Πάνω από 200 χαρακτικά του Φρ. Γκόγια στην Εθνική Πινακοθήκη έως 20 Οκτώβρη
Η έκθεση, σε επιμέλεια της Μαριλένας Κασιμάτη, περιλαμβάνει σπάνια και πολύτιμα πρωτότυπα χαρακτικά, που αγοράστηκαν ανάμεσα στα έτη 1961 και 1965 από το διευθυντή της Πινακοθήκης (1949 - 1971) Μαρίνο Καλλιγά, ο οποίος προνόησε, να πλουτίσει τις συλλογές του Ιδρύματος, αγοράζοντας από τη Γενεύη όλα τα έργα, που περιλάμβαναν οι τέσσερις παρουσιαζόμενες σειρές χαρακτικών του Γκόγια: «Τα καπρίτσια» (80 χαρακτικά), «Δεινά του πολέμου» (80 χαλκογραφικές πλάκες), «Ταυρομαχίες» (33 χαλκογραφίες) και «Τρέλα» (18 χαρακτικά).
Ο Γκόγια είναι ένας δημιουργός που γεφυρώνει δύο εποχές. Ως αυλικός ζωγράφος του Καρόλου Δ' δημιουργεί έργα που εγγράφονται στα τελευταία σκιρτήματα του ροκοκό, ενώ, ως καλλιτέχνης με ιστορική συνείδηση των μεγάλων αλλαγών που συντελούνται στην εποχή του, γίνεται ο κατ' εξοχήν μάρτυράς της. Ο Γκόγια σπαράσσεται από αντινομίες και αναπτύσσει μια τραγική συνείδηση που θα εκφραστεί ιδιαίτερα στα χαρακτικά του και στην αποκαλούμενη «Μαύρη ζωγραφική». Μια ζωγραφική με φανταστικά και τρομαχτικά τέρατα με τα οποία καλύπτονταν οι τοίχοι της «Επαυλης του Κουφού», όπου ο ζωγράφος έζησε απομονωμένος από το 1819 έως το 1824.
Ο Γκόγια δε «φωτογραφίζει». Από ένστικτο αναπλάθει τον κόσμο που αισθάνεται και μέσα στον οποίο ζει. Η τέχνη του κινείται ενάντια στο φορμαλισμό, τη συμβατικότητα και το κατεστημένο, που είναι οι κρυφές πληγές της ζωγραφικής της εποχής του. Αυτή την εξέγερση την εκφράζει με τελείως διαφορετικό τρόπο από το νεοκλασικό κίνημα. Σπάζοντας τους δεσμούς του με την παράδοση, ο Γκόγια αποχτάει το δικαίωμα να εκφράσει με την τέχνη του μια πραγματικότητα υποκειμενική, η οποία δίνει ζωή σε αισθήματα, ανησυχίες, αβεβαιότητες, συγκεχυμένες συγκινήσεις, χωρίς να ανατρέχει σε προκαθορισμένα σχήματα.
«Κι ενώ, ίντριγκες, πάθη, συνωμοσίες βασιλεύουν στην κοινωνία της άρχουσας τάξης, ο ισπανικός λαός υποφέρει από τη φτώχεια, τους λιμούς, την αμάθεια, τη θρησκοληψία, τη δεισιδαιμονία, όπου βρίσκουν πρόσφορο έδαφος για να ευδοκιμήσουν ο φανατισμός του κλήρου και της Ιεράς Εξέτασης, η απάτη, η αποπλάνηση, η πορνεία, η μαγγανεία, η μαγεία. Ολα "αυτά τα ανθρώπινα πάθη και τις διαστροφές" θέλει να τα καταγγείλει, σύμφωνα με δήλωσή του, ο Γκόγια στις ογδόντα χαλκογραφίες που χαράσσει από το 1793 ως το 1798 και θέτει σε κυκλοφορία το 1799 με τίτλο "Καπρίτσια". Καυστική σάτιρα, σαρκασμός, πικρόχολα σχόλια, η τερατόμορφη διαστροφή μπροστά στην αγγελική αθωότητα, η πονηρία πλάι στη βλακεία, η εξαπάτηση που θριαμβεύει πάνω στην ευπιστία, όλα ενσαρκωμένα σε εικόνες και αφηγήσεις με μεγάλη συναισθηματική φόρτιση που καταγγέλλουν την αλήθεια τους άμεσα, ακαριαία...».
