ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 26 Απρίλη 1998
Σελ. /48
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Ο κατάλογος... των ελλείψεων

Σύμφωνα με τα στοιχεία που επεξεργάστηκε το Τμήμα Μουσείων της Διεύθυνσης Προϊστορικών - Κλασικών Αρχαιοτήτων του ΥΠΠΟ, ο αριθμός Αρχαιολογικών Μουσείων φτάνει τα 132 από τα οποία τα 41 είναι μουσεία μεγάλων ανασκαφών και τα 91 πόλεων. Τα περισσότερα βρίσκονται εκτός αρχαιολογικών χώρων, αφού εδώ και καιρό έχει εγκαταλειφθεί η τακτική της ίδρυσης μουσείων εντός των αρχαιολογικών χώρων, εκτός ορισμένων εξαιρέσεων. Η κατάσταση των κτιρίου και ο εξοπλισμός κρίνονται επαρκή σε 64 και ανεπαρκή σε 71.Συναγερμό διαθέτουν τα 105 και πυρανίχνευση μόλις 24.Η φύλαξη κρίνεται επαρκής σε 93 και ανεπαρκής σε 42.Εκπαιδευτικά προγράμματα ή πολιτιστικές εκδηλώσεις γίνονται σε 49 και περιοδικές εκθέσεις σε 16. Αυτή τη στιγμή σε πρόγραμμα ανακαίνισης βρίσκονται 31 Μουσεία ενώ σχεδιάζονται 13 νέα.

Επίσης, άξιο παρατήρησης είναι ότι ο μεγάλος αριθμός Μουσείων κατανέμεται στην Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα με μεγάλη αριθμητική απόκλιση από τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία και τη Θράκη. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Θεσσαλία,με τις πολυπληθείς αρχαιολογικές θέσεις έχει τρία Μουσεία(Βόλου, Λάρισας και Αλμυρού). Παρ' όλα αυτά όταν συζητείται η Μουσειακή Πολιτική, ποιος μπορεί να κρίνει μικρό ή μεγάλο τον αριθμό "3", όταν τα πολλαπλάσια σε άλλες περιοχές αποδεικνύονται περιττά;

Πιο συγκεκριμένα στη Στερεά Ελλάδα βρίσκουμε 32 Μουσεία εκτός των 3 κεντρικών Μουσείων της Αθηνάς, δηλαδή το Εθνικό Αρχαιολογικό,το Νομισματικό και το Επιγραφικό που έχουν μια διαφορετική ιστορική εξέλιξη και σημασία που σχετίζεται με την ίδια την εξέλιξη του ελληνικού κράτους. Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο έχει ήδη ενταχθεί σε ένα πρόγραμμα ανακαίνισης, επέκτασης και εκσυγχρονισμού, αφού τα προβλήματα αρχίζουν από τον προθάλαμο και τα πωλητήρια και φτάνουν στις αποθήκες. Αρκεί να θυμίσουμε πως πριν δύο χρόνια, όταν το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο συζητούσε για τον κλιματισμό του μεγαλύτερου Μουσείου της χώρας, κατέληξε σε αγορά ανεμιστήρων, ενώ η συλλογή του Νομισματικού Μουσείου είναι κλειστή ενόψει της μεταστέγασής τους στο Ιλίου Μέλαθρον. Στην Αθήνα όμως υπάρχει και το Μουσείο της Ακρόπολης,που χωροθετήθηκε το 1865 στον Ιερό Βράχο σύμφωνα με τις αντιλήψεις της εποχής. Σήμερα είναι ακατάλληλο, για να φιλοξενεί τα γλυπτά της Ακρόπολης πάνω στα οποία εδώ και χρόνια αποτυπώνονται τα αποτελέσματα των ακατάλληλων συνθηκών. Η Πολιτεία μόλις τώρα, έναν αιώνα αργότερα, ασχολήθηκε με τον κλιματισμό. Αλλά φτάνει αυτό για να εξασφαλιστεί το κατάλληλο περιβάλλον έκθεσης των αντικειμένων; Στο μεταξύ ακόμα και το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης, καλύπτει απλώς την ανάγκη ενός τέτοιου μουσείου, χωρίς όμως να υποτάσσεται σε κάποια φιλοσοφία χωροθέτησης και μορφολογίας ενός μουσείου στο κέντρο της Αθήνας και στον περιβάλλοντα χώρο της Ακρόπολης. Βέβαια, από την Αθήνα λείπει το Αρχαιολογικό Μουσείο της Πόλης, για να φιλοξενήσει δεκάδες ευρήματα της αθηναϊκής γης. Ευρήματα που πλήθυναν με τις τελευταίες ανασκαφές του Μετρό και δυστυχώς φυλάσσονται σε αποθήκες. Στην Αττική βρίσκουμε ακόμα τα Μουσεία των αρχαιολογικών χώρων της Αρχαίας Αγοράς, του Κεραμεικού, της Ελευσίνας, της Βραυρώνας, του Μαραθώνα και του Λαυρίου. Ολα πλήττονται από τα... συνήθη πλέον προβλήματα(κτιριακά, φύλαξης, ασφάλειας, περιβαλλοντικών συνθηκών).

