ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 9 Μάρτη 2003
Σελ. /24
Δυσοίωνες προβλέψεις και για την «επόμενη μέρα» στις ΗΠΑ

Παπαγεωργίου Βασίλης

Διανύουμε κατά πάσα πιθανότητα την τελευταία βδομάδα πριν την επιδρομή κατά του Ιράκ. Αν δεχτούμε ότι μια από τις βασικές αιτίες αυτού του πολέμου είναι η συνεχιζόμενη οικονομική κρίση στα τρία μεγάλα καπιταλιστικά κέντρα (ΗΠΑ, Ευρωπαϊκή Ενωση, Ιαπωνία), τότε έχει αξία να δούμε και πώς εκτιμούν οι ίδιοι οι καπιταλιστές τις συνέπειες που θα έχουν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στην οικονομία.

Θα περίμενε κανείς ότι, ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι επιχειρήσεις προσδοκούν ευεργετικά αποτελέσματα από έναν πόλεμο μικρής διάρκειας και με ολοκληρωτική επικράτηση των αμερικανικών δυνάμεων. Προς αυτή την κατεύθυνση κινούνταν οι δηλώσεις του προέδρου της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ (FED), Αλαν Γκρίνσπαν και του Αμερικανού υπουργού Οικονομικών Τζον Σνόου, οι οποίοι εκτιμούν ότι αφ' ης στιγμής τελειώσει ο πόλεμος στο Ιράκ, η αμερικανική οικονομία θα ανθίσει και πάλι. Και όμως, δεν είναι έτσι.

Σε έρευνα, στην οποία συμμετείχαν 1.200 μέλη της Εθνικής Ομοσπονδίας Ανεξαρτήτων Επιχειρήσεων, τα κορυφαία στελέχη των μεγαλύτερων αμερικανικών επιχειρήσεων, μόνο το 8% ανέφερε ότι οι πολιτικές συνθήκες (δηλαδή ο πόλεμος) είναι ο βασικός παράγοντας για την πορεία της οικονομίας.

«Δε νομίζω ότι πρόκειται να υπάρξει μεγάλη διαφορά από έναν μικρής διάρκειας πόλεμο», δήλωσε στο πρακτορείο «Ρόιτερς» ο Χανς Κρέμερ, πρόεδρος της Baxter International, της μεγαλύτερης εταιρίας επεξεργασίας αίματος και των παραγώγων του. «Εάν κανείς παρατηρήσει προσεκτικά τις περισσότερες βασικές βιομηχανίες, συνέχισε ο κ. Κρέμερ, θα διαπιστώσει ότι υπάρχει πλεονάζον παραγωγικό δυναμικό, ενώ η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας έχει καθυστερήσει».

Φαίνεται, λοιπόν, ότι οι Αμερικανοί επιχειρηματίες δε συμμερίζονται καθόλου την αισιοδοξία του επιτελείου του Αμερικανού Προέδρου Μπους για μια ταχύτατη ανάκαμψη της οικονομίας μετά από μια επιτυχημένη επιδρομή στο Ιράκ, η οποία, μεταξύ των άλλων, θα φέρει στα χέρια των ΗΠΑ τα τεράστια ιρακινά πετρελαϊκά κοιτάσματα, όπως και τον πλήρη έλεγχο της διεθνούς αγοράς του πετρελαίου.

Αυτό με τη σειρά του αποδεικνύει ότι η οικονομική κρίση στις ΗΠΑ είναι πολύ βαθύτερη απ' όσο υπολογιζόταν αρχικά και ότι το ξεπέρασμά της είναι πολύ δύσκολο.

