ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 16 Νοέμβρη 1997
Σελ. /56
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΕΜΜΕΣΟΙ ΦΟΡΟΙ
Αυξήσεις μέχρι και 41% στην τριετία

Με στόχο για μέσο πληθωρισμό τριετίας το 9,6%, η κυβέρνηση επέβαλε μεσοσταθμικές αυξήσεις 25,6% στους έμμεσους φόρους, οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις φτάνουν μέχρι και 41%

Ο πληθωρισμός μειώνεται, αλλά η επαχθής έμμεση φορολογία, που πλήττει κατ' εξοχήν τα λαϊκά στρώματα, σε περιόδους... χαμηλού πληθωρισμού, αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο. Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία του Κρατικού Προϋπολογισμού του 1998, σύμφωνα με τα οποία ο μέσος πληθωρισμός κατά την περίοδο 1996-1998 προβλέπεται να αυξηθεί κατά 9,6%, ενώ αντίθετα την ίδια περίοδο, οι έμμεσοι φόροι μεσοσταθμικά αναμένεται να αυξηθούν κατά 25,6% και σε ορισμένες περιπτώσεις (οινοπνευματώδη) μέχρι και 41%

Και πρέπει να σημειώσουμε στο σημείο αυτό ότι η κυβέρνηση στον νέο προϋπολογισμό "απέφυγε" να προχωρήσει σε... ουσιαστικές παρεμβάσεις, από το φόβο των πληθωριστικών πιέσεων. Αν, βέβαια, μπορεί να χαρακτηριστεί συγκρατημένη μια μέση αύξηση 11,4% των έμμεσων φόρων το '98, όταν έχουν θέσει σαν στόχο μέσο πληθωρισμό 3,7%.

Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι έχουν λιώσει τους εργαζόμενους στους φόρους, μειώνοντας έτσι την αγοραστική τους δύναμη, με αρνητικές όμως συνέπειες στην κατανάλωση, την παραγωγή και την απασχόληση, αλλά με θετικέςεπιπτώσεις στον πληθωρισμό, αφού ο περιορισμός της ζήτησης πιέζει καθοδικά τις τιμές. Ετσι κατάφεραν να μειώσουν τα τελευταία χρόνια τον πληθωρισμό και όχι με τον ανύπαρκτο ανταγωνισμό των επιχειρήσεων, όπως προσπαθούν να μας πείσουν οι κυβερνητικοί παράγοντες.

Η εξέλιξη των έμμεσων φόρων 96-'98

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Κρατικού Προϋπολογισμού, το 1998 προβλέπεται να εισπραχθούν 5,4 τρισ. δραχμές από έμμεσους φόρους, έναντι 4,85 τρισ. δραχμές το 1997 και 4,3 τρισ. δραχμές το 1996. Δηλαδή, μεταξύ '96 και '98 η κυβέρνηση φιλοδοξεί να αυξήσει τους έμμεσους φόρους κατά 25,6% ή κατά 2,7 φορές περισσότερο από τον προβλεπόμενο πληθωρισμό.

Ενδιαφέρον έχει να δούμε και τη σχέση των άμεσων προς τους έμμεσους φόρους, η οποία μειώθηκε από 35% / 65% το '96 σε 35,8% / 64,2% το 1997, ενώ σύμφωνα με τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς, η σχέση αυτή το 1998 θα πρέπει να διαμορφωθεί στο 36,6% / 63,4%. Υπάρχει, δηλαδή, μία τάση βελτίωσης των άμεσων φόρων σε βάρος των έμμεσων, αλλά η εξέλιξη αυτή κάθε άλλο από θετική μπορεί να χαρακτηριστεί, καθώς οφείλεται στην εφαρμογή των "αντικειμενικών" κριτηρίων φορολόγησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών, η οποία οδηγεί σε αυθαίρετη αύξηση του φορολογηθέντος εισοδήματος των στρωμάτων αυτών.