Μουσεία στην περιφέρεια

Εκτός Αττικής να αναφέρουμε ενδεικτικά το Μουσείο των Δελφών που έχει αποκλειστικά τα ευρήματα της εκεί ανασκαφής, χιλιάδες επισκέπτες ιδιαίτερα κατά τη θερινή περίοδο και πολλές ελλείψεις. Ηδη εκτελούνται εργασίες επισκευής και επέκτασης. Ανάμεσα στα Μουσεία που επεκτείνονται ή επισκευάζονται είναι εκείνα της Σαλαμίνας, Κέας, Χαιρώνειας και Θήβας. Σημειώνεται ότι από τα 32 Μουσεία τα 26 διαθέτουν συναγερμό και μόλις 2 πυρανίχνευση.

Στην Πελοπόννησο, Ιόνια Νησιά (πλην Κέρκυρας - Λευκάδας) και Νομό Αιτωλοακαρνανίας υπάρχουν 33 Μουσεία (28 Μουσεία και 5 επισκέψιμες συλλογές). Βέβαια στην Πελοπόννησο βρίσκονται οι 4 από τους 10 μεγαλύτερους αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας - Αρχαία Κόρινθος, Μυκήνες, Επίδαυρος και Ολυμπία - με μεγάλο αριθμό επισκεπτών ετησίως. Τα αντίστοιχα μουσεία είναι τραγικά ανεπαρκή. Νέο Μουσείο, που δεν έχει ακόμα λειτουργήσει, διαθέτουν μόνο οι Μυκήνες. Οσο για την Ολυμπία, αν και το νέο Μουσείο εγκαινιάστηκε το 1982, παρουσιάζει ανάλογα προβλήματα με εκείνα των Δελφών (κτιριακά, εκθεσιακά κ. ά). Οι ελπίδες βελτίωσης των συνθηκών εναποτίθενται πλέον στην Ολυμπιάδα του 2004, όπου μεταξύ άλλων θα αποκατασταθεί και το νεοκλασικό που φιλοξενούνε το παλιό Μουσείο, προκειμένου να δεχτεί άλλες χρήσεις. Μεγάλα προβλήματα σε φυλακτικό προσωπικό αντιμετωπίζουν τα Μουσεία Τεγέας, Λυκόσουρας, Σπάρτης, Φενεού, Ιθώμης και Ιθάκης. Ενώ στο Αργος και το Ναύπλιο τα μουσεία στεγάζονται στη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή και στην Ενετική Οπλοθήκη του Σαγρέδου (χαρακτηριστική περίπτωση μετατροπής μνημείου σε μουσείο), αντίστοιχα, με σημαντικές μεσοελλαδικές, μυκηναϊκές, γεωμετρικές και αρχαϊκές αρχαιότητες, αλλά χωρίς κατάλληλη φύλαξη, συντήρηση και ανάδειξη των ευρημάτων. Ευρήματα που στην πλειοψηφία τους προέρχονται από τις ακροπόλεις των Μυκηνών, της Τίρυνθας, της Ασίνης, της Μιδέας, το νεολιθικό σπήλαιο Φράγχθι Κρανιδίου κ.ά.

Η Πάτρα στερείται δικού της Μουσείου, του οποίου η ίδρυση και χωροθέτηση έχει απλώς αποφασιστεί, οι μελέτες δεν έχουν ξεκινήσει, αλλά στο μεταξύ εξαγγέλλεται.

