ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 3 Δεκέμβρη 2000
Σελ. /40
Ορισμένα ειδικότερα ζητήματα

Με την ευκαιρία του προσυνεδριακού διαλόγου μέσα από το «Ριζοσπάστη» θα ήθελα να εκφράσω τη συμφωνία μου με τις Θέσεις. Θα ήθελα, όμως, να σταθώ σε ορισμένα ειδικότερα ζητήματα.

Καταρχήν, υπάρχουν ζητήματα (δυσκολίες) κατανόησης της πολιτικής μας πρότασης (ΑΑΔΜ) από το κομματικό δυναμικό, πολύ περισσότερο από οπαδούς και φίλους του Κόμματος. Γεγονός που δυσκολεύει αρκετά την υποταγή της δράσης μας στο στόχο της συγκρότησης του Μετώπου, της δημιουργίας των προϋποθέσεων γι' αυτό. Βέβαια, το ζήτημα δεν είναι τόσο απλό όσο φαίνεται από πρώτη ματιά. Είναι πιο εύκολο, πιο στοιχειώδες, να επιβεβαιώσεις την ανάγκη ύπαρξης, λειτουργίας και δράσης Κομμουνιστικού Κόμματος (το οποίο το απαντήσαμε στο 13ο & 14ο Συνέδριο) από το να καθορίσεις τα καθήκοντά του στις σύγχρονες συνθήκες. Οταν μάλιστα είναι δοσμένες οι δυσκολίες: μπροστά στον αρνητικό συσχετισμό δυνάμεων υπάρχει έδαφος για να αναπτυχθούν απόψεις είτε στην κατεύθυνση να αμβλύνουμε τις αντιιμπεριαλιστικές - αντιμονοπωλιακές αιχμές της πολιτικής μας πρότασης, για να πετύχουμε μεγαλύτερη συσπείρωση, να επιδιώκουμε συσπειρώσεις με βάση το πρόβλημα (που όμως δε θα δείχνουν τις αιτίες και τους υπεύθυνους και δε θα απαιτούν άλλη πολιτική, άρα άλλη εξουσία) είτε, απ' την άλλη, σε υποτίμηση της ανάγκης να εκμεταλλευτούμε έστω και την ελάχιστη δυνατότητα ν' αποκτήσουμε ένα σύμμαχο αριθμητικά ισχυρό, έστω και προσωρινό, ταλαντευόμενο, ασταθή, αβέβαιο και υπό όρους.

Υπήρξε, και ήταν φυσικό, μια δυσκολία στην αρχή να προσαρμόσουμε τη δράση μας στο Πρόγραμμα του Κόμματος. Φάνηκε στην αρχή και στη δουλιά της ΚΕ. Πρόσθετες δυσκολίες γεννιόνται από το γεγονός ότι βρεθήκαμε μπροστά σε αναμετρήσεις, όπως οι δημοτικές εκλογές, όπου κληθήκαμε να προσαρμόσουμε, να συνδέσουμε την τακτική μας με βάση το Πρόγραμμα. Εδώ μπορεί κανείς να κάνει λόγο για επεξεργασίες που έπρεπε να γίνουν νωρίτερα, αλλά κυρίως που δεν αφομοιώθηκαν έγκαιρα από το υπόλοιπο στελεχικό - και κομματικό βέβαια - δυναμικό.

