Εκεί που χτυπούσε
η καρδιά της Ελλάδας
Ανάξιος που δεν μπορεί
κάστρο τη γνώμη του να χτίσει.
Και καρτερεί και λέει να ιδώ
και τρέμει του η ψυχή σαν κυπαρίσσι
Κ. Παλαμάς
Ενα από τα κάστρα αυτά - ίσως το πιο αντιπροσωπευτικό στο είδος του για την εποχή εκείνη υπήρξε και το τυπογραφείο της "Κόκκινης Σημαίας", στην Καρύτσα της Ευρυτανίας.
Το τυπογραφείο, που με τις εφημερίδες, τις προκηρύξεις, τα βιβλία και το πλούσιο άλλο τυπογραφικό υλικό, υπήρξε το διάστημα της Κατοχής ο μαζικός διαφωτιστής και καθοδηγητής του λαού μας για την απελευθέρωσή του από το φασιστικό ζυγό.
Εκεί, που για ένα και πάνω χρόνο, με τους χτύπους του πιεστηρίου του, κτυπούσε και η καρδιά της μαχόμενης Ελλάδας.
Μια ομάδα τυπογράφων και δημοσιογράφων με την πένα και το συνθετήριο στο ένα χέρι και με το αυτόματο στο άλλο, έδιναν τη δική τους μάχη - δίπλα στα δοξασμένα τμήματα του ΕΛΑΣ, τις οργανώσεις του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ - στις πόλεις του κάμπου και στα βουνά για τη χιλιάκριβη τη λευτεριά.
Θα γυρίσουμε τη σελίδα του χρόνου πίσω 56 ολόκληρα χρόνια. Σε μια αετοφωλιά - εκεί που σμίγουν τα Αγραφα με την Πίνδο - έχει μεταφερθεί και σταλεί το τυπογραφείο αυτό. Και θα στεγαστεί σε ένα βλάχικο κονάκι.
Στα τέλη του 1943 οι Γερμανοί πραγματοποίησαν τη μεγάλη εκκαθαριστική επιχείρηση στη Ρούμελη. Είναι το κύκνειο άσμα του χιτλερισμού πριν από την ήττα του και την καταστροφή. Καίνε και καταστρέφουν στο πέρασμά τους τα πάντα. Ανάμεσά τους και το Μικρό Χωριό της Ευρυτανίας, όπου είχε στηθεί ένα άλλο τυπογραφείο του βουνού, που εξυπηρετούσε τις εκδοτικές ανάγκες των κεντρικών καθοδηγητικών οργάνων του Απελευθερωτικού Αγώνα.
Μετά την καταστροφή του το τεχνικό προσωπικό - με επικεφαλής τον Γιώργο Καλαντζόπουλο - έρχεται στην Καρύτσα, για να ενισχύσει το εκεί τυπογραφείο. Οι εκδοτικές του υποχρεώσεις έχουν στο μεταξύ αυξηθεί σημαντικά με την εγκατάσταση στο χωριό Πετρίλια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ και του ΕΑΜ, της ΠΕΕΑ (της Κυβέρνησης του Βουνού) και του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ.
Μαζί τους, όμως, έρχονται και τρεις επίλεκτοι της αθηναϊκής δημοσιογραφίας: Ο Κώστας Βιδάλης, ο Τάκης Χατζής (βραβευμένος αργότερα λογοτέχνης) και ο Νίκος Γιανναράς. Οι δύο πρώτοι υπεύθυνοι της έκδοσης της "Ελεύθερης Ελλάδας" (κεντρικού οργάνου της ΕΠΟΝ).
Ο ερχομός τους δεν ήταν μόνο μια μεγάλη ενίσχυση του δικού μας εκδοτικού μηχανισμού. Μας έφεραν και τον αέρα της αθηναϊκής δημοσιογραφίας, αλλά και την αθηναϊκή "εφημεριδιακή" πρακτική.
Μας έφεραν, όμως, ακόμα και τη ζωντανή - θα έλεγα - εικόνα από τη ζωή, τη δράση και τον αγώνα του λαού της αδούλωτης Αθήνας.
