ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 16 Απρίλη 2000
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΑΛΛΙΑ - ELF AQUITAINE
Ατελείωτος ο ιστός της διαπλοκής

Ο Ζ. Σιράκ σε πρόσφατη συνάντηση με τον Χ. Σολάνα

Associated Press

Ο Ζ. Σιράκ σε πρόσφατη συνάντηση με τον Χ. Σολάνα
Πολλά παραμένουν τα σκοτεινά σημεία στις χρονοβόρες, όπως αποδεικνύονται, δικαστικές έρευνες για τις ύποπτες διασυνδέσεις τής πάλαι ποτέ κρατικής, πετρελαϊκής εταιρίας Elf με σημαίνοντα πρόσωπα της πολιτικής σκηνής της Γαλλίας, που βρέθηκαν στην εξουσία από διάφορες κυβερνητικές θέσεις. Εκτός από το, ευρέως διαδεδομένο όπως φαίνεται, φαινόμενο του χρηματισμού, η ανάμειξη της Elf τόσο στον κρατικό μηχανισμό, τον οποίο αξιοποίησε και αξιοποιεί τα μέγιστα προς όφελός της και αντίστροφα, όσο και στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής του Παρισιού σε ένα ιδιαίτερα σημαντικό και μεγάλο κομμάτι της αφρικανικής ηπείρου, διαφαίνεται καίρια.

Είναι δεδομένο ότι τα στοιχεία που έγιναν γνωστά, αλλά και όσα πρόκειται, τελικά, να δουν το φως της δημοσιότητας δε θα είναι παρά μόνο ένα μικρό κομμάτι της αλήθειας, όσο θα προλάβει να δει η κοινή γνώμη πριν το σύστημα καταφέρει να «κλείσει» και πάλι το παραπέτασμα, προς όφελος των συμφερόντων της τάξης που εξυπηρετεί. Εντούτοις, και μόνο αυτά τα λίγα στοιχεία, και ο συνδυασμός τους, είναι αρκετά για να καταλήξει κανείς σε ορισμένα πρώτα, χρήσιμα, και κυρίως αποκαλυπτικά συμπεράσματα για το μέγεθος της διαπλοκής, αλλά και για την εμβέλεια της επιρροής της στις τύχες και άλλων χωρών και λαών, προκειμένου να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα των γνωστών «λίγων και εκλεκτών».

Το τέλος της γαλλικής αποικιοκρατίας στην αφρικανική ήπειρο δε σήμανε, φυσικά, και την αποδυνάμωση του ενδιαφέροντός της για το πλούσιο, σε πετρέλαιο, υπέδαφός της. Κύριο μέλημα του Παρισιού ήταν και είναι ο επαρκής εφοδιασμός της μητρόπολης με ενέργεια. Ως κύρια πηγή εφοδιασμού δε θα μπορούσε παρά να προβάλλει η Κεντρική Αφρική, στις αρχές της δεκαετίας του '60, όπως υποστηρίζουν σειρά από ιστορικά στελέχη τόσο της γαλλικής πετρελαϊκής εταιρίας, όσο και των γαλλικών μυστικών υπηρεσιών σε σχετικό ντοκιμαντέρ που, προσφάτως, προβλήθηκε στο γαλλογερμανικό τηλεοπτικό δίκτυο Arte. Μια περιοχή όπου η γαλλική διπλωματία και το γαλλικό κεφάλαιο είχε, την εποχή εκείνη, ελεύθερο πεδίο δράσης, χωρίς ανταγωνισμούς, σε αντίθεση με την, εξίσου, προσοδοφόρα Μέση Ανατολή, όπου, όμως, θα έπρεπε να βρίσκεται σε διαρκή αγώνα δρόμου με τα αντίστοιχα βρετανικά συμφέροντα.

