ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 5 Σεπτέμβρη 1999
Σελ. /48
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΘΗΝΑΣ
Νέο φως στο βυζαντινό πολιτισμό

Παίρνοντας κανείς ένα ταξί με κατεύθυνση προς το Βυζαντινό Μουσείο της Αθήνας μάλλον είναι αδύνατον να συνεννοηθεί αναφέροντας τον τόπο προορισμού. Χρειάζεται να συμπληρώσει "δίπλα από το Πολεμικό Μουσείο" για να λυθεί η παρεξήγηση. Με άλλα λόγια το πρώτο βυζαντινό μουσείο της χώρας, στο πιο κεντρικό σημείο της πρωτεύουσας, δεν μπόρεσε μέχρι τώρα να είναι ούτε ένα "τοπόσημο" στη λεκτική καθημερινότητα των Αθηναίων, ούτε ένα σημείο απλού γεωγραφικού προσδιορισμού. Κι όμως εκεί συγκεντρώνονται αντικείμενα και έργα τέχνης των δέκα αιώνων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, αντικείμενα των πρώιμων χριστιανικών χρόνων και αντικείμενα των αιώνων μετά την Πτώση μέχρι και το 19ο αι. τότε που έσβησε και ο τελευταίος απόηχος. Δηλαδή ιστορία και πολιτισμός τουλάχιστον 15 αιώνων. Εάν σκεφτούμε ότι δεν είναι αναγνωρίσιμος ούτε ο χώρος που επιλέχθηκε το 1930 για να στεγαστούν όλα αυτά, ένα ουδόλως αμελητέο κτίριο, το μέγαρο της Δούκισσας της Πλακεντίας,Σοφί ντε Μαρμπουά, έργο του αρχιτέκτονα Σταμάτη Κλεάνθη το 1848,τότε τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα και ίσως αποκαλυπτικά. Αποκαλύπτουν ότι το επίσημο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος δε φρόντισε ποτέ να παιδεύσει πολίτες που να γνωρίζουν στοιχειωδώς ιστορία και τουλάχιστον αναγνωρίζουν - πάλι στοιχειωδώς - τον ιστορικό τόπο στον οποίο ζουν. Είναι λοιπόν θέμα στοιχειώδους παιδείας και αυτό είναι το τραγικότερο.

Πότε και πώς γεννήθηκε

Ποια είναι όμως η ταυτότητα του Βυζαντινού Μουσείου; Γεννήθηκε το 1884 και για αρκετά χρόνια έζησε "ανά τας οδούς και τας πλατείας του ιοστεφάνου Αστεως",όπως γλαφυρά σημείωνε ο τότε διευθυντής της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, Γεώργιος Λαμπάκης.Βέβαια ανάλογα με τις πολιτικές και κοινωνικές συνιστώσες της εποχής διαμορφώνεται και η εκθετική φιλοσοφία του Μουσείου. Τότε ο άξονας ήταν η Εκκλησία και το ορθόδοξο δόγμα, έτσι συγκεντρώνονται κυρίως χριστιανικά κειμήλια. Το 1914 ο Αδαμάντιος Αδαμαντίου γίνεται ο πρώτος διευθυντής του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου, που τότε στεγαζόταν στο ισόγειο της Ακαδημίας Αθηνών, και σημειώνεται η πρώτη ιδεολογική μετατόπιση, αναδεικνύοντας τα χαρακτηριστικά της εθνικής ιστορίας και τέχνης. Την αναγνώριση του ελληνισμού μέσα από τα αντικείμενα τέχνης αναπτύσσει περισσότερο από το 1923 ο καθηγητής Γεώργιος Σωτηρίου ως διευθυντής του Μουσείου, ο οποίος όμως διακατεχόταν από τη Μεγάλη Ιδέα. Για πρώτη όμως φορά τα αντικείμενα οργανώνονται σε επιστημονική βάση. Σε αυτόν οφείλεται και η παραχώρηση από το στρατό, το 1930, του Μεγάρου της Δούκισσας της Πλακεντίας.