Η εξέλιξη τώρα των κυριότερων έμμεσων φόρων κατά την περίοδο 1996-1998 (αν και τα στοιχεία του 1998 αποτελούν προβλέψεις, ωστόσο δείχνουν την τάση, η οποία θα διαμορφωθεί στο φορολογικό χάρτη τον επόμενο χρόνο) είναι η ακόλουθη,

  • οι Φόροι Συναλλαγών αυξήθηκαν από 2,55 τρισ. δραχμές το 1996 σε 2,91 τρισ. δραχμές το 1997, ενώ προβλέπεται να αυξηθούν σε 3,30 τρισ. δραχμές το 1998. Προκύπτει, δηλαδή, ποσοστιαία αύξηση 29,94%. Ο κυριότερος φόρος συναλλαγών, ο ΦΠΑ αυξήθηκε από 2,15 τρισ. δραχμές το 1996 σε 2,45 τρισ. δραχμές το 1997, ενώ για το 1998 ο στόχος εισπράξεων είναι 2,77 τρισ. δραχμές και συνολικά για την τριετία προκύπτει αύξηση 28,6%.
  • Οι Φόροι Κατανάλωσης από 1,64 τρισ. δραχμές το 1996 αυξήθηκαν σε 1,79 τρισ. δραχμές το 1997 και προβλέπεται να φτάσουν 1,93 τρισ. δραχμές το 1998. Συνολικά δηλαδή προβλέπεται να αυξηθούν 18%.

Από τους επιμέρους φόρους κατανάλωσης, ο φόρος στα καύσιμα μεταξύ '96 και '97 αυξήθηκε από 821, σε 835 δισ. δραχμές, ενώ προσδοκούν να εισπράξουν 865 δισ. δραχμές το '98. Είναι η μικρότερη ποσοστιαία αύξηση της τριετίας, μόλις 5,35%, η οποία μειώνει και το γενικό ποσοστό αύξησης.

Από τους άλλους φόρους, ο φόρος καπνού προβλέπεται να αυξηθεί κατά 26,4% και να εισπραχθούν 512 δισ. δραχμές το 1998, ο φόρος οινοπνεύματος κατά 40,7%, των τελών κυκλοφορίας κατά 33,5% και ο φόρος στα επιβατικά αυτοκίνητα κατά 21%.

Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ

ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
Οι δημότες θα πληρώσουν ξανά

Οι ΟΤΑ εξαναγκάζονται στην επιβολή νέων φόρων και ιδιωτικοποίηση υπηρεσιών τους

Στο πρόσθετο χαράτσωμα του λαού από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και το ξεπούλημα δημοτικών υπηρεσιών οδηγεί ο προϋπολογισμός του '98, που συνέταξε η κυβέρνηση. Η πενιχρή χρηματοδότηση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και οι αυθαίρετες παρακρατήσεις πόρων της, σφίγγουν τη θηλιά στο λαιμό της. Και με δεδομένη την υποταγή αρκετών αιρετών, προσκείμενων σε ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΣΥΝ, στα αντιλαϊκά κελεύσματα της κυβέρνησης και των Βρυξελλών, οδηγούν στην επιβολή νέων φόρων από τους δήμους.

Τα ίδια τα στοιχεία του κρατικού προϋπολογισμού δεν αφήνουν κανένα περιθώριο αμφισβήτησης των προαναφερομένων: Τον επόμενο χρόνο η ΤΑ θα πάρει από τα κρατικά ταμεία, συνολικά ως Κεντρικούς Αυτοτελείς Πόρους, 393,500 δισ. Το ποσό αυτό αναλογεί στο "ιλιγγιώδες" 2,555% του συνόλου των δαπανών του προϋπολογισμού. Παράλληλα, η κυβέρνηση συνεχίζει να παρακρατά αυθαίρετα θεσμοθετημένους υπέρ της ΤΑ πόρους.

Ειδικότερα, παρακρατά και τον επόμενο χρόνο, από το 20% του Φόρου Εισοδήματος Φυσικών και Νομικών Προσώπων που δικαιούται η ΤΑ, 77,1 δισ. Από το 20% του Φόρου Εισοδήματος Ειδικών Κατηγοριών, 84,7 δισ. Και από το 20% του Φόρου Εισοδήματος Προηγουμένων Ετών, 16,5 δισ.

Συνολικά, οι απώλειες της ΤΑ για το '98 φτάνουν τα 178,3 δισ. Συνολικά, οι απώλειες του θεσμού, για την περίοδο '90 - '98, αγγίζουν το 1,051 τρισ. Το ποσό αυτό είναι σε ονομαστικές τιμές. Αν μεταφραστεί σε πραγματικές, προσεγγίζει τα 2 τρισ.

