ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 27 Μάη 2001
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ
Εκθεση Μίτσελ: Η αλήθεια, οι διαστρεβλώσεις και οι προοπτικές

Ερείπια έχουν αφήσει τα ισραηλινά αεροπλάνα

Associated Press

Ερείπια έχουν αφήσει τα ισραηλινά αεροπλάνα
Τις αιματηρότερες και πιο πολύνεκρες ημέρες της ζει η δεύτερη Ιντιφάντα, που έχει, ήδη, συμπληρώσει επτά μήνες. Η σοβαρότατη κλιμάκωση των συγκρούσεων και των στρατιωτικών επιχειρήσεων, που σημαδεύτηκαν από τη χρήση αμερικανικών μαχητικών F16 εναντίον παλαιστινιακών στόχων για πρώτη φορά από το 1967, από την καθημερινή εισβολή των ισραηλινών δυνάμεων στα αυτόνομα εδάφη και την καταστροφή σπιτιών, δεκάδων χιλιάδων στρεμμάτων καλλιεργήσιμης γης, από τις συνεχόμενες επιδρομές εναντίον κατοικημένων περιοχών και από την αιματηρότερη βομβιστική επίθεση, των τελευταίων μηνών, στο εμπορικό κέντρο της πόλης Νετάνια, έκαναν πολλούς να συνειδητοποιήσουν ότι η κατάσταση στη Μέση Ανατολή τείνει να εξελιχθεί σε μια ανεξέλεγκτη δολοφονική δίνη, που θα παρασύρει στον πυθμένα της τους πάντες και τα πάντα, ακόμη και όσους δε βρίσκονται στο επίκεντρο της σύγκρουσης, πολιτικά, αλλά και γεωγραφικά.

Υπό αυτό το βαρύτατο και ανησυχητικό κλίμα, θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι οι θετικές αντιδράσεις και οι δηλώσεις αισιοδοξίας, που προκάλεσε η δημοσιοποίηση της έκθεσης Μίτσελ, η οποία υποτίθεται ότι διερευνούσε τα αίτια της βίας, είναι απολύτως δικαιολογημένες και ορθώς ορμώμενες. Τα πορίσματα της επιτροπής θα μπορούσαν να συμπυκνωθούν σε 4 βασικούς άξονες - προτάσεις: Αμεση κατάπαυση του πυρός και από τις δύο πλευρές, άμεση επανέναρξη των, μεταξύ τους, συνομιλιών ασφαλείας, ολική πάταξη κάθε τρομοκρατικής δραστηριότητας και σύλληψη όλων των υπόπτων τρομοκρατών από την Παλαιστινιακή Αρχή, ολοκληρωτικό πάγωμα κάθε εποικιστικής δραστηριότητας από το Ισραήλ και αποφυγή χρήσης δυσανάλογης και ακραίας στρατιωτικής βίας. Συμπέρασμα για τα αίτια της βίας δεν υπάρχει.

Η αμερικανική ηγεσία, υπό την ασφυκτική πίεση των εξελίξεων και με δεδομένη τη βαθιά δυσαρέσκεια του «συμμάχου» της αραβικού κόσμου, υιοθέτησε το σύνολο της έκθεσης Μίτσελ, ως πλαίσιο μιας νέας, μικρότερης εμβέλειας και διπλωματικής ιεραρχίας από τις ανάλογες απόπειρες Κλίντον, διαμεσολαβητικής προσπάθειας. Οπως σχολιάζουν πολλά αμερικανικά εναλλακτικά μέσα ενημέρωσης, η νέα προεδρία «υποχρεώθηκε» να πάρει θέση και να εγκαταλείψει την επιφανειακή «απόσταση» που τηρούσε από τα γεγονότα, παρέχοντας ουσιαστικά εν λευκώ κάλυψη στην ισραηλινή ηγεσία, για να μπορέσει, στοιχειωδώς, να αποκαταστήσει τη διπλωματική αξιοπιστία της και την πολιτική της επιρροή στην κομβική περιοχή της Μέσης Ανατολής και στον αραβικό κόσμο. Μια σχέση εξάρτησης, που σαφώς υφίσταται ακόμη, αλλά είναι ξεκάθαρο ότι γίνεται ολοένα και δυσκολότερη η υπεράσπισή της από τις αραβικές ηγεσίες απέναντι στους εξοργισμένους λαούς τους, όσο αυξάνουν τα θύματα και τα δεινά για τον παλαιστινιακό λαό.