«Αν τα "Καπρίτσια" καταγγέλλουν τα κοινωνικά έκτροπα, τα "Δεινά του πολέμου", οι ογδόντα χαλκογραφικές πλάκες που χαράσσονται ανάμεσα στα έτη 1810 - 1820, εκφράζουν την οργή, τον αποτροπιασμό και την απογοήτευσή του - γιατί υπήρξε αρχικά θαυμαστής του Ναπολέοντα - για τις απίστευτες βαναυσότητες που διέπραξαν τα στρατεύματα του Ναπολέοντα όταν εισέβαλαν στην Ισπανία, στο τέλος του 1807. Ο ξακουστός πίνακας του Γκόγια "Οι εκτελέσεις της 3ης Μάη 1808", που ζωγραφίστηκε το 1814, ύψωσε έναν ύμνο στον πατριωτισμό των Ισπανών που υπερασπίστηκαν τη Μαδρίτη κατά των εισβολέων. Είναι ένας πίνακας που έγινε πανανθρώπινο λάβαρο όλων των εξεγερμένων κατά της καταπίεσης... Στα Δεινά του πολέμου, θα συναντήσουμε, πλάι στα απάνθρωπα εγκλήματα των γαλλικών στρατευμάτων, και πολλές σκηνές που εξυμνούν την εξέγερση των πατριωτών, την ηρωική αντίσταση ανδρών και γυναικών κατά του κατακτητή. Ο καλλιτέχνης δεν τόλμησε να τυπώσει και να κυκλοφορήσει τα "Δεινά του πολέμου", από το φόβο της λογοκρισίας. Πρωτοκυκλοφόρησαν το 1863 από την Ακαδημία Καλών Τεχνών του Σαν Φερνάντο, απ' όπου προέρχεται και η σειρά της Εθνικής Πινακοθήκης».
«Ο Γκόγια ήταν ένας aficionado, ένας παθιασμένος οπαδός του αρχέγονου αθλήματος της ταυρομαχίας. Συχνάζει στις αρένες όπου δίνονται ταυρομαχίες, ζωγραφίζει ταυρομάχους, απεικονίζει τον εαυτό του με στολή τορέρο και τέλος χαράσσει μια σειρά από τριάντα τρεις πλάκες όπου απεικονίζεται η προϊστορία του αθλήματος, αλλά και διάσημοι ταυρομάχοι σε μοναδικές φάσεις του αγωνίσματος ή σε κορυφαίες στιγμές της καριέρας τους. Η ακουατίντα τον βοηθά να δημιουργήσει την ευρύχωρη σκηνή της αρένας, όπου ξετυλίγονται, με αληθινά κινηματογραφικά ευρήματα, οι δραματικές στιγμές του αγώνα ανάμεσα στον ταύρο και τον ταυρομάχο. Ο ζωγράφος δε μας αφήνει να μαντέψουμε ποιον θαυμάζει περισσότερο σ' αυτό το μοιραίο άθλημα. Οι χαλκογραφίες με τις "Ταυρομαχίες" δεν έχουν ούτε ίχνος από την πικρή σάτιρα που διέκρινε τις προηγούμενες σειρές. Πρωτοκυκλοφόρησαν το 1815, ενώ η σειρά της Εθνικής Πινακοθήκης προέρχεται από την τρίτη σπάνια έκδοση που έγινε στη Μαδρίτη το 1855».
