ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 29 Σεπτέμβρη 2005
Σελ. /40
«Επαναστατικά» - μικροαστικά αδιέξοδα και ρωσικό θρίλερ!

Εννιά οι καινούριες ταινίες της βδομάδας - ζωή να 'χουν! Τέσσερις απ' αυτές, με τις όποιες επιφυλάξεις, τραβάνε ιδιαίτερα - και δικαιολογημένα - την προσοχή μας: «Τζακ & Ρόουζ: Μπαλάντα Για Δυο», «Οι Τελευταίες Μέρες, τα «Τσακισμένα Λουλούδια», και τέλος «Το Νησί». Επίσης, το ντοκιμαντέρ, «Ο Αρχιτέκτονάς μου», διαθέτει σοβαρότητα.

Η έκπληξη (αρνητική) έρχεται από τη Ρωσία. «Οι Φύλακες της Νύχτας», είναι μια απομίμηση κακόγουστου και αιματηρού αμερικάνικου θρίλερ! Θρίλερ είναι, δυστυχώς, και το «Στοιχειωμένο Νερό», του Βάλτερ Σάλες (Ημερολόγια Μοτοσικλέτας)! Μετά η αηδία, «Τι Ηπιαμε Χθες Βράδυ»;

Αφήσαμε τελευταίο τον «δικό» μας Σταύρο Τσιώλη. Σήμερα, τελικά, «βγαίνει» στις αίθουσες η ταινία του, «Φτάσαμεεε!»και όχι 15-9, όπως, από «κεκτημένη ταχύτητα», γράψαμε στην κριτική μας, στο φύλλο εκείνης της μέρας!

ΡΕΜΠΕΚΑ ΜΙΛΕΡ
Τζακ και Ρόουζ: Μπαλάντα για δύο

Ντάνιελ Ντε Λιούις και Καμίλα Μπελ
Ντάνιελ Ντε Λιούις και Καμίλα Μπελ

Η σκηνοθέτης Ρεμπέκα Μίλερ, κόρη του Αρθουρ Μίλερ, δείχνει να πονάει για τον κόσμο. Δείχνει, επίσης, να έχει καταλάβει, πού πάσχει η υπόθεση. Εκεί που, κατά τη γνώμη μας, δυσκολεύεται να εκφράσει άποψη, είναι, ακριβώς, στο ζητούμενο: πώς αλλάζει (ριζικά και αμετάκλητα) ο κόσμος!

Ο ήρωάς της, ο Τζακ, τον οποίον η σκηνοθέτης δείχνει να εκτιμά (του «έγραψε», άλλωστε, και μπαλάντα), είναι ένας παλιός χίπης. Ενας χίπης, που όσο κρατούσαν τα κότσια του, δεν το «έβαζε κάτω». «Εναντιωνόταν» στο σύστημα, «πλακωνόταν» μαζί του. Μόλις, όμως, έφτασε να «παραδώσει το πνεύμα», λύγισε! Θέλοντας, σώνει και καλά, να «εξασφαλίσει» την κόρη του (ποιος πατέρας δε θέλει;), σήκωσε τα χέρια του στον καπιταλισμό! (Αυτό δεν το κάνουν, ευτυχώς, όλοι οι πατεράδες)!

Βέβαια, μέχρι να παραδοθεί ο Τζακ αγωνίστηκε. Με λάθος, δυστυχώς και για εκείνον και για τον κόσμο, τρόπο! Εφτιαξε έναν «πράσινο» μικρόκοσμο, μακριά όμως από την κοινωνία και τους ανθρώπους, και κλείστηκε μέσα. Εκεί, πίστεψε, θα στέγαζε την «ουτοπία» του. Και τη στέγασε! Για όσο διάστημα, βέβαια, δε χρειαζόταν στο κεφάλαιο η «περιοχή» και τα «πρόσωπα» της περιοχής! Μόλις, όμως, ο καπιταλισμός «χρειάστηκε» το μέρος και τους ανθρώπους (εργατική δύναμη, αγοραστές) ήρθε και του την πήρε! Ο Τζακ, με τις ειρηνόφιλες απόψεις του για το μετασχηματισμό του κόσμου, με τον κοινωνικό αναχωρητισμό του, με τον «προσωπικό» αγώνα, με την έλλειψη σχεδιασμού, με ανύπαρκτο γενικό «πλάνο», περπατώντας, μ' άλλα λόγια, στα «νέφη», δεν είχε «πάρει τα μέτρα του», για να εξασφαλίσει την επιβίωση και την επιτυχία της προσπάθειάς του. Η «ουτοπία» του κάηκε!