Χαράτσωμα

Ο οικονομικός στραγγαλισμός της Αυτοδιοίκησης από την κυβέρνηση, οδηγεί νομοτελειακά στις ιδιωτικοποιήσεις δημοτικών υπηρεσιών και στο παραπέρα χαράτσωμα των δημοτών από τους δήμους. Και αυτό γιατί οι ΟΤΑ θα ψάχνουν εναγωνίως πόρους, όχι για να καλύψουν τις τεράστιες λαϊκές ανάγκες για πράσινο, παιδεία, αθλητισμό και πολιτισμό, αλλά απλά και μόνο για να λειτουργήσουν. Και οι κυβερνήσεις φρόντισαν να δώσουν στους αιρετούς εκτός από την αφορμή (την πενιχρή χρηματοδότηση των ΟΤΑ) και τα "μέσα" για την εξεύρεση των αναγκαίων, αυτών πόρων. Εσπευσαν να καταρτίσουν ένα αντιλαϊκό πλέγμα νόμων για το θεσμό, που επιτρέπει στους αιρετούς να χαρατσώνουν άγρια τους εργαζομένους για την παροχή κάθε υπηρεσίας από τους δήμους.

Μάλιστα, αυτό το χαράτσωμα, τα τελευταία χρόνια, παίρνει τραγικές διαστάσεις, λόγω της άρνησης αρκετών αιρετών να αντιδράσουν στην αντιλαϊκή, κυβερνητική πολιτική και να διεκδικήσουν όσα οφείλονται στο θεσμό. Λόγω της "πρεμούρας" αρκετών αιρετών, προσκείμενων σε ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΣΥΝ, να αναδειχτούν σε "δήμους - πιλότους", στην προσπάθεια παραπέρα αφαίμαξης των ήδη ισχνών λαϊκών εισοδημάτων.

Η μόνη λύση

Αντίδοτο στο φορολογικό παροξυσμό και μονόδρομος για μια ΤΑ συμμέτοχη στην ανάπτυξη, με κέντρο τον εργαζόμενο και τις ανάγκες του, είναι η αντίσταση στις κυβερνητικές επιλογές από δημότες και κύρια αιρετούς - αγωνιστές. Είναι η ενίσχυση των δυνάμεων αυτών στις ερχόμενες δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές. Είναι ο αγώνας για την απόδοση των παρακρατημένων. Είναι η απαίτηση για μια ΤΑ, επαρκή σε πόρους και προσωπικό, ενισχυμένη με ένα σημαντικό ποσοστό από το σύνολο του κρατικού προϋπολογισμού και αυξανόμενο ανάλογα με τις ανάγκες και τις αρμοδιότητές της.

Θ.Μ.

ΓΕΝΙΚΟΣ ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 1998
Και αντιλαϊκός και κάλπικος

Στον αστερισμό της αντιλαϊκής μονόπλευρης λιτότητας, που επιτάσσει η Συνθήκη του Μάαστριχτ και το μεγάλο κεφάλαιο, κινείται και ο προϋπολογισμός του 1998 τον οποίο κατέθεσε την Τετάρτη στη Βουλή η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και πρόκειται να τεθεί για συζήτηση και ψήφιση γύρω στις 20 Δεκέμβρη. Η νέα πολύμορφη και ολομέτωπη επίθεση στα λαϊκά εισοδήματα θα επιδιωχτεί τόσο με τα μέτρα που προωθεί η κυβέρνηση για την αύξηση των κρατικών εσόδων (φορολογικό γιουρούσι και γενική εκποίηση της περιουσίας του δημοσίου), όσο και με τα μέτρα για τη συγκράτηση των δαπανών (σφιχτή εισοδηματική πολιτική, νέες περικοπές στις δαπάνες κοινωνικού χαρακτήρα). Αν λοιπόν θέλαμε να δώσουμε ένα στίγμα για τον κρατικό προϋπολογισμό του 1998, αυτό συνοψίζεται στο γεγονός ότι και ο νέος προϋπολογισμός είναι, εκτός από αντιλαϊκός, και κάλπικος.

