ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 25 Μάη 2000
Σελ. /48
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Διαμορφώνονται τα εσωκομματικά μέτωπα

Η Ντ. Μπακογιάννη, με τη χτεσινή τοποθέτησή της στην ΕΕ, προβάλλει ως «ο άλλος πόλος» στην εσωκομματική διαμάχη. Αποφασισμένος «να φύγει μπροστά» ο Κ. Καραμανλής

Στην ανάδειξη της Ντ. Μπακογιάννη ως του «άλλου πόλου» στην εσωκομματική διαμάχη κατέληξε η χτεσινή μαραθώνια συνεδρίαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΝΔ, προδικάζοντας έτσι τη συνέχεια της εσωκομματικής κρίσης στην πορεία προς το συνέδριο. Η χτεσινή παρέμβασή της επιβεβαίωσε ότι βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη η προσπάθεια διαμόρφωσης νέων εσωκομματικών συσχετισμών, παρά το γεγονός ότι δεν τίθεται, επίσημα τουλάχιστον, θέμα ηγεσίας. Παράλληλα, μια σειρά στελέχη διαπίστωσαν μια σειρά αδυναμίες και λάθη που μέτρησαν στο εκλογικό αποτέλεσμα επιρρίπτοντας έμμεσα ευθύνες στις επιλογές της ηγεσίας, χωρίς όμως να ανεβάσουν τους τόνους. Ο Κ. Καραμανλής επιχείρησε να υποβαθμίσει τα θέματα που αναδείχτηκαν και να κλείσει τα εσωκομματικά μέτωπα, λέγοντας ότι «πρέπει να φύγουμε μπροστά» και δήλωσε ότι δεν τον ενοχλεί ο διάλογος αλλά η εσωστρέφεια. Επισήμανε τη συνεχή ανοδική πορεία του κόμματος (δημοτικές, ευρωεκλογές, βουλευτικές) και την εντυπωσιακή αύξηση του ποσοστού στο 43%, παραδέχτηκε ότι δεν είναι αλάνθαστος και η αυτοκριτική του εντοπίζεται ότι θα έπρεπε να είχε προχωρήσει «πιο γοργά, πιο τολμηρά, πιο παλικαρίσια». Εκανε λόγο για «συμφέροντα που μας πολεμούν» και πρόσθεσε ότι δεν τον ενοχλεί η λάσπη αλλά πρέπει να ξέρουμε τι γίνεται και να το αντιμετωπίζουμε. Στο έκτακτο συνέδριο, συνέχισε, το κόμμα πρέπει να κάνει ένα βήμα μπροστά, να επαναβεβαιώσει τη φυσιογνωμία του και μέσω του μεσαίου χώρου «να ανοίξει μια μεγάλη αγκαλιά στην κοινωνία». Παράλληλα ζήτησε να μην παραμεληθεί η «αντιπολιτευτική» δράση.