Είχαν πρόσφατα ανεβεί στο βουνό και είχαν τόσα και τόσα να μας αφηγηθούν. Αμίμητες οι αφηγήσεις του Κώστα Βιδάλη, του εξαιρετικού "κυρίου συναδέλφου", προσφώνηση με την οποία αποκαλούσε τους πάντες. Και με επίλογο: "Ο σοσιαλισμός τελειωμένη υπόθεση".
Μια από τις αφηγήσεις αυτές θα την ανέφερα αυτούσια: Κατεχόμενη Αθήνα στη χειρότερη και βαρβαρότερη εποχή της. Ο Κ. Βιδάλης, δαιμόνιος ρεπόρτερ - πηγαίνει στο υπουργείο Εσωτερικών. Μπαίνει στο γραφείο του υπουργού, του διαβόητου Ταβουλάρη. Και ακολουθεί ο διάλογος:
- Καλημέρα, συναγωνιστή υπουργέ!
- Βιδάλη, πρόσεξε γιατί θα σε στείλω Μέρλιν (ήταν η έδρα της γερμανικής Γκεστάμπο, τόπος βασανισμού και εκτελέσεων πατριωτών)
Φυσικά δεν τον έστειλε. Ο Βιδάλης ήταν χαρισματικός. Είχε το προτέρημα να αφοπλίζει τους πάντες. Αφόπλισε ακόμα και τον Ταβουλάρη. Και από εκείνη τη μέρα τον προσφωνούσε πάντα (ειρωνικά βέβαια) "συναγωνιστή". Και μόνο τους Αγγλους βασανιστές της Ιντέλιτζενς Σέρβις δεν μπόρεσε να αφοπλίσει, που λίγα χρόνια αργότερα μαζί με τους Σούρληδες τον δολοφόνησαν άγρια στο χωριό Μελία της Θεσσαλίας. Αλλά αυτοί ήταν ανθρωπόμορφα τέρατα και όχι άνθρωποι για να συγκινηθούν.
Οσον αφορά τον τρίτο της δημοσιογραφικής παρέας - τον Νίκο Γιανναρά - αυτός παρέμεινε κοντά μας ως την απελευθέρωση της πατρίδας μας. Και είναι μαζί με τον γράφοντα οι μόνοι επιζώντες από την αξιόλογη εκείνη δημοσιογραφική ομάδα εργασίας του Τυπογραφείου της "Κόκκινης Σημαίας".
Σκληρή, αλλά και ωραία η εποχή εκείνη. Και πάντα με θαυμασμό και συγκίνηση την αναπολεί κανείς. Ακόμα κι όταν άγρια μας έδερνε η βαρυχειμωνιά, που πολλές φορές μας έβρισκε χωρίς φωτιά και δίχως τρόφιμα. Αλλα ποιος τα λογάριαζε αυτά. Είχαμε τα νιάτα, τα ιδανικά και τα οράματα, που θέρμαιναν το νου και την καρδιά, περιμένοντας την Αυγή με τους Κόκκινους Ηλιους.
Τα κείμενα έγραψε
ο Θανάσης ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ
------------------------------------------------------
Τι ήταν, πώς στήθηκε και ποιο το έργο του τυπογραφείου
---------------------------------------------------------
Τι ήταν, πώς δημιουργήθηκε και ποιο το έργο του ιστορικού αυτού τυπογραφείου, που για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, λειτούργησε και σαν Εθνικό Τυπογραφείο, αφού εκεί τυπώνονταν και το "Δελτίο Πράξεων και Αποφάσεων της ΠΕΑΕΑ" (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης) δηλαδή της Κυβέρνησης του Βουνού.
Η αρχική του εγκατάσταση έγινε στη Νεράιδα της Καρδίτσας. Με τη συνθηκολόγηση των Ιταλών τον Αύγουστο του 1943 και την παράδοση στον ΕΛΑΣ της Ιταλικής Μεραρχίας "Πινεόλο" η Καρδίτσα έμεινε για αρκετό καιρό ελεύθερη. Στο διάστημα αυτό έγινε οδικώς η μεταφορά των μηχανημάτων και του τυπογραφικού υλικού.
