και η καλοπιστία ήταν πάντα και είναι αναντικατάστατες προϋποθέσεις και συστατικά στοιχεία της οποιασδήποτε συζήτησης και κοινής δράσης δύο ή περισσότερων μερών.

Τάκης ΤΣΙΓΚΑΣ

Οι συγκρούσεις στη Δικαιοσύνη
Αιτίες, αφορμές και ευθύνες

Σε καθημερινό "λαϊκό" ανάγνωσμα και ακρόαμα, εξελίσσονται οι "παρεμβάσεις" της κυβέρνησης στη δικαστική δραστηριότητα της Δικαιοσύνης. Κρίθηκε κατάλληλο "προς τούτο" η φωνή και ο λόγος του ίδιου του πολιτικού προϊσταμένου της, υπουργού της Δικαιοσύνης. Ξεκίνησε "δι' ασήμαντον αφορμή" - την καταδίκη από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας του κατηγορουμένου Πουρσανίδη για διάφορα αδικήματα του νόμου για τα ναρκωτικά. Θέμα πολιτικά "αβανταδόρικο", καθώς ο Τύπος, γραπτός και ηλεκτρονικός είχε πλούσια κερδοσκοπήσει πάνω σ' αυτό το θέμα και είχε προκαλέσει μεγάλη "λαϊκή" συγκίνηση. Ετσι, έφτασε ο υπουργός, με προσπάθεια φραστικής μισοσυγκάλυψης, να διαδηλώνει την αναλγησία της Δικαιοσύνης και από το βήμα της Βουλής να ζητήσει συγγνώμη εκ μέρους του Κοινοβουλίου από τον κατηγορούμενο και την οικογένειά του!..

Ο ίδιος ο υπουργός ξέρει πολύ καλά ότι η καταδίκη είναι σύμφωνη με τις διατάξεις που αναγκαστικά εφάρμοσε το δικαστήριο. Αυτό προκύπτει, τόσο από τις κατ' ανάγκη διαλλακτικές δηλώσεις του μετά από τις αντιδράσεις του δικαστικού χώρου που ακολούθησαν κάθε παρέμβασή του, όσο και από το ότι ο ίδιος δηλώνει πως για να αθωωθεί ο Πουρσανίδης πρέπει να αλλάξουν οι διατάξεις που ισχύουν. Αλλωστε, τόσο ο υπουργός, όσο και ο Τύπος δεν ισχυρίστηκαν ότι έσφαλε το δικαστήριο στην εφαρμογή των διατάξεων που ισχύουν, αλλά απαίτησαν να δείξει κατανόηση και επιείκεια. Ακόμη, είναι γνωστό ότι εκκρεμεί έφεση του καταδικασμένου. Η υπόθεση δεν κρίθηκε ακόμη οριστικά από τα δικαστήρια και ο υπουργός μπορεί να φέρει ως τότε την τροποποίηση των διατάξεων, έτσι που να αθωωθεί ο κατηγορούμενος, αφού η νομοθετική παραγωγή δεν εμποδίζεται από το γεγονός ότι μπορεί να καταλαμβάνει και εκκρεμείς στα δικαστήρια υποθέσεις, πράγμα που πάντοτε θα συμβαίνει.

* * *

Με αυτά τα περιστατικά είναι δύσκολο να δεχτεί κανείς ότι η κυβέρνηση, διά του υπουργού της Δικαιοσύνης, έπραξε έτσι μόνο γιατί συγκινήθηκε από τη σκληρή καταδίκη ενός πολίτη, που, όντας μακροχρόνιος τοξικομανής, κατόρθωσε το σχεδόν ακατόρθωτο, μεμονωμένα να απεξαρτηθεί από την ηρωίνη. Κι αυτό, γιατί πέρσι ήταν πάλι η μεγάλη παρέμβαση της κυβέρνησης για το ζήτημα της επιθεώρησης και του προσώπου του προϊσταμένου της επιθεώρησης των δικαστών. Επίσης ο υπουργός της Δικαιοσύνης εξαγγέλλει ότι οι αγωνιζόμενοι για την επιβίωσή τους αγρότες θα εκλιπαρούν στα δικαστήρια, θα ζητούν έλεος και αμέσως μετά εισαγγελείς ξεκινούν ποινικές διώξεις εναντίον δεκάδων ή και εκατοντάδων αγροτών. Απειλητικός ο υπουργός της Δικαιοσύνης κατά των επιτροπών των κινητοποιούμενων αγροτών, νάτοι πάλι οι εισαγγελείς να ασκούν ποινικές διώξεις κατά των μελών των επιτροπών για ...ηθική αυτουργία στο ...μέγα αδίκημα της παρακώλυσης των συγκοινωνιών - αυτή η "ηθική αυτουργία" σε πράξεις αυτουργών που τις είχαν αποφασίσει μόνοι τους είναι και σκληρός βιασμός των νομικών εννοιών και των διατάξεων. Και, πάνω απ' όλα, η κυβέρνηση να εξαγγέλλει με τον ίδιο υπουργό ότι "το κράτος κινδυνεύει", το κράτος πρέπει να προστατέψει "την έννομη τάξη" (ποιας εξουσίας, αλήθεια;), "είμαστε αστικό κράτος" και "αυτό το κράτος θα προασπίσουμε" (τι φοβερές εποχές θυμίζουν αυτές οι διακηρύξεις!..). Ολη αυτή η δραστηριότητα γίνεται πιο ζοφερή για τη Δικαιοσύνη σαν λειτούργημα, όταν συνυπολογιστούν και οι εξελίξεις κεντρικού συγκεντρωτισμού και αυταρχισμού στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης με τη νομοθετικώς διακοσμητική Ευρωβουλή, με την εφαρμογή της Συνθήκης του ΣΕΝΓΚΕΝ, με την οποία θα καταστραφούν και τα τελευταία ίχνη προσωπικών, οικογενειακών, συνδικαλιστικών και πολιτικών ελευθεριών, καθώς και με την ανάπτυξη του "ενιαίου ευρωπαϊκού δικαστικού χώρου", που σημαίνει εγκατάσταση ξένου "ευρωεισαγγελέα", που θα ασκεί ανεξάρτητα ποινικές δικαιοδοσίες σε βάρος και Ελλήνων πολιτών.