Με την μολότοφ ενάντια στα τανκ

Associated Press

Με την μολότοφ ενάντια στα τανκ
Με ιδιαίτερη θέρμη υποδέχτηκαν, τόσο ο ΟΗΕ, όσο και η ΕΕ τις προτάσεις Μίτσελ, τουλάχιστον ως «έναυσμα έναρξης μιας σοβαρής προσπάθειας αποκλιμάκωσης», όπως έπραξαν άλλωστε η Μόσχα, η Τουρκία και ο αραβικός κόσμος. Τα πορίσματα της έκθεσης αποδέχτηκαν και οι δύο εμπλεκόμενοι στο αιματοκύλισμα, Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι, με την ισραηλινή ηγεσία, μάλιστα, να ανακοινώνει «μονομερή κατάπαυση του πυρός». Με δεδομένη αυτήν την «ομοθυμία», είναι να απορεί κανείς γιατί η βία συνεχίζεται σε όλες τις μορφές της, και με την άποψη ότι δεν αναμένεται τίποτε ουσιαστικό, ακόμη και αν εφαρμοστούν οι προτάσεις Μίτσελ.

Μία, ούτως ή άλλως, μεροληπτική έρευνα

Δε χρειάζεται κανείς να πει πολλά για την ίδια την περίφημη Επιτροπή Μίτσελ. Αρκεί να υπενθυμιστεί ότι η παλαιστινιακή πλευρά, στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής που διεξήχθη υπό τον Μπιλ Κλίντον στο Σαρμ ελ Σέιχ τον Οκτώβρη, είχε ζητήσει τη σύσταση μιας επιτροπής διερεύνησης των αιτίων της βίας, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Αν και ανάλογο έργο έφερε σε πέρας ειδική επιτροπή υπό την Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, της οποίας τα πορίσματα ήταν κόλαφος για το Ισραήλ, η τότε αμερικανική ηγεσία έσπευσε να οικειοποιηθεί τον τίτλο και του διερευνητή της βίας, μετά από αυτούς του εμπνευστή της «ειρηνευτικής διαδικασίας» και του διαμεσολαβητή, που, όμως, έχει ως δεδομένη την παροχή στήριξης στη μία πλευρά.

Η Επιτροπή Μίτσελ, λοιπόν, λειτούργησε εξαρχής ως αντίβαρο στην Επιτροπή της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ. Η, εξαρχής, μεροληπτική της στάση, αλλά και η απροθυμία της να αναδείξει τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος καταγράφονται ξεκάθαρα στα πορίσματά της. Στην πολυσέλιδη αναφορά, δεν υπάρχει πουθενά αναφορά στον κινητήριο μοχλό και της δεύτερης Ιντιφάντα: Στην ισραηλινή κατοχή. Ο όρος δεν αναφέρεται, αλλά ούτε και υπονοείται, όπως άλλωστε ανύπαρκτες είναι οι αναφορές στις αποφάσεις του ΟΗΕ, 194, 242, 338, που προβλέπουν την, άνευ όρων, αποχώρηση του ισραηλινού στρατού από κατειλημμένα εδάφη, το δικαίωμα επιστροφής όλων των Παλαιστινίων προσφύγων και ζητούν την καταστροφή όλων των εποικισμών, αφού παραβιάζουν κάθε έννοια Διεθνούς Δικαίου.