Το φθινόπωρο του 1943, που στο μεταξύ οι Γερμανοί είχαν ανακαταλάβει την Καρδίτσα, ετοιμάζουν μια μεγάλη εκκαθαριστική επιχείρηση στη Δυτ. Θεσσαλία. Τότε κρίθηκε αναγκαία η μεταφορά του σε ασφαλέστερο μέρος. Και σαν τέτοιο προτιμήθηκε η καρότσα. Ενα ταπεινό βλάχικο κονάκι - πραγματική αετοφωλιά - στέγασε τις εγκαταστάσεις του.
Η μεταφορά του υπήρξε ένας μικρός άθλος, καθώς τα βαριά μηχανήματα έπρεπε να περάσουν πανύψηλες κορυφές μέσα από κακοτράχαλα μονοπάτια. Και αυτό έγινε πάνω σε ανθρώπινες πλάτες, αλλά και με ζώα.
Το έργο του αποτελεί επίσης ένα σημαντικό άθλο. Αρχική αποστολή του ήταν να καλύπτει τις εκδοτικές ανάγκες του θεσσαλικού κινήματος. Σ' αυτό τυπώθηκαν σε χιλιάδες αντίτυπα οι μπροσούρες:
Με την εγκατάσταση στο χωριό Πετρίλια των κεντρικών καθοδηγητικών Οργάνων του Αγώνα, το τυπογραφείο αναλαμβάνει και τις δικές τους εκδόσεις:
Αφήνω τελευταία την έκδοση του βιβλίου "Ο αληθινός Παλαμάς" του Νίκου Ζαχαριάδη. Μια έκδοση ιδιαίτερα προσεγμένη και καλαίσθητη, παρά τα λιγοστά μέσα, που διαθέταμε.
Δε θα ξεχάσω ποτέ τη συγκίνηση που δοκίμασα όταν ο Γιάννης Ζεύγος μάς παρέδιδε τα χειρόγραφα του βιβλίου, δείχνοντας ταυτόχρονα και τα μικρά άσπρα πανιά, πάνω στα οποία - με μικροσκοπικά γράμματα ο Ζαχαριάδης είχε γράψει τη μελέτη του, όταν ήταν σε απομόνωση στην ακτίνα "Θ" των φυλακών της Κέρκυρας.
Ηταν η πρώτη φορά, που το πιο προοδευτικό και φιλοσοφημένο έργο του μεγάλου μας ποιητή δινόταν κάτω από το ιστορικό - διαλεκτικό πρίσμα. Εργο, που αργότερα, όταν ο ποιητής άλλαξε ρότα, το αποκήρυξε γράφοντας στη δεύτερη έκδοση, ότι δεν ήταν δικό του παιδί.
Ο θάνατος παραμόνευε σε κάθε βήμα τους
Για να λειτουργήσει ένας εκδοτικός μηχανισμός δε χρειάζονται μόνο μέσα παραγωγής - έστω και πρωτόγονα - όπως τότε. Δε χρειάζονται μόνο δημοσιογράφοι και τυπογράφοι, αλλά και πρώτες ύλες: χαρτί, μελάνι και άλλα τυπογραφικά υλικά. Και αυτά υπήρχαν στις κατεχόμενες από τους Γερμανούς πόλεις και κυρίως στην Αθήνα.
Από κει, λοιπόν, έπρεπε να μεταφερθούν μέσα από άπειρους κινδύνους και μπλόκα, για να φτάσουν στις απάτητες βουνοκορφές των Αγράφων. Ενα εγχείρημα αφάνταστα δύσκολο.
Επρεπε να λειτουργήσει ένας ολόκληρος μηχανισμός και αλυσίδα ψυχωμένων αγωνιστών. Και έπρεπε οι άνθρωποι αυτοί να μηχανευτούν χίλιους δυο τρόπους, ώστε τα υλικά αυτά, που αντιπροσώπευαν τόνους, να μεταφερθούν, σιδηροδρομικώς είτε οδικώς ως τα όρια ανάμεσα στις κατεχόμενες και τις ελεύθερες περιοχές.
Πόσες φορές δεν είδαν το χάρο με τα μάτια τους. Ο θάνατος καιροφυλαχτούσε σε κάθε βήμα τους.
Δεν ήταν, όμως, μόνο το πρόβλημα να φτάσουν. Από κει και πέρα άρχιζε ένα άλλο δύσκολο έργο. Η μεταφορά τους ως τις πανύψηλες βουνοκορφές, που βρισκόταν το τυπογραφείο. Καραβάνια ολόκληρα από ζώα αναλάμβαναν τη δουλιά αυτή. Πολλές φορές όμως δούλευε και η "ζαλίγκα" δηλαδή η πλάτη των ανθρώπων.
