ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 8 Μάη 2021 - Κυριακή 9 Μάη 2021
Σελ. /48
ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ
«Σημείο καμπής» στον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό «για τον 21ο αιώνα»

Αναζήτηση ευρωατλαντικών συμβιβασμών και ένταση στρατιωτικών προετοιμασιών με το βλέμμα σε Κίνα και Ρωσία

Αποφάσεις «διευκόλυνσης» της μετακίνησης ΝΑΤΟικών στρατευμάτων στην Ευρώπη έλαβε την Πέμπτη η ΕΕ (φωτ. από την αντίστοιχη περσινή άσκηση Defender Europe)
Αποφάσεις «διευκόλυνσης» της μετακίνησης ΝΑΤΟικών στρατευμάτων στην Ευρώπη έλαβε την Πέμπτη η ΕΕ (φωτ. από την αντίστοιχη περσινή άσκηση Defender Europe)
Η προσπάθεια αντιμετώπισης της ραγδαίας ανόδου της Κίνας και της αλλαγής του διεθνούς συσχετισμού προς όφελός της, μαζί με την ταυτόχρονη κλιμάκωση της αντιπαράθεσης με τη Ρωσία, διαπερνά όλες τις κινήσεις των ΗΠΑ, τις διεργασίες και τις αναζητήσεις συμβιβασμών μέσα στον ευρωατλαντικό άξονα, καθώς ο ενδοϊμπεριαλιστικός ανταγωνισμός φουντώνει σε όλα τα μέτωπα, σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη, αυξάνοντας τους κινδύνους για τους λαούς.

Στην ομιλία του για τις πρώτες 100 μέρες της διακυβέρνησής του ο Αμερικανός Πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, δεν θα μπορούσε να είναι πιο ξεκάθαρος: «Οι ΗΠΑ βρισκόμαστε σε σημείο καμπής (...) στον ανταγωνισμό μας με την Κίνα και τον υπόλοιπο κόσμο για να κερδίσουμε τον 21ο αιώνα»...

Το τι φέρνουν βέβαια στους λαούς αυτά τα «σημεία καμπής» των ιμπεριαλιστικών αντιπαραθέσεων είναι γνωστό: Γνωρίζουμε πού οδήγησε η διαπάλη των ιμπεριαλιστών για να «κερδίσουν τον 20ό αιώνα», βλέπουμε και σήμερα τι σημαίνει η όξυνση του ανταγωνισμού τους «για να κερδίσουν τον 21ο».

Η «επιστροφή της Αμερικής στη διεθνή σκηνή» επί προεδρίας Μπάιντεν, όπως «λιβανίζεται» από σύσσωμο το αστικό πολιτικό σύστημα και στην Ελλάδα, είναι στην πραγματικότητα η παραπέρα ένταση της επιθετικότητας των ΗΠΑ σε όλα τα μέτωπα, η προσπάθεια ενίσχυσης των διεθνών συμμαχιών τους και η προετοιμασία εντός και εκτός συνόρων για την όξυνση της ιμπεριαλιστικής διαπάλης.

«Διαμήνυσα στον Πρόεδρο της Κίνας ότι θα διατηρήσουμε ισχυρή στρατιωτική παρουσία στον Ινδο-Ειρηνικό, ακριβώς όπως κάνουμε με το ΝΑΤΟ στην Ευρώπη», τόνισε χαρακτηριστικά ο Αμερικανός Πρόεδρος.

Στο ίδιο ακριβώς πλαίσιο ενέταξε και τις αποκαλούμενες «τολμηρές πολιτικές» της κυβέρνησής του για την ενίσχυση της καπιταλιστικής οικονομίας των ΗΠΑ. «Ο υπόλοιπος κόσμος δεν μας περιμένει», επανέλαβε, αναφερόμενος ξανά στα προωθούμενα τεράστια κρατικά πακέτα για τον εκσυγχρονισμό των υποδομών (μεταφορές, Ενέργεια, ύδρευση κ.ά.), για τις μπίζνες των μονοπωλίων της «πράσινης ανάπτυξης» κ.ο.κ., ενώ υπενθύμισε ότι σε τομείς όπως η Ερευνα και Ανάπτυξη (R&D) «υστερούμε σε σχέση με τον ανταγωνισμό», ιδιαίτερα με την Κίνα.