Αν έτσι έχουν τα πράγματα, και αν ληφθεί υπόψη και η φάση στην οποία βρίσκεται σήμερα το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, την οποία με μεγάλη επάρκεια αναλύουν οι Θέσεις και είναι φανερό ότι δεν πρόκειται να κλείσει σε 1-2 χρόνια, είναι αναγκαίο να υπάρξει οργανωμένος διάλογος πάνω σε σοβαρά ζητήματα που μένουν ανοιχτά, γιατί, πέραν των άλλων, μπορεί εύκολα να έχουμε «γλιστρήματα» σε αποφάσεις κατά το δοκούν. Αλλωστε, πώς κατακτιέται η ενότητα; Αφήνοντας στην άκρη τα ζητήματα που υπάρχουν, και είναι εύλογο στις σημερινές συνθήκες να υπάρχουν, διαφορετικές απόψεις; Με αφορμή και το ζήτημα του σοσιαλισμού στον 20ό αιώνα και την αυτοκριτική της ΚΕ που περιέχεται στις Θέσεις, έγινε ολόκληρη συζήτηση, προσπάθεια για έρευνα κάποιων πλευρών και καταλήξαμε δημοκρατικά σε κάποια βασικά συμπεράσματα με την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη. Αντί με αυτά ως δεδομένα να συνεχιστεί το ψάξιμο, η συζήτηση για διάφορες πλευρές, που έτσι κι αλλιώς δεν μπορούσαν να λυθούν στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, θεωρήθηκε ότι το θέμα έχει κλείσει. Στα ζητήματα που δε δόθηκε απάντηση ο καθένας απαντάει με βάση τις προσωπικές του εκτιμήσεις; Ενα παράδειγμα, σίγουρα όχι το πιο σημαντικό, αλλά αρκετά χαρακτηριστικό. Το βιβλίο του Λούντο Μάρτενς για τον Στάλιν, το οποίο σωστά εκδόθηκε από τη «Σύγχρονη Εποχή», στο πλαίσιο ενός τέτοιου διαλόγου, παρουσιάστηκε από τις στήλες του «Ριζοσπάστη» λίγο - πολύ σα να ήταν βιβλίο γραμμής.

Ενα δεύτερο σημείο, στο οποίο θα ήθελα να σταθώ, είναι το εξής. Πολλοί εργαζόμενοι, πλατύτερα λαϊκά στρώματα, αναγνωρίζουν ότι οι προβλέψεις και οι εκτιμήσεις μας επιβεβαιώνονται από τις ίδιες τις εξελίξεις. Από αυτήν την άποψη έχουμε αυξημένο κύρος. Ομως, όσο η επιβεβαιωμένη από τις ίδιες τις εξελίξεις πολιτική μας δε δένεται με συγκεκριμένη δράση των κομμουνιστών στους χώρους δουλιάς, στη γειτονιά, στο χωριό, δε θα μπαίνουν κι οι ίδιοι οι εργαζόμενοι στη μάχη, δε θα «σπάει» η μοιρολατρία κι η απάθεια. Πρέπει κάθε φορά να εξετάζουμε τι συγκεκριμένη δουλιά κάνουμε για να οργανώσουμε το σ.κ., για να ξεκινήσουν αγώνες κλπ. Και υπάρχουν πράγματι φαινόμενα σοβαρών υποχωρήσεων σε ζητήματα αγωνιστικής στάσης από κ.μ.

Αυτό το φαινόμενο γίνεται σοβαρό εμπόδιο και για την εκλαΐκευση της πολιτική μας, στο να δώσουμε προοπτική και διέξοδο στους εργαζόμενους. Για να γίνει πιο κατανοητή και πειστική η πολιτική μας πρόταση χρειάζεται, πέρα από το ανέβασμα της ιδεολογικής δουλιάς να 'χουμε πιο χειροπιαστά παραδείγματα, να μπορεί να δουν οι εργαζόμενοι αποτελέσματα σε συσπειρώσεις στο χώρο που ζει και δρα ο καθένας. Διαφορετικά, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να φαντάζουν όσα λέμε εγκεφαλικά. Κι εδώ υπάρχουν δυο πολύ σοβαρές πλευρές, που εντοπίζονται από τις Θέσεις, αλλά χρειάζονται να μας απασχολήσουν ακόμη περισσότερο.

α) Δεσμοί των Κ.Ο. με τα λαϊκά στρώματα. Εχουμε τους οπαδούς που παρέμειναν σταθερά με το Κόμμα μετά το '90 - αρκετοί μάλιστα είναι πρώην κ.μ. - όμως τι γίνεται με αυτούς που συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις της ειρήνης, τις απεργίες των καθηγητών ή των αδιόριστων στις καταλήψεις, αυτούς που ζουν καθημερινά τις πιέσεις του εργοδότη, την ανεργία και κ.ο.κ.; Πολλούς δεν τους γνωρίζουμε, όμως τους ξέρουμε αλλά δεν έχουμε επαφή μαζί τους. Φαίνεται και από δείκτες της δουλιάς, κυρίως στα οικονομικά και τις εξορμήσεις του "Ριζοσπάστη". Στην Αργολίδα συγκεντρώθηκαν μέσα από πραγματικά μεγαλειώδεις και πρωτοφανείς κινητοποιήσεις, κοντά 1.500 υπογραφές ενάντια στον πόλεμο κατά της Γιουγκοσλαβίας, όμως δεν κατορθώθηκε να συγκροτηθεί μια πραγματικά διευρυμένη Επιτροπή Ειρήνης. Αλλά ακριβώς σ' αυτούς τους ανθρώπους πρέπει να απευθυνθούμε, μ' αυτούς ν' αποκτήσουμε επαφή και δεσμούς. Με ποιους θα φτιάξουμε το Μέτωπο; Τίθεται, λοιπόν το ζήτημα του προσανατολισμού αλλά και της συνέχειας της δράσης μας.

