Επίσης, σήμερα το απόγευμα ξεκινά στους χώρους της Ταινιοθήκης της Ελλάδας, η «1ηΕβδομάδα Αφρικανικού Κινηματογράφου» που θα διαρκέσει έως και τις 29 Φεβρουαρίου. Η εκδήλωση διοργανώνεται από την Ταινιοθήκη και τις Πρεσβείες και επίτιμα Προξενεία χωρών της Αφρικής στην Ελλάδα. Εκτός της σημερινής πρεμιέρας που θα ισχύσουν προσκλήσεις, η είσοδος για το κοινό, σε όλες τις υπόλοιπες προβολές είναι δωρεάν. Αρκετές είναι οι ταινίες που διαθέτουν ελληνικούς υπότιτλους, άλλες όμως έχουν αποκλειστικά αγγλικό υποτιτλισμό. Για λεπτομέρειες, επικοινωνήστε με την Ταινιοθήκη.
Ακόμα, καναδικής παραγωγής 2012 είναι η μεταγλωττισμένη στα ελληνικά οικογενειακή ταινία κινουμένων σχεδίων «ΒΑRΒΙΕ, ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΙΑΣ ΓΟΡΓΟΝΑΣ 2» σε σκηνοθεσία Γουίλιαμ Λάου. Η Barbie υποδύεται την γοργόνα πριγκίπισσα Μερλία που αποφασίζει να λάβει μέρος στο μεγαλύτερο τουρνουά σερφ της Αυστραλίας. Ομως, η ισχυρή αντίπαλός της Κάιλι, κλέβει το κολιέ της, απελευθερώνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο από την δίνη της, την δαιμόνια γοργόνα Ερις...
Οσο για την ελληνική πρεμιέρα της βδομάδας έχει τίτλο «L, ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ» και είναι παραγωγής 2012. Διαφωτιστικό το σημείωμα του συναδέλφου Κωνσταντίνου Κομματά που αναφέρει : «Ισως να μην άξιζε να γραφτεί ούτε μια γραμμή για το φλύαρο και ανούσιο κατασκεύασμα του Μπάμπη Μακρίδη. Αξίζει όμως να επισημανθεί ότι ο «ιός του Λανθιμισμού» επεκτείνεται ραγδαία στην πενιχρή ελληνική παραγωγή. Ακοπη θολούρα που έχει αρχίσει να προσλαμβάνει διαστάσεις ρεύματος και άποψης. Μια απόλυτα αντιδραστική οπτική, μακριά από κάθε βασανιστικό πρόβλημα της κοινωνίας μας που βιώνει μια τέτοια βάρβαρη επίθεση σε κάθε επίπεδο. Βεβαίως, και αυτή η ταινία, έτυχε έγκρισης και έλαβε μέρος στα διαγωνιστικά τμήματα των κινηματογραφικών φεστιβάλ Sundance και Ρότερνταμ ...
Δεν είναι εύκολο να στηρίξει κανείς μια ολόκληρη ταινία με θέμα τον αγώνα επιβίωσης μιας μικρής ομάδας ανδρών καταμεσής στο πολικό ψύχος και στους άγριους λύκους που ψάχνουν για τροφή. Ο Τζο Κάρναχαν μεταφέρει στον κινηματογράφο μια σύντομη ιστορία του Ian Mackenzie Jeffers, η (κατα)χρήση ωστόσο δοσμένων συνταγών και στερεότυπων σε ένα αδύνατο σενάριο, καθιστά την αφήγηση ιδιαίτερα προβλέψιμη. Το έλλειμμα αυθεντικότητας στη γραφή αλλά και τoν τρόπο αφήγησης καθώς και το στοιχείο των ψεύτικων «κομπιουτερίστικων» λύκων, κατατάσσει ξεκάθαρα την ταινία σε «Β φιλμ» που «περπατάει» λόγω αναμονής και προσμονής μήπως και εμφανιστεί κάτι καινοτόμο που να ξεφεύγει από τα πλαίσια του dj'vu(deja vu - κυριολεκτικά: «έχω ξαναδεί», η εμπειρία του συναισθήματος).
Γιγαντιαίος πρωταγωνιστής στο θρίλερ επιβίωσης ο Λίαμ Νίσον, στο ρόλο του επαγγελματία κυνηγού άγριων ζώων που απειλούν τις εγκαταστάσεις της εταιρείας. Ο Νίσον είναι έτοιμος να αυτοκτονήσει μετά το θάνατο, από αρρώστια, της γυναίκας του που εμφανίζεται στα όνειρα και τα οράματά του. Αισθάνεται ότι έχασε τα πάντα και πια δεν του μένει τίποτα να χάσει. Σε αυτήν την κατάσταση τον βρίσκει η συντριβή που επαναθέτει το ζήτημα του θανάτου κάνοντάς τον να αντιληφθεί ότι αυτό που τώρα τίθεται πάνω απ' όλα είναι η επιβίωση. Βέβαια, δραματουργικά, τα παραπάνω στοιχεία συνιστούν ισχνότατο μανδύα που τυλίγει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, τη ραχοκοκαλιά της σεναριακής κατασκευής, όπου τα πάντα κρέμονται πάνω του, μανδύας που ουδόλως διαφέρει απ' ό,τι έχουμε δει νωρίτερα. Παράλληλα διάσπαρτα στην ανάπτυξη της αφήγησης εμφανίζονται σαν γροθιές συναισθηματισμού, στοιχεία για την ιστορία καθενός από τους επιβιώσαντες - που σαν τους δέκα μικρούς νέγρους, ένας - ένας βγαίνουν από το πλαίσιο. Στοιχεία από το παρελθόν, με φλας μπακ, που προσδίδουν μια αίσθηση ανθρωπιάς στους άνδρες, που το μόνο που γνωρίζουμε εξαρχής γι' αυτούς είναι ότι θα πεθάνουν.
