Το 2010 έγινε η πρώτη γνωριμία με τη χελωνίτσα Σάμι, από την ώρα που έσπασε το κέλυφος του αυγού του μέχρι που άγγιξε το νερό και βρέθηκε στη μεγάλη θάλασσα με τα ρεύματα, τους καρχαρίες και τις καινούριες γνωριμίες. Χαριτωμένη μικρή ιστορία, τίποτα το «κλασικό», διασκεδαστικό ωστόσο για τους μικρότερους. Στο καινούριο, τρισδιάστατο και μεταγλωττισμένο στα ελληνικά sequel του Μπεν Στάσεν «ΣΑΜΜΥ 2», η νέα ιστορία κυλά σε αβίαστους ρυθμούς. Οι animation φιγούρες διαθέτουν πλαστικότητα, πανέμορφα χρώματα και κινούνται στο πνεύμα «ΣΑΜΜΥ» - με παρόντα κάποια, ανατριχιαστικά στοιχεία για τους πολύ μικρούς θεατές. Ο Σάμι, που έχει ήδη προλάβει να γίνει παππούς, βρίσκεται εδώ αντιμέτωπος με άλλου είδους σοβαρά προβλήματα. Ο ίδιος και ο κολλητός του Ρέι, ενώ λιάζονταν στην παραλία Μπάχα στην Καλιφόρνια, έπεσαν στα δίχτυα ενός λαθροκυνηγού που τους μετέφερε πολύ μακριά από τα γνώριμά τους νερά, σ' ένα γιγαντιαίο ενυδρείο του Ντουμπάι που διασκεδάζει τους πλούσιους πελάτες. Εκεί συναντούν, μεταξύ ποικίλων θαλάσσιων στοιχείων, ένα μεγαλομανή ιππόκαμπο, κάποια δουλοπρεπή χέλια, ένα συγγενή του Νέμο, κλπ. κλπ... και αρχίζουν να πλέκουν σχέδια απόδρασης...
Η αμερικάνικη παραγωγή του 2012 «Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΠΙ» είναι μια μεγαλεπήβολη δραματική περιπέτεια επιβίωσης, σε σκηνοθεσία του βραβευμένου με «Οσκαρ», ταϊβανέζικης καταγωγής, Ανγκ Λι. Το φιλμ που είναι κινηματογραφική μεταφορά του ομώνυμου best seller μυθιστορήματος του Yann Martel, αφηγείται τη συνταρακτική, επική περιπέτεια ενός εφήβου από την Ινδία, του μοναδικού επιζήσαντα ενός τραγικού ναυαγίου που, στη μέση του ωκεανού, ρίχνεται σε μια ανείπωτη περιπέτεια με τα στοιχεία της φύσης και μια οδύσσεια εξερεύνησης, χτίζοντας μια απρόσμενη σχέση ζωής, μ' έναν ακόμα επιζήσαντα, μια φοβερή τίγρη της Βεγγάλης με το όνομα Ρίτσαρντ Πάρκερ. Το τεχνολογικό αυτό επίτευγμα, γυρισμένο σχεδόν εξ ολοκλήρου σε 3D, συνιστά όντως μια μαγευτική οπτικοακουστική εμπειρία...
Επίσης, να μη ξεχνάμε ότι συνεχίζεται η προβολή ενός «απόλυτου» σοβιετικού αριστουργήματος, του «ΑΜΛΕΤ» του Γκριγκόρι Κόζιντσεφ, στον κινηματογράφο «CAPITOL ΖΕΦΥΡΟΣ». Ακόμη, συνεχίζεται η προβολή της εξαίρετης κολομβιανής ταινίας του Γουίλιαμ Βέγκα «ΕΓΚΛΗΜΑ ΣΤΗ ΛΙΜΝΗ», στον κινηματογράφο «ΑΣΤΥ»...
Καλές -όσο γίνεται- γιορτές...
Ο Μπρεχτ έφτασε στο Λος Αντζελες τον Ιούλη του 1941 και ο Λανγκ άρχισε να τον συναντά συστηματικά σε πάρτι και κοσμικές συνάξεις, όλο το φθινόπωρο και το χειμώνα του 1941-1942. Ο «δύσκολος» και «στριμμένος» Μπρεχτ κρατούσε ένα ημερολόγιο που βρίθει από πικρόχολες σημειώσεις για κάθε άτομο και κάθε μέρος που συναντούσε και ο Λανγκ φιγουράριζε ανάμεσά τους. Στις 21 Οκτώβρη, ο Μπρεχτ σημειώνει ότι για πρώτη φορά ο Λανγκ τον κάλεσε στο σπίτι του. Ο Μπρεχτ «έφριξε» με το επίπεδο της ομήγυρης, όπως του συνέβαινε παντού όπου πήγαινε στο Χόλιγουντ. Στην οικία Λανγκ, «πολιτικοί πρόσφυγες, ενήλικες άνθρωποι, απομεινάρια του αστικού, παρακμιακού Βερολίνου, κάθονταν κι άκουγαν ένα Βρετανό αστρολόγο, έναν παχύσαρκο ηλίθιο, να προσδιορίζει ως αίτιο της νίκης του Χίτλερ επί της Γαλλίας, τη θέση των άστρων το Μάη του 1940»!