β) Συνδέεται όμως και με το ζήτημα της ενίσχυσης - ισχυροποίησης του Κόμματος, της επανάκτησης των κομμουνιστικών χαρακτηριστικών, που επισημαίνεται, με έναν τρόπο, και στις Θέσεις. Από την αντεπανάσταση του '90, την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων στη χώρα μας και διεθνώς, το Κόμμα (και το κίνημα) υποχώρησε, αδυνάτισε. Ακόμα δεν έχουμε ξεπεράσει πολλές από τις συνέπειες εκείνης της περιόδου. Μερικά ιδιαίτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε: 1) Χαμηλή προσφορά και δραστηριοποίηση κ.μ., απροθυμία για ανάληψη ευθυνών, χωρίς, βέβαια, να γίνονται εκπτώσεις στα κριτήρια ανάδειξης στελεχών. 2) (Σχετίζεται με το προηγούμενο) αδύναμα - κάποιες φορές - ΝΓ και ΝΕ και το κυριότερο, δε λειτουργεί πάντα ο σημαντικός κρίκος του γραμματέα της ΚΟΒ. Και 3) η ανανέωση των κομματικών γραμμών: πρόκειται για ζήτημα κύρια προσανατολισμού, αλλά και ποιότητας δεσμών με τα λαϊκά στρώματα. Αν τέτοια ζητήματα λειτουργίας και δράσης της ΚΟ δε βρεθούν στο επίκεντρο της προσοχής μας στο επόμενο διάστημα, τα εμπόδια που ορθώνονται στην προσπάθεια να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για το Μέτωπο θα παραμένουν ή δύσκολα θα υπερνικώνται.

Τέλος, όσον αφορά το διάλογο μέσα από τις σελίδες του «Ριζοσπάστη». Χρειάζεται πιο πλούσιος και γόνιμος προβληματισμός πάνω στα ερωτήματα που θέτουν οι Θέσεις στο Προοίμιο και ιδίως στο πώς πιο γρήγορα θα δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για τη συγκρότηση του Μετώπου, και σε αυτό θα βοηθούσε αν περισσότερα στελέχη, που αντικειμενικά έχουν μια πιο πλούσια και σφαιρική εμπειρία, καθώς και κομματικά μέλη έγραφαν στον Προσυνεδριακό διάλογο.

ΑΝΔΡΕΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

ΚΟΒ ΝΑΥΠΛΙΟΥ

Μερικές σκέψεις πάνω στις Θέσεις της ΚΕ

Σύντροφοι,

Η χρονική περίοδος από το 15ο Συνέδριο του Κόμματός μας μέχρι σήμερα ήταν αρκετή για να μπορέσουμε να κρίνουμε τις αποφάσεις του μέσα στη ζωή, να τις υλοποιήσουμε και να βαθύνουμε ακόμα παραπέρα, με βάση τη συσσωρευμένη πείρα. Τις αποφάσεις του 15ου Συνεδρίου τις δουλεύουμε και τις παλεύουμε μέσα στην εργατική τάξη, τη νεολαία και γενικά στο λαό. Ενα συμπέρασμα μόνο μπορεί να εξαχθεί: ο δρόμος που χαράξαμε στο 15ο Συνέδριο, ο δρόμος του ΑΑΔΜ είναι ουσιαστικά η εγγύηση για την προάσπιση των συμφερόντων των εργαζόμενων. Είναι μονόδρομος για τη νίκη της εργατικής τάξης και του σοσιαλισμού.

