Τα γεγονότα που ακολούθησαν σε ολόκληρη τη δεκαετία του '90 αποτέλεσαν μια ηχηρή διάψευση των προβλέψεων των συντηρητικών αναλυτών.
Οι μεγάλοι εργατικοί αγώνες, που ήρθαν σαν απάντηση στη συντηρητική επίθεση, γκρέμισαν το μύθο για το θάνατο της ταξικής πάλης και το τέλος του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος.
Οι απεργιακές κινητοποιήσεις στη Γαλλία στα μέσα της δεκαετίας του '90 ήταν οι μαζικότερες στη χώρα αυτή μετά από τις αντίστοιχες του Μάη του '68. Σημαντικοί συνδικαλιστικοί αγώνες έγιναν στη Γερμανία, στην Ιταλία και στην Ισπανία. Αλλά και στη χώρα μας το παράδειγμα των αγροτών, των ναυτεργατών, των συνταξιούχων, σηματοδοτεί την απαρχή μιας νέας ανάτασης του λαϊκού κινήματος.
Μέσα στο 1997 εκδηλώθηκε με αξιοσημείωτη ένταση η χρηματιστηριακή και συναλλαγματική κρίση στις λεγόμενες "ασιατικές μικρές τίγρεις" με σημαντικές επιπτώσεις στην ιαπωνική και στην παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία. Ηταν σε τελευταία ανάλυση μια ακόμη απόδειξη της ορθότητας της μαρξιστικής σκέψης για τις καπιταλιστικές κρίσεις υπερσυσσώρευσης.
Αν κάτι έρχονται να υπογραμμίσουν όλα αυτά, είναι το τέλος του μύθου του ακμαίου καπιταλισμού, ο οποίος, χάρη στις νέες τεχνολογίες και τα νεοφιλελεύθερα διαχειριστικά γιατροσόφια, θα εξασφάλιζε, υποτίθεται, ένα ελπιδοφόρο μέλλον για τους προλετάριους σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Αντίθετα, αυτό που αναδύεται αβίαστα από τη σημερινή πραγματικότητα είναι η επικαιρότητα και η ορθότητα της λενινιστικής θέσης για τον "καπιταλισμό που σαπίζει".
* * *
Ορισμένοι προσπαθούν, να μας πείσουν ότι τάχα σήμερα ζούμε σε μια μετά - βιομηχανική, μετα - καπιταλιστική εποχή. Δεκάδες αναλυτές από τον παγκόσμιου φήμης Αλβιν Τόφλερ μέχρι τον δικό μας Ανδρέα Ανδριανόπουλο, διαστρεβλώνουν απροκάλυπτα τις μαρξιστικές θέσεις για τη βιομηχανία και τον καπιταλισμό για να μας πείσουν πως περάσαμε στην εποχή των υπηρεσιών και των άυλων εμπορευμάτων.
Αποσιωπούν τη μαρξιστική ανάλυση και μεθοδολογική προσέγγιση για τη βιομηχανία και ιδιαίτερα τη βιομηχανία μεταφορών και επικοινωνιών και έτσι βαφτίζουν τη σύγχρονη βιομηχανία πληροφορικής και τηλεπικοινωνιών,υπηρεσίες.
Αποσιωπούν τη μαρξιστική θεωρία για την αξία του εμπορεύματος σαν προϊόν της αφηρημένης εργασίας και διακρίνουν λαθεμένα τα εμπορεύματα με κριτήριο την ποιότητα της εργασίας και το είδος του εμπορεύματος.
Αλλοι θεωρητικοί όπως ο Αντρέ Γκορζ αναφέρονται στο τέλος της εργατικής τάξης και της ιστορικής αποστολής της. Ετσι, για παράδειγμα ο Τζέρεμι Ρίφκιν διακρίνει τους "εργάτες γνώσης" της βιομηχανίας πληροφορικής, από τους παραδοσιακούς προλετάριους και τσουβαλιάζει τους πρώτους με τη διευθυντική ελίτ της παραγωγής.
