ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 10 Απρίλη 1999
Σελ. /48
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Περιμένοντας τη ... Μεγάλη Ανάσταση

Η πιο μεγάλη γιορτή της Χριστιανοσύνης, που συνδυάζει την αναγέννηση της φύσης, με την αναγέννηση του Θεού. Δεν υπάρχει γωνιά της ελληνικής γης που να μη γιορτάζει με το χαρμόσυνο μήνυμα της Ανάστασης. Φέτος, όμως, το μήνυμα αυτό σκιάζεται και πονάει εξαιτίας αυτών που δεν επιτρέπουν στα αδέλφια μας στη γείτονα Γιουγκοσλαβία να νιώσουν το μήνυμα της Ανάστασης. Κι ενώ ο φίλος λαός συνεχίζει να σηκώνει το Σταυρό του μαρτυρίου, θα γιορτάσουμε με όση δύναμη μας μένει το Πάσχα, το οποίο συνδέθηκε με ό,τι καλύτερο έχει για να χαρεί στη ζωή ο άνθρωπος τη φύση και την ελευθερία. Γι' αυτό και την τραγούδησε ο λαός μας και τη χόρεψε όσο τίποτε άλλο, ζητώντας με τη μελωδία και το ρυθμό να εκφράσει την ευφροσύνη που τον διακατέχει, ελεύθερο ύστερα από αιώνες δουλείας, να μπορεί να γιορτάσει την Ανάσταση σε όλη τη θρησκευτική και κοινωνική έκταση.Είναι μέρα γενικού πανηγυρισμού και δύσκολα ξεχωρίζει κανείς πού να σταθεί ιδιαίτερα. Γιατί η ιδιαιτερότητα δεν είναι κάτι διαφορετικό. Το ίδιο μήνυμα ακούγεται σε παραλλαγές.

Το Πάσχα, στις περισσότερες περιοχές, άρχιζε από το Σάββατο του Λαζάρου. Το πρωί τα παιδιά έβγαιναν για να πουν το τραγούδι του Λαζάρου και τα φίλευαν αυγά.

"Την Τετάρτη την ημέρα/ κίνησε ο Χριστός να πάει πέρα/ Λάζαρος τον απαντάει/ και τον ημερολογάει/ πες μας Λάζαρε τι είδες/ εις τον Αδη όπου πήγες; / Είδα πόνους, είδα τρόμους/ είδα βάσανα και πόνους/ Δώστε μου λίγο νεράκι/ να ξεπλύνω το φαρμάκι/ το φαρμάκι της ψυχούλας/ και το αίμα της καρδούλας". (Καθενοί Εύβοιας).

"Πού ήσουν Λάζαρε πού ήσουν πετρίτη/ πού ήσουν σταυραετέ και κυνηγάρη/ Εδέ δω ήμουνα βαθιά θαμμένος/ και με τους νεκρούς ανταμωμένος...". "Καλώς σας ηύρ' ο Λάζαρος και τώρα και του χρόνου/ με τη Λαμπρή την Πασχαλιά με τον καλόν το λόγο..." (Ηπειρος).

"Ηλθεν ο Λάζαρος/ήλθαν τα βάγια/Σταυροσταθήτε/Κόκκινα αυγά/και πέντε πίτες/ Δώσ' με θεια τ' αυγό/ να φύγω από δω" (Θράκη).

Την Κυριακή των Βαϊων έστρωναν στο δάπεδο της εκκλησίας με φύλλα βάγιας. Κλαδιά από το ίδιο δέντρο κρατούσαν στα χέρια κατά τη διάρκεια της λειτουργίας. Οταν έβγαιναν από την εκκλησία χτυπούσαν ελαφρά ο ένας την πλάτη του άλλου με κλαδιά βάγιας. Ολα τα βράδια της Μεγάλης Εβδομάδας, που άρχιζε από εκείνη την Κυριακή πήγαιναν στην εκκλησία. Τη Μεγάλη Πέμπτη λίγο πριν ο παπάς βγάλει τον Εσταυρωμένο, ένας δυνατός άντρας μετέφερε στα χέρια τη μεγάλη πέτρα που στήριζαν τον σταυρό. Τη Μεγάλη Παρασκευή, το πρωί, οι γυναίκες στόλιζαν τον επιτάφιο με λουλούδια που έφερναν από το σπίτι τους και με αγριολούλουδα που μάζευαν τα παιδιά από τους αγρούς. Μετά τη μεσημεριανή λειτουργία και μέχρι το βράδυ περνούσαν όλοι τρεις φορές κάτω από τον επιτάφιο στα γόνατα. Το βράδυ εν χορώ μαζί με τους ψαλτάδες έψαλαν το "Ζωή εν Τάφω" και ύστερα γινόταν η περιφορά, την οποία άρχιζαν ακολουθώντας νότια κατεύθυνση. Η περιφορά γινόταν στις πλάτες τεσσάρων ανύπαντρων ανδρών, γιατί πίστευαν ότι όποιος τον έπαιρνε θα παντρευόταν την ίδια χρονιά. Οταν τελείωνε η περιφορά, επέστρεφαν στην εκκλησία από τη νότια πύλη, τον κρατούσαν ψηλά και από κάτω περνούσε όλο το εκκλησίασμα. Αυτοί που τον κρατούσαν εισέπρατταν από τους φίλους τους μερικές τσιμπιές για το καλό.