Αντί αυτών, η έκθεση Μίτσελ αντιμετωπίζει τις δύο πλευρές ως ισοβαρείς στρατιωτικές δυνάμεις, μιλώντας για κατάπαυση του πυρός. Αν και αναφέρεται η ακραία χρήση στρατιωτικής βίας από το Ισραήλ, δε γίνεται ούτε νύξη για το γεγονός ότι ο ισραηλινός στρατός, με υπερσύγχρονα όπλα, αεροπορία και ναυτικό, αντιμετωπίζει, στη χειρότερη περίπτωση, όπλα σαφώς μικρότερης εμβέλειας, και, στην καλύτερη, και πιο συνηθισμένη, άμαχους πολίτες, άοπλα παιδιά. Δεν αναφέρεται πουθενά τίποτε για τις καθημερινές καταστροφές της ισχνής παλαιστινιακής περιουσίας, των ελαχίστων πηγών τροφής, των καλλιεργειών, των φτωχικών σπιτιών, της στοιχειώδους υποδομής. Δεν αναφέρει λέξη για τον οικονομικό στραγγαλισμό της νεότευκτης παλαιστινιακής οικονομίας.

Η μεροληπτική στάση της έκθεσης είναι πασιφανής και από την πρόταση για πάταξη κάθε τρομοκρατικής δραστηριότητας από την Παλαιστινιακή Αρχή (και δεν πρόκειται για τις καταδικαστέες βομβιστικές επιθέσεις εναντίον πολιτών). Είναι σαφές ότι υιοθετεί τη γλώσσα της ισραηλινής ηγεσίας, αγνοώντας παντελώς ότι πρόκειται για μια αναμέτρηση ανάμεσα σε έναν κατακτητή και έναν κατακτημένο, ανάμεσα σε ένα λαό που έχει κάθε δικαίωμα να αγωνιστεί για την αυτοδιάθεση, την ελευθερία και την ανεξαρτησία του, όπως προβλέπεται από το Διεθνές Δίκαιο, απέναντι σε έναν πάνοπλο στρατό κατοχής. Η κομβική αυτή έννοια, που αποτελεί και τη λυδία λίθο όλου του Μεσανατολικού, δεν υπάρχει στην έκθεση Μίτσελ. Ακόμη και στο προκλητικότατο ζήτημα των εποικισμών, εκτιμά μόνο ως «πρόκληση νέου κύματος βίας» την επέκτασή τους ή τη δημιουργία νέων, αλλά δεν αναφέρει πουθενά το αυτονόητο: Την αναγκαιότητα άμεσης διάλυσής τους, γιατί αποτελούν το προπύργιο και το σημαντικότερο στήριγμα διαιώνισης της κατοχής.

Συνολική διαστρέβλωση και φωνές αντίστασης

Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει σε άρθρο της η Ισραηλινή δημοσιογράφος Αμίρα Χας, το σύνολο της διεθνούς κοινότητας, αλλά και της ισραηλινής κοινής γνώμης μοιάζει να παρακολουθεί πλήρως υπνωτισμένο τα αιματηρά γεγονότα, μέσα από κάποιον διαστρεβλωτικό φακό. Είναι ενδεικτικό, τονίζει η Χας, ότι όλοι έσπευσαν να χαρακτηρίσουν «ενθαρρυντική» την πρόταση μονομερούς εκεχειρίας, η οποία δεν αποκλείει τις επιδρομές, τις εισβολές και κάθε είδους στρατιωτική δραστηριότητα υπό το μανδύα της «αυτοάμυνας», μανδύα που έχει καλύψει το σύνολο των ισραηλινών στρατιωτικών επιχειρήσεων όλους αυτούς τους μήνες.