Τομέας «πετρελαϊκής εξυπηρέτησης» στις μυστικές υπηρεσίες

Η παρουσία της Elf στην Αφρική όπως παρουσιάζεται σε σχετική σελίδα στο Διαδίκτυο

TotalFinaElf

Η παρουσία της Elf στην Αφρική όπως παρουσιάζεται σε σχετική σελίδα στο Διαδίκτυο
Με βάση αυτήν την οπτική γωνία, «γεννήθηκε» το 1965 η Elf Aquitaine με πρώτο στόχο τη διείσδυση στην Γκαμπόν. Ο «σκοπός αγιάζει τα μέσα» και ο σκοπός επιτεύχθηκε εύκολα από τη στιγμή που ανέλαβαν δράση οι «ειδικοί»: Οι πράκτορες των γαλλικών μυστικών υπηρεσιών, όπως διαβεβαιώνουν με δηλώσεις τους δύο από αυτούς, που πλέον έχουν συνταξιοδοτηθεί, οι Maurice Robert και Robert Maloubier. «Κλειδί» στην επιτυχία της αποστολής τους, της διασφάλισης του δρόμου του πετρελαίου προς το Παρίσι, θεωρήθηκε η εξασφάλιση του απόλυτου ελέγχου των πολιτικών - οικονομικών εξελίξεων στις πετρελαιοπαραγωγές αφρικανικές χώρες, μέσω της ανάδειξης «δικών» τους ανθρώπων.

Ο, μέχρι σήμερα, Πρόεδρος της Γκαμπόν, Ομάρ Μπόνγκο, φαίνεται ότι υπήρξε ένας από τους βασικούς «συμμάχους» των γαλλικών πετρελαϊκών συμφερόντων στην ευρύτερη περιοχή της ηπείρου του. Στόχος η «τάξη και η σταθερότητα» στις χώρες - πηγές του πετρελαίου, όπως δήλωνε χαρακτηριστικά ο πρώτος Πρόεδρος της Elf Πιερ Γκιγιομά, γνωστός και ως «εμίρης της Δημοκρατίας». Σταδιακά, ένα ολόκληρο τμήμα των γαλλικών μυστικών υπηρεσιών μετατρέπεται σε εξειδικευμένο υπάλληλο της πετρελαϊκής εταιρίας. Είναι εύκολο να κατανοήσει κανείς την ευκολία με την οποία η άποψη περί «διαφύλαξης των πετρελαϊκών μας συμφερόντων» λαμβάνει τη διάσταση της κυριαρχίας στην πολιτική σκηνή κάθε ζωτικής πετρελαιοπαραγωγού χώρας. Η τακτική αυτή ακολουθήθηκε, με επιτυχία όπως είναι σήμερα εμφανές, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του '70, με τη σιωπηρή, πλην σθεναρή, υποστήριξη του Μεγάρου των Ηλυσίων Πεδίων.

Στο προσκήνιο και οι πολιτικοί

Το σκηνικό υπόκειται σε ορισμένες αλλαγές, μόλις στις αρχές της δεκαετίας του '80, με την ανάδειξη στην προεδρία της Elf του Albin Chalabron. Ο νέος Πρόεδρος επιλέγει να είναι, ελαφρώς, πιο διεκδικητικός. Οπως ο ίδιος αφήνει να εννοηθεί, επιθυμεί να υπηρετεί μόνο δύο αφεντικά: την Elf και το κράτος, και όχι όλους τους ενδιάμεσους αξιωματούχους των μυστικών υπηρεσιών, που προσέφεραν, μέχρι εκείνη τη στιγμή, τις υπηρεσίες τους, με το αζημίωτο φυσικά.

Ο Chalabron, προκειμένου να υπηρετήσει την επιλογή του, «ανοίγει διάπλατα την πόρτα» στην άμεση ανάμειξη του πολιτικού κόσμου στην προσπάθεια διασφάλισης των συμφερόντων της Elf στην Αφρική. Καθοριστικό ρόλο στον «εσωτερικό αυτό πόλεμο» διαδραματίζει «το καλό παιδί» των γαλλικών μυστικών υπηρεσιών, ο Πρόεδρος της Γκαμπόν Ομάρ Μπόνγκο, ο οποίος, προς δικό του όφελος και ασφάλεια, «ψηφίζει» υπέρ της ενεργότερης ανάμειξης των πολιτικών, αφήνοντας στο περιθώριο των επαφών του τους, μέχρι πρότινος, μέντορές του.