* * *

Κάτω από τις συνθήκες αυτές, το δικαστικό Σώμα αισθάνεται ότι σπρώχνεται σε ένα ρόλο, όχι δικαιοσύνης, αλλά αδικίας σε βάρος των οικονομικά και κοινωνικά αδικούμενων, καταπιεζόμενων και απειλούμενων ακόμη και στην επιβίωσή τους λαϊκών στρωμάτων, που ζουν αποκλειστικά ή κυρίως από την εργασία τους. Ωθείται σ' ένα ρόλο άλλοτε συγκαλυμμένο και άλλοτε απροκάλυπτου συμμάχου και προωθητή μιας αδίστακτης εκτελεστικής εξουσίας, που χειρίζεται μεροληπτικά τα συμφέροντα των εκμεταλλευτών, κυκλώνεται σιγά σιγά από μια άλλη "δικαιοσύνη", ιεραρχικά εξαρτημένη και υπόλογη στην εκτελεστική εξουσία, που ανατίθεται σε πλήθος άλλα "σώματα", όπως ειδικές αστυνομίες, "ράμπο" διαφόρων ...ειδικοτήτων, που κάποιοι θα οπλοφορούν και θα συλλαμβάνουν "παραβάτες" κατά τη ...δικαστική κρίση τους, "ευρωεισαγγελείς" και "ευρωδικαστές". Και, ταυτόχρονα, καθόλου δεν αποκλείεται ότι στα χέρια τέτοιας εκτελεστικής εξουσίας, ενέργειες, φαινομενικά ευεργετικές για τους δικαστές, να λειτουργούν εκμαυλιστικά για τον κλάδο, αφού μπορεί να ωθήσουν ορισμένους δικαστές σε συμπεριφορές κατάλληλες για τέτοια ...εξέλιξή τους.

* * *

Οι υπηρεσιακοί και λιγότερο οι συνδικαλιστικοί ηγέτες του Σώματος δείχνουν να αντιλαμβάνονται αυτή την πορεία αποδόμησης και δέσμευσης της Δικαιοσύνης και δείχνουν να θέλουν να αντισταθούν. Και αυτοί, ιδίως ο πρόεδρος και ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, με δηλώσεις και ανακοινώσεις τους, επισημαίνουν και στιγματίζουν, με ανάλογες προς τη θέση τους και τις αλληλοεξαρτήσεις διατυπώσεις, αυτή την ανάμειξη της εκτελεστικής εξουσίας στα δικαστικά έργα. Ομως λείπουν φωνές μέσα από το χώρο, που έπρεπε και μπορούσαν να ακουστούν ξεκάθαρα και δυνατά. Αυτή τη φορά έλειψε η φωνή της Ενωσης των δικαστών, που πολλές φορές παλιότερα είχε ακουστεί παρήγορα. Ελειψε και η φωνή των πιο θαρρετών παλιότερα μελών της. Τώρα οξύνονται τα προβλήματα ραγδαία και είναι η ώρα ο καθένας να φανεί λειτουργός. Και, βέβαια, παράξενη φαίνεται η πλήρης απουσία της φωνής και των άλλων κλάδων της Δικαιοσύνης, κάποιοι από τους οποίους σε χρόνια ενθουσιασμού οργάνωσαν συνέδρια, από τα οποία, με το λόγο των τότε και τώρα στελεχών τους, εκδόθηκαν ντοκουμέντα υμνητικά για την αποστολή τους ως δικαστών και με περίφημες αιτιολογίες αναλύθηκε και εξορκίστηκε η ανάμειξη της εκτελεστικής εξουσίας στην αυτονομία της Δικαιοσύνης. Μόνο με τη συνένωση της αντίστασης όλων των προορισμένων γι' αυτόν τον αγώνα, μπορούν να προκύψουν κάποια θετικά αποτελέσματα. Εχουν να αντιμετωπίσουν μια αποφασισμένη εκτελεστική εξουσία, που δε διστάζει να μεταχειριστεί την απειλή και την έντεχνη συκοφαντία.Οι δικηγόροι και οι οργανώσεις τους είναι επίσης οι φυσικοί φορείς ενός τέτοιου αγώνα.

Πρέπει να εμποδιστεί με κάθε τρόπο, να εξελιχθεί η αντίσταση αυτή σε αντιπαράθεση κορυφών, μεταξύ υπουργού και κάποιων κορυφαίων δικαστικών λειτουργών. Αυτή θα είναι μια πορεία που θα ζημιώσει την υπόθεση ακόμη περισσότερο. Για τον ελληνικό λαό, δεν έχουν κύρια σημασία τα πρόσωπα που στη δοσμένη στιγμή αντιπαρατίθενται. Κύρια σημασία έχει να βοηθηθεί, ώστε να κατανοήσει πολιτικά ότι χαλκεύεται η κοινωνική του υποδούλωση, για να ενδυναμωθεί στον αγώνα του ενάντια σ' αυτούς που την προωθούν πια χωρίς επιφυλάξεις.

Αγγελος ΡΕΜΠΗΣ

τέως εφέτης



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