Την ίδια στιγμή, αν μεγάλο μέρος της ισραηλινής κοινής γνώμης, και πιθανώς και της διεθνούς, είναι πεπεισμένο, στον έναν ή στον άλλο βαθμό, ότι το Ισραήλ διεξάγει έναν «καθ' όλα δίκαιο αγώνα υπεράσπισης του εαυτού του, απέναντι σε τρομοκράτες επιτιθέμενους, που θίγουν τα αυτονόητα δίκαιά του σε μια γη που αναμφισβήτητα είναι δική του», υπάρχει ένα σημαντικό κομμάτι του ισραηλινού πληθυσμού, που δε συμμερίζεται αυτές τις απόψεις. Σειρά ειρηνιστικών οργανώσεων έχουν καταγγείλει και διαδηλώσει εναντίον της ισραηλινής τακτικής, ενώ πληθαίνουν οι φωνές, που καταγγέλλουν τη στρατιωτικοποίηση της πολιτικής ζωής της χώρας, αναφέροντας ενδεικτικά ότι όλοι οι τελευταίοι πρωθυπουργοί και οι περισσότεροι υπουργοί είναι πρώην στρατιωτικοί.

«Η μοναδική γλώσσα που γνωρίζουν άνθρωποι, όπως ο Ράμπιν, ο Σαρόν, ο Μπεν Ελιέζερ, ο Μπαράκ, ο Νετανιάχου είναι η βία: Οταν δεν πετυχαίνεις με τη βία, χρησιμοποιείς περισσότερη. Σήμερα, υπουργικούς θώκους έχουν 4 πρώην στρατιωτικοί, ενώ πρωθυπουργός είναι πάλι ένας από τους πιο αιμοσταγείς Ισραηλινούς στρατιωτικούς που έχει καταδικαστεί από ισραηλινό δικαστήριο για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, μετά τις σφαγές στα προσφυγικά στρατόπεδα Σάμπρα και Σατίλα, στο Λίβανο το 1982. Ισως δεν είναι τυχαίο ότι ο άνθρωπος που πέτυχε την ειρηνευτική συμφωνία με την Αίγυπτο, και επέστρεψε το σύνολο των κατειλημμένων εδαφών του Σινά, ήταν ο Μεναχέμ Μπέγκιν, που δεν ήταν στρατιωτικός», τονίζει σε άρθρο του ο Ισραηλινός συγγραφέας Ραν Χα - Κοέν.

Την ημέρα μετά τους βομβαρδισμούς με F16, ισραηλινές ειρηνιστικές οργανώσεις έδωσαν κοινή συνέντευξη Τύπου με παλαιστινιακές οργανώσεις, καταγγέλλοντας τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας, την ισραηλινή βία, αλλά και την πολιτική σκληρών διακρίσεων που εισάγει η νέα κυβέρνηση απέναντι στους Ισραηλινούς Αραβες. Ο ακροδεξιός υπουργός Υποδομών, Αβιγκντόρ Λίμπερμαν, διέταξε να διακοπούν οι υπηρεσίες του υπουργείου του προς όλες τις αραβικές κοινότητες εντός Ισραήλ, επειδή οι Ισραηλινοί Αραβες συμμετείχαν σε εκδηλώσεις τιμής της επετείου της Αλ Νάκμπα (Ημέρα Καταστροφής για τους Παλαιστινίους και Ημέρα Ανεξαρτησίας για τους Ισραηλινούς).

Στο κοινό ανακοινωθέν τους, Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι φιλειρηνιστές τονίζουν: «Μία δίκαιη ειρήνη, βασισμένη στον οριστικό και πλήρη τερματισμό της ισραηλινής κατοχής (242), η δημιουργία ενός βιώσιμου και πραγματικά κυρίαρχου παλαιστινιακού κράτους, χωρίς να είναι διάτρητο από εποικισμούς (338) και η επίλυση του ζητήματος των προσφύγων με βάση την απόφαση 194 του ΟΗΕ, είναι η μοναδική πραγματική λύση, ο μοναδικός τρόπος οριστικής αποκλιμάκωσης της βίας και επίτευξης μιας ειρηνικής συνύπαρξης. Παρά τους νεκρούς μας, παρά τους τραυματίες μας, μπορούμε ακόμη να ζήσουμε μαζί».