Ο «πόλεμος» αυτός, επί της ουσίας, δεν έληξε ποτέ. Οι γαλλικές μυστικές υπηρεσίες συνέχισαν τη δράση τους ενώ, την ίδια στιγμή, ενεργότερο ρόλο ανέλαβαν και οι πολιτικοί, και όλοι μαζί εργάστηκαν με «αυτοθυσία» για την Elf και την τάξη τους φυσικά. Στο πλαίσιο της «κοινής αυτής προσπάθειας» η αλληλοδιαπλοκή έγινε ακόμη μεγαλύτερη και, όπως είναι αναμενόμενο, όσο περισσότερα πρόσωπα εμπλέκονται τόσο πιο δύσκολο είναι μία τέτοια υπόθεση να κρατηθεί ολοκληρωτικά στο σκοτάδι.

Ορισμένες πλευρές αυτής της άρρηκτης σύνδεσης του Μεγάρου των Ηλυσίων Πεδίων με την Elf «αποκαλύφθηκαν» στα μάτια της κοινής γνώμης. Ανάμεσα σε αυτές τις «αποκαλύψεις» εντάσσεται και η περίπτωση του Ρολάν Ντυμά, πρώην Προέδρου του Συνταγματικού Συμβουλίου, ο οποίος, αν και παραδέχτηκε ότι έγινε αποδέκτης μεγάλων χρηματικών ποσών τόσο από την εταιρία όσο και από τους ίδιους τους ηγέτες ορισμένων αφρικανικών χωρών, προκειμένου να υπερασπίσει και να διαφυλάξει την παραμονή τους στην εξουσία, με απώτερο σκοπό να εξασφαλιστεί η απρόσκοπτη, και χαμηλού κόστους, μετάγγιση πετρελαίου στη μητρόπολη.

Εντείνεται η διαπλοκή, διαχωρίζονται τα «καθήκοντα»

Οι αρχές της δεκαετίας του '90 βρίσκουν την πολιτική σκηνή του Παρισιού «γεμάτη από πετρέλαιο-αφρικανικά καρκινώματα», όπως χαρακτηριστικά σχολιάζει ο πολιτειολόγος Jean Francois Bayart. Κανένας Γάλλος Πρόεδρος, από τον Valery Giscard d' Estaing μέχρι και τον Francois Mitterand, δε διανοήθηκε, όπως ήταν αναμενόμενο, να παρέμβει ή έστω και να απεγκλωβίσει τον κρατικό μηχανισμό από τη δράση και τους σχεδιασμούς της Elf Aquitaine και των συμφερόντων της. Αντίθετα, με την πάροδο των χρόνων, διαχωρίστηκε ακόμη καλύτερα ο ρόλος των πολιτικών αλλά και των μυστικών πρακτόρων.

Ετσι, από τα μέσα του '80 και μετά, την επικοινωνία με τους Αφρικανούς ηγέτες αναλαμβάνουν πρόσωπο με πρόσωπο οι πολιτικοί, ενώ οι μυστικοί πράκτορες επιδίδονται σε έναν αγώνα δρόμου για τη διασφάλιση της τράπεζας της Elf και των Αφρικανών μεγαλοεπιχειρηματιών εταίρων της, (French Intercontinental Bank for Africa - FIBA - 43% ανήκει στην Elf, 50,9% σε ιδιώτες μετόχους, εκ του οποίου το 35% σε συγγενείς του Προέδρου της Γκαμπόν), έτσι ώστε να διευκολυνθεί και η επέκταση των δραστηριοτήτων της εταιρίας και στην κεντρική Ασία.