Σε ριζικά διαφορετικό συμπέρασμα θα καταλήξει όποιος διερευνήσει τη σημερινή ταξική διάρθρωση με γνώμονα τον λενινιστικό ορισμό των τάξεων και τη μαρξιστική ανάλυση για την παραγωγική και μη παραγωγική εργασία.
Οποιος δηλαδή επιμένει στη διάκριση των εργαζομένων με βάση τη σχέση τους με τα μέσα παραγωγής, με το ρόλο τους στην κοινωνική οργάνωση της εργασίας, με τη θέση τους στο σύστημα παραγωγής, με τον τρόπο απόκτησης μεριδίου του κοινωνικού πλούτου και το ύψος του, αυτός δε θα δυσκολευτεί να αποδείξει ότι το γενικό ποσοστό του προλεταριάτου μεταξύ των εργαζομένων διευρύνεται, ενώ ταυτόχρονα αυξάνει και το ποσοστό των ανέργων.
Ανάλογη είναι και η αστική διαστρέβλωση σχετικά με την αξιοποίηση των δυνατοτήτων των νέων τεχνολογιών από το σύγχρονο καπιταλισμό.
Ετσι από τη μια πλευρά ο θεωρητικός Αλβιν Τόφλερ μάς διαβεβαιώνει ότι η έκρηξη της πληροφορικής θα οδηγήσει στην ουμανοποίηση της ανθρώπινης εργασίας και ο Γάλλος αναλυτής Παστρέ μάς καθησυχάζει τονίζοντας ότι η πληροφορική μπορεί να καταργεί κάποιες θέσεις εργασίας στον καπιταλισμό, όμως από την άλλη δημιουργεί νέες απασχολήσεις.
Την ίδια στιγμή ο Ρίφκιν μάς θυμίζει την άλλη όψη του νομίσματος ανάγοντας ουσιαστικά τη θεαματική αύξηση της ανεργίας, σαν άμεση συνέπεια της επιστημονικοτεχνικής επανάστασης, επαναφέροντας τον μύθο της λεγόμενης τεχνολογικής ανεργίας.
Η κοινή συνισταμένη όλων αυτών των παραλλαγών δεν είναι άλλη από τη συσκότιση των ευθυνών του καπιταλιστικού συστήματος και των συνεπειών για τους εργαζόμενους του νόμου της πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους και της αλλαγής της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου.
Ομως, όλα τα παραπάνω ιδεολογήματα δεν μπορούν να κρύψουν το βάθεμα της αντίθεσης ανάμεσα στις πρωτοφανείς σημερινές τεχνολογικές δυνατότητες για την εξάλειψη πολλών λαϊκών προβλημάτων και στην όξυνση αυτών των προβλημάτων, λόγω της καπιταλιστικής ιδιοποίησης, των συγκεκριμένων επιστημονικών επιτευγμάτων.
* * *
Ετσι, και στην Ευρώπη, αλλά και στη χώρα μας, αναπτύχθηκε μια κινητικότητα γύρω από την περιβόητη "Δήλωση των Ευρωπαίων Οικονομολόγων" που ασκούν μια άσφαιρη κριτική στην πολιτική σύγκλισης του Μάαστριχτ, επαναφέροντας νεοκεϋνσιανικές θέσεις και προτάσεις.
Οι συγκεκριμένοι οικονομολόγοι συνδέονται με ορισμένους από τους πιο οξυδερκείς πολιτικούς εκπροσώπους των στρατηγικών συμφερόντων των μονοπωλίων και ιδιαίτερα με το ρεύμα της λεγόμενης "αριστερής" σοσιαλδημοκρατίας. Οι πολιτικοί αυτοί επισημαίνουν όλο και πιο έντονα το τελευταίο διάστημα την ανάγκη κάποιων επιμέρους διορθωτικών κινήσεων, ώστε να διασωθούν και να υλοποιηθούν ευκολότερα οι βασικές κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Η μαρξιστική κριτική αποκάλυψε και σε αυτό το ζήτημα ότι οι διορθωτικές προτάσεις που γίνονται από ορισμένους νεοκεϋνσιανούς και σοσιαλδημοκράτες θεωρητικούς, αφ' ενός δεν αποτελούν προοδευτική διέξοδο και αφ' ετέρου έχουν αντικειμενικά περιορισμένα όρια εφαρμογής στις σημερινές συνθήκες.