Σίγουρα το μοναδικό που δε χρειαζόμαστε είναι να ψωροπερηφανευόμαστε. Ομως, το πόσο επίκαιρες και το πόσο διορατικές είναι οι αποφάσεις του 15ου Συνεδρίου, αλλά και οι θέσεις για το 16ο, το βλέπουμε καθημερινά στους εργαζόμενους κι στη νεολαία. Η ΚΝΕ όχι απλά έχει δυναμώσει, αλλά έχει αποκτήσει δεσμούς με μεγάλο κομμάτι της νεολαίας. Αυτοί οι δεσμοί έχουν κατακτηθεί και δοκιμαστεί μέσα στην πάλη. Το κύρος του Κόμματός μας είναι πολύ αυξημένο στη νεολαία, ειδικά σε νέους εργαζόμενους και παιδιά των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι νέα παιδιά από την επαρχία, από περιοχές όπου το κόμμα έχει ελάχιστη έως ανύπαρκτη παρέμβαση και κυριαρχεί ο αντικομμουνισμός, θέλουν να έρθουν σε επαφή με την ΚΝΕ, μνημονεύουν το ΚΚΕ.

Η προσπάθεια απεγκλωβισμού εργαζόμενων και νέων από τα αστικά κόμματα και την αστική ιδεολογία αποδίδει καρπούς. Εχουμε αποτελέσματα, ακριβώς, γιατί έχουμε γραμμή σύγκρουσης με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό. Εχουμε γραμμή ανατροπής του καπιταλισμού και δοκιμαζόμαστε στην ταξική πάλη. Στο κάτω - κάτω δεν είναι τυχαίο ότι όταν καλούμε τον κόσμο να παλέψει για τα δικαιώματά του, η προπαγάνδα μας έρχεται να απαντήσει στα εξής ερωτήματα: «Μα καλά, μ' αυτά που λέτε, θέλετε να βγούμε από την Ευρωπαϊκή Ενωση;», «στα πρώην σοσιαλιστικά κράτη τι έγινε;», «μπορούμε να τα καταφέρουμε;». Ο κόσμος, ο λαός, το κατανοεί και δεν είναι τυχαίο. Η κρίση του κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού και η σύνδεση των λαϊκών προβλημάτων με την εξάρτηση από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς είναι τέτοια που δε χωράει αμφιβολία ότι χρειάζεται γραμμή ρήξης και ανατροπής.

Ξεκάθαρα μπαίνει το δίλημμα: Με τα μονοπώλια ή με το λαό. Πολύ σωστά, λοιπόν, βάζουμε το ζήτημα της διεκδίκησης από το ΑΑΔΜ της λαϊκής εξουσίας και της λαϊκής οικονομίας. Πολύ σωστά, ξεκάθαρα βάζει το Κόμμα μας την αναγκαιότητα του σοσιαλισμού.