Ιδιαίτερα αποκαλυπτικές για την ανάμειξη της Elf, μέσω της γαλλικής διπλωματίας, στις πολιτικές εξελίξεις των χωρών, που απομυζεί τόσο πετρελαϊκά όσο και οικονομικά, είναι οι περιπτώσεις, εκτός από την Γκαμπόν, της Αγκόλας και του Κονγκό. Υπό τις ευλογίες του προέδρου της εταιρίας, από το 1987, Loik Le Floch-Prigent, τις οδηγίες του υπευθύνου της εταιρίας στην Γκαμπόν, Andre Tarallo, και την ενεργή συμμετοχή των ανδρών του, αλλά και του μεγάλου στόλου αεροσκαφών που του διαθέτει η εταιρία μέσω του υπουργείου Εσωτερικών επί Charles Pasqua, ο νέος, τότε, υπεύθυνος Γενικών Υποθέσεων της Elf, Alfred Sirven, αναλαμβάνει να «δρομολογήσει» τις εξελίξεις στις δύο αυτές χώρες.

Τα εκτελεστικά του όργανα δεν είναι μυστικοί πράκτορες, αλλά γνωστοί ευρωβουλευτές των Γάλλων Φιλελευθέρων, οι Philippe Bohn και Yves Verwaede, οι οποίοι έχουν σειρά επαφών και συνομιλιών με τον ηγέτη της οργάνωσης UNITA, που διεκδικεί την εξουσία στην Αγκόλα, Jonas Savimbi, στα μέσα της τρέχουσας δεκαετίας, σύμφωνα με δηλώσεις των ίδιων των ευρωβουλευτών. Την ίδια στιγμή, εξέχουσες προσωπικότητες του υπουργείου Εξωτερικών της Γαλλίας, όπως ο Bernard du Chaffaut, βρίσκονται σε διαρκή επικοινωνία με την επίσημη κυβέρνηση της χώρας και τον Πρόεδρο Eduardo dos Santos, στον οποίο, επίσης, παρέχουν την υποστήριξή τους. Η τροφοδοσία σε όπλα έχει εκατέρωθεν κατεύθυνση και όσο ο εμφύλιος καλά κρατεί στην Αγκόλα, τόσο πιο ανεπηρέαστα η Elf εξορύσσει πετρέλαιο.

Σε ανάλογες καταγγελίες έχει προβεί και ο πρώην Πρόεδρος του Κονγκό, Pascal Lissouba, ο οποίος παραδέχτηκε ότι, μετά από παρακίνηση του Προέδρου της Γκαμπόν Omar Bongo, δέχτηκε τη χρηματοδότηση της προεκλογικής του εκστρατείας από την Elf, όπως επίσης αξιοποίησε και τους συμβούλους που του παραχώρησε η εταιρία. Η απογοήτευση ήταν μεγάλη για τον Lissouba, που δε δίστασε να αποστείλει και επιστολή διαμαρτυρίας στα κεντρικά γραφεία της εταιρίας στο Παρίσι τον Νοέμβριο του 1997, όταν ανακάλυψε ότι ο αντίπαλός του και νυν Πρόεδρος της χώρας, Sassou N' Guesso, επίσης, στηρίχτηκε από την Elf, η οποία, μάλιστα, του εξασφάλισε και όπλα από την Αγκόλα.

Παρά την απόκρυψη μεγάλου μέρους της αλήθειας από τον ηττημένο των εκλογών στον Κονγκό, με στόχο να διατηρήσει στην ιδιοκτησία του μεγάλη ξενοδοχειακή μονάδα στη Γαλλία, η οποία αποτέλεσε την αμοιβή του για την υπογραφή ευνοϊκών συμβάσεων με την Elf, τα έγγραφα τα οποία ο Lissouba διοχέτευσε στα ΜΜΕ εμπεριέχουν πληθώρα επιβαρυντικών στοιχείων. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι αποκαλύψεις για τη δραστηριότητα της FIBA στη χορήγηση μεγάλων χρηματικών ποσών σε παραστρατιωτικές οργανώσεις, που λυμαίνονται τόσο το έδαφος της δικής του χώρας όσο και των γειτονικών αφρικανικών κρατών.

