Περηφανεύεται που βάζει οριστική ταφόπλακα στην Κοινωνική Ασφάλιση
Σε σχετική ανακοίνωσή της αρχικά εκπλήσσεται για το πόσο «ευρηματική» και «ικανή» είναι (μιλάει για τον εαυτό της) στο να δίνει λύσεις σε προβλήματα των εργαζομένων! Και μετά αποκαλύπτει ότι δεν είναι καθόλου ευρηματική. Απλώς αξιοποιεί μαζί με την εργοδοσία τα όσα προβλέπουν οι αντιασφαλιστικοί νόμοι του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ προχωρώντας στη δημιουργία επαγγελματικού ταμείου, το οποίο διαφημίζει λέγοντας τα εξής: «Ο Σύλλογος Προσωπικού της ALPHA BANK με συστηματική δουλειά, σύγχρονη αντίληψη και δημιουργικό διάλογο με την τράπεζα πραγματοποίησε μια μεγάλη υπόσχεση και έναν κεντρικό προγραμματικό στόχο. Τη δημιουργία ειδικού πυλώνα ασφάλισης που λειτουργεί συμπληρωματικά με την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων». Πιο κάτω παρουσιάζει κάποιους πίνακες με τα ποσά που, δήθεν, θα πάρουν ως εφάπαξ όσοι συμμετέχουν στο επαγγελματικό ταμείο.
Αυτό που δε λένε οι εργοδοτικοί συνδικαλιστές είναι ότι αυτού του είδους τα ταμεία δεν είναι καθορισμένων παροχών. Δηλαδή, δεν εξασφαλίζουν ασφαλιστικά δικαιώματα για όλους τους εργαζόμενους και αντίστοιχα των σύγχρονων αναγκών.
Δηλαδή, ότι κανείς δεν εγγυάται τα ποσά τα οποία θα δοθούν, στη συγκεκριμένη περίπτωση με τη μορφή εφάπαξ. Οτι, ακόμα, μπορεί να μη δοθούν καν εφάπαξ και ότι το ταμείο μπορεί να διαλυθεί αφού τα λεφτά που εισπράττει «τζογάρονται» με διάφορους τρόπους και επομένως μπορεί να χαθούν.
Ακόμα δε λένε ότι το σύνολο των δυνάμεων του κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού πρόσφεραν (και προσφέρουν) αμέριστη στήριξη στις κυβερνήσεις του κεφαλαίου - και των τραπεζιτών - για να εφαρμόσουν μια σειρά αντιασφαλιστικούς νόμους που σήμερα έχουν ως αποτέλεσμα τη διάλυση των κοινωνικο-ασφαλιστικών δικαιωμάτων, το χτύπημα των συντάξεων (κύριων, επικουρικών, εφάπαξ), το χτύπημα των παροχών. Ακόμα, κυβερνήσεις και κεφάλαιο καταλήστευσαν δισεκατομμύρια ευρώ από τα ασφαλιστικά ταμεία ενώ οι τραπεζίτες απαλλάχθηκαν από τις τεράστιες οικονομικές υποχρεώσεις τους προς τα Ταμεία.
Και σήμερα που έχουν διαλυθεί τα πάντα έρχονται να εμφανιστούν ως δήθεν σωτήρες καλώντας τους εργαζόμενους να ξαναπληρώσουν σε ένα «χρηματοπιστωτικό προϊόν», μέσω του οποίου το κεφάλαιο θα βάλει ξανά χέρι στις τσέπες τους, χωρίς οι ίδιοι να ξέρουν αν θα πάρουν ποτέ κάτι. Σύμφωνα με τα στοιχεία το σύνολο αυτών των ταμείων παγκοσμίως είχαν χάσει μόνο μέχρι το τέλος του 2008 το 25% της συνολικής τους περιουσίας.
Τέλος, είναι ανάγκη να σημειωθεί ότι το γεγονός πως η μία μετά την άλλη ηγεσίες του κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού στις τράπεζες (μόλις προχτές η πλειοψηφία στο Σύλλογο Εργαζομένων στην Πειραιώς βγήκε να στηρίξει το σχέδιο της εργοδοσίας για μείωση της μισθολογικής δαπάνης) πρωτοστατούν στην προώθηση αντεργατικών σχεδιασμών που ευνοούν την κερδοφορία των τραπεζιτών σε βάρος των εργαζομένων, αποκαλύπτει πόσο επικίνδυνες είναι για τους εργαζόμενους.
Πρόσφατα η αμερικάνικη κυβέρνηση έριξε στην αγορά δισεκατομμύρια δολάρια πληθωριστικό χρήμα, στο όνομα της τόνωσης της εσωτερικής αγοράς. Αυτό οδηγεί στην υποτίμηση του δολαρίου σε σχέση με άλλα νομίσματα και επιδρά στη διεθνή αγορά. Την ίδια ώρα η αμερικάνικη κυβέρνηση κατηγορεί τη γερμανική ότι με την άρνησή της να συμβάλει ως κράτος στη στήριξη υπερχρεωμένων χωρών, με το να προτείνει να αναλάβουν μέρος αυτών των χρεών οι τραπεζικοί όμιλοι που διαχειρίζονται κρατικά ομόλογα γιατί κερδίζουν απ' αυτό, ωθεί τα υπερχρεωμένα κράτη σε χρεοκοπία, επιμένοντας στη λογική της διατήρησης του ισχυρού ευρώ, έναντι των άλλων νομισμάτων και ιδιαίτερα του δολαρίου.