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ


ΗΠΑ
Στη ρότα του ψυχρού πολέμου

ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ (του ανταποκριτή μας Χρ. ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ).-

Η κυβέρνηση Τζορτζ Ο. Μπους αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερο το πραγματικό της πρόσωπο. Αυτές τις μέρες έγινε γνωστή μια «εμπιστευτική στρατηγική ανασκόπηση» του Πενταγώνου, που χαρακτηρίζει τον Ειρηνικό σαν την πιο σημαντική περιοχή για τους «στρατηγικούς σχεδιαστές» και προτείνει την ανάπτυξη νέων και μακρότατης ακτίνας όπλων «για την αντίκρουση της στρατιωτικής δύναμης της Κίνας». Παρατηρεί κατόπιν, ότι οι αμερικανικές βάσεις στον Ειρηνικό ενδέχεται να γίνουν ολοένα πιο ευπρόσβλητες, «καθώς η Κίνα και άλλοι πιθανοί αντίπαλοι θα αναπτύσσουν πιο ακριβείς πυραύλους». Συστήνει, λοιπόν, οι ΗΠΑ να στηρίζονται λιγότερο στις στρατιωτικές βάσεις και να δώσουν μεγαλύτερη έμφαση στη μάχη από απόσταση.

Οπως έγραφαν σε σχετικό πρωτοσέλιδο άρθρο (17/5) οι «Τάιμς Νέας Υόρκης» (ΝΥΤ), η ανασκόπηση αυτή αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας του υπουργού Αμυνας Ντόναλντ Ράμφσελντ για τη μετατροπή της στρατιωτικής δύναμης μετά τον ψυχρό πόλεμο, που σημαίνει το επίκεντρο της προσοχής του αμερικανικού στρατιωτικού σχεδιασμού να μετατεθεί από την Ευρώπη στην Ασία. Υπεύθυνος γι' αυτό έχει οριστεί ο Αντριου Μάρσαλ, ένας 79χρονος πολιτικός αναλυτής του Πενταγώνου και στενός σύμβουλος του Ράμφσελντ, που από πολύ πριν πίεζε για μια ριζική θεώρηση των Ενοπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ.

Ωστόσο, γύρω από τις επιδιώξεις αυτές υπάρχουν διιστάμενες απόψεις. Ειδικότερα, ο ναύαρχος Ντένις Μπλερ, διοικητής των αμερικανικών δυνάμεων στον Ειρηνικό, ενώ υποστηρίζει ότι χρειάζεται μια τέτοια αλλαγή, πιστεύει πως η Κίνα θα παρουσιάσει μικρή στρατιωτική απειλή στις στρατιωτικές βάσεις και τις ναυτικές δυνάμεις των ΗΠΑ. Επίσης, και άλλοι Αμερικανοί αξιωματικοί στην ίδια αυτή περιοχή εκφράζουν την ανησυχία τους, πως η μείωση της σημασίας των βάσεων θα μπορούσε να κάνει δυσκολότερο στις ΗΠΑ να διατηρούν πολιτική υποστήριξη στην Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα για τη συνέχιση της αμερικανικής παρουσίας εκεί.

Σε συνέντευξη που έδωσε πρόσφατα στο αρχηγείο του στη Χονολουλού, ο ναύαρχος Μπλερ υποστήριξε: «Νομίζω ότι έχουμε τα σύνεργα για να διατηρούμε τόσο την αεροπορική, όσο και τη ναυτική δύναμη, οπουδήποτε θέλουμε και μπορούμε, για κάμποσο καιρό».