«Διευκόλυνση» μετακίνησης ΝΑΤΟικών στρατευμάτων στην Ευρώπη

Μέσα σε αυτό το φόντο, κλιμακώνεται ταυτόχρονα η αντιπαράθεση των ΗΠΑ με τη Ρωσία, συγκεντρώνονται μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις από ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ στην Ανατολική Ευρώπη, αναζωπυρώνεται η σύγκρουση γύρω από την ανατολική Ουκρανία και την Κριμαία.

Καθόλου τυχαία, η «διευκόλυνση» της μετακίνησης των ΝΑΤΟικών στρατευμάτων κατά μήκος της Ευρώπης απέναντι στη Ρωσία βρέθηκε, την περασμένη Πέμπτη, στο επίκεντρο τόσο της Συνόδου των υπουργών Αμυνας της ΕΕ, όσο και του γεύματος εργασίας που είχαν οι υπουργοί με τον γγ του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ.

Στην υπουργική σύνοδο εγκρίθηκε η συμμετοχή των ΗΠΑ, της Νορβηγίας και του Καναδά στο πρόγραμμα Στρατιωτικής Κινητικότητας της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας (PESCO).

Οπως αναφέρεται σχετικά από την ΕΕ, «το σχέδιο στρατιωτικής κινητικότητας της PESCO είναι μια στρατηγική πλατφόρμα για την ταχεία και απρόσκοπτη μετακίνηση στρατιωτικού προσωπικού και εξοπλισμού σε όλη την ΕΕ, σιδηροδρομικώς, οδικώς, αεροπορικώς ή διά θαλάσσης».

Από το 2017, που ιδρύθηκε η PESCO, και έως το 2028 προβλέπονται περίπου 1,7 δισ. ευρώ από τον ευρωενωσιακό προϋπολογισμό για βελτίωση της στρατιωτικής κινητικότητας προς υποστήριξη του ΝΑΤΟ, με βελτίωση υποδομών και ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ χωρών της ΕΕ, μείωση της γραφειοκρατίας στα σύνορα, για ταχεία ανάπτυξη και ευκολότερη μεταφορά στρατιωτικού εξοπλισμού.

Χαρακτηριστικές είναι και οι δηλώσεις του Γ. Στόλτενμπεργκ πριν από τη συνάντησή του με τους υπουργούς Αμυνας: «Αυτήν τη στιγμή που μιλάμε, αναπτύσσουμε χιλιάδες στρατεύματα στο πλαίσιο μιας άσκησης του ΝΑΤΟ και συγκεκριμένα στη Ρουμανία (σ.σ. η άσκηση "Defender Europe") δείχνοντας πως κινητοποιούμε και ασκούμε στρατεύματα του ΝΑΤΟ, τα αναπτύσσουμε σε όλη την Ευρώπη (...) Αναδεικνύεται η σημασία της ταχείας μετακίνησης στρατευμάτων του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη και αυτός είναι επίσης ένας λόγος που η στρατιωτική κινητικότητα είναι τόσο σημαντική».

Το G7 για Κίνα και Ρωσία

Οι εντεινόμενοι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί βρέθηκαν, όπως ήταν αναμενόμενο, στο επίκεντρο και της διήμερης συνόδου των υπουργών Εξωτερικών του G7, των επτά ισχυρότερων βιομηχανικών κρατών (HΠΑ, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία, Βρετανία και Καναδάς), που πραγματοποιήθηκε την προηγούμενη βδομάδα στο Λονδίνο, ενόψει και της Συνόδου Κορυφής στις 11 - 13 Ιούνη.

Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι η σύνοδος των ΥΠΕΞ του G7 «εμπλουτίστηκε» με τη συμμετοχή ομολόγων τους από την Ινδία, τη Νότια Κορέα, την Αυστραλία και τη Νότια Αφρική, αντανακλώντας τις προσπάθειες για «διεύρυνση» των συμμαχιών στο πλαίσιο της αντιπαράθεσης κυρίως απέναντι στο Πεκίνο.

Το κοινό ανακοινωθέν - στο οποίο είναι εμφανής η προσπάθεια να συμβιβαστούν οι αντιθέσεις που διαπερνούν και το εσωτερικό του G7 - αναφέρεται σε όλα τα βασικά μέτωπα των ιμπεριαλιστικών αντιπαραθέσεων.