Η Μίλερ, με έναν έξοχο κινηματογραφικά τρόπο, με ωραίους ρυθμούς, με εξαιρετικές ερμηνείες, με «ατμόσφαιρα», αποκαλύπτει το αδιέξοδο του αγώνα του Τζακ. Βλέπει, τελικά, ότι ο «χιπισμός» (μαζί, βέβαια, και άλλες παρόμοιες «εκδοχές» αγώνα), αργά ή γρήγορα θα εκφυλιστούν και θα παραδοθούν. Είτε από εξωτερική παρέμβαση, είτε από εσωτερική γήρανση. Η σήμανση που κάνει η σκηνοθέτης ότι η «υγεία» του Τζακ «έπασχε» από νωρίς, δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη! Ομως η Μίλερ, δυστυχώς για την ίδια και το έργο της γενικότερα, δε βλέπει άλλον «τρόπο», για να εξαφανιστεί ο καπιταλισμός και για να μετασχηματιστεί ο κόσμος! Βουτηγμένη η ίδια στα δικά της μικροαστικά αδιέξοδα, μεταδίδει, συνειδητά ή ασυνείδητα, στο θεατή, μια απαισιόδοξη μελαγχολία. Μια «μπαλάντα», για την υπόθεση που «χάθηκε».

Παίζουν: Ντάνιελ Ντε Λιούις, Καμίλα Μπελ, Κάθριν Κίνερ, Μπο Μπρίτζες, Πολ Ντέινο κ.ά.

ΤΖΙΜ ΤΖΑΡΜΟΥΣ
Τσακισμένα λουλούδια

Αχ, αυτοί οι μικροαστοί! Τι μάστιγα, αλήθεια! Εσωστρεφείς και εγωιστές κάνουν τα αδύνατα δυνατά να γίνουν δυστυχισμένοι! Ολος ο κόσμος, γι' αυτούς, είναι μόνον όσα βλέπει το ελαττωματικό μάτι τους και όλα όσα συλλαμβάνει η λειψή συνείδησή τους. Μπλεγμένοι, λοιπόν, μέσα σε αυτό το κοινωνικό και προσωπικό αδιέξοδο, προσποιούνται τους γελαστούς, ενώ πλαντάζουν στο κλάμα. Καταναλώνουν τη ζωή τους στα ασήμαντα και στα μηδαμινά και φτιάχνουν το κοινωνικό και προσωπικό τους αύριο, χειρότερο από το σήμερα! Και μπλέκονται! Και σαπίζουν!

Ο Τζιμ Τζάρμους, με την τελευταία του ταινία, αυτά τα «Τσακισμένα Λουλούδια», τους μικροαστούς, προσπαθεί να εξερευνήσει! Και το κάνει με έναν εκνευριστικά χαλαρό κινηματογραφικά τρόπο! Σα να ομολογεί, πως και ο ίδιος είναι μέρος του προβλήματος! Αφού, σε καμία στιγμή δε θυμώνει. Σε καμία στιγμή δεν μπήγει το μαχαίρι βαθιά. Σχεδόν, δείχνει να τους κατανοεί. Για να μην πω, πως τους δικαιολογεί κιόλας!

Ο πενηντάρης Ντον, για ακόμα μια φορά μένει μόνος. Αλλη μια γυναίκα βαρέθηκε τη συμβίωση μαζί του. Πάνω στο χωρισμό, την ώρα που απλώνει τα πόδια του να «χαλαρώσει» και να απολαύσει τη μοναξιά του, λαβαίνει ένα γράμμα. «Κάποια» από τις περασμένες τού γράφει, πως έχει μαζί του ένα παιδί. Ο Ντον, περισσότερο από βαρεμάρα και μετά από πολλές αναστολές, αποφασίζει να «ψάξει». Αυτό το «ψάξιμο» στέκεται η αφορμή, για να κάνει ένα ταξίδι προς τα πίσω. Ενα οδοιπορικό στο παρελθόν του.