Τα παραπάνω βασικά χαρακτηριστικά του νέου προϋπολογισμού διακρίνονται, όχι μόνο από τον τρόπο με τον οποίο σχολιάστηκε από τον Τύπο και τα άλλα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αλλά και από μια πιο προσεκτική ανάγνωση των αναλυτικών στοιχείων, που περιλαμβάνονται στην εισηγητική έκθεση του υπουργού Οικονομικών για την εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού 1997 και τους στόχους για το 1998.

Ο πίνακας με τα βασικά μεγέθη του γενικού κρατικού προϋπολογισμού (έσοδα - δαπάνες - ελλείμματα), που παραθέτουμε, δε μας λέει και πολλά πράγματα. Ομως, αν κάποιος διαβάσει πιο προσεκτικά την ανάλυση αυτών των μεγεθών, θα προσεγγίσει - σε μεγάλο βαθμό - την αλήθεια, σχετικά με το από ποιους σχεδιάζει να εισπράξει η κυβέρνηση το 1998 τα 10,3 τρισεκατομμύρια δραχμές (φορολογικά και άλλα έσοδα) και σε ποιους προτίθεται να μοιράσει τα 15,4 τρισεκατομμύρια δραχμές (το σύνολο των δαπανών).

Σύμφωνα λοιπόν με τα επίσημα βιβλία του προϋπολογισμού - γιατί υπάρχουν και τα ανεπίσημα, τα οποία δείχνουν την πραγματικότητα και παραμένουν στα συρτάρια του πρωθυπουργικού γραφείου και της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών - η κυβέρνηση σχεδιάζει για το 1998 να:

  • αυξήσει τα γενικά κρατικά έσοδα κατά 1.073 δισ. δραχμές ή κατά 11,7%. Από 9,2 τρισ. δραχμές που εκτιμάται ότι θα φτάσουν φέτος, να ανεβούν στα 10,3 τρισ. δραχμές το 1998.
  • συγκρατήσει την αύξηση των γενικών δαπανών του κράτους (μαζί με τα χρεολύσια) σε 1% ή μόλις 59 δισ. δραχμές. Συγκεκριμένα, η κυβέρνηση μας πληροφορεί πως προτίθεται να περιορίσει τις δαπάνες του γενικού κρατικού προϋπολογισμού το 1998, στο ποσό των 15.401 δισ. δραχμών από 15.339 δισ. δραχμές που εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν φέτος.
  • μειώσει το ακαθάριστο έλλειμμα των γενικών κρατικών δαπανών (δανειακές ανάγκες + χρεολύσια) κατά 111 δισ. δραχμές. Να το περιορίσει δηλαδή το 1998 στα 5,1 τρισ. δραχμές ή στο 14,5% του ΑΕΠ από 6,1 τρισ. ή 18,8% φέτος.

Αυτά είναι τα συνολικά μεγέθη για τα έσοδα, τις δαπάνες και τα ελλείμματα, από την ανάγνωση των οποίων δεν προκύπτει κατ' ανάγκη και ο αντιλαϊκός χαρακτήρας του κρατικού προϋπολογισμού 1998.

Ομως, μια προσεκτικότερη ανάγνωση των στοιχείων, για το πώς σχεδιάστηκε και πώς εκτελέστηκε ο φετινός προϋπολογισμός, μας πείθει τόσο για το βαθμό αξιοπιστίας της κυβέρνησης, όσο και για το ποιοι πραγματικά πλήρωσαν τα σπασμένα της ακολουθούμενης αντιλαϊκής πολιτικής. Μια τέτοια προσέγγιση πείθει και τον πιο δύσπιστο, ότι όπως ο φετινός έτσι και ο προϋπολογισμός του 1998 - εκτός από αντιλαϊκός - είναι και κάλπικος και εξωπραγματικός. Για του λόγου το αληθές, θα επικαλεστούμε τόσο ορισμένα στοιχεία από τον τρόπο με τον οποίο εκτελέστηκε ο φετινός προϋπολογισμός και σε ποιο βαθμό εκπληρώθηκαν οι κυβερνητικοί στόχοι, όσο και μαρτυρίες ανθρώπων που γνωρίζουν από μέσα τα πράγματα.