Επομένως, η επίθεση των ΗΠΑ δεν έχει καμιά σχέση με την «ψυχοπονιά» τους να μην «καταρρεύσουν» υπερχρεωμένες καπιταλιστικές οικονομίες, αλλά με τη διαπάλη για τις διεθνείς αγορές σχετικά με το χρήμα (διαπάλη δολαρίου - ευρώ), αφού η καπιταλιστική ανάπτυξη ή το ξεπέρασμα της κρίσης εξαρτάται και από τις εξαγωγές κεφαλαίου (πιο ελκυστικές για χώρες που δέχονται ξένα κεφάλαια για επενδύσεις όταν το νόμισμα είναι ισχυρό, με δεδομένη τη μεγαλύτερη ισχύ αυτής της καπιταλιστικής οικονομίας που εξάγει κεφάλαια, ενώ το ισχυρό νόμισμα είναι πιο ελκυστικό ως απόθεμα). Αλλά η ανάπτυξη επίσης εξαρτάται και από τις εξαγωγές εμπορευμάτων. Απότομη αλλαγή στις ισοτιμίες (π.χ. το πιο φτηνό δολάριο) υπονομεύει τις εξαγωγικές δυνατότητες του κράτους με ισχυρότερο νόμισμα.
Η γερμανική κυβέρνηση εξέφρασε δυσφορία για την έκδοση από την αντίστοιχη αμερικάνικη πληθωριστικού δολαρίου, με δεδομένο όμως ότι το ευρώ είναι ισχυρότερο έναντι του δολαρίου. Γιατί πράγματι το ισχυρό ευρώ στις διεθνείς αγορές δίνει προβάδισμα στη Γερμανία αλλά το ακόμη πιο αδύνατο δολάριο υπονομεύει τις εξαγωγικές δυνατότητες της Γερμανίας. Εδώ πράγματι εμφανίζεται αντίφαση, αλλά είναι έκφραση της αντίφασης του καπιταλισμού και της πολιτικής διαχείρισής του που γίνεται αδιέξοδη ιδιαίτερα σε συνθήκες κρίσης.
Οι ρυθμοί ανάπτυξης της Γερμανίας οφείλονται κατά κύριο λόγο στις εξαγωγές της. Η Γερμανία παρουσιάζει ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ που ξεπερνά το 3,4%.
Για τη γερμανική κυβέρνηση βεβαίως προτεραιότητα παραμένει η θωράκιση του ευρώ στον ανταγωνισμό του στη διεθνή αγορά και η σχετική στήριξη των ιδιωτικών τραπεζών που αποτελούν τους δανειστές των αδύναμων κρίκων του μεσογειακού νότου και της Ιρλανδίας.
Την ικανοποίησή της εκφράζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή γιατί η χώρα μας συνεμορφώθη με το κοινοτικό δίκαιο και έπαυσε «τις διακρίσεις στις ηλικίες συνταξιοδότησης» ανδρών και γυναικών στο δημόσιο. Δηλαδή, η ΕΕ χαιρετίζει την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης των γυναικών και ειδικά των μητέρων που φτάνει και τα 15 χρόνια πρόσθετης εργασίας. Μαζί βέβαια χαιρετίζει και την κυβέρνηση του «δεξιού» Μπερλουσκόνι που ψήφισε και για την περίπτωση της Ιταλίας αντίστοιχο νόμο. Ανακοινώνει μάλιστα ότι σταματά τις διαδικασίες για παράβαση και θέτει και τις δύο υποθέσεις στο αρχείο..!
Δε μας εκπλήσσει ο κυνισμός της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι αυτές οι αποφάσεις πάρθηκαν στο όνομα «της ισότητας» για άνδρες και γυναίκες. Αυτά ας τα βλέπουν οι ευρωλάγνοι και κάτι κόμματα όπως ο ΣΥΝ που στάζουν μέλι για το «ευρωπαϊκό κεκτημένο»!
Από την παραπάνω εξέλιξη πρέπει όμως να υπογραμμίσουμε τα εξής:
Πρώτον, ότι η ευρωπαϊκή διαδικασία ήταν το πρόσχημα για τις κυβερνήσεις της χώρας μας να επιβάλουν την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης για τις γυναίκες στο δημόσιο. Και αυτό γιατί, ανάλογη αύξηση επιβλήθηκε και στις γυναίκες του ιδιωτικού τομέα, χωρίς να υπάρχει ο «καταναγκασμός» της ΕΕ. Αρα, ήταν κεντρική πολιτική επιλογή.
Δεύτερον, η αύξηση των ορίων έγινε με δεδομένο ότι η ασφάλιση των δημοσίων υπαλλήλων δεν είναι κοινωνική αλλά θεωρείται ετεροχρονισμένη «αμοιβή» και υπάγεται στο καθεστώς της επαγγελματικής ασφάλισης. Ως εκ τούτου, το θέμα για τους δημοσίους υπαλλήλους δεν τελειώνει εδώ, αλλά δεν αποκλείονται και νέες ανατροπές στην ασφάλισή τους στο μέλλον.