Ανταμώνει τέσσερα ερείπια, όμοια με τον ίδιον! Και να έμεινε μαζί τους, πάλι στον ίδιον παρονομαστή θα βρισκόταν. Και που χώρισε, πάλι το ίδιο! Το μόνο κέρδος, απ' αυτό το ταξίδι, είναι πως, τελικά (τώρα, πια), του αρέσει η ιδέα να έχει ένα παιδί! Αδιόρθωτος μικροαστός ο κ. Ντον.

Με τον Τζιμ Τζάρμους γίνεσαι άνθρωπος των άκρων! Ή σου αρέσει ή δε σου αρέσει. Και στις δυο περιπτώσεις, πρέπει να δεχτούμε, εξασκεί μια γοητεία! Είναι τρυφερός και ολιγόλογος. Η ταινία του, «Τσακισμένα Λουλούδια», που βραβεύτηκε στις φετινές Κάννες, υποστηρίζεται από θαυμάσιους και γνωστούς ηθοποιούς.

Παίζουν: Μπιλ Μάρεϊ, Τζέσκα Λανγκ, Σάρον Στόουν, Ζιλί Ντελμπί, Φράνσις Κόνροϊ, Τζέφρι Ράιτ.

ΚΙΜ ΚΙ ΝΤΟΥΚ
Το νησί

Η εικόνα, να την πιεις στο ποτήρι! Είναι, σίγουρα, από τις πιο ευτυχισμένες στιγμές του κινηματογράφου. Το περιεχόμενο, όμως, «μπάζει»! Οσες καλές προσπάθειες και αν κάνει ο Ασιάτης δημιουργός, και κάνει πολλές είναι αλήθεια, μόλις και μετά βίας καταφέρνει να ξεφύγει από τα «πλαίσια» του θρίλερ! Το οποίο, βέβαια, είναι εξαιρετικά κινηματογραφημένο! Και με διαφορετική (από το θρίλερ) ηθική!

Σε μια λιμνοθάλασσα, πάνω σε σχεδίες, έχει μαζευτεί ό,τι πιο ακραίο. Αντρες, κυνηγημένοι από την αστυνομία (ως επί το πλείστον) και πόρνες. Ο Κιμ Κι Ντουκ, με «υλικό» αυτόν τον «αμαρτωλό» κόσμο, προσπαθεί να υμνήσει τον έρωτα. Το πάθος. Και τη θυσία. Και αν απόφευγε τους εύκολους εντυπωσιασμούς (επιμονή στο αίμα και στις ρεαλιστικές «αφοδεύσεις»), θα ολοκλήρωνε ένα ημιτελές, τώρα πια, ποίημα!

Οι δικαιολογίες που προβάλλει το φιλμ ότι τάχαμου φτάνει στα άκρα, για να αποκαλύψει το μέγεθος της θέλησης και της αγάπης, θα μπορούσαν να πάρουν απάντηση από κάποιον κακόπιστο ότι τα «άκρα» κινηματογραφήθηκαν, με τέτοιον ακριβώς «ρεαλισμό», για να προκαλέσουν! Να τραβήξουν την (εμπορική) προσοχή!

Δεν μπορώ να πιστέψω πως η κορεάτικη κουλτούρα θέλει τόσο αίμα και τόση, σχηματική μάλιστα, βία, για να εκφραστεί. Οι τραγωδίες δε στηρίχτηκαν στις «ρεαλιστικές» εικόνες. Λειτούργησαν με οικονομία.

Σημείωση: Περισσότερα στο φύλλο της Κυριακής.

Παίζουν: Γιάνγκ Σου, Γιουσούκ Κιμ, Σουνγκ - Χι Παρκ, Τζάι - Χιέντον Τζο, Χανγκ - Σίον Τζανγκ.