Σε ό,τι αφορά την Κίνα, πέρα από τα καλέσματα περί «σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» - πρόσχημα με το οποίο το προηγούμενο διάστημα οι χώρες του G7 επέβαλαν συντονισμένες κυρώσεις - αναφέρεται ότι το G7 θα ενισχύσει τις συλλογικές προσπάθειες για να σταματήσει τις «πολιτικές οικονομικού εξαναγκασμού» της ασιατικής χώρας απέναντι σε άλλες χώρες. Ξεχωρίζουν ακόμα τη «σημασία διατήρησης ενός ελεύθερου και ανοιχτού Ινδο-Ειρηνικού», εκφράζουν «έντονη αντίθεση σε μονομερείς ενέργειες που θα μπορούσαν να κλιμακώσουν την ένταση» στην Ανατολική και Νότια Κινεζική Θάλασσα, ενώ με πρόσχημα την πανδημία υπογραμμίζουν τη στήριξή τους στην συμμετοχή της Ταϊβάν στα φόρουμ του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ενώ η Κίνα θεωρεί την Ταϊβάν δικό της έδαφος και αντιτίθεται στην επίσημη εκπροσώπησή του σε διεθνείς οργανισμούς).

Επίσης, εξέφρασαν «έντονη ανησυχία» για την «ανεύθυνη και αποσταθεροποιητική στάση» της Ρωσίας, ιδίως απέναντι στην Ουκρανία, για «τη μεγάλη συγκέντρωση ρωσικών στρατιωτικών δυνάμεων στα σύνορα της Ουκρανίας και την παρανόμως προσαρτηθείσα Κριμαία, τις κακόβουλες ενέργειές της με στόχο την υπονόμευση των δημοκρατικών συστημάτων άλλων χωρών, την κακόβουλη δραστηριότητά της στον κυβερνοχώρο και τη χρήση παραπληροφόρησης». Επίσης, καλούν την κυβέρνηση Λουκασένκο στη Λευκορωσία να προκηρύξει νέες εκλογές με διεθνείς παρατηρητές.

Σύμφωνα με ρεπορτάζ, προτάσεις για συλλογικό περιορισμό της «ρωσικής προπαγάνδας» και για διακοπή του αγωγού φυσικού αερίου «Nord Stream 2» δεν κέρδισαν έδαφος, αποτυπώνοντας και από αυτήν την πλευρά αποκλίνοντα συμφέροντα των αστικών τάξεων των χωρών του G7.

Επίσκεψη του Αμερικανού ΥΠΕΞ στην Ουκρανία

Αμέσως μετά τη σύνοδο του G7, ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, Α. Μπλίνκεν, μετέβη στην Ουκρανία, σε μια κίνηση που, όπως ανέφερε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, «επιβεβαιώνει εκ νέου την ακλόνητη αμερικανική υποστήριξη για την ουκρανική κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα απέναντι στη ρωσική επιθετικότητα», μετά και την πρόσφατη κλιμάκωση της έντασης στο Ντονμπάς και τη Μαύρη Θάλασσα, με τις «πλάτες» των ΗΠΑ.

Οι «ευρωατλαντικές φιλοδοξίες»της Ουκρανίας, η μελλοντική ένταξη σε ΕΕ και ΝΑΤΟ, συζητήθηκαν κατά τη συνάντηση του Α. Μπλίνκεν με τον Ουκρανό Πρόεδρο, Β. Ζελένσκι. Σύμφωνα με τον Μπλίνκεν, οι ΗΠΑ «επιδιώκουν ενεργά» την ενίσχυση της στρατιωτικής «βοήθειας» στην Ουκρανία.

Από το 2014, οι ΗΠΑ έχουν παράσχει στην Ουκρανία συνολική βοήθεια άνω των 4,6 δισ. δολαρίων, συμπεριλαμβανομένης και της στρατιωτικής ενίσχυσης, και πάνω από 306 εκατ. δολάρια σε «ανθρωπιστικές υπηρεσίες» για την υποστήριξη ατόμων που έχουν εκτοπιστεί ή επηρεαστεί από τις επιθετικές ενέργειες της Ρωσίας στην ανατολική Ουκρανία και την Κριμαία, όπως ανακοίνωσε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Επιπλέον οι ΗΠΑ παρέχουν στην Ουκρανία τρεις εγγυήσεις κρατικού δανείου ύψους 1 δισ. δολαρίων.

Στη δε συνάντησή του με τον Ουκρανό ομόλογό του, Ντμ. Κουλέμπα, ο Μπλίνκεν επανέλαβε τη στήριξη της Ουάσιγκτον στην «ενίσχυση της δημοκρατίας σας, στην οικοδόμηση θεσμών και στην προώθηση των μεταρρυθμίσεών σας κατά της διαφθοράς».