Ετσι παρ' όλη την αγωνιώδη προσπάθεια των αστών και άλλων θεωρητικών για τη χρεοκοπία του μαρξισμού, έρχεται η ίδια η ζωή αμείλικτη να επιβεβαιώσει ότι η επιστημονική κοσμοθεωρία της εργατικής τάξης, είναι όχι μόνο ιστορικά επίκαιρη και αναλλοίωτη, αλλά και ο ζωντανός οδηγός δράσης για "τους κολασμένους της γης", ως την αταξική κοινωνία.
Μάκης ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Η απόφαση, όμως, αυτή - όσον αφορά τη στάση του ΚΚΕ - είναι αυθαίρετη και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Συγκεκριμένα, τα σχετικά γεγονότα έχουν ως εξής:
Στις 17 Νοέμβρη 1977 ο Δ. Τσοβόλας απέστειλε επιστολή στην ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ - όπως και στον πρόεδρο του ΣΥΝ, τον Γιάννη Μπανιά και το Νέο Αριστερό Ρεύμα (ΝΑΡ) - στην οποία, ανάμεσα σε άλλα, πρότεινε "οι προοδευτικές δυνάμεις της χώρας να οριοθετηθούν, σε σχέση με τη συντηρητική πολιτική και να δώσουν - κατ' αρχάς από το χώρο της αυτοδιοίκησης και της αποκέντρωσης - την εναλλακτική προοπτική και πορεία, για μια άλλη πολιτική σε σοσιαλιστική κατεύθυνση. Εφόσον η προσπάθεια αυτή ευοδωθεί, σημείωνε η επιστολή, η συγκρότηση των ψηφοδελτίων για την Τοπική και Νομαρχιακή αυτοδιοίκηση θα είναι ώριμος, φερέγγυος και αυτονόητος καρπός... ".
Η εμμονή της ηγεσίας του ΔΗΚΚΙ στην προαναφερόμενη λογική έκανε φανερό, ότι η δήθεν πρότασή της, για συνεργασία, έως και "δημιουργία ενός μεγάλου, προοδευτικού, πατριωτικού και κοινωνικού μετώπου ενάντια στη νεοφιλελεύθερη επίθεση" ήταν εκτός από ολωσδιόλου ασαφής, μάλλον πρόχειρη και -ας μας επιτραπεί να το πούμε- επιπόλαιη. Περισσότερο αποσκοπούσε στη δημιουργία ευνόητων εντυπώσεων, παρά στην επιθυμία μιας όποιας συνεργασίας στο πολιτικό επίπεδο και το ευνόητο ερώτημα είναι κατά πόσο το ΔΗΚΚΙ επιζητούσε την απόρριψη της πρότασής του, για τους δικούς του κομματικούς λόγους. Οι βάσιμες και δικαιολογημένες από τα γεγονότα αυτές εκτιμήσεις, οδήγησαν στο να μη δοθεί παραπέρα συνέχεια. Κι έρχεται τώρα η ηγεσία του ΔΗΚΚΙ, να μιλήσει για άρνηση... συνεργασίας. Είναι φανερό, ότι το μόνο που καταφέρνει είναι να προσφέρει μια ακόμη απόδειξη της εντυπωσιοθηρικής τακτικής της.