ΓΚΑΣ ΒΑΝ ΣΑΝΤ
Τελευταίες μέρες

Το ροκ ήταν, είναι έστω, ένα μουσικό κίνημα, που εκφράζει μια δυσαρέσκεια. Απλώς, μια δυσαρέσκεια! Δε φέρνει κάποια επανάσταση, ακόμα και στην ίδια τη μουσική και όχι στην κοινωνία, που απευθύνεται. Εστω και έτσι, όμως, είναι - οπωσδήποτε -, μια απειλή, για το σύστημα. Το οποίο σύστημα, όπως όλοι γνωρίζουμε, δεν είναι διατεθειμένο να αφήνει «περιφερειακές» απειλές να το απειλούν, την ώρα, μάλιστα, που αυτό δίνει την καθημερινή μάχη του με τον πραγματικό εχθρό του, τον κομμουνισμό. Πέφτει, λοιπόν, πάνω του και το σακατεύει!

Δυστυχώς, είναι γνωστή η ιστορία δεκάδων, για να μην πω εκατοντάδων και χιλιάδων ροκάδων. Ανθρώπων πλημμυρισμένων από συναισθηματισμό, για έναν «καλύτερο κόσμο», οι οποίοι κατέληξαν στις κατακόμβες των ναρκωτικών και του αλκοόλ. Κατέληξαν στη μουσική και πολιτική αποστράτευση!

Μια τέτοια περίπτωση εξετάζει η ταινία του Γκας Βαν Σαντ. Την πορεία και, κυρίως, το τέλος ενός ροκ ινδάλματος. Ενός ινδάλματος που, λόγω έλλειψης σωστού και ιστορικά δικαιωμένου πολιτικού προσανατολισμού, δεν μπόρεσε να μετασχηματίσει τη συναισθηματική του οργή σε αληθινό πολιτικό αγώνα. Ενός ινδάλματος που, ορφανός από ιδεολογία και πολιτική συνείδηση, πέφτει ανήμπορος στα χέρια ή μάλλον στα δόντια του καπιταλισμού και γίνεται κομμάτια.

Ναι, πονάει η ψυχή σου, βλέποντας έναν άξιο καλλιτέχνη και ευαίσθητο άνθρωπο, να μετατρέπεται σε κόλαση! Να προσπαθεί να αποκαταστήσει την αξιοπρέπειά του και την «υγεία» του, αλλά να μη διαθέτει, πια, ούτε ένα στοιχείο του οργανισμού του και της «ψυχής» του ζωντανό, ικανό να δώσει τη μάχη και να την κερδίσει. Και στη χώρα μας έχουμε ανάλογες περιπτώσεις...

Οι «Τελευταίες Μέρες» είναι ένα κομμάτι από την κόλαση του Δάντη. Και είναι γυρισμένες με άψογο κινηματογραφικά τρόπο (έστω και αν ο σκηνοθέτης υποκύπτει στο φορμαλισμό). Είναι στιγμές, που νιώθεις ευτυχισμένος, για τις δυνατότητες που έχει η κινηματογραφική τέχνη. Γιατί μπορεί και σε μεταφέρει σε έναν κόσμο, που μόνο η φαντασία σου έχει την ικανότητα να πλάσει.

Παίζουν: Μάικλ Πίτι, Εζια Αρτζέντο, Λούκας Χάας, Κιμ Γκόρντον, Σκοτ Γκριν, Νικόλ Βίσιους.

ΝΑΘΑΝΑΗΛ ΚΑΝ
Ο αρχιτέκτονάς μου

«Ο Αρχιτέκτονάς μου», είναι σαν να λέμε, «ο πατέρας μου». Ο Ναθαναήλ Καν, εξώγαμο παιδί του γνωστού Αμερικανολιθουανού αρχιτέκτονα Λουίς Ι. Καν, που έβλεπε τον πατέρα του στη χάση και στη φέξη, αφού εκείνος ζούσε με τη νόμιμη οικογένειά του, γύρισε ένα ντοκιμαντέρ, προσπαθώντας να φωτίσει (και να γνωρίσει, εκείνος και εμείς) τη ζωή και το έργο του πατέρα του.