Σημειώνεται ότι πριν από το ταξίδι του Μπλίνκεν, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επέκρινε την Ουκρανία για την απομάκρυνση του επικεφαλής της κρατικής εταιρείας Ενέργειας «Naftogaz», λέγοντας ότι φανερώνει «αγνόηση για δίκαιες και διαφανείς πρακτικές εταιρικής διακυβέρνησης». Ο προηγούμενος επικεφαλής, Α. Κομπόλεφ, είχε μειώσει την εξάρτηση της Ουκρανίας από τις ρωσικές παραδόσεις φυσικού αερίου και εισήγαγε μεταρρυθμίσεις που βελτίωσαν τη «δημόσια εικόνα» της εταιρείας, αναφέρουν ρεπορτάζ.

«Η Ουκρανία αντιμετωπίζει δύο προκλήσεις: Επιθετικότητα από έξω, που προέρχεται από τη Ρωσία, και επιθετικότητα από μέσα, προερχόμενη από διαφθορά, ολιγάρχες και άλλους που θέτουν τα συμφέροντά τους μπροστά από εκείνα του ουκρανικού λαού», ανέφερε ο Μπλίνκεν, αποτυπώνοντας το βάθος της παρέμβασης των ΗΠΑ.

ΚΙΝΑ - ΕΕ
«Εμπόδια» για την επικύρωση της Επενδυτικής Συμφωνίας

Τις αντιφατικές διεργασίες στο εσωτερικό της ΕΕ σε ό,τι αφορά τη στάση απέναντι στην Κίνα και το μέλλον των σχέσεων συνεργασίας και ανταγωνισμού, υπό την «πίεση» και των ΗΠΑ για μια ενιαία ευρωατλαντική αντιμετώπιση, επιβεβαίωσαν οι δηλώσεις που έκανε μεσοβδόμαδα ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Β. Ντομπρόβσκις, σχετικά με τα εμπόδια που συναντά η κύρωση της Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου των δύο μερών που καταλήχθηκε «επί της αρχής» στις 30/12/20 (EU - China Comprehensive Agreement on Investment - CAI).

Οπως επισήμανε, «η κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί, με τις κυρώσεις της ΕΕ ενάντια στην Κίνα και τις κινεζικές αντι-κυρώσεις που τέθηκαν σε ισχύ, που αφορούν και μέλη του Ευρωκοινοβουλίου, δεν συμβάλλει στην επικύρωση της συμφωνίας».

Με τις ενδοαστικές αντιθέσεις να διαπερνούν αστικές τάξεις όπως της Γερμανίας, την ίδια ώρα που η γερμανική κυβέρνηση επαναλαμβάνει την ανάγκη να διατηρηθούν ανοιχτοί οι δίαυλοι με το Πεκίνο, χαρακτηριστική είναι η στάση των Πρασίνων, που δημοσκοπήσεις τούς φέρουν ως «φαβορί» για την πρώτη θέση στις επικείμενες ομοσπονδιακές εκλογές: Ο Γερμανός «πράσινος» ευρωβουλευτής R. Buetikofer (που σημειωτέον είναι ένας από τους «αποδέκτες» των πρόσφατων κινεζικών αντι-κυρώσεων) έσπευσε να σχολιάσει ότι μέσω του Ντομπρόβσκις «μίλησε ο ρεαλισμός».

Ο ίδιος, επιδοκιμάζοντας και πρόταση νέου κανονισμού που κατέθεσε η Κομισιόν μεσοβδόμαδα «για την αντιμετώπιση των στρεβλώσεων που προκαλούνται από ξένες επιδοτήσεις στην ενιαία αγορά» (στοχοποιώντας εμμέσως πλην σαφώς τους κινεζικούς ομίλους), εξέφρασε την ελπίδα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή «αντί να συνεχίσει να κάνει όνειρα για την CAI, να εστιάσει πραγματικά στο πώς θα εφοδιάσει κατάλληλα την ευρωπαϊκή εργαλειοθήκη για να εμποδίσει τους ανταγωνιστές από τρίτες χώρες που δραστηριοποιούνται στην ευρωπαϊκή αγορά να ωφελούνται από άδικες επιδοτήσεις».