Και αφού γινόταν η εκτύπωση, όλο αυτό το έντυπο υλικό εφημερίδες, βιβλία, προκηρύξεις κλπ. έπρεπε να πάρει τον αντίστροφο δρόμο: Να μεταφερθεί- πάλι μέσα από γερμανικά μπλόκα - στις κοντινότερες κατεχόμενες πόλεις και να διοχετευτεί σ' ολόκληρη την Ελλάδα. Και εκεί το λόγο είχαν τα παράνομα τυπογραφεία των πόλεων και ο πολύγραφος, που τα ανατύπωναν σε χιλιάδες αντίτυπα.
Δε θα ξεχάσω ποτέ τρεις ψυχωμένους συντρόφους μας, που αναλάμβαναν το έργο αυτό: Τον Αντώνη Μπεζέ, τον Δημήτρη Κριμαίο και τον Παντελή Παπαγεωργίου. Καλή τους ώρα, όπου κι αν βρίσκονται. Και τιμή και δόξα σ' όλους τους αγωνιστές, που έδωσαν το μεγάλο "παρών" για την υπέρλαμπρη Εθνικής μας Αντίσταση.
Το βλάχικο κονάκι να γίνει Μουσείο του Τύπου του Βουνού
Πέρασαν χρόνια πολλά. Και πολλά θα έχουν αλλάξει στην Καρύτσα της Ευρυτανίας. Σβησμένα θα 'ναι από το χρόνο τα μονοπάτια, που τα περπάτησαν μεγάλοι του Αγώνα πολιτικοί και πολέμαρχοι, άνθρωποι της επιστήμης της διανόησης και της Τέχνης.
Ομως, το ταπεινό εκείνο βλάχικο κονάκι, που στέγασε το ονομαστό Τυπογραφείο του Βουνού, είναι εκεί και περιμένει την ιστορική του δικαίωση: Να γίνει Μουσείο του Αντιστασιακού Τύπου.Είναι πια καιρός πριν καταρρεύσει ή πριν τη θέση του πάρει η βίλα κάποιου μεγαλοσχήμονα.
Το βλάχικο αυτό κονάκι έχει συνδέσει την υπόστασή του με τις πιο ένδοξες σελίδες του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα. Στέγασε το Εθνικό Τυπογραφείο της Κυβέρνησης της Ελεύθερης Ελλάδας. Και εκεί τυπώθηκαν οι νόμοι και τα διατάγματα για τη Λαϊκή Δικαιοσύνη και τη Λαϊκή Αυτοδιοίκηση: Ολα για το Λαό και υπέρ του Λαού.
Ας ξεκινήσει, λοιπόν, μια σταυροφορία γι' αυτό το σκοπό. Το ΚΚΕ, σάρκα από τη σάρκα του οποίου υπήρξε το τυπογραφείο, η Πανελλήνια Ενωση Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης, ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Αντιστασιακών Δημοσιογράφων, η Ενωση Συντακτών Ημηρεσίων Εφημερίδων Αθηνών, αλλά και το υπουργείο Πολιτισμού, έχουν το λόγο για τη διαφύλαξη της ατίμητης Εθνικής Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
Είναι, άλλωστε, και μια δικαίωση για τους αγνούς, ευγενικούς και θαυμάσιους κατοίκους της Καρύτσας η αναβάθμιση του χωριού τους και ανταμοιβή για την προσφορά τους στα δύσκολα εκείνα χρόνια.
Πολύ κοντά βρίσκεται το ξακουστό μοναστήρι της Πελεκητής, που κάθε Αύγουστο οργανώνει γιορτή και πανηγύρι. Με την ίδρυση Μουσείου Τύπου του Βουνού, οι γιορτές αυτές θα μπορούσαν να πάρουν ευρύτερο χαρακτήρα με τη διοργάνωση φεστιβαλικών και άλλων εκδηλώσεων, που θα έδινε την ευκαιρία - κυρίως στη νέα γενιά - να αναβαπτιστεί στα ιδανικά και τα οράματα της Εθνικής Αντίστασης του νέου Ελληνικού '21.