Δεν μπορώ να πω πως είδα μια ολόπλευρη έρευνα πάνω στο ρόλο της αρχιτεκτονικής, που θα με ενδιέφερε. Δε μου «γνωστοποιήθηκαν» οι σκοποί και οι σκοπιμότητες, που υπηρετεί η ταξική αρχιτεκτονική, και μια τέτοια αρχιτεκτονική ήταν και αυτή του Καν. (Η προσωπική ερωτική και οικογενειακή ζωή του καθένα, αν αυτή δεν επηρεάζει το αποτέλεσμα, λίγο θα πρέπει να μας ενδιαφέρει).

Φυσικά αναγνωρίζω, από αυτά που άκουσα, είδα και διάβασα, τη μεγάλη αγάπη του Λουίς Ι. Καν, για την αρχιτεκτονική. Με «εξιτάρισε», επίσης, η προσωπικότητα αυτού του κοντού και άσχημου (το πρόσωπό του ήταν καμένο) ανθρώπου. Η επιμονή του στην «τελειότητα»! Ακόμα και η «πολυτάραχη» ζωή του έχει και αυτή το δικό της ενδιαφέρον. Επίσης, και ο «επεισοδιακός» θάνατός του. (Πέθανε από καρδιακή προσβολή, φτωχός και πληγωμένος σε έναν κεντρικό σταθμό της Αμερικής. Το όνομά του και η διεύθυνσή του είχαν «ξυστεί» στο διαβατήριό του)!

ΒΑΛΤΕΡ ΣΑΛΕΣ
Στοιχειωμένο νερό

Ο φόβος είναι μια πηγή, που φέρνει εισιτήρια! Ο θεατής παγιδεύεται στις σκιές, στα «μυστηριώδη» ντεκόρ, στους «παράξενους» ήχους, στα «απρόβλεπτα» και στα «αναμενόμενα» και την «καταβρίσκει».

Για να την «καταβρεί», όμως, πρέπει να «αποδεχτεί» κάποια (αυθαίρετα) πράγματα. Αποδέχεται το λιγοστό φως, και εκεί ακόμα που δε θα έπρεπε να υπάρχει, την επιμονή των ηρώων, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση, να ζουν σε έναν «προβληματικό» χώρο, τις αψυχολόγητες συμπεριφορές, νορμάλ κατά τα άλλα, ανθρώπων, τους υπερβολικούς ήχους, τα διάφορα τριξίματα, κλπ. Με άλλα λόγια, για να υπάρξει φόβος στο cinema, απαιτείται και η θέληση του θεατή να φοβηθεί (αφού αποδεχτεί)! Κανένας δεν πρόκειται να σου προκαλέσει φόβο, με ανύπαρκτα πράγματα, αν δεν αποδεχτείς τις συμβάσεις του. Φόβος δικαιολογημένος προκαλείται, φυσικά, από υπαρκτά πράγματα: Πόλεμος, πείνα, ανασφάλεια, ανεργία. Τέτοιου είδους «θρίλερ», όμως, δε γυρίζονται!..

Με δεδομένα τα παραπάνω, ο Βάλτερ Σάλες, ο δημιουργός των «Ημερολογίων Μοτοσικλέτας», ο οποίος φαίνεται θέλει και ενσωματώνεται με ταχύτητα στο βιομηχανικό σύστημα του κινηματογράφου, έφτιαξε με ταινία που προκαλεί (συμβατικό) φόβο. Προκαλεί φόβο, χωρίς να καταφεύγει σε αιματηρές ακρότητες. Κινείται, ας πούμε, περισσότερο στο «ψυχολογικό» θρίλερ. Αυτό που δε στηρίζεται στο αίμα, αλλά στις καταστάσεις!