Με την ολοκλήρωση της σεκάνς της συντριβής, ο ρυθμός κάμπτεται, η ίντριγκα μειώνεται, η αγωνία αυξάνεται σε βάρος της δράσης, που παύει σχεδόν να υπάρχει πραγματικά και αναπαριστάται με τις κινήσεις της κάμερας. Βασιλεύει το στοίχημα για το πότε θα χτυπήσουν ξανά οι λύκοι και η ταινία από περιπέτεια μεταλλάσσεται σε ταινία τρόμου. Ούτε το χιούμορ που πηγάζει από το τίποτα, ούτε το μακρόσυρτο μελόδραμα που ντύνει η γλυκερή μουσική και το ρελαντί στην εικόνα μπορεί πια να κρύψει ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα κολάζ από ιδέες και λύσεις που έχουμε, κατά κόρο, δει στο παρελθόν. Στην ταινία, που πραγματεύεται την αντιπαράθεση δυο πόλων, του ανθρώπινου και του ζωώδους, μέγιστο έλλειμμα συνιστά το τέλος της. Είναι κάτι που εντάσσεται μάλλον σε μια καινούργια μόδα, να μην ολοκληρώνεται ποτέ η ιστορία ενός φιλμ, το τέλος να μένει ανοιχτό στην ερμηνεία του θεατή ως συνδημιουργού ή ως διαδραστική λειτουργία στην εκτός κάδρου αφήγηση...
Παίζουν: Λίαμ Νίσον, Ντάλας Ρόμπερτ κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ, Καναδάς (2012).
Κατά την πρώτη ώρα, η αφήγηση εμφανίζεται δυσκίνητη και λογοτεχνική, με επαναλήψεις, με το βλέμμα στο παρελθόν μέσα από ατέλειωτους εσωτερικούς μονολόγους και με δράση χωρίς ρυθμό. Την ταινία σώζει ο 83χρονος Μαξ φον Σίντοβ, που υποδύεται έναν μυστηριώδη ηλικιωμένο που δε μιλά και επικοινωνεί με τον περίγυρο με χαρτί και μολύβι. Με την είσοδο του φον Σίντοβ στην εικόνα, η αφήγηση αποκτά νεύρο και σουσπάνς, αρχίζει να ζωντανεύει και να λειτουργεί με εικόνες κι όχι με λόγια, σε μια προσπάθεια απογείωσης ... Αν αξίζει να δει κανείς την ταινία αυτή, είναι αποκλειστικά και μόνο για τον φον Σίντοβ, έναν από τους ελάχιστους τελευταίους μεγάλους, έναν ηθοποιό φτιαγμένο από τη στόφα των αυθεντικά ακέραιων καλλιτεχνών. Ο φον Σίντοβ μπορεί να είναι αλλά και να μην είναι ο Γερμανός παππούς του αντιπαθούς μικρού με τα υστερικά ξεσπάσματα και τις κρίσεις πανικού, που ζει στη σκιά της μεγάλης καταστροφής. Στα χέρια του, βρέθηκε ένα περίεργο και μυστηριώδες κλειδί που ο 11χρονος εκλαμβάνει ως μήνυμα του πατέρα του, σαν παιχνίδι του χαμένου θησαυρού που έπαιζαν μαζί και βάζει σκοπό της ζωής του να ανακαλύψει την κλειδαριά που ξεκλειδώνει. Ψύλλους στ' άχυρα, δηλαδή, ... αλλά έτσι ο Οσκαρ διαχειρίζεται τον πόνο του και γιατρεύει τις πληγές του.
Παίζουν: Τόμας Χορν, Τομ Χανκς, Σάντρα Μπούλοκ, Μαξ φον Σίντοβ, Βιόλα Ντέιβις, Τζέιμς Γκαντολφίνι, Τζον Γκούντμαν, κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ (2012).
Ο Εμσι Τζι είναι ο σκηνοθέτης της ταινίας «ΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ ΤΟΥ ΤΣΑΡΛΙ». Ο χυδαίος κινηματογράφος λοιπόν ξαναχτυπά. Από τα ευτελέστερα, σαχλότερα και πιο άχρηστα φιλμ που ωστόσο, ομολογουμένως, είχε περιθώρια να είναι πολύ χειρότερο!..
Οι δυο ικανότεροι πράκτορες της CIA στο Λος Αντζελες, που τυγχάνει μάλιστα να είναι σούπερ νέοι, σούπερ ωραίοι και σούπερ ελεύθεροι, είναι αχώριστοι φίλοι καρδιακοί μέχρι τη στιγμή που ερωτεύονται την ίδια γυναίκα...
Παίζουν: Τομ Χάρντι, Κρις Πάιν, Ρίιζ Γουίδερσπουν, Λόρα Βάντερβουρτ, κ.ά.
Παραγωγή: ΗΠΑ (2012).