Σε ό,τι αφορά στον τρόπο εκτέλεσης του φετινού προϋπολογισμού και το βαθμό εκπλήρωσης των κυβερνητικών στόχων, από την εισηγητική έκθεση του υπουργού Οικονομικών, καθώς και από έγκυρες πληροφορίες από ανθρώπους που γνωρίζουν από πρώτο χέρι τον τρόπο με τον οποίο καταρτίζεται κάθε χρόνο ο προϋπολογισμός, προκύπτουν τα εξής:

Τα... διπλά βιβλία

Πρώτο, έχουν υποεκτιμηθεί τα φετινά έσοδα του γενικού κρατικού προϋπολογισμού, τουλάχιστον, κατά 120 δισ. δραχμές.Συγκεκριμένα, ενώ οι αρμόδιοι εκτιμούν ότι μέχρι το τέλος του έτους θα μπουν στα ταμεία του κράτους συνολικά 8.310 δισ. δραχμές (405 δισ. λιγότερα από τα προϋπολογισθέντα έσοδα ύψους 8.715 δισ. δραχμών), στην εισηγητική έκθεση έγραψαν ότι οι συνολικές εισπράξεις θα φτάσουν στο ποσό των 8.430 δισ. δραχμών. Ομολογούν δηλαδή ότι θα υπάρξει απόκλιση στην είσπραξη των προϋπολογισθέντων εσόδων, αλλά την περιορίζουν από 405 δισ. δραχμές σε 285 δισ. δραχμές!

Συγκεκριμένα, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου ΕΘνικής Οικονομίας και Οικονομικών αποφάσισε να εξωραϊσει την κατάσταση στα χαρτιά, εμφανίζοντας μικρότερη την υστέρηση των συνολικών εσόδων του κράτους από εκείνηπου αναμένεται να σημειωθεί φέτος. Ετσι, "μαγειρεύοντας" τα στοιχεία, εμφανίζουν μικρότερη από την αναμενόμενη, κατά 80 δισ., την υστέρηση των εσόδων του τακτικού προϋπολογισμού (κυρίως φορολογικών) και κατά 40 δισ. δραχμές των εσόδων του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων. Η κυβέρνηση επιδιώκει να πιάσει "μ' ένα σμπάρο δυο τρυγόνια". Με την υποεκτίμηση αυτή, προσπαθεί να εμφανίσει από τη μια μικρότερη - από την πραγματική - την υπέρβαση στα προϋπολογισθέντα για φέτος κρατικά ελλείμματα και από την άλλη μειωμένο το ποσό και το ποσοστό αύξησης των εσόδων που έχουν προϋπολογίσει να εισπράξουν το 1998.

Δεύτερο, έχουν υποεκτιμηθεί ορισμένες δαπάνες, που είχαν προϋπολογιστεί για φέτος κατά μερικές δεκάδες δισ. δραχμές, που αφορούν κυρίως την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους. Με τις αλχημείες στα νούμερα των δαπανών (π.χ. για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους) η κυβέρνηση υποεκτιμά το ποσό και το ποσοστό υπέρβασης της δαπανών. Ετσι εμφανίζονται εξωραϊσμένα τα ελλείμματα, σε βαθμό που το ποσοστό των κρατικών ελλειμμάτων να φαίνεται - στα χαρτιά - ότι προσεγγίζει τους στόχους του Μάαστριχτ. Υποεκτιμημένες θεωρούνται και οι δαπάνες που έχουν εγγραφεί στον προϋπολογισμό του 1998, καθώς και οι ειδήμονες θεωρούν το στόχο που έχει τεθεί, αν όχι εξωπραγματικό, υπερβολικά αισιόδοξο. Αρμόδιοι παράγοντες έλεγαν χαρακτηριστικά ότι το ποσό των κονδυλίων, που προϋπολογίζει να διαθέσει η κυβέρνηση με τον προϋπολογισμό του 1998 για την κάλυψη των βασικών αναγκών του κράτους, αρκεί μόλις για 9 - 10 μήνες!