Στη Μακεδονία,περιφέρεια που παρουσιάζει ιδιαίτερο αρχαιολογικό ενδιαφέρον (Βεργίνα, Πέλλα, Δίον, Αιανή, Αμφίπολη, Αβδηρα κ. ά) συναντάμε 15 Αρχαιολογικά Μουσεία και 1 Συλλογή.Η διαφορά με τις άλλες περιφέρειες της χώρας είναι ότι συγκεντρώνει το πολιτικό ενδιαφέρον (άλλοτε αυτό συνέβαινε στην Πελοπόννησο) για τους γνωστούς... εθνικούς λόγους. Αυτό το"ενδιαφέρον" αναλύεται σε αρκετά δισεκατομμύρια που σε αρκετές περιπτώσεις αφορούν σε έργα βιτρίνας, τα οποία ενδεχομένως δεν παίρνουν πάντα υπ' όψη όλες τις παραμέτρους για την αποτελεσματική και ασφαλή προστασία και ανάδειξη. Εν τούτοις αξίζει ίσως εδώ να ξεκινήσει κανείς από το τέλος, δηλαδή την έκθεση των θησαυρών της Βασιλικών Τάφων της Βεργίνας,όπου η απόπειρα της από κοινού παρουσίασης μνημείου και ευρημάτων έδωσε ένα πολύ καλό αποτέλεσμα.

Για το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης προωθείται μελέτη επισκευής και ανακαίνισης του κτιρίου που κτίστηκε στις αρχές της δεκαετία του '60 σε σχέδια του Πατρόκλου Καραντηνού. Τα Μουσεία Πέλλας και Δίου λειτούργησαν το 1973 και 1983 αντίστοιχα και εξυπηρετούν και τα δύο τις ανάγκες των αρχαιολογικών χώρων. Ωστόσο το πρώτο διαθέτει μόλις 3 αίθουσες, αφού προοριζόταν για τουριστικό περίπτερο. Στο μεταξύ το πρόγραμμα ανάδειξης της Πελλαίας Χώρας περιλαμβάνει ανέγερση νέου Μουσείου, εντός του αρχαιολογικού χώρου! Τα Μουσεία που επισκευάζονται, προκειμένου να αρχίσουν επανεκθέσεις είναι της Φλώρινας, Βέροιας, Σερρών, Θάσου και Φιλίππων, ενώ νέα Μουσεία προγραμματίζονται στην Αιανή και τη Δράμα. Σε γενικές γραμμές η κατάσταση των κτιρίων χαρακτηρίζεται επαρκής στα 8 από τα 16 Μουσεία.

Η περιοχή Ηπείρου, Κέρκυρας, Λευκάδας διαθέτει 3 Μουσεία (Ιωαννίνων, Κέρκυρας, Νικόπολης) και 2 Συλλογές (Αρτας και Λευκάδας). Εκεί έχουν χωροθετηθεί 3 νέα Μουσεία, στη Νικόπολη, την Πρέβεζα και την Ηγουμενίτσα, δίχως να έχουν προχωρήσει οι μελέτες και η κατασκευή.

Από τα 9 Αρχαιολογικά Μουσεία που διαθέτει η Κρήτη,η κτιριακή κατάσταση κρίνεται επαρκής στα 4.Σημειώνεται ότι έχει εγκριθεί από το Αρχαιολογικό Συμβούλιο επέκταση και ανακαίνιση του Μουσείου Ηρακλείου, το οποίο στάζει πάντα όταν βρέχει.

Στις Κυκλάδες και τα Δωδεκάνησα συναντάμε 28 Μουσεία,αλλά η φύλαξη είναι επαρκής στα 14 και η κατάσταση των κτιρίων ανεπαρκής στα 17. Τέλος, ηΘράκη και το Βορειοανατολικό Αιγαίο διαθέτουν 9 Μουσεία και ανεπαρκή φύλαξη εμφανίζουν τα 5.