Οταν το 1960 ορίζεται διευθυντής ο Μανόλης Χατζηδάκης αρχίζει μια νέα φάση στην εκθετική ιδεολογία του Μουσείου. Αναπτύσσονται νέες δραστηριότητες, αναδιοργανώνονται αίθουσες, εκτίθενται νέα αντικείμενα, ιδρύεται το Κεντρικό Εργαστήριο Συντήρησης. Μια πορεία που σταμάτησε απότομα με το πραξικόπημα του 1967 και τη βίαιη απομάκρυνση του Χατζηδάκη, τον οποίο αντικατέστησε ο Αν. Ορλάνδος.Ο Μ. Χατζηδάκης επανήλθε το 1974, αλλά μόνο για ένα χρόνο.

Ηδη πάντως όλα αυτά τα χρόνια, από ιδρύσεως του Μουσείου, είχε παγιωθεί η βασική ιδέα στην έκθεση και ανάδειξη των αντικειμένων του Βυζαντινού Πολιτισμού. Το αντικείμενο αντιμετωπίζεται πρωταρχικά ως έργο τέχνης και αυτή η θεώρηση αποτέλεσε τον εκθετικό άξονα.

Νέα έκθεση σε νέο Μουσείο

Τα τέλη της δεκαετίας του '70 και η δεκαετία του '80 σηματοδότησαν την έναρξη προβληματισμών, για τη φιλοσοφία που διέπει το Βυζαντινό Μουσείο για τη σχέση του με το κοινό και την κοινωνία, τη θέση του στην πόλη, αλλά και για τους χώρους του. Μια άλλη φιλοσοφία που θα μπορούσε να καταστήσει το Μουσείο πόλο έλξης και χώρο ευρύτερης πολιτιστικής δραστηριότητας και κυρίως ένα Μουσείο με εκπαιδευτικό χαρακτήρα. Βέβαια η πρώτη σκέψη ήταν η επέκταση,που αρχίζει να γίνεται πράξη το 1994 και ολοκληρώνεται το 1999, βάσει της μελέτης του αρχιτέκτονα Μ. Περράκη.

Για την αναδιοργάνωση των εκθέσεων και τη βελτίωση των υποδομών του Μουσείου προστέθηκαν 11.000 τ.μ.,που θα φιλοξενήσουν τις μόνιμες εκθέσεις του Μουσείου, τα εργαστήρια συντήρησης,τις αποθήκες,τα αρχεία και τη βιβλιοθήκη.Το νεοκλασικό Μέγαρο θα ανακαινιστεί, ώστε να δέχεται περιοδικές εκθέσεις και συνεργασίες, με φορείς και Μουσεία του εσωτερικού και του εξωτερικού.

Η επέκταση εκτείνεται σε τρία υπόγεια επίπεδα και εκμεταλλεύεται τη φυσική κλίση του εδάφους μεταξύ των λεωφόρων Βασ. Ολγας και Βασ. Κωνσταντίνου. Εκεί θα στεγαστεί η προσπάθεια να αναπτυχθεί μια νέα εκθετική φιλοσοφία, την οποία αναλύει ο διευθυντής του Βυζαντινού Μουσείου, Δημήτρης Κωνστάντιος: "Κατ' αρχήν χρειάζεται να δημιουργήσουμε άλλη σχέση του αντικειμένου με το κοινό. Σχέση παιδευτική και σχέση που θα παρέχει μια σφαιρική εικόνα και γνώση για την ιστορία, τον πολιτισμό, την κοινωνία του Βυζαντίου.Αυτό που θέλουμε να αποφύγουμε είναι ο στείρος αισθητισμός, όπου το έκθεμα αποκόβεται από τις κοινωνικές, πολιτικές και πολιτισμικές συνιστώσες μέσα στις οποίες δημιουργήθηκε. Πρέπει, με κάποιον τρόπο, να ενταχθεί μέσα στο πραγματικό σύστημα αξιών και κοινωνικών εξελίξεων. Η αυτονομία ενός έργου τέχνης είναι μόνο σχετική.