«Ο Φερδινάνδος ο Ζ', ο περιπόθητος βασιλέας που αποκαταστάθηκε στο θρόνο της Ισπανίας το 1814 μετά την εκδίωξη των γαλλικών στρατευμάτων κατοχής, διέψευσε τις ελπίδες του ισπανικού λαού. Αποδείχτηκε ένας τύραννος που επανέφερε την Ιερά Εξέταση, τη λογοκρισία και όλες τις δυνάμεις της συντήρησης. Ο Γκόγια, ως πρώτος ζωγράφος της αυλής, ήταν υποχρεωμένος να ανέχεται ένα μονάρχη που μισούσε. Από το 1815, και ενώ χαράσσει τις τελευταίες "Ταυρομαχίες", που αποτελούν τη φωτεινή πλευρά της χαρακτικής του δραστηριότητας, έχει αρχίσει και πάλι να βυθίζεται κρυφά στους εφιάλτες που είχαν πρωτοεμφανιστεί στα "Καπρίτσια". Μόνο που τώρα οι εφιάλτες δεν περιορίζονται από καμιά σύμβαση αληθοφάνειας ή ρεαλισμού. Η φαντασία του Γκόγια, αχαλίνωτη, αφήνει τα τέρατα να οργιάσουν, τα προικίζει με φτερά, τα ανεβάζει σε δέντρα, τα μεταβάλλει σε ζωόμορφα ανθρωποειδή, τα κάνει να μορφάζουν, να απειλούν, να απεργάζονται παγίδες και συμφορές για το ανίδεο γένος των ανθρώπων. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Γκόγια ονόμασε αυτή τη σειρά, που ενοικείται από φαντάσματα μιας τραυματικής εμπειρίας ζωής, "Disparates", τα παράταιρα, η τρέλα μιας εποχής. Τυπώθηκαν μετά το θάνατο του δημιουργού τους το 1854. Η σειρά της ΕΠΜΑΣ από δεκαοχτώ χαλκογραφίες προέρχεται από τη δεύτερη έκδοση του 1864 που τυπώθηκε και κυκλοφόρησε με τον τίτλο "Παροιμίες" ("Proverbios"). Είχαν βρεθεί από το γιο του ζωγράφου στην «Επαυλη του Κουφού», στα προάστια της Μαδρίτης, πλάι στον ποταμό Μανθανάρες, όπου ο Γκόγια πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, από το 1819 ως το 1824 που αυτοεξορίστηκε στη Γαλλία. Εκεί, στο Μπορντό, έμελλε να αφήσει την τελευταία του πνοή στις 16 Απρίλη του 1828».
«Είναι γνωστό ότι ο Γκόγια θεωρείται από τους ειδικούς της τέχνης κι από το ευρύτερο κοινό, ως καλλιτέχνης επαναστάτης. Ενα μεγάλο μέρος της καλλιτεχνικής εργασίας του είναι ένα είδος καταγγελίας.
Στην εξαιρετική έκθεση των χαρακτικών του έργων που παρουσιάζονται στην Εθνική Πινακοθήκη, κυρίως στη σειρά "Τα Δεινά του Πολέμου" (1810-1820), εκφράζει την οργή του για τα εγκλήματα των εισβολέων (Γάλλων στρατιωτών) στη χώρα του. Αν όμως, το καταγγελτικό νόημα αυτών των έργων αποδίδεται με τρόπο αξιόπιστο, δεν οφείλεται μόνο στο θέμα τους, αλλά (κυρίως) στον τρόπο μορφο-πλαστικής απόδοσής τους. Το θέμα αυτών των χαρακτικών είναι ασφαλώς καθοριστικής σημασίας, αλλά απαιτεί και την κατάλληλη οργάνωση, την κατάλληλη "γραφή".
Παρά τον κίνδυνο της απλούστευσης, νομίζω ότι μερικές σύντομες ειδικές παρατηρήσεις είναι αναγκαίες.
Νομίζω ότι ακόμα κι ένας λίγο εξοικειωμένος φιλότεχνος, εάν προσεγγίσει με προσοχή τα έργα του Γκόγια μπορεί, λιγότερο ή περισσότερο, να διαπιστώσει την εκφραστική καταλληλότητα. Εννοείται βέβαια ότι ο καλλιτέχνης και το έργο του πρέπει να τοποθετηθούν στο κοινωνικό, ιστορικό και πολιτιστικό πλαίσιο της εποχής τους. Αλλά ο Γκόγια μας ενδιαφέρει και σήμερα, είναι ένα από τα καλύτερα παραδείγματα κοινωνικο-πολιτικού καλλιτέχνη εξοπλισμένου με τη μέγιστη και αναγκαία υφοτεχνική ικανότητα».