Αρχίζει αύριο στις Βρυξέλλες η Σύνοδος Κορυφής για το ΕΥΡΩ και την Οικονομική και Νομισματική Ενωση. Η Γερμανία προωθεί και επιβάλλει το "Σούπερ Σύμφωνο Σταθερότητας"
Η Σύνοδος Κορυφής που αρχίζει αύριο στις Βρυξέλλες έχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, που την ξεχωρίζει από τις προηγούμενες. Οι αποφάσεις της είναι ήδη γνωστές. Τα ονόματα των 11 χωρών που από την 1η Ιανουαρίου 1999 θα διαμορφώσουν το ΕΥΡΩ είναι γνωστά, όπως γνωστό είναι και το "Σύμφωνο Σταθερότητας" που θα διέπει τις οικονομικές πολιτικές των χωρών - μελών για τα επόμενα χρόνια. Αρα τι καινούριο μένει να μάθουμε απ' αυτή τη Σύνοδο;
Θα είναι το όνομα του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και το αν θα υιοθετηθούν οι γερμανικές προτάσεις για αυστηροποίηση του "Συμφώνου Σταθερότητας" και επίσπευση της ισχύος του. Μ' αυτά τα δυο θέματα αναμένεται να ασχοληθούν στο μεγαλύτερο μέρος της Συνόδου οι δεκαπέντε ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης από αύριο μέχρι και την Κυριακή.
Οσον αφορά στο πρόσωπο που θα πάρει το τιμόνι της ΕΚΤ απ' την 1/1/99, η μάχη έχει σαν αντικείμενο το ποιος θα ελέγχει αυτή την υπερτράπεζα που για το επόμενο διάστημα θα αποφασίζει χωρίς να δίνει λογαριασμό σε κανέναν για τη νομισματική και πιστωτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης γενικά και της κάθε χώρας - μέλους χωριστά. Μέχρι σήμερα έχουν υποβληθεί δυο υποψηφιότητες, του Ολλανδού Βιμ Ντουίσενμπεργκ και του Γάλλου Ζαν - Κλοντ Τρισέ.Ο πρώτος υποστηρίζεται από την Ολλανδία, τη Γερμανία και άλλες βόρειες χώρες ενώ ο δεύτερος από τη Γαλλία και κάποιες χώρες του νότου. Το θέμα δεν είναι μικρό αφού από την έκβασή του θα κριθεί ποιος θα έχει στα χέρια του το χρυσό κλειδί του θησαυροφυλακίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Σχετικά με το άλλο θέμα οι Γερμανοί δε θα συναντήσουν μεγάλες αντιδράσεις και έτσι θα επιβάλλουν ακόμη σκληρότερους όρους και απ' αυτούς που περιείχε το "Σύμφωνο Σταθερότητας" που εγκρίθηκε τον περασμένο Ιούνιο και ενσωματώθηκε στη Συνθήκη του Αμστερνταμ. Οι Γερμανοί τραπεζίτες φοβούμενοι τις επιπτώσεις που θα είχε η συμμετοχή στο ΕΥΡΩ χωρών που έχουν μεγάλες ανισορροπίες, όπως η Ιταλία και το Βέλγιο, προτείνουν ορισμένες προσθήκες στο Σύμφωνο. Οι σημαντικότερες είναι: Το Σύμφωνο να αρχίσει να ισχύει όχι από την 1/1/99 αλλά από την 1/7/98. Το σύνολο της δημοσιονομικής πολιτικής των χωρών - μελών να τεθεί υπό τον έλεγχο του Συμβουλίου. Ετσι δε θα επιβάλλονται μόνο ποινές σε όσους αποκλίνουν από τους "κοινούς" στόχους αλλά θα είναι υποχρεωμένοι να υποβάλλουν για επικύρωση τους κρατικούς προϋπολογισμούς. Τέλος θέλουν να δεσμεύσουν όλους τους εταίρους ότι μέχρις ότου φέρουν τα ελλείμματα στο ύψος που ορίζει το Μάαστριχτ, δε θα διαθέτουν πουθενά αλλού πόρους παρά μόνο για το σκοπό αυτό.