Δ. ΜΥΡΙΛΛΑ

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΑ ΜΟΥΣΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Εκτιθέμενες και... εκτεθειμένες αρχαιότητες

Πριν από λίγους μήνες και με εφαλτήριο το νόμο για τον Πολιτισμό που ψηφίστηκε πρόσφατα, τέθηκε το θέμα της Μουσειακής Πολιτικής.Στην πραγματικότητα, ανεπίσημα και περιστασιακά, το θέμα τίθεται επί μια δεκαετία, τουλάχιστον, κάθε φορά που το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο καλείται να εγκρίνει ένα νέο μουσείο, επέκταση υπάρχοντος μουσείου ή μια νέα έκθεση σε υπάρχον μουσείο. Σε τέτοιες, λοιπόν, ευκαιρίες ανασυρόταν η απουσία μουσειακής πολιτικής, η έλλειψη αρχών και στόχων, η φιλοσοφία που χρειάζεται να διέπει τη λειτουργία ενός μουσείου και τις εκθέσεις του.Τις περισσότερες φορές το αίτημα, η έγκρισή του ή η απόρριψή του εξαρτάται από τον φορέα, την πίεση που ασκείται ή από περιστασιακές τοπικές, αλλά και ευρύτερες ανάγκες. Παράγοντες που δρουν σχεδόν ανεξέλεγκτα δεδομένου ότι δεν υπάρχει ένα συγκροτημένο θεσμικό πλαίσιο.

Ετσι η εικόνα και λειτουργία των ελληνικών μουσείων είναι αντιστρόφως ανάλογη της σπουδαιότητας που έχουν τα εκτιθέμενα σε αυτά αντικείμενα. Τα περισσότερα "πάσχουν" από ανεπάρκεια παρεχόμενων υπηρεσιών (πωλητήρια, εκδόσεις, υποδοχή επισκεπτών κ.ά.), ακατάλληλες συνθήκες έκθεσης και αποθήκευσης των θησαυρών, που σε πολλές περιπτώσεις δημιουργούν προβλήματα στα ίδια τα εκθέματα, έλλειψη φυλακτικού προσωπικού και συστημάτων ασφαλείας,έλλειψη εργαστηρίων συντήρησης ή ανεπάρκεια των υπαρχόντων εργαστηρίων.Κι ακόμα μουσεία ψυχρά κι αφιλόξενα τόσο για τους επισκέπτες όσο και για τους ερευνητές. Μουσεία κατ' όνομα, δηλαδή κλειστά ή άδεια. Μουσεία που δεν καταφέρνουν να γίνουν πόλος έλξης όχι αποκλειστικά των τουριστών, αλλά και της κοινωνίας που τα περιβάλλει.

Το νεοσύστατο Γνωμοδοτικό Συμβούλιο Μουσειακής Πολιτικής - ιδιαίτερα πολυάριθμο στη σύνθεσή του, άρα δυσκίνητο - καλείται να μορφώσει ένα πλαίσιο αρχών και φιλοσοφίας για την ίδρυση και λειτουργία των μουσείων. Ενα"εγχειρίδιο", ίσως, βάσει του οποίου θα λαμβάνονται οι αποφάσεις και στο οποίο θα πρέπει να υπακούουν τα αιτήματα απ' οπουδήποτε κι αν προέρχονται. Κανείς ακόμα δεν ξέρει εάν θα αποδώσει αυτή η προσπάθεια κι επιπλέον εάν θα είναι δυνατόν να μην παρασυρθεί το Συμβούλιο είτε σε ατελείωτες και άκαρπες θεωρητικές συζητήσεις είτε σε στενές περιγραφές μεμονωμένων περιπτώσεων. Ενα, πάντως, είναι βέβαιο: η οποιαδήποτε Μουσειακή Πολιτική οφείλει να ξεκινάει πρωτίστως από την ασφαλή φύλαξη, αποτελεσματική συντήρηση σύμφωνα με τις διεθνείς αρχές και εύληπτη έκθεση των αντικειμένων.

Θεωρήθηκε, ωστόσο, σκόπιμο σε μια σειρά συνεδριάσεων να παρουσιαστεί η υπάρχουσα κατάσταση των Μουσείων στην Ελλάδα, δηλαδή των Αρχαιολογικών,των Βυζαντινών και των Λαογραφικών, προκειμένου να δοθεί κατ' αρχάς μια, όσο το δυνατόν, πληρέστερη εικόνα. Κι αυτή την εργασία ανέλαβαν οι αντίστοιχες διευθύνσεις του ΥΠΠΟ.