Τρίτο, όπως φέτος έτσι και του χρόνου, θεωρείται σχεδόν απίθανο το ενδεχόμενο να εκπληρωθούν οι στόχοι για τη συγκράτηση των κρατικών ελλειμμάτων στα επίπεδα που αναφέρονται στην εισηγητική έκθεση του υπουργού Οικονομικών για τον προϋπολογισμό του 1998. Ενδεικτική, από αυτή την άποψη, είναι και η μεγάλη απόκλιση στην εκπλήρωση των στόχων, που είχε θέσει για φέτος η κυβέρνηση για τα κρατικά ελλείμματα και το δημόσιο χρέος. Συγκεκριμένα, ενώ ο προϋπολογισμός που ψήφισε πέρσι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ πρόβλεπε να συγκρατηθεί φέτος το ακαθάριστο έλλειμμα (δηλαδή οι δανειακές ανάγκες μαζί με τα χρεολύσια) στο ποσό των 5.321 δισ. δραχμών ή στο 16,3% του ΑΕΠ, τελικά στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού 1998 ο υπουργός Οικονομικών εκτιμά ότι το τελικό ύψος του ακαθάριστου ελλείμματος θα διαμορφωθεί σε 6.146 δισ. δραχμές ή 18,8% του ΑΕΠ.

Τέταρτο, η αναποτελεσματικότητα της κυβερνητικής πολιτικής φαίνεται και από το γεγονός ότι παρά τις σκληρές θυσίες, στις οποίες υποβάλλονται οι εργαζόμενοι και τα πλατιά λαϊκά στρώματα, δεν έχουμε μείωση του δημόσιου χρέους - σε απόλυτα ποσά ή ως ποσοστό του ΑΕΠ - αλλά αύξηση. Ετσι, ως συνέπεια της διεύρυνσης των κρατικών ελλειμμάτων, το δημόσιο χρέος της χώρας αυξήθηκε από 23.431 δισ. δραχμές ή 110,9% το 1993 σε 36.246 δισ. δραχμές πέρσι ή 122,5% του ΑΕΠ. Για φέτος, η κυβέρνηση εκτιμά ότι το δημόσιο χρέος θα κλείσει στα 39.339 δισ. δραχμές ή 120,2% του ΑΕΠ, αλλά στην πραγματικότητα θα είναι αρκετά μεγαλύτερο.

Διπλό θύμα οι εργαζόμενοι

Παρά τις φραστικές διακηρύξεις της κυβέρνησης και του αρμόδιου υπουργού Οικονομικών, ότι ο προϋπολογισμός του 1998 διακρίνεται για την "κοινωνική του ευαισθησία" και την προσπάθεια να μην προσθέσει νέα βάρη στους εργαζόμενους ή να μη θίξει δαπάνες που αφορούν τα πλατιά λαϊκά στρώματα, η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική.

Για παράδειγμα, στο σκέλος των εσόδων η κυβέρνηση σχεδίασε έτσι τον κρατικό προϋπολογισμό, ώστε οι εργαζόμενοι και τα πλατιά λαϊκά στρώματα να σηκώσουν τόσο το κύριο βάρος της αύξησης των φορολογικών και άλλων εσόδων, όσο και την περικοπή των κρατικών δαπανών. Ενδεικτικά από αυτή την άποψη, είναι και τα εξής δύο στοιχεία:

Πρώτο, ότι τα έσοδα από άμεσους και έμμεσους φόρους προβλέπεται να αυξηθούν κατά 1 τρισ. δραχμές ή κατά 12,7%. Πρόκειται για ένα ποσοστό αύξησης που είναι υπερτριπλάσιο του αναμενόμενου για το 1998 πληθωρισμού (3,7%). Και αποτελεί κοινό μυστικό, ότι το κύριο βάρος των εσόδων του κράτους από άμεσους και έμμεσους φόρους, τους πλήρωναν και τους πληρώνουν οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι, που αποκαλούνται και "υποζύγια" του προϋπολογισμού, ενώ η φορολογία των μεγαλοεισοδηματιών είναι συμβολική.

Δεύτερο, ότι και με τον προϋπολογισμό του 1998 η κυβέρνηση προχώρησε σε νέο σφαγιασμό των δαπανών για μισθούς και συντάξεις δημοσίων υπαλλήλων (προκρίθηκε το σενάριο για εφάπαξ ονομαστική αύξηση των μισθών και συντάξεων 2,5% από την 1η Γενάρη αντί του σεναρίου 2,5% + 2,5% σε δύο δόσεις που έδινε μέση ετήσια αύξηση 3%) και στην παραπέρα συμπίεση των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα κλπ.

Λάμπρος ΤΟΚΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