«Πέφτει η αυλαία, η παράσταση συνεχίζεται»

Η ανάληψη της Προεδρίας της Elf Aquitaine από τον Philippe Jaffre, το 1997, αλλά και η μερική ιδιωτικοποίησή της, ουδεμία επίπτωση είχε, όπως αναδεικνύεται από τις συνεχιζόμενες -πλην ποτέ ολοκληρωμένες- δικαστικές έρευνες, στην πολυεπίπεδη και ποικίλη δραστηριότητα της εταιρίας στην αφρικανική ήπειρο. Οσο περισσότερο εντείνονται οι ανακρίσεις αλλά και οι συζητήσεις για τις συμφωνίες, τις πρωτοβουλίες και τις «περίεργες» πολιτικο-στρατιωτικές εφήμερες συμμαχίες της, τόσο εντονότερη γίνεται η αίσθηση ότι το μέγεθος της διαπλοκής της πετρελαϊκής εταιρίας με τον πολιτικό κόσμο της Γαλλίας, αλλά και τις κυβερνήσεις - καθεστώτα των συνεργαζόμενων αφρικανικών χωρών είναι πολύ ευρύτερο και βαθύτερο από ό,τι έχει δει και ό,τι πρόκειται να δει το φως της δημοσιότητας ποτέ.

Οι ρωγμές φωτός που επέτρεψαν στην κοινή γνώμη να «πάρει μια ιδέα» για τα «εθνικά συμφέροντα» και τον τρόπο εξυπηρέτησής τους δεν ήταν παρά το αποτέλεσμα των, αναμενόμενων, ενδοκεφαλαιακών συγκρούσεων και του εσωτερικού ανταγωνισμού αντιθετικών συμφερόντων που έσεισαν προς στιγμήν τα πλοκάμια της εταιρίας, για να επιστρέψουν σύντομα και μεθοδικά στην εικόνα της ημικρατικής, συμφέρουσας για το εθνικό καλό και την ευμάρεια του Γάλλου πολίτη, πετρελαϊκής εταιρίας. Το μόνο που μένει να περιμένει κανείς για να αποκαλυφθεί, ίσως, άλλο ένα μικρό κομμάτι του παζλ δεν είναι παρά η επόμενη «εσωτερική σεισμική δόνηση» ή η «ελεγχόμενη έκρηξη», που θα προκαλέσει ο πετρελαϊκός ανταγωνισμός σε παγκόσμιο επίπεδο.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ


Κόστα Ρίκα
Μαζικές κινητοποιήσεις ενάντια στην πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων

Φυτεία μπανάνας στην Κόστα Ρίκα

Associated Press

Φυτεία μπανάνας στην Κόστα Ρίκα
Στη μακρινή αυτή χώρα της Κεντρικής Αμερικής ανεστάλησαν, προς το παρόν, οι μαζικές κινητοποιήσεις των εργαζομένων που διήρκεσαν, σχεδόν, τρεις βδομάδες. Οι κινητοποιήσεις, που είχαν ξεκινήσει στις 17 Μάρτη με κλείσιμο της εθνικής οδού που οδηγεί στην πόλη Κάρταγο από αγρότες παραγωγούς λαχανικών, πήραν πανεθνικό χαρακτήρα στις 20 Μάρτη, όταν το Κοινοβούλιο ενέκρινε, σε μία πρώτη συζήτηση, ένα νομοσχέδιο ιδιωτικοποίησης του Κοσταρικανού Ινστιτούτου Ηλεκτρισμού (ICE, κρατικό μονοπώλιο ηλεκτρικής ενέργειας και τηλεπικοινωνιών).

Στις 4 Μάρτη το πρωί, εκπρόσωποι της κυβέρνησης της Κόστα Ρίκα, εκπρόσωποι συνδικαλιστικών και κοινωνικών οργανώσεων, καθώς και η Συνήγορος των Πολιτών, Σάντρα Πισκ, συναντήθηκαν στην έδρα του Ανώτατου Δικαστηρίου των Εκλογών για ένα «διάλογο χωρίς όρους». Η συντηρητική κυβέρνηση του Μιγκέλ Ανχελ Ροδρίγκες προχώρησε σε αυτήν την κίνηση, σε μία προσπάθεια κατευνασμού των μαζικών κινητοποιήσεων διαμαρτυρίας και της πρωτοφανούς κοινωνικής αναταραχής που επικρατούσε στη χώρα.