Αυτή τη στιγμή η Αρχαιολογική Υπηρεσία προστατεύει και ασκεί έλεγχο σε 30.000 κηρυγμένους αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία όλων των εποχών. Λαμβάνοντας υπ' όψη ότι στη χώρα μας τα Μουσεία είναι άμεσα συνδεδεμένα με τον τόπο τους και την Εφορεία που τα εποπτεύει, λειτουργούν όχι μόνο ως χώροι έκθεσης, αλλά και αποθήκευσης των ευρημάτων. Αυτός είναι κι ένας λόγος που ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων αντέδρασε στο νέο νόμο που δίνει τη δυνατότητα ανεξαρτητοποίησης κάποιων μεγάλων μουσείων από τις οικείες Εφορείες. Είναι, όμως, γεγονός ότι αυτά καθ' αυτά τα Μουσεία χρειάζονται ανανέωση... εκ των έσω. Ανανέωση που θα αφορά πρωτίστως τις συνθήκες έκθεσης και φύλαξης των εκθεμάτων και έπειτα τον τρόπο λειτουργίας και υποδοχής του κοινού, επιδιώκοντας τον επιτυχή συνδυασμό των παραπάνω. Και το ερώτημα στο οποίο θα πρέπει να απαντήσει η ελληνική πολιτεία είναι εάν οι... "κατάλληλες συνθήκες" σε στεγασμένους αρχαιολογικούς χώρους ή μουσεία απευθύνονται σε αρχαιότητες ή... επισκέπτες.

Πάντως, ο υπουργός Πολιτισμού πριν ακόμα μορφοποιηθεί η μουσειακή πολιτική έσπευσε στην ανακοίνωση 30 και πλέον μουσείων που είτε επισκευάζονται, είτε ανεγείρονται, είτε εγκαινιάζονται και όχι για πρώτη φορά. Κι επιπλέον πολλά από τα μουσεία έχουν ήδη εξαγγελθεί δεκάδες φορές, από διαφορετικούς υπουργούς, ως αποτελέσματα πιέσεων ή προεκλογικών χατιριών. Και γι' αυτό ακριβώς δεν εντάσσονται σε καμία νέα πολιτική περί μουσείων.

Δήμητρα ΜΥΡΙΛΛΑ

Ακατάλληλες συνθήκες, ανεπαρκή εργαστήρια

Εάν "απολεσθούν" τα αντικείμενα ενός μουσείου, ουσιαστικά έχει απολεσθεί το ίδιο το μουσείο, ο λόγος ύπαρξής του. Στην πράξη η προστασία και η διατήρηση των αρχαιολογικών αντικειμένων είναι η πεμπτουσία της μουσειακής πολιτικής. Κι ένα αντικείμενο μπορεί να χαθεί όχι μόνο από κλοπή ή φυσική καταστροφή, αλλά και από ακατάλληλες συνθήκες έκθεσης ή αποθήκευσης, που συνήθως συνοδεύονται από αδυναμία άμεσης, αποτελεσματικής και τεκμηριωμένης επέμβασης.

Η εξασφάλιση κατάλληλων συνθηκών για τα αντικείμενα δε λύνεται με απλή τοποθέτηση κλιματιστικών μηχανημάτων, αλλά με μελέτη περιβαλλοντικών συνθηκών και συγκεκριμένες προδιαγραφές. Παρ' όλα αυτά είναι συχνό το φαινόμενο, όταν πρόκειται για εγκατάσταση κλιματισμού, κατασκευή στεγάστρων κ.ά., στο κομμάτι των συνθηκών να βαραίνει η "άνεση των επισκεπτών". Οσο για τα εργαστήρια συντήρησης, αυτά δεν μπορεί να είναι δωμάτια ατάκτως ερριμμένα, αλλά ειδικά σχεδιασμένα στο χώρο και επαρκώς οργανωμένα. Μόνο έτσι μπορούν να αντιμετωπιστούν τα σύνθετα προβλήματα που εμφανίζονται στη διατήρηση των αρχαιολογικών αντικειμένων.