Ειδικά με το τελευταίο θέλουν να διασφαλίσουν την ΟΝΕ απ' το ενδεχόμενο μια χώρα να διαθέσει πόρους για κοινωνική πολιτική, ή άλλες πολιτικές. Πρόκειται δηλαδή για διά νόμου απαγόρευση κοινωνικής πολιτικής!
Οσο για τους εργαζόμενους, αυτοί δεν έχουν λόγο να περιμένουν τη Σύνοδο για να μάθουν τι θα πάθουν. Οσοι εργάζονται στις χώρες του ΕΥΡΩ ξέρουν ότι τα νέα δεινά τους θα περιέχονται στα "Σύμφωνα Σταθερότητας", για τους άλλους στα νέα "Προγράμματα Σύγκλισης". Και οι μεν και οι δε, με, ή χωρίς ΕΥΡΩ θα συνεχίσουν να βλέπουν την αγοραστική τους δύναμη να μειώνεται, την ανεργία να μεγαλώνει, τις εργασιακές σχέσεις να επιστρέφουν στο Μεσαίωνα, το ασφαλιστικό σύστημα να κατεδαφίζεται.
Οι θιασώτες της Συνθήκης μονίμως επικαλούνται τις εξωτερικές απειλές για να δικαιολογήσουν τις επιλογές τους
Τα κόμματα που υποστήριξαν την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, που ψήφισαν υπέρ της Συνθήκης του Μάαστριχτ και ετοιμάζονται τώρα να ψηφίσουν και τη Συνθήκη του Αμστερνταμ, χρησιμοποιούν συχνά - πυκνά το επιχείρημα ότι δήθεν έτσι η Ελλάδα θωρακίζεται έναντι της εξωτερικής απειλής, ειδικότερα της Τουρκίας. Χωρίς βεβαίως αυτό να αποτελεί το βασικό στοιχείο της υπόθεσης (εξάλλου στις περισσότερες περιπτώσεις χρησιμοποιείται σαν πρόσχημα) αξίζει να δούμε πώς κατά καιρούς παίχτηκε το χαρτί της τουρκικής απειλής για να δικαιολογηθούν οι εγκληματικές υποχωρήσεις στα άλλα μείζονα θέματα.
Το τέχνασμα δεν αποτελεί εφεύρεση των τελευταίων χρόνων, ήδη ο Κ. Καραμανλής πραγματοποιεί την ένταξη στην ΕΟΚ με το σκεπτικό ότι "η Ελλάδα προσέρχεται στην Ευρώπη με τη βεβαιότητα ότι στα πλαίσια της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης εμπεδώνεται για όλα τα μέρη η εθνική ανεξαρτησία". Βέβαια, το Μάη του 1979 που υπογράφεται στο Ζάππειο η Συμφωνία Ενταξης, η Αθήνα μπορεί να έχει ακόμη την ψευδαίσθηση, παρά την κυπριακή τραγωδία, ότι "ανήκομεν εις τη Δύσιν". Η συνυπογραφή, όμως, της "Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης" (1987) και ιδιαίτερα του Μάαστριχτ 1 (1992) γίνονται σ' ένα ριζικά διαφορετικό διεθνές πλαίσιο. Παρ' όλα αυτά, ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης, επιστρέφοντας στην Αθήνα από το Μάαστριχτ, δηλώνει: "Γυρίζω ευτυχής και υπερήφανος. Στο Μάαστριχτ πετύχαμε ακριβώς αυτά που θέλαμε: Πρώτα την ασφάλεια που εγγυάται η πολιτικά Ενωμένη Ευρώπη και η συμμετοχή μας στη Δυτικοευρωπαϊκή Ενωση (ΔΕΕ) την οποία πετύχαμε σε πείσμα πολλών αντιδράσεων", (!) Το Σεπτέμβρη του 1991, στο επετειακό συνέδριο του ΕΚΕΜ για τα δεκάχρονα της ένταξης, με τίτλο "η πρόκληση της προσαρμογής", ο Κ. Μητσοτάκης "συνόψισε" τα "κύρια στοιχεία της ευρωπαϊκής μας πολιτικής" ως εξής: "Πρώτον, επιδιώκουμε την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης σε ομοσπονδιακές, υπερεθνικές βάσεις (...) Δεύτερον, η Ευρωπαϊκή Ενωση θα πρέπει να αποκτήσει γνήσια κοινή εξωτερική πολιτική που θα καλύπτει τις πτυχές της ασφάλειας και της άμυνας (...) Τρίτον, η Ελλάδα, παρά τα προβλήματα της οικονομίας της, υποστηρίζει την εγκαθίδρυση της ΟΝΕ με τη θέσπιση ενιαίου νομίσματος". Ακόμη, ο Κ. Μητσοτάκης επισημαίνει "εμφατικά" ότι η Ελλάδα "δεν πρόκειται σε καμιά περίπτωση να αποδεχτεί Νομισματική Ενωση δύο ταχυτήτων" και τονίζει με αυτοπεποίθηση ότι "θεωρούμε απαραίτητο η απόφαση συμμετοχής στο τρίτο στάδιο της ΟΝΕ να εναπόκειται στην κάθε χώρα - μέλος" και προδιαγράφει με σιγουριά ότι "δεν πρέπει να είμαστε η χώρα των εξαιρέσεων". Το Μάη του 1991, στο Πάντειο, ο Α. Παπανδρέου είχε διατυπώσει το ίδιο πολιτικό άλλοθι υπέρ του Μάαστριχτ, αλλά πολύ πιο ευέλικτα, ως εξής: "Η Τουρκία δε θα επέμβει πολεμικά, παρά μόνο όταν η χώρα έχει περιθωριοποιηθεί. Δε θα ήθελα ποτέ να κάνω τέτοια πρόβλεψη. Μια οικονομική όμως πορεία που είναι πολύ δυσχερής, μια ανικανότητα, αν υπάρξει, της Κοινότητας, στα πλαίσια της ολοκλήρωσης της Ενωσης, να μεταφέρει πόρους στο εσωτερικό της, έτσι ώστε να υπάρξει σύγκλιση οικονομιών, εάν συμβούν όλα αυτά, δεν μπορώ να αποκλείσω την απειλή και ενός πολέμου". Και στη Βουλή, στις 28 Ιούλη του 1992, "ως γνωστόν τον ΠΑΣΟΚ θα ψηφίσει για την κύρωση της Συνθήκης του Μάαστριχτ", αλλά ο Α. Παπανδρέου εξαπολύει γενική επίθεση κατά της κυβέρνησης, την οποία επαινεί μόνο σ' ένα σημείο, ως εξής: "Η ΔΕΕ δε μας καλύπτει. Επομένως, δεν μπορούμε να μιλάμε σήμερα για τα σύνορα της Ευρώπης και τα σύνορα της Ελλάδας. Πρέπει να πω ότι ο κ. Μητσοτάκης στις 3 Δεκεμβρίου 1991 είπε: "Η συμπερίληψη στο κεφάλαιο της εξωτερικής πολιτικής άμυνας, ρύθμισης για την αμοιβαία συνδρομή, θα έπρεπε να αποτελέσει πρωταρχική προϋπόθεση, για την τελική συγκατάθεσή μας στο σχέδιο Συνθήκης του Μάαστριχτ". Και ερωτώ σήμερα: Τι λέει γι' αυτήν τη θέση, η οποία ήταν άριστη; Αυτό δε, ανεξαρτήτως του ότι και πάλι θα έπρεπε να ψηφίσουμε για το Μάαστριχτ". Τα χρόνια πέρασαν, το Μάαστριχτ 1έσπειρε κοινωνικά συντρίμμια σ' όλη την Ευρώπη και την Ελλάδα. Στο Αμστερνταμ, τον Ιούλη του 1997, ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης, ισχυριζόμενος και πάλι ψευδώς ότι "κατοχυρώθηκαν τα ελληνικά σύνορα", προσυπογράφει, αποδεχόμενος χωρίς διαπραγμάτευση, όχι μόνο το Μάαστριχτ 2 αλλά και το γερμανικό Σύμφωνο Σταθερότητας για συνέχιση και επέκταση της οικονομικής "πειθαρχίας" στο διηνεκές.
