ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 13 Απρίλη 2002
Σελ. /40
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
Η αύξηση μισθών και η ανεργία

«Η γενική τάση της καπιταλιστικής παραγωγής δεν είναι ν' ανεβάζει, αλλά να κατεβάζει το μέσο επίπεδο μισθών» (ΚΑΡΛ ΜΑΡΞ)

Με αφορμή τις επαφές μεταξύ ΓΣΕΕ και εργοδοσίας για την υπογραφή Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας δεν έλειψαν οι προσπάθειες από διάφορους «κύκλους» να προσφέρουν ιδεολογικό άλλοθι για ακόμη μεγαλύτερες υποχωρήσεις στη συμβιβασμένη πλειοψηφία της ΓΣΕΕ. Ετσι επιστρατεύονται χιλιοειπωμένα ιδεολογικά στερεότυπα της αστικής προπαγάνδας που χρησιμοποιούν λογικοφανή επιχειρήματα, με στόχο να συγκαλύψουν την πραγματική κατάσταση και τους υπεύθυνους γι' αυτή, να μεταφέρουν τις ευθύνες των προβλημάτων στους εργαζόμενους. Στα πλαίσια αυτά εντάσσεται για παράδειγμα άρθρο στο «Βήμα» (17/2 - Γ. Μπήτρος), όπου ανάμεσα στα άλλα αναφέρει: «Αν όμως οι εργαζόμενοι λάβουν όλη την ποσοστιαία αύξηση του εθνικού εισοδήματος (σ.σ. 3.5%), τότε αναγκαστικά το προβλεπόμενο πλεόνασμα στα δημόσια έσοδα θα πρέπει να επιβαρύνει καθ' ολοκληρίαν το μερίδιο των κερδών και συνεπώς την απόδοση των επενδεδυμένων κεφαλαίων. Κατά συνέπεια, η γενναιοδωρία των εργοδοτών θα κατέληγε σε μείωση των περιθωρίων κέρδους μετά τη φορολογία, σε συρρίκνωση των θέσεων εργασίας και σε αύξηση της ανεργίας. Ακόμη δε μεγαλύτερη θα είναι η χειροτέρευση, αν οι εργοδότες ενδώσουν και μαζί με την πιο πάνω αύξηση παραχωρήσουν και μια μείωση των εβδομαδιαίων ωρών εργασίας έστω κατά δύο ώρες... Τότε η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων θα μειωθεί, το μερίδιο των ξένων προϊόντων στις ελληνικές αγορές θα αυξηθεί και η ανεργία θα ενισχυθεί». Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική.

1. Ας δούμε πρώτα σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές ορισμένα κρίσιμα οικονομικά μεγέθη (περίοδος 1994-1999): Στον ιδιωτικό τομέα οι κατώτατες ονομαστικές αποδοχές πήγαν από 12,6% στο 3,5%. Αντίστοιχα η συνολική δαπάνη για αποδοχές και εργοδοτικές εισφορές πήγε από 12,6% στο 6,5%. Το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στη μεταποίηση πήγε από 8,7% στο 2,5%. Το ΑΕΠ από 2% πήγε στο 3,5%, η παραγωγικότητα από 0,1% στο 2,3% και η ανεργία (η επίσημη) από 8,9% στο 11,9%. Ακόμη να αναφέρουμε ότι συνολικά για την ίδια χρονική περίοδο οι τιμές καταναλωτή αυξήθηκαν κατά 40,9%, ενώ οι μέσες ονομαστικές αποδοχές (προ φορολογίας) κατά 15,9%. Από την άλλη μεριά είχαμε μεγάλη αύξηση των κερδών του κεφαλαίου (π.χ. στη βιομηχανία το 1999 κατά 25,7%, με αντίστοιχη αύξηση των πωλήσεων μόνο κατά 10,9%). Από τα παραπάνω στοιχεία αποδεικνύεται ότι η αύξηση της ανεργίας συμβαδίζει με τη μείωση του εργατικού εισοδήματος και ταυτόχρονα με την αύξηση των κερδών του κεφαλαίου. Τα όσα αναφέρονται περί «εργατικού κόστους» και τη μείωση της ανταγωνιστικότητας, που δήθεν θα προκαλέσει μια αύξησή του, θα πρέπει να τονίσουμε ότι προσπαθούν να αποκρύψουν τον ταξικό χαρακτήρα που έχουν οι έννοιες «ανταγωνιστικότητα», «παραγωγικότητα» στα καπιταλιστικά πλαίσια, να αποκρύψουν ότι αυτές μεταφράζονται σε υπερκέρδη για το κεφάλαιο, εντατικοποίηση της εργασίας και υπερεκμετάλλευση των εργαζομένων. Ετσι ενώ η χώρα μας βρίσκεται στην τελευταία θέση της ΕΕ όσον αφορά το «κόστος εργασίας» και με βάση τη λογική του αρθρογράφου θα έπρεπε να βρισκόταν στις πρώτες αντίστοιχα θέσεις από άποψη ανταγωνιστικότητας, η πραγματικότητα κινείται προς αντίθετη κατεύθυνση...