Η δυσπραγία της αμερικανικής οικονομίας και η θολή προοπτική της ανάκαμψης προκαλούν διάσταση απόψεων και μεταξύ των ιθυνόντων. Από τη μια, ο Πρόεδρος Μπους και πολλοί Ρεπουμπλικανοί υποστηρίζουν ότι το Κογκρέσο πρέπει να προχωρήσει τώρα στη μείωση των φόρων του μεγάλου κεφαλαίου, με στόχο την πραγματοποίηση επενδύσεων και την αναθέρμανση της οικονομίας. Από την άλλη, ο πρόεδρος της FED υποστηρίζει ότι τα μέτρα αυτά πρέπει να καθυστερήσουν, γιατί υπάρχει κίνδυνος να απορροφηθεί η μείωση των φόρων από τις επιχειρήσεις, χωρίς να υπάρξει αναθέρμανση.

Ενα χαρακτηριστικό στοιχείο για την κατάσταση που επικρατεί στην αμερικανική οικονομία είναι ότι το Γενάρη του 2003 τα εργοστάσια λειτουργούσαν μόλις στο 75,7% του παραγωγικού τους δυναμικού. Το ποσοστό αυτό είναι κατά οκτώ μονάδες μικρότερο απ' την περίοδο πριν την οικονομική ύφεση.

Τέλος, σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία για την πορεία των χρηματιστικών δεικτών, ο δείκτης Standard & Poor's 500, ο οποίος αντιπροσωπεύει τις 500 μεγαλύτερες επιχειρήσεις των ΗΠΑ, έχασε μέσα σε ένα χρόνο το 29% της αξίας του.


ΚΕΙΜΕΝΑ:
Δάνης ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Ευρω-αμερικανικός πόλεμος για δασμούς και φόρους

Οι αντιθέσεις ΗΠΑ-Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν περιορίζονται μόνο στο θέμα της επιδρομής κατά του Ιράκ. Μάλιστα, σε άλλα πεδία, όπως στο εμπόριο, οι αντιθέσεις τείνουν να πάρουν τη μορφή ανοιχτού πολέμου. Το ενδιαφέρον είναι ότι στην περίπτωση αυτή οι «δεκαπέντε» εμφανίζονται με αρραγή ενότητα και αποφασιστικότητα απέναντι στους υπερατλαντικούς «φίλους».

Το τελευταίο επεισόδιο στον εμπορικό «πόλεμο» ΗΠΑ-ΕΕ ξέσπασε με αφορμή τον αμερικανικό νόμο του 2001, που επιτρέπει σε επιχειρήσεις της χώρας να κερδίσουν φοροαπαλλαγές στις εξαγωγές τους. Αυτή η απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης εξόργισε τους ιθύνοντες των Βρυξελλών αφού συνιστά παραβίαση του «ελεύθερου ανταγωνισμού», ο οποίος απαγορεύει την οποιαδήποτε κρατική οικονομική ενίσχυση των επιχειρήσεων. Συνέπεια αυτής της απόφασης ήταν να βρεθούν τα ομοειδή ευρωπαϊκά προϊόντα σε δυσμενέστερη μοίρα. Σύμφωνα με τους μετριοπαθέστερους υπολογισμούς, η ζημιά των Ευρωπαίων θα έφτανε τα 4 δισεκατομμύρια δολάρια. Παρά τις διαμαρτυρίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς την κυβέρνηση των ΗΠΑ, η αμερικανική ηγεσία επέμεινε στις φοροαπαλλαγές με τη δικαιολογία της οικονομικής κρίσης.

Σημειώνεται ότι μετά από προσφυγή της ΕΕ, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου αποφάσισε ότι ο αμερικανικός νόμος είναι παράνομος και έδωσε το δικαίωμα στην ΕΕ να διπλασιάσει τους δασμούς σε αμερικανικές εξαγωγές ύψους 4 δισ. δολαρίων. Παρά το γεγονός ότι αυτή η απόφαση ελήφθη το 2001 έμεινε μέχρι σήμερα ανενεργός γιατί η Κομισιόν ήθελε να δείξει «καλή θέληση». Φαίνεται όμως ότι η «καλή θέληση» εξαντλήθηκε και την περασμένη Πέμπτη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ολοκλήρωσε τη λίστα των αμερικανικών προϊόντων τα οποία θα υπόκεινται σε εμπορικές κυρώσεις ύψους 4 δισ. δολαρίων. Ταυτόχρονα, η Επιτροπή ζητάει την επιβολή φόρου μέχρι 100% σε μια σειρά αμερικανικών προϊόντων.