Υπάρχει, επίσης, το επίπεδο των κοινωνικών και μαζικών κινημάτων. Οι κομμουνιστές, οι παρατάξεις μέσα στις οποίες αυτοί λειτουργούν -και στο χώρο της ΤΑ- έχουν πολλές φορές διακηρύξει την ετοιμότητα και τη θέλησή τους, για ευρύτερες συσπειρώσεις και κοινή δράση -χωρίς τους γνωστούς, τεχνητούς διαχωρισμούς- στη βάση κοινών θέσεων και στόχων. Το έχουν αποδείξει πολλές φορές στην πράξη και δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί το αντίθετο και να φέρει και κάποιες αποδείξεις γι' αυτό.
Είναι επομένως, τουλάχιστον παντελώς αβάσιμος ο ισχυρισμός της ηγεσίας του ΔΗΚΚΙ. Δικαίωμά της, βέβαια, να επιλέξει το δρόμο της αυτόνομης ή όποιας άλλης καθόδου στις δημοτικές εκλογές της Αθήνας ή και όλης της Ελλάδας. Αλλά είναι παντελώς απαράδεκτο, να χρησιμοποιεί ως άλλοθι, την αρνητική δήθεν στάση του ΚΚΕ, σε σχετικές προτάσεις και προβληματισμούς.
Αυτή είναι η πραγματικότητα. Κι ας πάρει υπόψη της η ηγεσία του ΔΗΚΚΙ, το γεγονός, πως η ειλικρίνεια και η καλοπιστία ήταν πάντα και είναι αναντικατάστατες προϋποθέσεις και συστατικά στοιχεία της οποιασδήποτε συζήτησης και κοινής δράσης δύο ή περισσότερων μερών.
Τάκης ΤΣΙΓΚΑΣ
Ο ίδιος ο υπουργός ξέρει πολύ καλά ότι η καταδίκη είναι σύμφωνη με τις διατάξεις που αναγκαστικά εφάρμοσε το δικαστήριο. Αυτό προκύπτει, τόσο από τις κατ' ανάγκη διαλλακτικές δηλώσεις του μετά από τις αντιδράσεις του δικαστικού χώρου που ακολούθησαν κάθε παρέμβασή του, όσο και από το ότι ο ίδιος δηλώνει πως για να αθωωθεί ο Πουρσανίδης πρέπει να αλλάξουν οι διατάξεις που ισχύουν. Αλλωστε, τόσο ο υπουργός, όσο και ο Τύπος δεν ισχυρίστηκαν ότι έσφαλε το δικαστήριο στην εφαρμογή των διατάξεων που ισχύουν, αλλά απαίτησαν να δείξει κατανόηση και επιείκεια. Ακόμη, είναι γνωστό ότι εκκρεμεί έφεση του καταδικασμένου. Η υπόθεση δεν κρίθηκε ακόμη οριστικά από τα δικαστήρια και ο υπουργός μπορεί να φέρει ως τότε την τροποποίηση των διατάξεων, έτσι που να αθωωθεί ο κατηγορούμενος, αφού η νομοθετική παραγωγή δεν εμποδίζεται από το γεγονός ότι μπορεί να καταλαμβάνει και εκκρεμείς στα δικαστήρια υποθέσεις, πράγμα που πάντοτε θα συμβαίνει.
* * *
* * *
* * *
Πρέπει να εμποδιστεί με κάθε τρόπο, να εξελιχθεί η αντίσταση αυτή σε αντιπαράθεση κορυφών, μεταξύ υπουργού και κάποιων κορυφαίων δικαστικών λειτουργών. Αυτή θα είναι μια πορεία που θα ζημιώσει την υπόθεση ακόμη περισσότερο. Για τον ελληνικό λαό, δεν έχουν κύρια σημασία τα πρόσωπα που στη δοσμένη στιγμή αντιπαρατίθενται. Κύρια σημασία έχει να βοηθηθεί, ώστε να κατανοήσει πολιτικά ότι χαλκεύεται η κοινωνική του υποδούλωση, για να ενδυναμωθεί στον αγώνα του ενάντια σ' αυτούς που την προωθούν πια χωρίς επιφυλάξεις.
Αγγελος ΡΕΜΠΗΣ
τέως εφέτης