Η κυβέρνηση είχε προσφερθεί, την Κυριακή 2 Μάρτη, πριν την έναρξη του διαλόγου, να αποσύρει το νομοσχέδιο - γνωστό ως «ενεργειακός κόμβος» - για 60 μέρες, έτσι ώστε να καταστεί δυνατό να γίνουν οι αναγκαίες τροποποιήσεις, γεγονός με το οποίο διαφώνησαν τα συνδικάτα, που την Τρίτη 4 Μάρτη απαίτησαν από την κυβέρνηση την οριστική απόσυρσή του. Ωστόσο, το κυβερνών δεξιό Κόμμα της Κοινωνικής Χριστιανικής Ενότητας (PUSC) και το Κόμμα της Εθνικής Απελευθέρωσης, καθώς επίσης και άλλα μικρότερα κόμματα μίλησαν για την πιθανότητα επανεξέτασης του νομοσχεδίου σε μία νομοθετική επιτροπή, ώστε να γίνουν οι αναγκαίες τροποποιήσεις.

«Εδώ πρόκειται για προσέγγιση θέσεων και αναζήτηση της καλύτερης λύσης για τη χώρα, νομίζω πως με το διάλογο μπορούμε να το πετύχουμε», δήλωσε από πλευράς της η Συνήγορος των Πολιτών, Σάντρα Πισκ.

Καταστολή, η απάντηση στο κύμα λαϊκής αγανάκτησης

Ο λαός της Κόστα Ρίκα διεξάγει μία μεγάλη μάχη ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του Κοσταρικανού Ινστιτούτου Ηλεκτρισμού (ICE), επιχείρηση με πάνω από 50 χρόνια ύπαρξης, που θεωρείται η πιο αποδοτική σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική.

Το νομοσχέδιο «εκσυγχρονισμού» του ICE - που ενέκρινε σε μία πρώτη ανάγνωση το Κοινοβούλιο στις 20 Μάρτη - προωθήθηκε από τη συντηρητική κυβέρνηση του Μιγκέλ Ανχελ Ροντρίγκες, ενώ το υποστήριξε το κύριο κόμμα της αντιπολίτευσης, το Κόμμα της Εθνικής Απελευθέρωσης (PLN, σοσιαλδημοκρατικό), φυσικά o επιχειρηματικός κόσμος και τα ΜΜΕ. Σύμφωνα με την κυβέρνηση, το εν λόγω νομοσχέδιο θα επιτρέψει τον εκσυγχρονισμό του κρατικού μονοπωλίου των τηλεπικοινωνιών και ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς με την εφαρμογή του εξαλείφονται μια σειρά «προσκομμάτων», που εμποδίζουν τη συμμετοχή ιδιωτικών επιχειρήσεων στην παροχή υπηρεσιών. Ακόμα, θα μετατρέψει το ICE σε δύο επιχειρήσεις που θα διοικούνται από το ιδιωτικό δίκαιο.

Οσοι αντιτίθενται στο νομοσχέδιο θεωρούν ότι, στην ουσία, πρόκειται για ιδιωτικοποίηση της κρατικής αυτής επιχείρησης, μέτρο ιδιαίτερα αντιλαϊκό, που, όπως εκτιμάται, εκτός όλων των υπολοίπων αρνητικών επιπτώσεων, θα πυροδοτήσει και αύξηση των τιμολογίων.

Ωστόσο, οι Κοσταρικανοί διαμαρτύρονται και ενάντια σε άλλες ιδιωτικοποιήσεις και ενάντια σε αυτές που σχεδιάζονται για το άμεσο μέλλον και γενικά για την άγρια εφαρμογή του νεοφιλελεύθερου μοντέλου, δε συμφωνούν ακόμα με την πολιτική της παράδοσης του εθνικού πλούτου στην ολιγαρχία και τις πολυεθνικές εταιρίες.