Ο Μπρεχτ στις σημειώσεις του αναφέρει ότι ήδη, από την επομένη της δολοφονίας του «Δημίου της Πράγας», ο ίδιος και ο Λανγκ, προσανατολίστηκαν προς μια ταινία «με ομήρους» που να σχετίζεται με τη δολοφονία του Χάιντριχ που πραγματοποιήθηκε με εντολή της εξόριστης, αστικής κυβέρνησης της Τσεχοσλοβακίας. Το γεγονός αυτό υπήρξε μόνο η αφορμή για τη μυθοπλασία της ταινίας. Μέσα από την ιστορία του σεναρίου της ο Μπρεχτ βάζει στόχο να καταδείξει τη λαϊκή αντίσταση στο τσουνάμι της φασιστικής τρομοκρατίας, αλλά και να θίξει το ζήτημα του αντιφασιστικού αγώνα, ο οποίος για να είναι αποτελεσματικός θα πρέπει να ταυτίζεται με την επαναστατική πάλη - κάτι που η δυτική κινηματογραφία αποφεύγει συστηματικά έστω και να υπαινίσσεται. Ο Μπρεχτ και με αυτόν το σχεδιασμό, προσπαθεί να επέμβει με τον τρόπο του, στο κοινωνικό προτσές της εποχής, παροτρύνοντας τους εργαζόμενους και τους προλετάριους σε στάση αγωνιστική. Αρχικά φαίνεται ότι ο Φριτς Λανγκ δεν είχε διαφωνίες ως προς αυτό. Ωστόσο, κατά την ανάπτυξη του σεναρίου, αναφύησαν ειδοποιείς διαφορές σε ζητήματα αρχών οι οποίες όξυναν περαιτέρω - και ανεπανόρθωτα - την αντίθεση ανάμεσα στον Μπρεχτ και τη βιομηχανία του θεάματος του Χόλιγουντ.
Οι αρχικές σκέψεις ήθελαν την ταινία «ΚΑΙ ΟΙ ΔΗΜΙΟΙ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ» με δομή επική μέσα από παράλληλη ανάπτυξη τριών ξεχωριστών ιστοριών οι οποίες τέμνονται σε κάποια σημεία. Η πρώτη, είχε να κάνει με τον άνδρα που δολοφόνησε τον Χάιντριχ, η δεύτερη, με την κοπέλα που ο πατέρας της κρατείται όμηρος στην Γκεστάπο και η τρίτη, με τον «κουίσλινγκ» που ολόκληρη η πόλη μισεί... Ο επικός χαρακτήρας της ταινίας τελικά ισοπεδώθηκε από μια πολύπλοκα διαρθρωμένη αστυνομική ιστορία γεμάτη ίντριγκες. Επίσης, ισοπεδώνεται τελικά και το ουσιαστικό νόημα της μοναδικής σεκάνς, στην αρχή του φιλμ, όπου βλέπουμε για μοναδική φορά τον δήμιο Χάιντριχ να επιπλήττει τους Τσέχους βιομηχάνους, γιατί βρέθηκαν αντιστασιακές προκηρύξεις να κυκλοφορούν στους χώρους δουλειάς στα εργοστάσιά τους, προτρέποντας τους εργάτες να σαμποτάρουν την παραγωγή πολεμοφοδίων για το Ανατολικό Μέτωπο. Ο Χάιντριχ τους ξεκαθαρίζει στεγνά ότι γι' αυτό θα γίνουν αντίποινα. Σε αυτήν την ενότητα καταδεικνύεται με σαφήνεια το ομόκεντρο τη σχέσης καπιταλισμού, φασισμού και ναζισμού...
Παρά το γερό «στρογγύλεμα» που υπέστησαν τα «μπρεχτικά» στοιχεία της ταινίας, το ιδεολογικό στίγμα του κομμουνιστή δραματουργού εντοπίζεται ατόφιο σε κάποιες μεμονωμένες σκηνές...
Παίζουν: Γουόλτερ Μπρέναν, Αννα Λι, Αλαξάντερ Γκράναχ, Ντένις Ο' Κιφ, κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ (1943).
Β© Joss Barratt / Sixteen Film |
Εδώ δεν μιλάμε πια για κοινωνική κωμωδία, αλλά για κοινωνικό παραμύθι - σαν κι εκείνα της Χαλιμάς - που όμως ρουφιέται ευεργετικά, απ' όσους έμαθαν να «ρουφούν» ευχάριστα ό,τι «δει» γενικώς και αδιακρίτως...