2. Η όλη επιδίωξη και του συγκεκριμένου άρθρου εντάσσεται στην προσπάθεια συγκάλυψης της καπιταλιστικής πραγματικότητας και των νόμων που τη διέπουν. Να μείνουν δηλαδή στο απυρόβλητο τα κέρδη του κεφαλαίου, να μείνουν ανέγγιχτα και να αυξηθούν. Η ανεργία αποτελεί όπως έχει αποδείξει εδώ και 150 χρόνια ο ΜΑΡΞ αγιάτρευτη αρρώστια του καπιταλιστικού συστήματος. Οι αιτίες της βρίσκονται στις καπιταλιστικές παραγωγικές σχέσεις, την τάση της απόσπασης ολοένα και μεγαλύτερης υπεραξίας από τους εργαζόμενους και την αύξηση των καπιταλιστικών κερδών. Η επιδίωξη για μεγαλύτερη συσσώρευση (προκειμένου να απομυζήσει το κεφάλαιο μεγαλύτερα κέρδη) του κεφαλαίου οδηγεί στην ανάπτυξη της παραγωγής στον καπιταλισμό. Αυτή με τη σειρά της σημαίνει μείωση του μεταβλητού (εργατική δύναμη) κεφαλαίου σε σχέση με το σταθερό, μείωση δηλαδή της ζωντανής εργασίας σε σχέση με τα μέσα παραγωγής. Σημαίνει ακόμη στα πλαίσια του έντονου ανταγωνισμού κλείσιμο μικρότερων επιχειρήσεων, σημαίνει ξεκλήρισμα της μικρομεσαίας αγροτιάς. Ο ΛΕΝΙΝ υπογράμμιζε: «Το πλεόνασμα του πληθυσμού, αναγκαίο συμπλήρωμα του πλεονάσματος της παραγωγής, είναι το απαραίτητο γνώρισμα της καπιταλιστικής οικονομίας, που χωρίς αυτό δε θα μπορούσε ούτε να υπάρξει, ούτε να αναπτυχθεί». Πρέπει εδώ να τονιστεί ότι το θεωρούμενο ως «πλεόνασμα» εργατικής δύναμης σχετίζεται με τη μείωση της ζωντανής εργασίας ως προς τα μέσα παραγωγής, ως ένας από τους τρόπους που το κεφάλαιο μπορεί να αυξάνει τα κέρδη του. Φυσικά η εκτόπιση της ζωντανής εργασίας από την παραγωγική διαδικασία, εκτός από τα τεράστια προβλήματα που προκαλεί στους ανέργους, συμβάλλει στην ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης συνολικά. Οπως υπογράμμιζε ο ΜΑΡΞ, «ο σχετικός υπερπληθυσμός χρησιμεύει λοιπόν σαν υποστήριγμα του νόμου προσφοράς και της ζήτησης της εργασίας. Βάζει το νόμο αυτό να κινηθεί στα όρια που ταιριάζουν απόλυτα στην επιθυμία εκμετάλλευσης και κυριαρχίας, που εμψυχώνει το κεφάλαιο» (π.χ. απορύθμιση του χρόνου εργασίας, ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις, μείωση βιοτικού επιπέδου κ.ά.).

3. Η εργατική τάξη της χώρας μας, με επικεφαλής τις συνεπείς ταξικές δυνάμεις, δε μένει με σταυρωμένα τα χέρια. Αποκρούοντας τα διάφορα «ιδεολογήματα» ξεσκεπάζει ταυτόχρονα όσους «παζαρεύουν» πόσο θα μειωθεί σε τελευταία ανάλυση η τιμή της εργατικής τους δύναμης. Παλεύει για ουσιαστικές αυξήσεις στους μισθούς και τα μεροκάματα, για σταθερό ημερήσιο εργάσιμο χρόνο και ταυτόχρονα μείωσή του (35ωρο-7ωρο-5ήμερο), για μέτρα προστασίας των ανέργων, για ουσιαστική κάλυψη του συνόλου των σύγχρονων αναγκών της (σε υγεία, παιδεία, πολιτισμό) κ.ά. Εχει κατά νου τις υποδείξεις του ΜΑΡΞ ότι «αν η εργατική τάξη λιποταχτούσε από την καθημερινή της σύγκρουση με το κεφάλαιο θα στερούσε η ίδια τον εαυτό της από τη δυνατότητα να αναλάβει μια κίνηση μεγαλύτερης έκτασης». Ταυτόχρονα έχει καθαρό μπροστά της ότι η οικονομική της πάλη θα πρέπει να συνοδεύεται από την πολιτική, να κατευθύνεται δηλαδή ενάντια στις πηγές της κακοδαιμονίας της, δηλαδή στην κατεύθυνση ανατροπής του καπιταλισμού. «Οι εργάτες δεν πρέπει να υπερβάλουν το τελικό αποτέλεσμα αυτής της καθημερινής πάλης. Δεν πρέπει να λησμονούν ότι παλεύουν εναντίον των αποτελεσμάτων και όχι των αιτιών τους, ότι δεν μπορούν παρά μόνο να συγκρατήσουν την καθοδική κίνηση και όχι να αλλάξουν την κατεύθυνσή της, ότι χρησιμοποιούν μόνο καταπραϋντικά, χωρίς όμως να θεραπεύουν το κακό» (ΜΑΡΞ). Μόνο στα πλαίσια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης όπου τα μέσα παραγωγής θα 'ναι κοινωνική ιδιοκτησία, όπου θα 'χει καταργηθεί η εκμετάλλευση και θα υπάρχει σχεδιομετρική οικονομική ανάπτυξη, θα λυθεί οριστικά ο «βραχνάς» της ανεργίας. Αυτό άλλωστε απέδειξε η σοσιαλιστική οικοδόμηση σε μια σειρά χώρες, που δε θα πρέπει να ξεχνιέται αυτό λόγω της νίκης της αντεπανάστασης σήμερα σ' αυτές.


Αλέκος ΧΑΤΖΗΚΩΣΤΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