Στην πράξη μια τέτοια φιλοσοφία προσπαθεί να ξεπεράσει τον κλασικό και γνωστό μέχρι σήμερα τρόπο της έκθεσης - γκαλερί. "Το ζήτημα είναι, συμπληρώνει ο διευθυντής του Βυζαντινού Μουσείου, να συνδυαστεί το έργο τέχνης με την ιστορία, αλλά και με τις κατακτήσεις της επιστήμης στο Βυζαντινό και Μεταβυζαντινό Πολιτισμό".

Εδώ και αρκετό καιρό αρχαιολόγοι και αρχιτέκτονες του Μουσείου εργάζονται για τη μελέτη της νέας έκθεσης. Η μελέτη θα παρουσιαστεί στη διεθνή επιστημονική κοινότητα το Νοέμβρη και αμέσως μετά θα τεθεί στην κρίση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου.

"Η εργασία διέπεται από τις βασικούς άξονες", λέει Δ. Κωνστάντιος. "Μέσα από τα αντικείμενα αναδεικνύονται ο αυτοκράτορας και η αυλή, η Εκκλησία και το χριστιανικό δόγμα και η ελληνικότητα του Βυζαντίου". Οι ενότητες της έκθεσης περιδιαβαίνουν την ιστορική εξέλιξη του Βυζαντίου, της οποίας είδωλο είναι χαρακτηριστικές στιγμές της τέχνης προσεκτικά μελετημένες και επιλεγμένες.

Ο επισκέπτης του Μουσείου πρώτα θα περιηγηθεί σε αντικείμενα, κυρίως γλυπτά που δημιουργήθηκαν στους αιώνες κατά "Το πέρασμα από την Αρχαιότητα στο Βυζάντιο",δηλαδή η μετάβαση από την ειδωλολατρία στο χριστιανισμό.

Μια άλλη μεγάλη ενότητα και ιδιαίτερα δύσκολη στην παρουσίαση της είναι η λεγόμενη "Εποχή των Σκοτεινών Αιώνων" (7ος - 8ος αιώνας) δηλαδή η περίοδος της Εικονομαχίας.Αιώνες που σημειώνεται ιδιαίτερη κοινωνική και πολιτική κινητικότητα, με συνέπειες στο παρόν και το μέλλον της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η δυσκολία, βέβαια, εντοπίζεται στην απουσία πολλών αντικειμένων. Ομως "κι αυτή ακόμα η απουσία είναι ένα δείγμα αυτών των χρονών. Ουσιαστικά μιλάμε για την "εποχή του Χριστού χωρίς πρόσωπο"". Ετσι, μεγάλο μέρος αυτής της ενότητας θα έχει το οπτικοακουστικό υλικό, ενώ τα εκθέματα είναι κυρίως χρηστικά αντικείμενα, σκεύη και τοιχογραφίες με ανεικονικές παραστάσεις.

Η επόμενη ενότητα που θα καταλαμβάνει και μεγάλο μέρος των αιθουσών είναι"Ο θρίαμβος της εικόνας", που σημαίνει θρίαμβος της Ορθοδοξίας. Δεκάδες εικόνες και τοιχογραφίες, αριστουργήματα της βυζαντινής τέχνης, μοναδικοί μάρτυρες του δημόσιου βίου, του ρόλου του αυτοκράτορα και βέβαια αναδεικνύεται η σχέση της εικόνας με το νέο βυζαντινό ναό, αφού εξυπηρέτησε συγκεκριμένες λειτουργικές ανάγκες και ανάγκες προβολής και καθιέρωσης του δόγματος. Σε αυτή την ενότητα θα εκτεθούν εξαίρετα δείγματα ζωγραφικής από τον 9ο έως τον 15ο αιώνα,εικόνες μεσοβυζαντινές, υστεροβυζαντινές και παλαιολόγειες. Αυτή η περιοδολόγηση κάθε φορά εκφράζει μια σειρά κοινωνικών εξελίξεων ανόδου, στασιμότητας, αγωνίας για την επιβίωση της αυτοκρατορίας, παρακμής και τελικά πτώσης. Στην περιδιάβαση όλων αυτών των περιόδων με επιγραφές, κείμενα βυζαντινών λόγιων, χειρόγραφα, επισήμανση ελληνικών μοτίβων θα αναδεικνύεται η ελληνικότητα του Βυζαντίου σε όλες της τις εκφάνσεις, εκεί που βυθίζεται και εκεί που αναδύεται μέχρι το 1204, όπου παγιώνεται ο ελληνικός χαρακτήρας της αυτοκρατορίας.