Η παρέμβαση της Ντ. Μπακογιάννη

Η Ντ. Μπακογιάννη με τη χτεσινή παρέμβασή της στην ΕΕ, επιβεβαίωσε ότι έχει επεξεργασμένη δική της πλατφόρμα τόσο για την πολιτική πορεία του κόμματος όσο και τα εσωκομματικά του, χωρίς ταυτόχρονα να κρύβει τις ηγετικές φιλοδοξίες της αλλά και χωρίς να θέτει θέμα ηγεσίας. Στη χτεσινή τοποθέτησή της διαφοροποιήθηκε αισθητά από τα όσα μέχρι σήμερα έχει υποστηρίξει ο Κ. Καραμανλής. Συγκεκριμένα, εξέφρασε την αντίθεσή της στην εμμονή της ηγεσίας στην καθεστωτική λογική, λέγοντας ότι κάτι τέτοιο κάνει ζημιά στο κόμμα και το εμφανίζει αδύναμο. Αναφερόμενη στο εκλογικό αποτέλεσμα, απέρριψε τις δικαιολογίες της εκλογικής ήττας που προβάλλει η Ρηγίλλης λέγοντας ότι το ΠΑΣΟΚ θα έκανε ό,τι μπορούσε για να κερδίσει τις εκλογές, το θέμα είναι τι κάναμε εμείς. Στην κατεύθυνση αυτή εντόπισε σοβαρές αδυναμίες τόσο κατά την προηγούμενη τριετία όσο και κατά την προεκλογική περίοδο (δεν υπήρχε στρατηγική επικεντρωμένη σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, δεν υπήρχε επιτροπή εκλογικού αγώνα που να έχει τη βασική πολιτική ευθύνη), ενώ την τελευταία βδομάδα έγιναν λανθασμένοι επικοινωνιακοί χειρισμοί όπως η διαρροή των γκάλοπ, «φωτογραφίζοντας» τον Αρ. Σπηλιωτόπουλο. Στο εσωκομματικό επίπεδο διαπίστωσε έλλειμμα δημοκρατίας καθώς τα όργανα συνεδριάζουν περιστασιακά, ενώ ζήτησε να υπάρξει στροφή στην παραγωγή πολιτικής για να μπορέσει η ΝΔ να ασκήσει «υπεύθυνη και δυναμική αντιπολίτευση». Από τα υπόλοιπα στελέχη, ο Μ. Εβερτ υποστήριξε μετά πάθους τις επιλογές του Κ. Καραμανλή και απέδωσε την εκλογική ήττα στο ότι το ΠΑΣΟΚ λεηλάτησε το ΣΥΝ και το ΔΗΚΚΙ, ο Γ. Βαρβιτσιώτης χαρακτήρισε μεγάλη επιτυχία το ποσοστό του 43%, αλλά πρόσθεσε: το ερώτημα είναι πώς θα το διατηρήσουμε και αυξήσουμε, ο Γ. Κεφαλογιάννης επισήμανε ότι δεν αρκεί η συναίνεση στην κυβέρνηση, χρειάζεται δυναμική αντιπολίτευση, ενώ ο Αχ. Καραμανλής τόνισε ότι οι εκλογές χάθηκαν στα αστικά κέντρα και εξαιτίας του συνθήματος για λιγότερο κράτος που τρόμαξε τους μισθωτούς. Ο Β. Μεϊμαράκης εντόπισε προβλήματα στην καθυστέρηση της συγκρότησης των ψηφοδελτίων, στην έλλειψη ενιαίου πολιτικού λόγου καθώς και στη μη διείσδυση σε ορισμένες πληθυσμιακές ομάδες (μουσουλμάνοι, τσιγγάνοι κ.ά.), ενώ ο Κ. Γριβέας υποστήριξε ότι η οργάνωση δεν τράβηξε. Πάντως, κανένα από τα στελέχη δεν έθιξε ευθέως στη συνεδρίαση θέμα Σπηλιωτόπουλου, παρά τα όσα δήλωναν τις προηγούμενες μέρες «κατ' ιδίαν». Μόνο ο Γ. Κεφαλογιάννης, προσερχόμενος στη συνεδρίαση, είπε με νόημα: «το τι πρέπει να γίνει, θα γίνει στο χρόνο που πρέπει».

Κατά τα άλλα, ο εκπρόσωπος του κόμματος Αρ. Σπηλιωτόπουλος μετά τη συνεδρίαση τη χαρακτήρισε πολύ γόνιμη και επιβεβαίωσε την απόφαση όλων «να προχωρήσουμε μπροστά χωρίς πισωγυρίσματα και παλινωδίες». Τόνισε ακόμα ότι στο συνέδριο θα προχωρήσει η μετεξέλιξη της ΝΔ και θα δημιουργηθεί η νέα δομή.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ
Θα εφαρμοστεί η απόφαση
  •  Την κυβερνητική θέση αποσαφήνισε χτες ο πρωθυπουργός
  • Χωρίς δακτυλικό αποτύπωμα, θρήσκευμα και όνομα - γένος συζύγου οι ταυτότητες που θα εκδίδονται εφεξής

Παπαγεωργίου Βασίλης

Ηαναγραφή του θρησκεύματος, καθώς και άλλα στοιχεία δε θα αναγράφονται πλέον, ούτε και προαιρετικά, στην αστυνομική ταυτότητα και το μέτρο θα ισχύσει για όλα τα καινούρια δελτία αναγνώρισης και για όσα αντικατασταθούν.