Οι διαφορετικές αυτές απόψεις ανάμεσα στον αναλυτή του Πενταγώνου και το διοικητή των δυνάμεων στον Ειρηνικό, κατά το άρθρο των «ΝΥΤ», αποτελούν μέρος μιας ευρύτατης συζήτησης για το μέλλον των στρατιωτικών δυνάμεων, που γίνεται πίσω από κλειστές πόρτες. Στο μεταξύ, ο Ράμφσελντ έστειλε αντίτυπα της παραπάνω ανασκόπησης στους αρχηγούς των στρατιωτικών υπηρεσιών και σε ανώτερους διοικητές των στρατιωτικών δυνάμεων ανά τον κόσμο για σχόλια. Ο Ράμφσελντ σκοπεύει να στείλει τα κύρια σημεία του σκεπτικού του Πενταγώνου στο Κογκρέσο μέσα σε λίγες μέρες. Το ίδιο ίσως κάνει και ο Πρόεδρος Μπους σε ομιλία του στη Ναυτική Ακαδημία των ΗΠΑ λίγες μέρες αργότερα.

Προστίθεται ότι η διοίκηση των ΗΠΑ στον Ειρηνικό είναι υπεύθυνη για την υπεράσπιση της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας. Και αν ο Πρόεδρος Μπους έδινε την άδεια για δράση, οι ΗΠΑ θα υπεράσπιζαν την Ταϊβάν «σε περίπτωση μιας κινεζικής επίθεσης».

Υπό την ηγεσία του Μπλερ, μια σειρά κινήσεων έχουν αρχίσει για το δυνάμωμα της αμερικανικής στρατιωτικής θέσης στον Ειρηνικό. Το Ναυτικό σχεδιάζει να στείλει τρία υποβρύχια στο νησί Γκουάμ, που βρίσκεται στο Δυτικό Ειρηνικό. Η Πολεμική Αεροπορία έχει ήδη εγκαταστήσει πυραύλους επιφάνειας στο Γκουάμ, που είναι το μόνο μέρος έξω από τον ηπειρωτικό χώρο των ΗΠΑ όπου έχουν τοποθετηθεί.

Ο ναύαρχος Μπλερ έχει επίσης προτείνει, όπως αμερικανικά αεροπλανοφόρα μείνουν μία ή δύο βδομάδες στον Ειρηνικό Ωκεανό κατά τη διαδρομή τους προς τον Περσικό Κόλπο. Ενα άλλο αεροπλανοφόρο, το «Κίτι Χοκ», λειτουργεί από το χώρο της Ιαπωνίας. Ετσι, αυτό θα αυξήσει προσωρινά την αμερικανική ναυτική παρουσία σ' αυτή την περιοχή. ένα βήμα, που ενθάρρυνε τη Σιγκαπούρη και την έκανε να φτιάξει μια νέα προκυμαία για αεροπλανοφόρα.

Αλλά η ανασκόπηση, στην οποία προΐσταται ο Μάρσαλ, θεωρείται πολύ πιο ριζοσπαστική. Φέροντας τον τίτλο «Ανασκόπηση Αμυντικής Στρατηγικής», εξαίρει τη σπουδαιότητα της Ασίας και αναφέρεται στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ σ' αυτή την περιοχή: τις τεράστιες αποστάσεις, τη λιγοστή δομή στρατιωτικών βάσεων και την αργή αλλά σταθερή κινεζική στρατιωτική ανάπτυξη. Γι' αυτό υποστηρίζει ότι οι ΗΠΑ πρέπει να αναπτύξουν πυραυλικές άμυνες. Αλλά και τότε ακόμα, θα υποχρεωθούν να έχουν σε λειτουργία τις ναυτικές και αεροπορικές τους δυνάμεις μακριά από την ηπειρωτική Κίνα και να μάχονται από μεγαλύτερη απόσταση.

Στη συνέχεια μιλάει γύρω από την ανάγκη να αναπτυχθεί «η βασική ικανότητα» της Αμερικής σε διάφορους σημαντικούς τομείς: μεγάλης απόστασης πυραύλους, διαστημικές επιχειρήσεις, ένα ναυτικό ικανό να λειτουργεί σε μεγάλες θάλασσες, και μεταφορικά αεροσκάφη για τη μετακίνηση ανδρών και υλικού σε μια κρίση. Οι ΗΠΑ θα παλέψουν να είναι κυρίαρχες σ' αυτές τις περιοχές, ώστε «να κλειδώνουν έξω» οποιονδήποτε ανταγωνισμό.