Φυσικά, οι «φιλοσοφικοί» ισχυρισμοί των δημιουργών ότι τάχα «ανιχνεύουν» την ανθρώπινη ψυχή, δεν είναι παρά το κερασάκι της (εμπορικής) τούρτας. Το ίδιο, βέβαια, ισχύει και για τους Ιάπωνες, που γέννησαν το πρωτότυπο (η ταινία είναι αναπαραγωγή από ιαπωνικό πρότυπο). Η ανίχνευση, για να είναι τέτοια, πρέπει να ανιχνεύει αληθινές «ψυχές» σε αληθινές «καταστάσεις». Οι «υπερβάσεις» και τα «φτιαχτά» πράγματα είναι για τους ...μεταφυσικούς!

Παίζουν: Τζένιφερ Κόνελι, Τζον Ράιλι, Τιμ Ροθ, Ντέγκρεϊ Σκοτ.

ΤΙΜΟΥΡ ΜΠΕΚΜΑΜΠΕΤΟΦ
Οι φύλακες της νύχτας

Μένεις με το στόμα ανοιχτό! Δεν πιστεύεις στα μάτια σου! Λες, «είναι ποτέ δυνατόν να μπορεί να συμβεί τόσο μεγάλο κακό σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα»; Και, όμως, είναι! Ο ρωσικός κινηματογράφος διολισθαίνει ολοταχώς προς τη μεταφυσική και το εμπορικό χάος. Δείγμα αυτής της διολίσθησης είναι το ανεπανάληπτο (ανεπανάληπτο για την κακογουστιά του) μεταφυσικό θρίλερ, «Οι Φύλακες Της Νύχτας»!

Στην καρδιά της σημερινής Μόσχας ξεσπάει πόλεμος ανάμεσα στο «καλό» και στο «κακό». Στο «καλό» και στο «κακό», που βρίσκονταν σε «ανακωχή», για περισσότερα από χίλια χρόνια! Στον πόλεμο αυτό παίρνουν μέρος, με σειρά εμφανίσεως, όπως λέμε στο θέατρο: Βρικόλακες, μάγισσες, αστυνομικοί, απλοί πολίτες και παιδιά!

Ο,τι κατέβει στο άδειο κεφάλι του δημιουργού (σημειώστε το όνομά του, Τιμούρ Μπεκμαμπέτοφ λέγεται, θα βρούμε τον μπελά μας απ' αυτόν), περνάει αβασάνιστα στην οθόνη. Δαγκωματιές στο λαιμό, αίματα, μονομαχίες, ξιφομαχίες, αυτοκίνητα που ανατρέπονται, κυνηγητά. Στο τέλος φωνάζεις: έλεος!

Παίζουν: Κονσταντίν Καμπένσκι, Βλαντιμίρ Μεναχόφ

Και αφήσαμε για το τέλος την ταινία(;) του Ντάνι Λάινερ «Τι ήπιαμε χθες βράδυ». Οπου ήπιαμε ό,τι και εσείς, τίποτα! Βλακώδες και χυδαίο σε μια συσκευασία. Παίζουν (να μην πω τι) οι Καλ Πεν και Τζον Τσο.

ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΣΙΩΛΗΣ
Φτάσαμεεε!

Ο θεατής που θα φτάσει στο «Φτάσαμε!..», πρέπει να γνωρίζει όλα τα παραπάνω, για να κατανοήσει τον Σταύρο Τσιώλη και τις «παραξενιές» του. (Στη «βιαστική» (χρονολογικά) κριτική μας, στις 15-9, απαριθμούσαμε τις «δουλιές» και την «ιδιομορφία» του σκηνοθέτη). Και εκεί που θα θυμώνει, για τα διαδραματιζόμενα στην οθόνη, θα φέρνει, θέλει δε θέλει, στο νου του το ποιόν και τις γνώσεις του σκηνοθέτη. Και θα «μαλακώνει», υποθέτοντας πως ο Σταύρος Τσιώλης βρίσκεται στη μέση ενός πειράματος. Και θα εύχεται, όπως ευχόμαστε και εμείς, κάπου να φτάσει αυτό το πείραμα!

Παίζουν: Γιάννης Ζουγανέλης, Αννα Παναγιωτοπούλου, Ταμίλα Κουλίεβα, Χρήστος Τσάγκας, Παύλος Κοντογιαννίδης, Κωνσταντίνα, Αργύρης Μπακιρτζής, Μάκης Κοντίζας κ.ά.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