Το δικό του χώρο θα έχει ένα από τα σημαντικότερα μνημειακά σύνολα που φυλάσσονται στο Βυζαντινό Μουσείο. Πρόκειται για τις τοιχογραφίες του ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Επισκοπή Ευρυτανίας.Θα εκτεθούν τα τρία στρώματα τοιχογραφιών που αποκαλύφθηκαν στο ναό, δηλαδή τοιχογραφίες με ανεικονικό διάκοσμο από την περίοδο της Εικονομαχίας, τοιχογραφίες του 11ου αιώνα και τοιχογραφίες του 13ου. Η αποτοίχισή του πραγματοποιήθηκε το 1965 όταν το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο επέτρεψε την καταβύθιση του ναού προκειμένου να κατασκευαστεί το φράγμα του Αχελώου.

Επίσης, ξεχωριστή ενότητα στο εκθεσιακό πρόγραμμα θα είναι τα αντικείμενα του κοσμικού και ιδιωτικού βίου.

Τα χρόνια, λίγο πριν την πτώση, και οι αιώνες μετά την Αλωση το 1453 θα είναι η επόμενη στάση του επισκέπτη. Αιώνες κατά τους οποίους συνεχίστηκε αδιάκοπα και σε όλη την Ελλάδα η παραγωγή εικόνων ως δείγμα έκδηλης αγωνίας να μη σπάσουν οι συνδετικοί κρίκοι και οι συνεκτικοί ιστοί του έθνους. Η έκθεση θα οργανωθεί με τρεις υποενότητες.Η πρώτη θα έχει ως θέμα τον "Ελληνισμό υπό τους Ενετούς", με κύριους άξονες την καλλιτεχνική παραγωγή στην Κρήτη και στα Επτάνησα. Εικόνες του Αγγελου, του Δαμασκηνού, του Θωμά Μπαθά, του Εμμανουήλ Τζανφουρνάρη, του Εμμανουήλ Λαμπάρδου, του Εμμανουήλ Τζάνε, του Φιλόθεου Σκούφου, του Θεόδωρου Πουλάκη και ιταλοκρητικές εικόνες. Η ζωγραφική που αναπτύχθηκε στην Κρήτη και τα Επτάνησα είναι εκείνη που έχει πιο επιμελημένες καλλιτεχνικές φόρμες, είναι κοσμοπολίτικη και βέβαια βγαίνει έξω από τα ελληνικά σύνορα σε αντίθεση με την επαρχιώτικη ζωγραφική των τοπικών εργαστηρίων, της Κεντρικής Ελλάδας, της Ηπείρου και της Μακεδονίας, που παρουσιάζονται στη δεύτερη υποενότητα που είναι: "Ο Ελληνισμός υπό τους Τούρκους".Εδώ αναπτύσσονται δύο κατηγορίες. Η μία αφορά στο ρόλο των μοναστηριών και στα εργαστήρια που ζωγράφισαν σε αυτά. Η δεύτερη τιτλοφορείται "Τα κειμήλια προσφύγων".Το Βυζαντινό Μουσείο διαθέτει μια συλλογή 280 αντικειμένων (εικόνες, σκεύη, μικροτεχνία, υφάσματα κ.ά.) από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία που έφεραν οι πρόσφυγες μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922.

Η τρίτη υποενότητα περιλαμβάνει εικόνες του 18ου και 19ου αιώνα, όπου σημειώνεται η ρήξη με τις βυζαντινές παραδόσεις.

Τέλος, στην ενότητα της μεταβυζαντινής τέχνης θα έχει αυτόνομη παρουσία η πολύ σπουδαία συλλογή Λοβέρδου με εικόνες από το 15ο έως τον 20ό αι. Η έκθεσή του θα πλαισιωθεί με οπτικοακουστικό υλικό.