Ενας από τους σκοπούς της στρατηγικής ανασκόπησης είναι η χάραξη ενός πλαισίου για την ανάπτυξη όπλων νέων τύπων. Αξιωματούχοι ενήμεροι των σχεδίων αυτών, δήλωσαν ότι έμμεσα ενθαρρύνει την ανάπτυξη μακράς απόστασης πολεμικών αεροπλάνων, νέων όπλων μεγάλων αποστάσεων και κατευθυνόμενων με ακρίβεια, την αγορά περισσότερων δεξαμενόπλοιων ανεφοδιαζόμενων με καύσιμα από τον αέρα, και τη χρησιμοποίηση όπλων που δύσκολα αποτελούν στόχο, όπως τα υποβρύχια. Και άλλα τέτοια καταχθόνια σχέδια.

Οπως παρατηρούσαν οι «ΝΥΤ», τα κύρια στρατηγικά ζητήματα είναι το πόσο σοβαρή είναι η απειλή κατά των αμερικανικών βάσεων και των αεροπλανοφόρων, και πώς οι ΗΠΑ μπορούν να απαντήσουν σε μια τέτοια απειλή. Απαντώντας σε όλα αυτά, ο ναύαρχος Μπλερ είπε ότι οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να αποτρέψουν την απειλή κατά των βάσεων και των αεροπλανοφόρων τους κοντά στα κινεζικά παράλια, με το να κατασυντρίβουν τα αναγνωριστικά και επικοινωνιακά συστήματα της Κίνας.

Εκτός απ' όλα αυτά, ο αρχηγός του Πενταγώνου Ντόναλντ Ράμφσελντ, ανακοίνωσε πρόσφατα ότι προετοιμάζει στρατιωτικά σχέδια για την αντιμετώπιση διαστημικών επιθέσεων από «εχθρικά κράτη», αρνούμενος ότι αυτό θα οδηγήσει σε τέτοιου είδους πολέμους. Ο ίδιος πρόσθεσε, ότι τα σχέδια αυτά «δεν έχουν τίποτα να κάνουν» με την επιδίωξη του Μπους για τη δημιουργία «πυραυλικής ασπίδας». Ωστόσο, όπως έγραψε (9/5) ακόμα και η ακροδεξιά εφημερίδα «Νιου Γιορκ Ποστ»: «Ορισμένοι επικριτές κατηγορούν την κυβέρνηση Μπους ότι θέλει να στρατιωτικοποιήσει το εξώτερο διάστημα και να μετατρέψει τους ουρανούς σε πολεμική ζώνη».

Στο μεταξύ, ο Μπους και ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν συμφώνησαν (18/5) να συναντηθούν για πρώτη φορά τον Ιούνη στη Σλοβενία. Σε γραπτή δήλωση έλεγε σχετικά ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Αρι Φλέιτσερ: «Ο Πρόεδρος προσβλέπει στη συνάντηση και στη συζήτηση, πως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία μπορούν να αναπτύξουν μια ισχυρή, θετική σχέση και να συνεργαστούν για κοινούς σκοπούς».

Η ανακοίνωση αυτή έγινε την ίδια μέρα που ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Ιγκόρ Ιβάνοφ συναντήθηκε με τον Μπους και άλλους Αμερικανούς αξιωματούχους και είχαν, όπως τις χαρακτήρισε ο Ιβάνοφ, «εποικοδομητικές» συνομιλίες για την εξάλειψη στιγμάτων στις σχέσεις - ιδιαίτερα το σχέδιο Μπους για ένα σύστημα πυραυλικής άμυνας».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