Τα παραπάνω αποσαφήνισε χτες ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης απαντώντας στη Βουλή σε σχετική Ερώτηση της βουλευτή του ΣΥΝ Μαρίας Δαμανάκη. Παράλληλα επισήμανε ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται να προχωρήσει στην υποχρεωτική έκδοση νέων δελτίων ταυτότητας, αφού αυτό θα συμβεί όταν τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης θα καταλήξουν στον «ευρωπαϊκό τύπο του δελτίου ταυτότητας». Οσον αφορά το χρόνο εφαρμογής της απόφασης της Ανεξάρτητης Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, ο πρωθυπουργός τόνισε ότι «πρέπει να υπάρχει ένα χρονικό διάστημα για να εκδοθούν οι εγκύκλιοι».

Αιτιολογώντας τη θέση της κυβέρνησης υπέρ της κατάργησης της αναγραφής του θρησκεύματος και άλλων προσωπικών στοιχείων (δαχτυλικό αποτύπωμα, όνομα συζύγου και γένος) ο Κώστας Σημίτης υποστήριξε ότι η ταυτότητα «είναι ένα δημόσιο έγγραφο με σκοπό να διευκολύνει την επικοινωνία πολίτη και κράτους», στο οποίο περιέχονται «τα εξωτερικά στοιχεία που είναι αναγκαία». Πρόσθεσε δε ότι «πρέπει επιτέλους να δεχτούμε ως κατάκτηση του πολιτισμού μας ότι το κράτος δεν ενδιαφέρεται σήμερα για τα δεδομένα του εσωτερικού μας κόσμου», καταλήγοντας πως «η αναγραφή του θρησκεύματος, προσβάλει άμεσα η έμμεσα τη θρησκευτική ελευθερία του πολίτη», οπότε «δεν επιτρέπεται να δίνει λόγο για το αν και τι πιστεύει» και κατ' επέκταση «η αναγραφή του θρησκεύματος δεν επιτρέπεται να είναι υποχρεωτική ή προαιρετική».

Οσον αφορά την απόφαση της Ανεξάρτητης Αρχής Προσωπικών Δεδομένων ο πρωθυπουργός επισήμανε ότι μπορεί μεν να προσβληθεί «από όποιον έχει έννομο συμφέρον» στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όμως «από τη στιγμή που εκδόθηκε δεσμεύει την κυβέρνηση. Ακόμα κι αν δεν υπήρχε τέτοια απόφαση η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να εφαρμόσει το νόμο που ισχύει».

Τέλος, αναφορικά με την προοπτική συνολικά αλλαγής του δελτίου ταυτότητας ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι «η αντικατάσταση του τύπου της ταυτότητας θα γίνει όταν θα καθοριστεί το νέο ευρωπαϊκό πρότυπο. Οι παλιές θα εξακολουθήσουν να ισχύουν εκτός αν ο κάτοχος ζητήσει, σε περίπτωση απώλειας, την αντικατάστασή τους». Καταλήγοντας τόνισε ότι «η κυβέρνηση επιθυμεί να κλείσει το ζήτημα αυτό, με αυτές τις διαπιστώσεις. Ελαβε απροσδόκητες διαστάσεις. Το ζήτημα δεν αφορά την πίστη, τη θρησκεία, την ορθοδοξία».

Θετική χαρακτήρισε την απόφαση του πρωθυπουργού η Μαρία Δαμανάκη, ζητώντας την άμεση εφαρμογή της απόφασης της Ανεξάρτητης Αρχής.

Αντιδρά η ΝΔ

Εντονες παράλληλα ήταν οι αντιδράσεις της Νέας Δημοκρατίας. Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κόμματος, Προκόπης Παυλόπουλος χαρακτήρισε «ανακόλουθο» τον πρωθυπουργό, αφού δεν προχώρησε σε διάλογο με την Εκκλησία για το θέμα, ενώ ο επίτιμος πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, χαρακτήρισε την κυβερνητική απόφαση «βαρύ λάθος» και συνολικά την κυβερνητική πολιτική στο όλο θέμα «αλλοπρόσαλλη» κατηγορώντας τον πρωθυπουργό ότι «προσέβαλε την ορθόδοξη εκκλησία».

ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΥ ΑΠΘ
Αντισυνταγματική ακόμη και η προαιρετική εγγραφή

Είναι αντισυνταγματική ακόμη και η προαιρετική αναγραφή του θρησκεύματος στο δελτίο Αστυνομικής Ταυτότητας, σύμφωνα με ομόφωνη εκτίμηση - απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Τμήματος Νομικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, που επίσης σημειώνει πως «το δελτίο Αστυνομικής Ταυτότητας είναι ένα δημόσιο έγγραφο, με βάση το οποίο η Πολιτεία αναγνωρίζει τους πολίτες της. Περιέχει μόνο τα στοιχεία εκείνα που είναι απαραίτητα για την εξατομίκευση της αναγνώρισής τους».

Σύμφωνα με τη σχετική απόφαση, τα στοιχεία που συνδέονται με τις θρησκευτικές, φιλοσοφικές ή άλλες πεποιθήσεις του καθένα δεν μπορεί να αποτελούν στοιχείο του δελτίου ταυτότητας για τους εξής λόγους:

«Η αναγραφή του θρησκεύματος παραβιάζει την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης, όπως κατοχυρώνεται στο άρθρο 13 του Συντάγματος, η οποία, ως θεμελιώδης και μη υποκείμενη σε αναθεώρηση συνταγματική διάταξη, περιλαμβάνει, όπως γίνεται παγίως και καθολικά αποδεκτό, τόσο την ελευθερία να δηλώνει κανείς τα θρησκευτικά ή μη φρονήματά του όσο και την ελευθερία να τα αποσιωπά. Η αποσιώπησή τους δεν επιτρέπεται να αποτυπώνεται σε δημόσιο έγγραφο.

Η τυχόν προαιρετική αναγραφή του θρησκεύματος στο δελτίο αστυνομικής ταυτότητας εισάγει σε έγγραφο αναγνωριστικό της ιδιότητας του Ελληνα Πολίτη μια ανεπίτρεπτη, κατά το Σύνταγμα (άρθρο 5 παρ 2 13 ) και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (άρθρο 14), διάκριση των πολιτών σε δύο κατηγορίες: σε εκείνους που δηλώνουν τη θρησκευτική τους συνείδηση και σε εκείνους που αρνούνται να το πράξουν. Η διάκριση αυτή, εφόσον βασίζεται στη συνείδηση, αντίκειται, προφανώς, στις αρχές της μη διάκρισης των πολιτών λόγω των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων και της ίσης προστασίας όλων των θρησκειών αυτού του Κράτους, το οποίο οφείλει να μην επιτρέπει ούτε να νομιμοποιεί διαφορετικές μεταχειρίσεις, που απορρέουν από δηλώσεις ή αποσιωπήσεις θρησκευτικών πεποιθήσεων.

Σε μια κοινωνία της πληροφορίας, στην οποία είναι τεχνολογικά δυνατόν να συλλέγονται και να γίνονται αντικείμενο επεξεργασίας δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, δεν είναι επιτρεπτό ούτε από την εσωτερική μας νομοθεσία ούτε από τις διεθνείς συμβάσεις που υπέγραψε η Ελλάδα, να καταχωρίζονται και να γίνονται αντικείμενο αυτοματοποιημένης επεξεργασίας ευαίσθητα προσωπικά στοιχεία, όπως είναι η θρησκευτική συνείδηση του καθένα. Η απαγόρευση αυτή είναι, πλέον, συνταγματικής περιωπής, αφού κάθε παρόμοια ηλεκτρονική επεξεργασία αντιστρατεύεται το συνταγματικό δικαίωμα της αυτοδιάθεσης των προσωπικών δεδομένων. Η τυχόν καταχώριση του θρησκεύματος δε δικαιολογείται εξάλλου ούτε από το σκοπό ούτε από την αποστολή του δελτίου της αστυνομικής ταυτότητας, που είναι η δημόσια αναγνώριση των πολιτών ως φορέων ίσης ελευθερίας.

Η πίστη δεν πρέπει να αποτελεί στοιχείο του δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, για να μη γίνεται αυτό έγγραφο καταγραφής διακρίσεων, που αντιστρατεύονται τη μακραίωνη φιλελεύθερη και δημοκρατική συνταγματική μας παράδοση, η οποία από τα Συντάγματα της επαναστατικής περιόδου θεμελιώθηκε στην ισότητα και ελευθερία όλων των πολιτών, χωρίς διακρίσεις, καθώς και στην ανεξιθρησκία της πολιτείας. Η καταγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες έρχεται σε αντίθεση και με τις θεμελιώδεις αξίες του ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