Στις 17 Μάρτη, όταν αγρότες είχαν κλείσει την εθνική οδό που οδηγεί στην πόλη Κάρταγο, διαμαρτυρόμενοι ενάντια στην πολιτική της κυβέρνησης που καταστρέφει την αγροτική οικονομία, η αστυνομία απάντησε με άγρια κατασταλτικά μέτρα. Σε αυτές τις κινητοποιήσεις έχασε τη ζωή του ο αγρότης Χεσούς Αντόνιο Μαρτίνες Πικάδο, που δολοφονήθηκε σε μία σφοδρή επίθεση της αστυνομίας ενάντια σε ένα οδόφραγμα.

Οχι μόνο στην πρωτεύουσα Σαν Χοσέ, αλλά και σε διάφορα άλλα μέρη της χώρας, όπως στη Λιμπέρια και στο Πουντανέρας, οι αστυνομικές δυνάμεις προχώρησαν σε σφοδρές επιθέσεις με γκλομπ και ρίψη δακρυγόνων ενάντια σε διαδηλώσεις εργατών, αγροτών και φοιτητών, που κατέληξαν σε δεκάδες τραυματίες και συλλήψεις.

Στην πορεία των κινητοποιήσεων, πολλές συνδικαλιστικές οργανώσεις συμπαρατάχτηκαν στο ήδη μεγάλο λαϊκό κίνημα διαμαρτυρίας, ενώ και άλλοι κλάδοι της οικονομίας κήρυξαν απεργία, όπως ο πετρελαϊκός κλάδος, οι καθηγητές και δάσκαλοι, οι οδηγοί ταξί, εργαζόμενοι στην κοινωνική ασφάλιση και οι λιμενεργάτες.

Στις 20 Μάρτη, όταν το Κοινοβούλιο ενέκρινε το νομοσχέδιο ιδιωτικοποίησης του ICE, χιλιάδες διαδηλωτών περικύκλωσαν το κτίριο της Βουλής, ενώ ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις, οπλισμένες μέχρι τα δόντια, έπαιρναν θέση μάχης. Τέσσερις φοιτητές προχώρησαν σε απεργία πείνας. Σε μία προσπάθεια κατευνασμού της λαϊκής οργής, ο Πρόεδρος Ροντρίγκες εμφανίστηκε στην τηλεόραση την επόμενη μέρα, στις 21 Μάρτη, αναγγέλλοντας ότι δεν υπήρχε θέμα πώλησης του ICE. Η απάντηση του λαού στον εμπαιγμό του Προέδρου ήταν άμεση. Παρέλυσαν οι δρόμοι της πρωτεύουσας Σαν Χοσέ και έκλεισαν οι κυριότερες εθνικές οδοί της χώρας, καθώς και η είσοδος στα λιμάνια της Καραϊβικής, όπου, επιπλέον, είχαν κοπεί και οι τηλεπικοινωνίες.

Μέγιστη στιγμή των κινητοποιήσεων, ήταν στις 23 Μάρτη, η εντυπωσιακή σε όγκο, και πρωτοφανής από το 1970, πορεία περίπου 50.000 διαδηλωτών στους δρόμους του Σαν Χοσέ, που κατέληξε μπροστά στο Προεδρικό Μέγαρο, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την εφαρμογή σκληρής νεοφιλελεύθερης πολιτικής και τη διαφθορά που κυριαρχεί στη χώρα.

Τα συνδικάτα των εργαζομένων, οι αγρότες και οι φοιτητές ανέστειλαν τις κινητοποιήσεις τους, με την έναρξη του διαλόγου μεταξύ των εκπροσώπων της κυβέρνησης και των συνδικάτων, ωστόσο, τηρούν στάση αναμονής και δηλώνουν αποφασισμένοι να συνεχίσουν τον αγώνα τους, εφόσον η κυβέρνηση συνεχίσει την ίδια πολιτική.


Γ. Καραγεώργη



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