Το περιστατικό ήρθε να υπενθυμίσει μερικές μόνο από τις συνέπειες που έχει για την καθημερινότητα της λαϊκής οικογένειας η «εξοικονόμηση»... περιττών - κατά την κυβέρνηση - δαπανών. Ανάμεσα σ' αυτές συγκαταλέγονται, για παράδειγμα, και κάμποσες χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι, των οποίων οι απολύσεις θα μεγαλώσουν ακόμα περισσότερο την ταλαιπωρία των λαϊκών στρωμάτων που καθημερινά απευθύνονται σε διάφορες υπηρεσίες για να διεκπεραιώσουν μια σειρά δουλειές. Τέτοια είναι τα «περιττά» - για την κυβέρνηση - έξοδα: Είτε το προσωπικό των νοσοκομείων που με τη μείωσή του μεγαλώνει τα αδιέξοδα των δημόσιων ιδρυμάτων Υγείας και σπρώχνει τους εργαζόμενους στα ιδιωτικά θεραπευτήρια. Είτε η σίτιση των παιδιών στους παιδικούς σταθμούς που με την «προσαρμογή» της στερεί από βρέφη και νήπια την ποιότητα του φαγητού που απαιτεί η ολόπλευρη ανάπτυξή τους. Είτε η συρρίκνωση του δημόσιου τομέα έτσι που η εξυπηρέτηση ενός συνταξιούχου να απαιτεί μέχρι και μισή μέρα, μόνο και μόνο για να προγραμματίσει μια επίσκεψη σε γιατρό. Η οποία βέβαια μπορεί να οριστεί και για 2 - 3 μήνες μετά... Τα μόνα έξοδα που δεν είναι περιττά για την κυβέρνηση, είναι οι επιδοτήσεις και οι φοροαπαλλαγές για τους μεγαλοεπιχειρηματίες.
Για τη «βιωσιμότητα» των Ταμείων άρχισαν (δήθεν) να κλαίνε πάλι τα επιτελεία και τα ΜΜΕ της άρχουσας τάξης ... ανησυχώντας, επειδή η εκτόξευση των ανέργων σε πάνω από 1 εκατομμύριο «συνεπάγεται ετήσιες απώλειες 5 δισ. για τα Ταμεία». Γεγονός που, όπως τονίζουν όλο νόημα, «θα οδηγήσει σε επιπλέον μειώσεις ασφαλιστικών και κοινωνικών υπηρεσιών...» Δηλαδή, για τα κόμματα και τα αστικά ΜΜΕ θεωρείται αυτονόητο πως τα φαινόμενα που γεννά η κρίση, όπως αυτό της τεράστιας ανεργίας, και οι συνέπειές τους που μετακυλίονται στις πλάτες των εργαζομένων, όπως η κατακόρυφη πτώση των πόρων των Ταμείων πρέπει να φορτωθούν ξανά σε ασφαλισμένους και συνταξιούχους. Ομως, τα έσοδα των Ταμείων δεν τα μείωσαν οι εργαζόμενοι. Δεν επέβαλαν αυτοί την ανασφάλιστη εργασία. Δεν ευθύνονται αυτοί για το κλείσιμο επιχειρήσεων και την τεράστια αύξηση απολύσεων και ανεργίας. Δεν είναι αυτοί που χρωστάνε δισ. ευρώ στα Ταμεία, είναι το κράτος και οι εργοδότες. Ισα - ίσα. Οι εργαζόμενοι είναι οι μόνοι που βρέξει - χιονίσει, κάθε μήνα, καταθέτουν το ποσό που τους αναλογεί στα Ταμεία (όπως φυσικά και το ποσό που αναλογεί στους εργοδότες, αφού και η εργοδοτική εισφορά είναι μέρος της απλήρωτης εργασίας που οι καπιταλιστές τσεπώνουν από τον κόπο των εργατών)...
Τι δε λέει κανείς από όλους αυτούς που υποτίθεται ότι ανησυχούν για τη «βιωσιμότητα» των Ταμείων; Οτι η μείωση των εργοδοτικών εισφορών κατά 5% που ήδη ξεκίνησε να εφαρμόζει η συγκυβέρνηση, θα εκτινάξει ακόμα περισσότερο το πρόβλημα των Ταμείων. Σύμφωνα με υπολογισμούς των διοικήσεων των ίδιων των Ταμείων, οι νέες απώλειες προσεγγίζουν το 1 δισ. ευρώ το χρόνο! Ετσι, την ώρα που παροχές όπως αυτές, οι οποίες αφορούν την ιατροφαρμακευτική κάλυψη και την επιδότηση των ανέργων κ.τ.λ. (παροχές που συνδέονται με αυτό που οι εργοδότες και οι υπηρέτες τους ονομάζουν «μη μισθολογικό κόστος») καθίστανται όλο και πιο απαραίτητες για εκατοντάδες χιλιάδες εργατικές οικογένειες, η συγκυβέρνηση ουσιαστικά «στραγγαλίζει» όσες (ανεπαρκείς κι αυτές) έχουν απομείνει. Αντί να αυξήσει τις εργοδοτικές εισφορές, τις μειώνει. Πετάει το μπαλάκι ξανά στους ασφαλισμένους εκβιάζοντάς τους ότι αν δε δεχτούν τις νέες ανατροπές (μειώσεις παροχών και αυξήσεις ορίων ηλικίας) κινδυνεύουν να μείνουν εντελώς ανυπεράσπιστοι. Ομως, η ίδια η πείρα των εργαζομένων μαρτυρά πως η ανοχή και η υποχωρητικότητα μόνο το δρόμο προς τον γκρεμό ανοίγει, εδώ και χρόνια. Το δρόμο σε συνεχείς ανατροπές και θυσίες, για να πλουτίζει η μεγαλοεργοδοσία, δρόμο που τελικά οδηγεί σ' αυτό από το οποίο δήθεν θα γλίτωναν: σταδιακά αλλά σταθερά να μένουν εντελώς ανυπεράσπιστοι κι αυτοί και τα παιδιά τους.
Η απάντηση που έδωσε η κυβέρνηση ήταν αναμενόμενη και φυσικά, για τα δικά της δεδομένα. Σε περίοδο καπιταλιστικής κρίσης, περίοδο δηλαδή που το κεφάλαιο δυσκολεύεται να εξασφαλίσει όρους διευρυμένης αναπαραγωγής (δηλαδή αύξησης της κερδοφορίας του) και το κράτος του σπεύδει να «σπρώξει» για να βγει από τη λάσπη της «ύφεσης», αποκαλύπτεται ακόμα πιο ωμά το ταξικό πρόσωπο της ασκούμενης πολιτικής. Τι λέει η κυβέρνηση; Οταν (άρα και αν) περισσέψουν από τα κρατικά ταμεία (τα οποία γεμίζουν, αδειάζουν και συνολικά λειτουργούν με άξονα την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του κεφαλαίου) λεφτά, κάτι μπορεί να γίνει. Το ερώτημα είναι αν οι εργαζόμενοι μπορούν να περιμένουν αυτό το «όταν» της κυβέρνησης. Τι θα κάνουν; Θα βρίσκουν γιατρό, θα κάνουν εξετάσεις, θα έχουν φάρμακα «όταν» (και αν) περισσέψει κάτι γι' αυτούς; 'Η θα ενταχθούν αποφασιστικά στην πάλη για την ανατροπή της πολιτικής που ωμά ομολογεί πως όταν τα συμφέροντα των μονοπωλίων το απαιτούν, οι εργάτες μένουν ανυπεράσπιστοι ακόμα και όσον αφορά την υγεία τους..;