"Σήμερα μαύρος ουρανός. Σήμερα μαύρη μέρα/ Σήμερα όλοι θλίβουνται και τα βουνά λυπούνται/ Σήμερα βάλανε βολή οι άνομοι κι εβραίοι. / Κύριος εθέλησε να μπει σε περιβόλι/ να λάβει ύπνο μυστικό για να τον λάβουν όλοι/ η Παναγιά σαν τ' άκουσε έπεσε και ληγώθει/ σταμνιά νερό της ρίξανε για να της έλθει ο νους της/ και σαν της ήλθε ο λογισμός και σαν της ήλθε ο νους της/ ζητά μαχαίρι να σφαγεί γκρεμό να πάει να πέσει/ Φωνή της ήλθε απ' τον ουρανό Χαρχαγγέλου στόμα/ Πάψε κυρά τις προσευχές πάψε και τις μετάνοιες/ τον γιο σου τον επιάσανε και σαν φονιά τον πάνε/ και στου Πιλάτου τας αυλάς εκεί τον τυραννάνε" (Εύβοια).

"Δε μου μιλείς παιδάκι μου, δε μου μιλείς παιδί μου/ - Τι να σου πω μανούλα μου που διάφορο δεν έχεις" (θρήνος της Ζακύνθου).

Το μήνυμα της αγάπης

Το Μεγάλο Σάββατο σε όλες τις περιοχές αναμένεται η Ανάσταση. Η λειτουργία αρχίζει αργά το βράδυ. Παλιότερα σε κάποιες περιοχές όλοι πήγαιναν το πρωί στην εκκλησία. Υστερα οι γυναίκες έβαφαν τα κόκκινα αβγά, ζύμωναν και έψηναν το ψωμί, τα τσουρέκια, τα κουλούρια και έπηζαν το γιαούρτι. Οι άνδρες έσφαζαν και ετοίμαζαν το αρνί για το ψήσιμο της επόμενης μέρας, ενώ οι γυναίκες ετοίμαζαν τη μαγειρίτσα και τις γαρδούμπες. Στις περισσότερες περιοχές, που γίνεται μέχρι σήμερα, το κόκκινα αβγά βάφονται τη Μ. Πέμπτη.

Η καμπάνα για την Ανάσταση σε όλες πια τις περιοχές χτυπά στις 12.00 ακριβώς τα μεσάνυχτα. Παλιότερα, στους Καθενούς της Εύβοιας, χτυπούσε στις 4 το πρωί. Ολοι ξεχύνονταν μέσα στη νύχτα για την εκκλησία, ντυμένοι γιορτινά. Η Ανάσταση γινόταν στις πέντε το πρωί. Η περιφορά της εικόνας της Ανάστασης κάτω από τους ήχους της καμπάνας ακολουθούσε την ίδια διαδρομή με τον Επιτάφιο. Μερικοί λένε ότι στους χώρους που σταματούν για να ψάλλουν ήταν παλιά κτισμένες εκκλησίες, άλλοι λένε πως σταματάνε και ψέλνουν σε σταυροδρόμια που είναι σπουδαία.

Σε άλλες περιοχές, τόσο τη Μ. Παρασκευή όσο και την Ανάσταση, πριν βγουν για την περιφορά, ο επίτροπος της εκκλησίας περιέφερε τον Σταυρό (Μ. Παρασκευή) και την εικόνα της Ανάστασης (Σάββατο βράδυ) μέσα στην εκκλησία και το εκκλησίασμα έριχνε χρήματα στο δίσκο. Οποιος έριχνε τα περισσότερα κρατούσε και το Σταυρό ή την εικόνα της Ανάστασης κατά την περιφορά και οπωσδήποτε μια από τις στάσεις ήταν και το σπίτι του.