Η επίσκεψη του αρμόδιου για θέματα εμπορίου κοινοτικού επιτρόπου, Πασκάλ Λαμί, στις ΗΠΑ αυτή τη βδομάδα θα αποδείξει αν και κατά πόσο οι Ευρωπαίοι «συνεταίροι» είναι αποφασισμένοι να επιμείνουν στην απόφασή τους, ή αν η απόφασή τους ήταν ένα χάρτινο διαπραγματευτικό τέχνασμα. «Η ΕΕ ακολουθεί την απαραίτητη διαδικασία για τη λήψη αντίμετρων σε περίπτωση που η διαδικασία συμμόρφωσης των ΗΠΑ δεν έχει ταχεία αποτελέσματα», δήλωσε ο Π. Λαμί. Εμπειρογνώμονες της αγοράς εκτιμούν πως η ευρωπαϊκή κίνηση σχεδιάστηκε ώστε να ενισχύσει τη διαπραγματευτική θέση του επιτρόπου. Τέλος, το αμερικανικό Κογκρέσο ανακοίνωσε ότι συζητά πρόταση για την αλλαγή του φορολογικού νόμου, όμως η ψήφιση του νομοσχεδίου δεν είναι εξασφαλισμένη.

ΜΕ ΔΥΟ ΛΟΓΙΑ

ΕΥΡΩΕΠΙΤΟΚΙΑ.Στο 2,5% μειώθηκε το βασικό επιτόκιο του ευρώ όπως αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την Πέμπτη. Η κεντρική τράπεζα μετά τα τελευταία αρνητικά μακροοικονομικά στοιχεία στην ευρωζώνη και το φόβο επιστροφής σε ύφεση το πρώτο εξάμηνο φέτος, προχώρησε σε νέα χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής της, παρέχοντας φθηνότερο χρήμα στις επιχειρήσεις και κάνοντας ελκυστικότερες τις αποδόσεις σε τοποθετήσεις στις κεφαλαιαγορές.

ΤΑ 40 ΔΟΛΑΡΙΑ το βαρέλι αγγίζουν οι τιμές του πετρελαίου στις ΗΠΑ. Ανώτατοι αξιωματούχοι του ΟΠΕΚ ανέφεραν ότι έχουν χάσει τον έλεγχο των τιμών του μαύρου χρυσού, τουλάχιστον προς το παρόν, και ότι έχει απομείνει πολύ ελάχιστο πρόσθετο παραγωγικό δυναμικό για να καλύψει την παγκόσμια ζήτηση. Ανώτατος αξιωματούχος από σημαντική χώρα - μέλος του καρτέλ ανέφερε ότι ο διεθνής Οργανισμός είναι περίπου βέβαιο ότι θα αποφασίσει να αυξήσει την προσφορά πετρελαίου, πιθανότατα αίροντας όλους τους περιορισμούς στην παραγωγή, κατά την επόμενη συνάντηση που θα έχουν οι υπουργοί Πετρελαίου του ΟΠΕΚ στη Βιέννη, στις 11 του Μάρτη.

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ υποχώρηση σημείωσε ο τζίρος των καταστημάτων στην ευρωζώνη, όπως ανακοίνωσε την Τρίτη η Eurostat, ενώ η ανεργία έφτασε το 8,6%, ενδείξεις αδυναμίας της ευρωοικονομίας να εξέλθει από την κρίση. Αναλυτικά, η στατιστική υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έδωσε στη δημοσιότητα τα στοιχεία για την αξία των λιανικών πωλήσεων το Δεκέμβρη του 2002, τα οποία κάθε άλλο παρά ενθαρρυντικά είναι, καθώς σημειώθηκε υποχώρηση 1,9% σε μία περίοδο γιορτών.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