Βέβαια και καταγράφεται, με αφήγηση τρυφερή, φίνα και ανάλαφρη σαν παραμύθι, η καταγγελία της ανεργίας που καταδικάζει τη νέα γενιά της εργατικής τάξης σε ανυπαρξία μέλλοντος, σε ανυπαρξία προοπτικής... Η προσωπική όμως περιπέτεια του πρωταγωνιστή Ρόμπι ξεκινά από έναν εντυπωσιακό ρεαλισμό τύπου «kitchensinkrealism» και καταλήγει - μέσα από μια τεμπέλικη πορεία κρεσέντο - σε μια ελεγχόμενη κατρακύλα στο μπουρλέσκ... Ο Ρόμπι έχει «μύτη» για το καλό ουίσκι. Κάνοντας χρήση αυτής του της ιδιότητας καταστρώνει ένα σχέδιο «παράνομο» για μια καινούργια «τίμια» αρχή...
Ο Λόουτς οραματίζεται την εκδίκηση των φτωχών επί των πλουσίων. Επειδή το θέμα δεν είναι καινούργιο, ενδιαφέρει ιδιαίτερα το «πώς;» το αποδίδει. Αυτό πραγματοποιείται μέσα από μια ισχνή ιστορία με γερές δόσεις αφέλειας γραμμένης από τον Πολ Λάβερτι. Κατά το ήμισυ τραγωδία, κατά το άλλο ήμισυ κωμωδία, χωρίς όμως να παίρνει τίποτα στα σοβαρά. Αποδίδεται με επίπεδη σκηνοθεσία, με ηθοποιούς ερασιτέχνες που βέβαια επιδεικνύουν οίστρο, φυσικότητα, εμπάθεια και ταλέντο - κάτι που παράλληλα βοηθά στο να παραβλέπει κανείς τις δομικές αδυναμίες της ταινίας. Οι διάλογοι δεν είναι πάντα καλογραμμένοι και ευφυείς... Αν, λοιπόν, προστεθούν όλα αυτά, αναδεικνύεται το γεγονός ότι ο Λόουτς σπάνια επέδειξε στη διάρκεια της καριέρας του ένα τόσο άχρηστο - μη χρήσιμο - ανώδυνο και ξεδοντιασμένο φιλμ ... στο οποίο η τυχαία συνάντηση μιας παρέας νεαρών, με βεβαρυμένο ποινικά παρελθόν, με ένα φημισμένο δοκιμαστή ουίσκι, ανοίγει τις πόρτες της ελπίδας στις εξαθλιωμένες αυτές υπάρξεις. Εδώ οι καλές προθέσεις νομιμοποιούν το παράνομο, σε ατομικό πάντα επίπεδο... Ο καθένας για τον εαυτό του κι ο Θεός για όλους για να γλιτώσουμε από τα δεινά του καπιταλισμού! Ο καλός σκοπός που επιτυγχάνεται με βρώμικα μέσα... αλλά επειδή αυτά τα κάνουν οι φτωχοί, και όχι οι πλούσιοι, συγχωρούνται... Σημειωτέον ότι αυτά δεν μπορούν να τα πραγματώσουν όλοι παρά μόνο αυτοί, που έχουν εγγενή ταλέντα, που δύνανται να εξαπατούν τους άλλους ... δηλαδή ...Μύλος!...
Παίζουν: Πολ Μπράνιγκαν, Τζον Χένσοου, Γκάρι Μέιτλαντ, Τζασμίν Ρίτζινς, κ.ά.
Παραγωγή: Βρετανία, Γαλλία, Βέλγιο, Ιταλία (2012)
Εν κατακλείδι, το τραγικό δεν είναι η ταινία καθαυτή. Σε ελεύθερη αγορά ζούμε, ο «πάσα ένας», που λένε, που βρίσκει δυο δεκάρες τις επενδύει στην κινηματογραφική μπίζνα, πληρώνει δεξιά κι αριστερά για παχιές διαφημίσεις και εκείνο το κοινό που έχει διδαχθεί να χάβει αυτομάτως και υπερηφάνως, από μύγες μέχρι υπερωκεάνια κόβει κι ένα εισιτήριο, υπέρ κερδοσκοπικής πίστεως... Τραγικό όμως είναι όταν τέτοιου είδους ταινίες, επιλέγονται και δείχνονται σε φεστιβάλ, προτάσσονται και προτείνονται από ειδήμονες ως καλλιτεχνική δημιουργία... Απαράδεκτη!!!
Παίζουν: Γιώργος Χωραφάς, Στίβεν Ντιλέιν, Τζωρτζίνα Λεονάιντας, Εντ Στόπαρντ, κ.ά.
Παραγωγή: Ελλάδα, Βρετανία (2012)