Ανήμερα τη Λαμπρή από νωρίς το πρωί έψηναν το αρνί, τσούγκριζαν τα αβγά και άρχιζαν το τραγούδι και το χορό. Το απόγευμα χτυπούσε η καμπάνα για την αγάπη. Ηταν η μέρα που όλοι φιλιούνται σαν αδέλφια και φιλιώνουν όσοι ήταν μαλωμένοι. Μετά το τέλος της λειτουργίας περιέφεραν ξανά την εικόνα σε όλο το χωριό και μετά συγκεντρώνονταν στην πλατεία και χόρευαν όλοι μαζί με τα τοπικά όργανα. Οι νοικοκυρές, τη στιγμή που περνούσε η περιφορά μπροστά από το σπίτι τους, σκούπιζαν την αυλή και σ' ένα κομμάτι κεραμίδι έκαιγαν λιβάνι.

Σαράντα μέρες μετά το Πάσχα, γιορτάζεται η Ανάληψη του Χριστού και είναι πάντα μέρα Πέμπτη. Αυτή τη μέρα πίστευαν ότι οι ψυχές, που από τη Μ. Παρασκευή τριγύριζαν ελεύθερες στη γη, επέστρεφαν στον τόπο τους. Μόνο εκείνη τη μέρα μπορούσαν οι γυναίκες να τις δουν. Εσκυβαν τρεις - τέσσερις σε κάποιο πηγάδι κρατώντας πάνω από το κεφάλι τους ένα κόκκινο μαντίλι. Στην αντανάκλαση του ουρανού στο νερό έβλεπαν τις ψυχές να περνούν από πάνω. Για να βλέπουν καλύτερα έστρεφαν προς τον ουρανό έναν καθρέφτη τον οποίο κρατούσαν κοντά στο πρόσωπό τους.

Το θεριό της Λαμπρής

Σ' ένα χωριό της Αργιθέας, στ' Αγραφα, ήταν ένα μεγάλο δέντρο, μια φτελιά, πολύ μεγάλο όμως, το πιο μεγάλο του κόσμου. Μέσα στον κορμό του είχε σαράντα σκαλοπάτια και κατέβαιναν, μέσα στη γης, που πάγαιναν; στον Κάτω Κόσμο θαλα πάγαιναν.

Εκεί μέσα λοιπόν, ζούσε ένα θεριό. Ολο το χρόνο λούφαζε εκεί, ήσυχο, τσιμουδιά. Αλλά, τη Λαμπρή ξύπναγε και, πάνω που έτρωγαν κι έπιναν ο κόσμος και τραγούδαγαν και χόρευαν, χρραπ! έβγαινε το θεριό κι άρπαζε τον πρώτο χορευτή, τον καλύτερο μέσα στο χωριό, γιατί ήθελε να 'ναι ζωηρός να του πάρει τη ζωή, έτσι τρεφόταν το θεριό. Παλικάρι ήταν ο πρώτος; κοπέλα ήταν; δεν το 'νοιαζε, τ' άρπαζε.

Δεν μπορούσαν οι ανθρώποι να γιορτάσουν πασχαλιά.

Μια χρονιά, λέει ένας γέρος: "Αει πια, νισάφι με τούτο το θεριό. Εφέτος θα κάνουμε τι θα κάνουμε, να φάει εμένα, να το γελάσουμε... Εγώ τα 'φαγα τα ψωμιά μου, ας γλυτώσουν τουλάχιστον οι νέοι". Οι συγχωριανοί του δεν το 'θελαν, "να ζήσεις τόσα χρόνια και να πας έτσι;", αλλά ο γέρος τίποτα. "Εγώ θα πεθάνω που θα πεθάνω", λέει "οι νέοι να ζήσουν".

Τέλος πάντων, ήρθε η Ανάσταση, ξημέρωσε η Λαμπρή, στήσανε τα φαγιά, το χορό, μπαίνει πρώτος ο γέρος. Μπαίνει πρώτος και δεν αφήνει κανέναν άλλον. Αλλά ο γέρος, γέρος ήταν και κουράστηκε. Και το θεριό δεν έλεγε να 'ρθει. Σερνόταν πια ο γέρος, του κόντυνε η ανάσα, παρέδωσε! Τον βάστηξαν οι άλλοι, και την ίδια στιγμή, εδέησε και εφάνηκε το θεριό, τον είδε να σέρνει το χορό και τον άρπαξε!

Από τότε το θεριό δεν ξαναφάνηκε στο χωριό... Πάει. Και όλοι αποφάσισαν, άλλη φορά να μην ξαναστήσουν το χορό και το γλέντι τους ανήμερα τη Λαμπρή οπού θυσιάστηκε, ας πούμε, ο γέρος, αλλά να χαίρονται τη δεύτερη μέρα. Κι αυτό κάνουν ως τα σήμερα.

(Από τις λαϊκές παραδόσεις που έχει συγκεντρώσει η Ζωή Βαλάση).

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ: Σ. ΑΔΑΜΙΔΟΥ

Η Ανάσταση δεν ήρθε για το λαό της Σερβίας

Εργο του Γιάννη Θεοφίλη



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