Ολοκληρώθηκε η αγόρευση της Ι. Κούρτοβικ, συνηγόρου υπεράσπισης του κεντρικού κατηγορούμενου Δ. Κουφοντίνα
Ταυτόχρονα, η Ι. Κούρτοβικ, αναφερόμενη στους λόγους, που κατά την ίδια οδήγησαν στη δημιουργία της «17 Ν», τη μεταπολιτευτική περίοδο, σημείωσε: «Υπήρχε, λοιπόν, στους χώρους της ριζοσπαστικής Αριστεράς η γενικευμένη διαπίστωση ότι η ιστορική Αριστερά που είχε νομιμοποιηθεί μετά την πτώση του δικτατορικού καθεστώτος, είχε ενσωματωθεί στο πολιτικό σύστημα και είχε εγκαταλείψει τις θέσεις δυναμικής αντίστασης και είχε εγκαταλείψει τις θέσεις, τις προοπτικές για μία μετάβαση στο επόμενο στάδιο της ιστορίας».
Κλείνοντας, αναφερόμενη στον Δ. Κουφοντίνα, που υπερασπίζεται, υπογράμμισε ότι «δε διεκδικεί καμία επιείκεια, δεν αποδέχεται τη λογική των ελαφρυντικών, δεν υποβάλλει αιτήματα επιείκειας για τη δράση του, γιατί θεωρεί τη δράση του, όπως σας δήλωσε εδώ, ότι είναι κοινωνικά δίκαιη». Τέλος, απαντώντας σε ΜΜΕ που την κατηγόρησαν για όσα προχθές είπε, αναφορικά με τη δολοφονία του Π. Μπακογιάννη, σημείωσε πως με την αγόρευσή της δεν αξιολογεί πολιτικά τη δράση των κατηγορουμένων, αλλά επιχειρεί να αναδείξει τον πολιτικό χαρακτήρα των πράξεων για τις οποίες κατηγορούνται.
Η προχτεσινή «ομοβροντία» εμπρηστικών μηχανισμών στην Αθήνα έχει προκαλέσει γαϊτανάκι δηλώσεων των κομμάτων του δικομματισμού, καθώς και ανάλογα δημοσιεύματα για... επιστροφή της τρομοκρατίας. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Χρ. Πρωτόπαππας διευκρίνισε χτες πως οι επιθέσεις με γκαζάκια είναι καταδικαστέες, αλλά είναι διαφορετικές από μια τρομοκρατική ενέργεια.
Το «σλάλομ» των δημοσιευμάτων αναφέρεται σε κινητοποίηση της Κρατικής Ασφάλειας, η οποία, κατά την «Καθημερινή», θα αναλάβει το έργο της άσκησης πίεσης, το προσεχές διάστημα, με προσαγωγές υπόπτων και αυξημένη επιτήρηση στις περιοχές που κινούνται άτομα του αποκαλούμενου αναρχικού χώρου, για την αποφυγή μελλοντικής δράσης τους.
Η ανάληψη της ευθύνης έγινε με ανακοίνωση που στάλθηκε χτες στην «Ελευθεροτυπία», η οποία αναφέρει ότι οι επιθέσεις έγιναν για συμπαράσταση στους εφτά συλληφθέντες διαδηλωτές, κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ στη Θεσσαλονίκη. Υπογράφει δε σαν «Σύλλογος εργαζομένων για την κοινωνική εξέγερση, τα μεταμεσονύχτια σλάλομ». Δεν ανέλαβαν την ευθύνη για την επίθεση στο σπίτι της διευθύντριας ειδήσεων του «Αλφα», Α. Παναγιωταρέα.
Ο Χρ. Πρωτόπαππας δήλωσε πως οι «αρχές επιτελούν το έργο τους στο ακέραιο». Τα δημοσιεύματα εφημερίδων, όπως της «Ελευθεροτυπίας», αναφέρουν πως σε συσκέψεις που πραγματοποιήθηκαν στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης υποστηρίχτηκε ότι το φαινόμενο θα αντιμετωπιστεί πριν πάρει διαστάσεις, διότι δημιουργούνται εντυπώσεις και υπάρχει κίνδυνος για τους πολίτες και για δημόσια πρόσωπα. Οι διωκτικές αρχές εκτιμούν ότι οι ενέργειες πραγματοποιήθηκαν μετά από προσεκτικό σχεδιασμό, λειτούργησε κέντρο καθοδήγησης που συνέλεξε και συστηματοποίησε τις σχετικές πληροφορίες, η δράση ήταν οργανωμένη και έγινε από πολλά άτομα. Επίσης, εκτιμάται πως ανάλογες ενέργειες που είχαν γίνει και στο πρόσφατο παρελθόν έχουν σχέση με κομβικά σημεία της δίκης της «17Ν». Πάντως, κατά τον «Ελεύθερο Τύπο», οι δράστες δεν πτοήθηκαν από το ενδεχόμενο ισχυρής αστυνομικής κινητοποίησης, αφού είχε προηγηθεί η επίθεση στο σπίτι της δημοσιογράφου Α. Παναγιωταρέα. Σε ανάλογες περιπτώσεις, τα μέτρα ασφάλειας, η φύλαξη και επόπτευση στόχων ενισχύονται.