Τον Ιούλη του 1992, ο Α. Παπανδρέου, επικυρώνοντας το Μάαστριχτ, δήλωσε μεταξύ άλλων τα εξής:
1. "Στο Μάαστριχτ, υπάρχουν διακηρύξεις. Ουσιαστικές δεσμεύσεις υπάρχουν, κατά κύριο λόγο, για την ΟΝΕ",
2. "Οι δείκτες - στόχοι συνιστούν το όραμα ενός Ευρωπαίου τραπεζίτη", 3. "Ηδη προβλέπονται έστω και αν δεν ομολογούνται, δύο ταχύτητες",
4. "Το κοινωνικό κόστος της επίτευξης των στόχων για την Ελλάδα, στα χρονικά πλαίσια που προβλέπει το Μάαστριχτ, είναι τεράστιο",
5. "Μ' αυτές τις συνθήκες εκκίνησης, έχει υπονομευτεί η μάχη για την ισότιμη ένταξή μας στην ΟΝΕ. Είναι μια τεράστια ιστορική ευθύνη που θα καταλογιστεί στη ΝΔ",
6. "Από την ώρα που υπάρχει κοινό νόμισμα, κοινή κεντρική τράπεζα και οι στόχοι είναι μόνο στόχοι σταθεροποίησης, μπορεί να αναμένει κανείς πραγματικά καταστροφικές επιπτώσεις για τις αδύναμες οικονομίες".
Πρόκειται για μια πλήρη περιγραφή της ΟΝΕ του Μάαστριχτ ήδη από το 1992. Αλλά παρά την επίγνωση των αρνητικών συνεπειών για τη χώρα, ούτε ο Α. Παπανδρέου αμφισβήτησε ποτέ το Μάαστριχτ, κρυβόμενος πάντα πίσω από το γεωστρατηγικό άλλοθι της ανύπαρκτης πολιτικής "προστασίας". Και συνυπογράφοντας το Μάαστριχτ "εν μια νυκτί" τον Ιούλη του 1992, κατηγορεί τον Κ. Μητσοτάκη μόνο για δύο "ευθύνες" τακτικού χαρακτήρα. Συγκεκριμένα: α) "Εχει τεράστια ευθύνη η κυβέρνηση γιατί σαν θεατής αποδέχτηκε την ομογενοποιημένη πορεία για όλους τους Ευρωπαίους, ασχέτως του σημείου εκκίνησης. Προσαρμόστηκε πλήρως στις κοινοτικές επιταγές", και β) "δε διαπραγματεύτηκε η κυβέρνηση ειδικά μέτρα προσαρμογής.Ειδικότερα, δεν ζητήθηκε η εξαίρεση της χρηματοδότησης των δημοσίων επενδύσεων από τους περιορισμούς του δανεισμού του δημοσίου. Παρ' όλο που όφειλε να γνωρίζει ότι χωρίς αυτές τις αναπροσαρμογές θα ήταν ανέφικτο να πετύχουμε τους στόχους". Κάτι ήξερε, αφού στη δεκαετία 1980 - '90 το δημόσιο χρέος της χώρας τριπλασιάστηκε για να επιτευχθεί η "αναδιάρθρωση" του μεγάλου ιδιωτικού κεφαλαίου και να χρηματοδοτηθεί το πελατειακό κράτος του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΣΥΝ. Κάνει εντύπωση η ριζική αλλαγή πολιτικού σκηνικού μόλις πέντε χρόνια μετά. Η πολιτική λαιμητόμος του Μάαστριχτ, επιβάλλοντας ένα "ναι" ή "όχι" έχει ξυρίσει ακόμη και τις παραδοσιακές πολιτικές διακρίσεις μεταξύ των καθεστωτικών κομμάτων, τόσο που το ΠΑΣΟΚ κυβερνά σήμερα με βασικό πρόσταγμα "ΟΝΕ και ξερό ψωμί". Και αύριο ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης θα 'ρθει στις Βρυξέλλες και θα συνυπογράψει στα μουγκά το γερμανικό "σούπερ σύμφωνο" για την ΟΝΕ, παραχωρώντας στις Βρυξέλλες και τη δημοσιονομική πολιτική - μετά τη νομισματική και τη συναλλαγματική. Αλλά τα σύνορα τα "εξασφαλίζουμε" πάντα, σε κάθε Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τουλάχιστον μια φορά το εξάμηνο (...).