Η υπάρχουσα κατάσταση ανταποκρίνεται στα παραπάνω; Σύμφωνα με τα στοιχεία που επεξεργάστηκε η Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαιοτήτων του ΥΠΠΟ σχετικά με τις κατηγορίες αντικειμένων που καλύπτουν τα εργαστήρια συντήρησης, τη θέση των εργαστηρίων στο χώρο του μουσείου, τον εξοπλισμό τους σε συστήματα απαγωγής - εξαερισμού, την κάλυψη με συστήματα πυρανίχνευσης - πυρασφάλειας - συναγερμού, τη στελέχωσή τους κατά κατηγορία και ειδικότητες και τις αναγκαίες βελτιώσεις, με προοπτική εκπόνησης σχετικών μελετών, προκύπτει:

Σε σύνολο 118 Μουσείων και Αρχαιολογικών Συλλογών,εργαστήρια συντήρησης λειτουργούν στις έδρες όλων των Εφορείων που συστεγάζονται με μουσεία. Σε 18 περιφερειακά μουσεία λειτουργούν οργανωμένα εργαστήρια με μόνιμο προσωπικό, ενώ σε 53 περιφερειακά μουσεία δεν υπάρχουν εργαστήρια. Οι ανάγκες αυτών καλύπτονται από τα κεντρικά εργαστήρια και το προσωπικό των Εφορειών.

Σχετικά με την ένταξή τους στο χώρο,42 (87,5%) βρίσκονται σε ισόγειο, ημιώροφο ή όροφο και 6 σε υπόγειους και ημιυπόγειους χώρους. Από αυτά ελάχιστα χωροθετήθηκαν με σχεδιασμό που παίρνει υπόψη τους όρους υγιεινής, λειτουργίας και ασφάλειας σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα. Συνήθως είναι προσαρμοσμένα στην εξυπηρέτηση καθημερινών αναγκών των Εφορείων, με υποτυπώδη εξοπλισμό και εμφανίζουν αδυναμίες στην επιστημονική προσέγγιση των προβλημάτων διατήρησης του αρχαιολογικού υλικού.

Σύστημα εξαερισμού - απαγωγής διαθέτει μόνο το 29,2% και σύστημα πυρανίχνευσης - πυρασφάλειας μόνο το 35,5%. Στα υπόλοιπα χρησιμοποιούνται απλοί πυροσβεστήρες. Συναγερμό,όμως, βρίσκουμε στο 87,5% των εργαστηρίων. Επίσης, επισημαίνεται η ελλιπής στελέχωση των εργαστηρίων, στα οποία σήμερα απασχολούνται 122 μόνιμοι συντηρητές. Δηλαδή αναλογούν 2,5 συντηρητές ανά εργαστήριο.

Το συμπέρασμα που συνάγεται από τα παραπάνω είναι ότι το 52% των εργαστηρίων χρειάζεται άμεσες βελτιώσεις.Αλλά, μόνο στο 16% των περιπτώσεων, δηλαδή σε 8 μουσεία, υπάρχουν προοπτικές βελτίωσης ύστερα από συγκεκριμένη μελέτη και σχεδιασμό.

Αξίζει, δε, να σημειωθεί ότι ορισμένα από τα παραπάνω στοιχεία συγκεντρώθηκαν πρώτη φορά το 1985, δηλαδή πριν 13 χρόνια και η κατάσταση παραμένει σχεδόν αμετάβλητη. Αν συνεκτιμηθούν οι συνθήκες εργασίας, τα υλικά κατασκευής των εργαστηρίων, οι ηλεκτρικές εγκαταστάσεις και τα συστήματα θέρμανσης, τότε η ακαταλληλότητα δεν αφορά μόνο στις ανάγκες των αντικειμένων, αλλά και των ανθρώπων.

Δήμητρα ΜΥΡΙΛΛΑ

ΛΕΖΑΝΤΕΣ

Το νέο Μουσείο της Ακρόπολης, όταν γίνει, θα καλύψει μία ανάγκη, αλλά για τη χωροθέτηση και τη μορφολογία εξακολουθούν να ερίζουν οι επιστήμονες

Μουσείο Κορίνθου, μετά την κλοπή. Το πλέον ακραίο παράδειγμα ανεπαρκούς φύλαξης

Η υπάρχουσα κατάσταση σε συστήματα ασφαλείας (συναγερμός, πυρασφάλεια) και εργαστήρια συντήρησης, ύστερα από επεξεργασία των στοιχείων που έκανε η Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαιοτήτων του ΥΠΠΟ

Εργαστήριο συντήρησης στο Αρχαιολογικό Μουσείο



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