Στα τελευταία 12 χρόνια της λιτότητας των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, μεγάλωσε η εκμετάλλευση των εργαζομένων και ενισχύθηκε η κερδοφορία για το μεγάλο κεφάλαιο
Κανείς, ή σχεδόν κανείς, δεν αμφισβητεί το γεγονός ότι με τους υψηλούς ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ η ελληνική οικονομία έγινε πλουσιότερη. Ούτε, βέβαια, αναιρείται εύκολα το επιχείρημα - που τόσο συχνά επικαλείται ο πρωθυπουργός και το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησής του - ότι η Ελλάδα ανήκει στο κλαμπ των 25 πλουσιότερων χωρών του κόσμου. Αυτό είναι δεδομένο, που το επιβεβαιώνουν και τα στοιχεία της ελληνικής και της κοινοτικής στατιστικής υπηρεσίας, τα οποία μας πληροφορούν πως τα τελευταία 13 χρόνια μίκρυνε κατά περίπου 10 μονάδες η ψαλίδα που χώριζε την Ελλάδα με το μέσο όρο των άλλων χωρών-μελών της ΕΕ, στο επίπεδο του παραγόμενου εγχώριου πλούτου και του κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (ΜΑΔ).
Μια προσεκτικότερη ανάγνωση των στοιχείων, που παραθέτουμε στη συνέχεια μαζί με το σχετικό πίνακα, σχετικά με τον τρόπο που μοιράζεται η πίτα του ΑΕΠ και το αυξανόμενο κομμάτι της πίτας, πείθει και τον πιο αδαή ότι η Ελλάδα:
Πρώτον, έγινε ισχυρότερη και πλουσιότερη μόνο για λίγους. Κι αυτοί δεν είναι άλλοι, παρά η ολιγαρχία του πλούτου, δηλαδή τα μονοπώλια και οι μεγαλοεπιχειρηματίες που καρπώνονται τη μερίδα του λέοντος από τα οφέλη των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης, όπως μαρτυρούν και τα προκλητικά ποσοστά αύξησης των κερδών και υπερκερδών τους τα τελευταία χρόνια.
Δεύτερον, παραμένει φτωχή και «ψωροκώσταινα» για τη συντριπτική πλειοψηφία του εργαζόμενου λαού, που, απλά, τσιμπολογά κάποια «ψίχουλα» από την αύξηση του ΑΕΠ. Δηλαδή, οι άνθρωποι του μόχθου και της δουλιάς, που είναι οι αποκλειστικοί δημιουργοί του εγχώριου παραγόμενου πλούτου, βλέπουν το βιοτικό τους επίπεδο να παραμένει καθηλωμένο.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, όπως τα επεξεργάστηκε και τα παρουσιάζει σήμερα ο «Ρ» στο σχετικό πίνακα, το ΑΕΠ (δηλαδή ο πλούτος που παράγεται στην Ελλάδα από τους ανθρώπους του μόχθου και της δουλιάς) αυξήθηκε από το 1990 μέχρι το 2002 κατά 34,6 τρισεκατομμύρια δραχμές, ήτοι κατά 263,6%.
Η κατανομή του, όμως, έγινε με καθαρά ταξικά κριτήρια, καθώς οι μεγάλοι κερδισμένοι από τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης ήταν το μεγάλο κεφάλαιο και οι μεγάλοι χαμένοι οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι και γενικότερα τα πλατιά λαϊκά στρώματα. Αυτό τεκμηριώνεται και από τα εξής 3 στοιχεία.
Πρώτον, από τα 34,6 τρισεκατομμύρια που αυξήθηκε, συνολικά, η πίτα του ΑΕΠ:
Δεύτερον, μια άλλη πλευρά, που αποκαλύπτει τους μεγάλους κερδισμένους και μεγάλους χαμένους των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης και των προσπαθειών των κυβερνήσεων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ να κάνουν την Ελλάδα «ισχυρότερη», είναι και το γεγονός ότι από το 1990 μέχρι το 2002, που το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 263,6%:
Τρίτον, η διάρθρωση του ΑΕΠ μάς πληροφορεί ότι ενώ το 1990 το κομμάτι της πίτας του ΑΕΠ που κατέληγε στις τσέπες των διαφόρων μικρών και μεγάλων επιχειρηματιών με τη μορφή εισοδημάτων εκτός εργασίας (κέρδη και άλλα εισοδήματα) ήταν 54,9%, το κομμάτι αυτό μεγάλωσε σχεδόν κατά μια ολόκληρη ποσοστιαία μονάδα καθώς έφτασε το 2002 να αντιπροσωπεύει το 55,8%. Αντίθετα, τα εισοδήματα των μισθωτών, συνταξιούχων, ανέργων, απασχολήσιμων κλπ. - που εμφανίζονται σαν «αμοιβές εργαζομένων» - μειώθηκαν και από 35,7% που ήταν το 1990 έπεσαν το 2002 στο 33,5%.
Και μόνον το τελευταίο στοιχείο, που δείχνει ότι μίκρυνε το κομμάτι της πίτας του ΑΕΠ που καταλήγει στις τσέπες των εργαζομένων-συνταξιούχων και ανέργων και μεγάλωσε το κομμάτι της πίτας του ΑΕΠ που μοιράστηκαν μεταξύ τους οι μεγαλοεπιχειρηματίες, τα λέει όλα. Αποκαλύπτει, με σαφήνεια, ότι τα προγράμματα «Σύγκλισης» ή «Σταθερότητας και Ανάπτυξης», που υπερασπίζονται και υπηρετούν με ευλαβική συνέπεια και το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, οδηγούν στη «σταθεροποίηση και ανάπτυξη» των κερδών και υπερκερδών για το μεγάλο κεφάλαιο και παράλληλα στη σταθεροποίηση και ανάπτυξη της φτώχειας για τα πλατιά λαϊκά στρώματα.