Βησσαρίων ΓΚΙΝΙΑΣ
Το χρονοδιάγραμμα για την καθιέρωση και την κυκλοφορία του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος
***
***
***
Δ. Π.
Ικέτης προσέρχεται στη Σύνοδο Κορυφής ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης. Θα ζητήσει από τους "δεκατέσσερις" μια δήλωση, με την οποία θα εκφράζουν την ικανοποίησή τους για τις προσπάθειες της κυβέρνησης να προσεγγίσει τους δείκτες της Συνθήκης. Θα ζητήσει ακόμη μια υπόσχεση ότι η κυβέρνηση θα κριθεί με τα ίδια κριτήρια, όταν θα συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις για την ένταξη στο ΕΥΡΩ. Εναντι αυτών ο κ. Σημίτης θα υπενθυμίσει ότι η κυβέρνηση έχει εντάξει τη δραχμή στο Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών, θα παρουσιάσει το νόμο για την ιδιωτικοποίηση της "Ολυμπιακής", το νομοσχέδιο για την αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων και του ασφαλιστικού συστήματος.
Ο κ. Σημίτης θα επιχειρήσει να παρουσιάσει μια δήλωση ευαρέσκειας της Συνόδου σαν επιβράβευση της κυβερνητικής οικονομικής πολιτικής, για να ζητήσει από τους εργαζόμενους περισσότερες θυσίες μέχρι την τελική επίτευξη του στόχου, δηλαδή την ένταξη στο ΕΥΡΩ.
Σημειώνεται, πάντως, ότι σχετική ανησυχία επικρατεί στο κυβερνητικό στρατόπεδο ενόψει της Συνόδου για πιθανές παρενέργειες στη δραχμή μετά την ανακοίνωση των ισοτιμιών των νομισμάτων. Ετσι κι αλλιώς το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης περιμένει την άσκηση πιέσεων στη δραχμή από την ερχόμενη Δευτέρα, κάτι που θα γίνει για όλα σχεδόν τα νομίσματα που θα βρεθούν εκτός ΕΥΡΩ. Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος χαρακτήρισε ανυπόστατες τις σχετικές φήμες, αλλά δεν μπόρεσε να αποκλείσει το ενδεχόμενο μιας "αναπροσαρμογής".
Στον πίνακα παρουσιάζονται οι οικονομικές επιδόσεις των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης το 1997 και το 1998 σε σχέση με τα κριτήρια του Μάαστριχτ που αναγράφονται στην πρώτη γραμμή. Στην τελευταία στήλη αναφέρεται ποια χώρα έχει το νόμισμά της στο Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών και ποια όχι. Από τη σύγκριση προκύπτει ότι τα κριτήρια του Μάαστριχτ εκπληρώνουν οι 11 από τις 15 χώρες. Αυτές θασυμμετέχουν στο επόμενο στάδιο της ΟΝΕ από 1/1/99 για να διαμορφώσουν το ΕΥΡΩ. Οι τρεις χώρες, η Βρετανία, η Δανία και η Σουηδία, αν και εκπληρώνουν τα κριτήρια δε συμμετέχουν η καθεμιά για τους δικούς της λόγους. Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που δεν εκπληρώνει κανένα από τα κριτήρια και δε συμμετέχει, αν και θέλει.