Με αφορμή λαθρανασκαφή στον σημαντικό αρχαιολογικό χώρο, το ΠΑΣΟΚ «ανακάλυψε» τις ελλείψεις στη φύλαξη. «Αλλα λόγια ν' αγαπιόμαστε» το ΥΠΠΟ
Οι λαθρανασκαφείς έσκαψαν σε δύο σημεία στη θέση Μοναστηριακά της Κνωσού, γνωρίζοντας βέβαια τι ψάχνουν. Σύμφωνα με τη λιτή ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού «το πρώτο (σ.σ. σημείο) εγκαταλείφθηκε αμέσως λόγω της ύπαρξης βράχου. Στο δεύτερο έγινε περιορισμένη αποχωμάτωση, χωρίς όμως να εντοπιστεί από τους αρχαιοκάπηλους η είσοδος του τάφου, ο οποίος δεν έχει καθόλου θιγεί. Επομένως, δεν υπάρχει καμία σύληση τάφου ούτε αποκομιδή αρχαίων αντικειμένων από τους αρχαιοκάπηλους, όπως ανακοινώθηκε από ορισμένα ΜΜΕ, αφού οι αρχαιοφύλακες (σ.σ. ο εξής ένας!) εντόπισαν την απόπειρα λαθρανασκαφής έγκαιρα».
Η λαθρανασκαφή εντοπίστηκε από την αρχαιολογική υπηρεσία την Τρίτη, έλαβε δημοσιότητα από την εφημερίδα «Τα Νέα» χτες και «συνοδεύτηκε» από Ερώτηση βουλευτή του ΠΑΣΟΚ προς τον υπουργό Πολιτισμού. Οι επισημάνσεις αυτές έχουν σημασία, όχι για να υπονομεύσουν το γεγονός της λαθρανασκαφής, αλλά, αντίθετα, για να υπογραμμίσουν πως η προστασία και ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς έγινε «αίφνης» σημαίνον αντικείμενο πολιτικής σπέκουλας της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τη στιγμή που επί χρόνια ασκούσε την ίδια επικίνδυνη πολιτική για τον πολιτισμό που ακολουθεί σήμερα «κατά πόδας» η ΝΔ.
Η πολιτική αυτή είναι η αιτία για το ότι υπάρχει μόλις ένας φύλακας για να... «φυλάει» (σ.σ. αντικειμενικά αδύνατον δηλαδή) δύο ζώνες αρχαιολογικού ενδιαφέροντος της Κνωσού, τα έργα διαπλάτυνσης του δρόμου που οδηγεί στο χώρο, ενώ του «φόρτωσαν» και άλλες δύο περιοχές «ευθύνης» του, τον Πόρο και τον Κατσαμπά! Η κατάσταση αυτή «σέρνεται» επί χρόνια και βέβαια, ούτε η ΝΔ φρόντισε να την αλλάξει, ενώ, αντίθετα, «φρόντισε» τη συνέχιση της εργασιακής «ομηρίας» των συμβασιούχων στο ΥΠΠΟ και την «αποψίλωση» των υπηρεσιών του.
Κατά το ΥΠΠΟ «ήδη έχουν ενημερωθεί οι αρμόδιες αστυνομικές αρχές και η ΚΓ΄ ΕΠΚΑ άρχισε σωστική αρχαιολογική έρευνα σύμφωνα με τον αρχαιολογικό νόμο 3028/2002. Το ΥΠΠΟ αντιμετωπίζει με μεγάλη υπευθυνότητα το πρόβλημα των λαθρανασκαφών σε όλη την επικράτεια και καταβάλλει κάθε προσπάθεια για την αντιμετώπισή του»!
Λέξη δεν αναφέρεται στην ανακοίνωση για την τραγική έλλειψη σε φυλακτικό προσωπικό, ενώ είναι γνωστό πως ούτε συμβασιούχοι μπορούν να καλύψουν θέσεις εξωτερικής φύλαξης αρχαιολογικών χώρων. Απαιτείται λοιπόν μόνιμο προσωπικό. Αντίθετα, συμβασιούχοι μπορούν να καλύψουν τη φύλαξη αιθουσών μουσείων, ωστόσο, μέχρι και χτες, δύο αίθουσες του Μουσείου Ηρακλείου παρέμεναν κλειστές λόγω, ουσιαστικά, έλλειψης φύλακα και όχι «λόγω εργασιών» όπως αναφέρει η σχετική ταμπέλα στην πόρτα.
Θησαυρός αργυρών αθηναϊκών νομισμάτων του 4ου αι. π.Χ. αποκαλύφθηκε στις 21/7 κατά την ανασκαφή που διενεργείται από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αρχαία Αγορά και συγκεκριμένα κατά τις διερευνητικές τομές στην περιοχή του κτιρίου γνωστού ως Στρατηγείο.