Η αυξημένη επιρροή και το κύρος δείχνουν ταυτόχρονα τις αδυναμίες μας και τις αυξημένες υποχρεώσεις μας. Πολλές φορές η δουλιά μας δεν απλώνεται σε ευρύτερες λαϊκές μάζες. Αλήθεια, πόσοι νεολαίοι και εργάτες θα μπορούσαν να είχαν στρατευτεί στις γραμμές του Κόμματος; Πόσοι περισσότεροι οπαδοί, αλλά και απλοί εργάτες, θα είχαν συμπαραταχτεί, αν κάναμε πιο οργανωμένη και σχεδιασμένη δουλιά; Το σίγουρο είναι ότι αυτός ο κόσμος βρίσκεται δίπλα μας. Πολλές φορές τον αφήνουμε έρμαιο στην αστική τάξη και τα αστικά κόμματα, γιατί είτε ερχόμαστε σε επαφή μόνο προεκλογικά, είτε γιατί δεν το συσπειρώνουμε δίνοντάς του αγωνιστική διέξοδο. Και εδώ μπαίνει το ζήτημα της δουλιάς της ΚΟΒ είτε στις συνοικίες, είτε στους εργασιακούς χώρους, είτε στα χωριά. Για παράδειγμα, μια συνοικιακή ΚΟΒ, πόσο παρεμβαίνει σ' έναν Πολιτιστικό Σύλλογο, παλεύοντας αντιιμπεριαλιστικά - αντιμονοπωλιακά ζητήματα; Πόσο παρεμβαίνουμε στα εργοστάσια, που πιθανά βρίσκονται στη συνοικία; Κατά πόσο έχουμε καταφέρει να αποκτήσουμε δεσμούς με ευρύτερες μάζες εργατών που ζουν στο χώρο ευθύνης της ΚΟΒ; Κατά πόσο, βέβαια, αξιοποιούμε τακτικά το «Ρ» σ' αυτή την κατεύθυνση ή βάζουμε ταμπέλες κομματικές στον καθένα και αποφεύγουμε την επαφή; Η απάντηση σ' αυτά τα ερωτήματα βρίσκεται βασικά στην ίδια τη λειτουργία των ΚΟΒ. Η συνεδρίαση και η δράση της ΚΟΒ πρέπει να καταλήγει και να αρχίζει με το πώς θα αποκτάει δεσμούς με ευρύτερες λαϊκές μάζες. Χρειάζεται δουλιά άνθρωπο τον άνθρωπο, σπίτι το σπίτι σε καθημερινή βάση. Σωστά εκτιμάμε ότι η δουλιά μας πρέπει να βαθαίνει σε αντιιμπεριαλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, να αποκαλύπτει την καπιταλιστική εκμετάλλευση και να πείθει για τη διέξοδο. Οι ΚΟΒ όχι απλά πρέπει να πρωτοπορούν στη λύση των λαϊκών προβλημάτων, αλλά και να οργανώνουν τη λαϊκή πάλη, παίρνοντας αγωνιστικές πρωτοβουλίες. Χρειαζόμαστε ΚΟΒ που να εξειδικεύουν τις αποφάσεις του συνεδρίου στο χώρο δράσης τους. Να συσπειρώνουν κι άλλο κόσμο στη δράση. Να φέρνουν την εμπειρία και την εικόνα από τις διαθέσεις των εργαζόμενων, ώστε να επεξεργάζονται σωστά την τακτική τους. Ολα αυτά όμως μπορούν να γίνουν, μόνο αν αποκτούμε δεσμούς με το λαό και τη νεολαία. Και περισσότερους δεσμούς θα αποκτήσουμε όσο θα στρατολογούμε και θα ισχυροποιείται το Κόμμα. Αλλωστε, αυτός είναι ο βασικός δείκτης για να βλέπουμε το βαθμό αλλαγής συνείδησης των μαζών και του συσχετισμού δύναμης. Μόνο μ' αυτά τα κριτήρια μπορούμε να δούμε την ιδεολογική δουλιά στο Κόμμα και το ανέβασμα της ιδεολογικοπολιτικής στάθμης στα κομματικά μέλη. Στο κάτω - κάτω, πλευρά της ιδεολογικής δουλιάς είναι η καλή προετοιμασία των ΚΟΒ με εισήγηση που θα κατευθύνει πολιτικά, θα διαπαιδαγωγεί και θα προσανατολίζει στη δράση.

Τέλος, πολύ σωστά, οι θέσεις για το 16ο Συνέδριο δίνουν μεγάλο βάρος στο ζήτημα της ισχυροποίησης και μαζικοποίησης του Κόμματος. Σωστά μπαίνει το ζήτημα του ατσαλώματος του κομματικού δυναμικού απέναντι στον ταξικό εχθρό και τα τσιράκια του, όπως και απέναντι στον οπορτουνισμό. Ακόμα πιο σωστά προσανατολίζουμε τη δράση μας στην εργατική τάξη και στη νεολαία. Οι ΚΟ πρέπει να βοηθήσουν την ΚΝΕ, ώστε να παρέμβουμε και να στρατολογήσουμε νέους εργάτες. Η εμπειρία του Κόμματος είναι πολύτιμη, αφού η ανεργία, οι εργασιακές σχέσεις σε συνδυασμό με την τρομοκρατία και τον αντικομμουνισμό βάζουν σοβαρά εμπόδια στη δουλιά μας.

Οι Θέσεις της ΚΕ για το 16ο Συνέδριο είναι αποτελεσματικός οδηγός για τη δράση μας. Πάνω απ' όλα μας δίνουν την αισιοδοξία και την εγγύηση για τη σίγουρη νίκη της εργατικής τάξης, του ΑΑΔΜ και της σοσιαλιστικής επανάστασης στη χώρα μας. Δε μένει παρά να τις κάνουμε πράξη.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ

Μέλος του Γρ. Περιοχής της Οργάνωσης

Δυτ. Πελ/νήσου ΚΝΕ - Πάτρα



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