Από το 1986 μέχρι φέτος έχουν γίνει 1.556 εμπρηστικές επιθέσεις. Οι περισσότερες έγιναν το 1997 (318) και το 1996 (285). Φέτος έχουν πραγματοποιηθεί 40.
Κλειστά θα είναι σήμερα για δεύτερη ημέρα τα δικαστήρια, λόγω της 48ωρης απεργίας των δικαστικών υπαλλήλων. Στο μεταξύ και αύριο θα παραμείνουν κλειστά τα δικαστήρια, καθώς έχουμε τη γιορτή του Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτη, προστάτη των δικαστών.
Οι δικαστικοί υπάλληλοι διεκδικούν την επίλυση οικονομικών, ασφαλιστικών και μισθολογικών αιτημάτων τους, καθώς και την κάλυψη 1.700 κενών οργανικών θέσεων. Σε απεργία θα κατεβούν οι δικαστικοί υπάλληλοι και στις 15, 16 και 17 του Οκτώβρη.
Πέντε πρώην προέδρους του Δικηγορικού Συλλόγου Αθήνας και πέντε γνωστούς ακαδημαϊκούς - νομικούς τίμησε προχτές το βράδυ σε ειδική τελετή στην αίθουσα της Παλαιάς Βουλής ο ΔΣΑ.
Οι τιμηθέντες πρώην πρόεδροι του ΔΣΑ είναι οι Ε. Μαχαίρας, ο οποίος σήμερα είναι πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής για τη Διεθνή Υφεση και Ειρήνη και επίτιμος πρόεδρος του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ειρήνης, Επ. Ζαφειρόπουλος, Φ. Κουβέλης, Σ. Πολύδωρας και Αντ. Ρουπακιώτης. Επίσης, οι ακαδημαϊκοί - νομικοί που τιμήθηκαν είναι οι Κ. Δεσποτόπουλος, Γ. Μητσόπουλος, Εμ. Ρούκουνας, Απ. Γεωργιάδης και Επαμ. Σπηλιωτόπουλος. Στην εκδήλωση παραβρέθηκαν πολλοί βουλευτές, η ηγεσία των ανωτάτων δικαστηρίων, δικαστές, εισαγγελείς δικηγόροι κλπ.
Στην αντεπίθεση μπαίνουν πλέον οι δικαστές μετά τις προχτεσινές ανακοινώσεις του υπουργού Οικονομίας Ν. Χριστοδουλάκη για τα ειδικά μισθολόγια.
Εκτακτη κοινή συνεδρίαση όλων των δικαστικών και εισαγγελικών ενώσεων της χώρας έχει προγραμματιστεί για σήμερα, προκειμένου να εκτιμήσουν την κατάσταση, όπως διαμορφώνεται μετά τις ανακοινώσεις Χριστοδουλάκη.
Είναι πολύ πιθανόν τις επόμενες μέρες να δούμε ακόμη και διακοπές των συνεδριάσεων των δικαστηρίων (απεργίες), αλλά και προσφυγές σε διεθνή όργανα, καθώς η απόφαση της κυβέρνησης για αύξηση των μεικτών μηνιαίων αποδοχών κατά 5,5% δεν ικανοποιεί τον κλάδο των δικαστών και εισαγγελέων.
Οι δικαστές και εισαγγελείς θεωρούν ότι τα τελευταία χρόνια έχουν μειωθεί σημαντικά οι αποδοχές τους και ενώ πριν έξι χρόνια με το τότε νέο μισθολόγιο βρίσκονταν στην κορυφή της μισθολογικής πυραμίδας, σήμερα βρίσκονται στην 35η θέση και πολύ πιο χαμηλά από εκείνες αρκετών λειτουργών και υπαλλήλων του δημοσίου, σύμφωνα με πίνακες που παρέδωσαν στον υπουργό Οικονομίας Ν. Χριστοδουλάκη.
Σε δηλώσεις τους στους δημοσιογράφους ο Δ. Κυριτσάκης, πρόεδρος της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων και ο Χαρ. Αθανασίου, γενικός γραμματέας της Ενωσης, ανέφεραν ότι η εξαγγελία του υπουργού Ν. Χριστοδουλάκη δεν ικανοποιεί τους δικαστές που περίμεναν να τύχουν της αντιμετώπισης που επιβάλλεται από το Σύνταγμα.
Επίσης, ανέφεραν ότι ζητούν αναπροσαρμογή του μισθολογίου τους που κατά το ήμισυ, λόγω του επιδοματικού του χαρακτήρα, παραμένει στα επίπεδα του 1997, χωρίς να τους δοθεί από τότε αύξηση. Παράλληλα, όπως ισχυρίζονται οι ίδιοι, στο ίδιο χρονικό διάστημα μόνο οι δαπάνες για την αγορά βιβλίων και περιοδικών αυξήθηκαν κατά μέσο όρο 55%.