Ολοκληρώνοντας, ο επισκέπτης, την περιήγηση στο Βυζαντινό Πολιτισμό θα βρεθεί σε μια ξεχωριστή έκθεση, με θέμα πώς γεννήθηκε το Βυζαντινό Μουσείο.Εδώ, με οπτικοακουστικό υλικό στο οποίο περιλαμβάνονται περίπου 4.000 γυάλινες πλάκες, με εικόνες από τις πρώτες δεκαετίας του Μουσείου, θα γίνει ιδιαίτερη μνεία - φόρος τιμής στους πρώτες διευθυντές του Μουσείου,στην επιστημονική και διοικητική συμβολή τους, επισημαίνοντας ταυτόχρονα πως οι εκθετικές τους αντιλήψεις συνδέθηκαν με την πολιτική και κοινωνική διάσταση της εποχής.

Το επόμενο κομμάτι των δραστηριοτήτων του Βυζαντινού Μουσείου, που επίσης εντάσσεται στην προσπάθεια αλλαγής της σχέσης με το κοινό είναι η συμμετοχή σε εκθέσεις και προγράμματα του εξωτερικού, καθώς και η συμμετοχή σε εκθέσεις του εσωτερικού.Πρώτα απ' όλα, βέβαια, να πούμε ότι σύντομα θα ξεκινήσει μια συστηματική εκδοτική δραστηριότητα για τα αντικείμενα του Μουσείου, ενώ έχει αποφασιστεί η έκδοση περιοδικού.

Εν τω μεταξύ, ήδη μετέχει σε τρία προγράμματα πληροφορικής, σχετικά με την οργάνωση των Μουσείων, ενώ το 2000 θα μετάσχει με 35 αντικείμενα στη διεθνή έκθεση της Τεργέστης με θέμα "Χριστιανοί της Ανατολής". Εξάλλου, έχει ξεκινήσει η προετοιμασία για τη μεγάλη έκθεση που θα γίνει στη Γερμανία το 2001.

Στο εσωτερικό το Βυζαντινό Μουσείο συνεργάζεται με το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης, για την έκθεση των κοπτικών υφασμάτων, με το Μουσείο Μπενάκη, το Πελοποννησιακό Ιδρυμα κ.ά. Τέλος, οι αρχαιολόγοι του Μουσείου ήδη προετοιμάζουν και μελετούν το υλικό για την έκθεση του Μουσείου το 2004 με θέμα "Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή Αθήνα".

Κι επειδή ο περιβάλλων χώρος είναι εκείνος που τελικά βάζει την τελευταία πινελιά σ' ένα χώρο πολιτισμού, ο διευθυντής του Μουσείου μάς λέει ότι σύντομα θα προκηρυχτεί η σχετική μελέτη.Εδώ προτείνεται, μάλλον, μία "πιλοτική ενοποίηση". Στόχος είναι να ενοποιηθεί ο αρχαιολογικός χώρος του Λυκείου του Αριστοτέλη με τον αύλειο χώρο του Μουσείου, ώστε να δημιουργηθεί ένας περίπατος. Παράλληλα, ο αύλειος χώρος θα διαμορφωθεί ανάλογα σε μια υπαίθρια γλυπτοθήκη, ένα μικρό θέατρο, εντευκτήριο κ.ά. Γι' όλα αυτά η διεύθυνση του Μουσείου θα προτείνει την ένταξη των προγραμμάτων στο Γ ΚΠΣ.

Ψηφιδωτή εικόνα της Θεοτόκου "Η επίσκεψις" (14ος αι.) από την Τριγαία Μ. Ασίας

Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ (εικόνα του 14ου αι.)

Αγιος Γεώργιος (εικόνα του 14ου αι.)

Επιτύμβια στήλη με τον Ορφέα, πλαισιωμένο από φανταστικά και πραγματικά ζώα (από την Αίγινα, 4ος αι.)

Ανάγλυφη παράσταση της Σταύρωσης

KEIMENA: Δήμητρα ΜΥΡΙΛΛΑ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