Σύμφωνα με το υπουργείο Πολιτισμού ο αριθμός των νομισμάτων δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί, αλλά το συνολικό βάρος τους ξεπερνά τα 5 χιλιόγραμμα. Επιπλέον «στο ίδιο σύνολο φαίνεται να ανήκουν 45 ακόμα αργυρά νομίσματα, κυρίως τετράδραχμα του 5ου αι. π.Χ., τα οποία βρέθηκαν τις τελευταίες ημέρες στις επιχώσεις του ιδίου κτιρίου».
Το εύρημα έχει εξαιρετική σημασία κατά τους αρχαιολόγους, «καθώς ο αριθμός των αργυρών νομισμάτων που έχουν αποκαλυφθεί, κατά τις ανασκαφές στην Αγορά, είναι περιορισμένος και ελάχιστοι είναι οι θησαυροί που μέχρι σήμερα έχουν έρθει στο φως». Η μελέτη του συγκεκριμένου υλικού «θα δώσει χρησιμότατες πληροφορίες για την αθηναϊκή νομισματοκοπία και τις οικονομικές δραστηριότητες της εποχής. Η ερμηνεία του ευρήματος θα συμβάλλει επίσης στη μελέτη του κτιρίου που έχει ταυτιστεί με την έδρα των στρατηγών του αθηναϊκού κράτους. Τέλος, ο θησαυρός επιβεβαιώνει την οικονομική ανάκαμψη του αθηναϊκού κράτους κατά τον 4ο αι. π.Χ.».
Και οι δύο κρατούν στα χέρια τους έναν καινούριο δίσκο, ενώ βγαίνουν από έναν ιδιαίτερα πετυχημένο χειμώνα. Η Τάνια μετράει «2 Χρόνια Μετρό - Ζωντανή Ηχογράφηση», σ' ένα διπλό cd που μεταφέρει την ατμόσφαιρα των παραστάσεων που δόθηκαν το διάστημα 2003 - 2005. Η Ελένη παρουσιάζει με την έκδοση «Αγαπημένο μου Ημερολόγιο!», ένα πραγματικό γλέντι που στηρίχτηκε στις πιο ζωντανές στιγμές του δημοτικού και λαϊκού τραγουδιού.
Η παρέα συμπληρώνεται με φίλους και εξαίρετους μουσικούς, τον Στέργιο Γαργάλα στο βιολί, τον Μανώλη Καραντίνη στο μπουζούκι, τον Βαγγέλη Κοντόπουλο στο μπάσο, τον Δημήτρη Μπαρμπαγάλα στην ηλεκτρική κιθάρα, τον Σπύρο Παναγιωτόπουλο στα τύμπανα, τον Γιάννη Παπαζαχαριάκη στην ακουστική κιθάρα και τον Τάκη Φαραζή στα πλήκτρα. Τον ήχο επιμελούνται οι Ηλίας Λάκκας & Ηλίας Τριντής ενώ στα φώτα είναι ο Γιώργος Χαραλάμπους.
«Η παλαιά Κεφαλονιά» είναι μια φωτογραφική ξενάγηση στο παλιό Αργοστόλι, εκείνο που χάθηκε για πάντα στους σεισμούς του 1953, με οδηγό τις εικόνες, τις αναμνήσεις και το συναίσθημα. Μια ξενάγηση που ξεκινά από την περιοχή του Δραπάνου και, περνώντας από τη Γέφυρα και περιδιαβαίνοντας τους δρόμους και τις γειτονιές της πόλης, καταλήγει στο Φανάρι των Αγίων Θεοδώρων. Η ξενάγηση γίνεται με τη μορφή αφήγησης και με πρωταγωνίστρια-οδηγό μια νεαρή φωτογράφο, που πέρασε εκεί τα παιδικά της χρόνια, μα οι δρόμοι της τύχης την οδήγησαν αλλού και η οποία την ημέρα του πρώτου μεγάλου σεισμού, 9 Αυγούστου 1953, και χωρίς η ίδια φυσικά να γνωρίζει τίποτα για τη μεγάλη καταστροφή που έρχεται, επιστρέφει στο Αργοστόλι και ξεκινά έναν μεγάλο περίπατο με σκοπό να φωτογραφίσει την πόλη των παιδικών της χρόνων.
Στα «παρελκόμενα» της τραγικής κατάληξης που είχε η πρόσφατη πυρκαγιά στον Πύργο Ηλείας με το χαμό του επιπυραγού Φώτη Αναγνώπουλου συγκαταλέγεται η ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού, ότι το ερειπωμένο, παλιό κτίριο όπου εκδηλώθηκε η πυρκαγιά, δεν ήταν διατηρητέο.
Η ανακοίνωση αναφέρει, μεταξύ άλλων: «το κτίριο της οδού Αλαμάνας και Σινοπούλου 18, στον Πύργο το οποίο στις 9/8/2005 καταστράφηκε από πυρκαγιά, δεν ανήκει στην κατηγορία αυτή (σσ. διατηρητέο), αφού δεν είχε χαρακτηριστεί ως διατηρητέο μνημείο, ούτε είχε καν καταγραφεί ως αξιόλογο. Αντίθετα με τα στοιχεία που υπάρχουν, επρόκειτο να κατεδαφιστεί από τους ιδιοκτήτες κληρονόμους Λαμπαούνα».