Ο εκπρόσωπος του κινεζικού ΥΠΕΞ, Ουάνγκ Ουενμπίν, απαντώντας σε ερώτημα για τις δηλώσεις Ντομπρόβσκις αναφέρθηκε σε προσπάθειες Ευρωπαίων αξιωματούχων να διαψεύσουν ότι «παγώνει» επίσημα η επικύρωση της CAI και πρόσθεσε: «Η επενδυτική συμφωνία Κίνας - ΕΕ είναι μια συμφωνία με ουσιαστικό αμοιβαίο όφελος (...) Η Κίνα είναι έτοιμη να διατηρήσει επικοινωνία και συντονισμό με την ΕΕ και να εργαστεί μαζί της για την ταχύτερη δυνατή εφαρμογή της (...) ώστε να σταλεί και ένα θετικό σήμα για την υποστήριξη που Κίνα και ΕΕ δίνουν σε μια ανοιχτή παγκόσμια οικονομία».

Απαντώντας δε σε ερώτημα για τον προτεινόμενο νέο κανονισμό που στοχοποιεί κινεζικούς ομίλους, ο Ουάνγκ εξέφρασε την ελπίδα η ΕΕ «να συνεχίσει (...) να παρέχει ένα επιχειρηματικό και επενδυτικό περιβάλλον ανοιχτό, διαφανές, κατά των διακρίσεων, για εταιρείες από όλες τις χώρες, συμπεριλαμβανομένων των κινεζικών».

«Εταίρος, ανταγωνιστής και συστημικός αντίπαλος ταυτόχρονα...»

Στην εξέλιξη του παζαριού βαραίνει αναμφίβολα το γεγονός ότι η Κίνα είναι πλέον ο σημαντικότερος εμπορικός εταίρος της ΕΕ, χωρίς αυτό βέβαια να αναιρεί την ευρωενωσιακή ανησυχία για την «ανισομετρία» της σχέσης τους.

Οπως έσπευσε να υπογραμμίσει χαρακτηριστικά ο Β. Ντομπρόβσκις, την ίδια μέρα με τις παραπάνω επίμαχες δηλώσεις, η CAI παραμένει «ένα σημαντικό θέμα στις σχέσεις μας με την Κίνα που θα μας βοηθήσει να εξισορροπήσουμε ξανά την ασύμμετρη οικονομική μας συνεργασία με την Κίνα».

Νωρίτερα, στις 28/4, στις διαδικτυακές κυβερνητικές διαβουλεύσεις Κίνας - Γερμανίας, η καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ είχε αναγνωρίσει «δύσκολα θέματα» που υπάρχουν μεταξύ των δύο πλευρών, συμπληρώνοντας πως η διατήρηση των διμερών σχέσεων «σημαίνει ότι όλα αυτά πρέπει να μπορούμε να τα βάλουμε στο τραπέζι». Από την πλευρά του, ο Κινέζος πρωθυπουργός, Λι Κετσιάνγκ, είχε αναφερθεί σε «διαφορετικές απόψεις» που υπάρχουν «σε ορισμένα θέματα», προσθέτοντας ότι «χρειάζεται να σέβεται η μία πλευρά τα βασικά συμφέροντα και τις σοβαρές ανησυχίες της άλλης, να συνεχίσουν να επικοινωνούν και να ανταλλάσσουν απόψεις στη βάση της ισοτιμίας και της μη ανάμειξης στις εσωτερικές υποθέσεις του άλλου».

Αντίστοιχες επισημάνσεις είχαν γίνει και σε πρόσφατη τηλεδιάσκεψη των ΥΠΕΞ των δύο χωρών. «Η Κίνα είναι εταίρος, ανταγωνιστής και συστημικός αντίπαλος ταυτόχρονα (...) Και στις τρεις αυτές διαστάσεις χρειαζόμαστε ισχυρούς, βιώσιμους διαύλους επικοινωνίας με το Πεκίνο. Η αποσύνδεση είναι ο λάθος δρόμος», είχε τονίσει ο Γερμανός ΥΠΕΞ, Χάικο Μάας.

Αντίστοιχες επισημάνσεις για «νέες προκλήσεις» αλλά και «νέες ευκαιρίες ανάπτυξης» στη σχέση Κίνας - Ευρώπης είχαν γίνει από την πλευρά του Πεκίνου μετά την τηλεδιάσκεψη των ηγετών Κίνας - Γερμανίας - Γαλλίας στα μέσα Απρίλη.

ΗΠΑ
Προετοιμασία για τον «πολύ διαφορετικό επόμενο μεγάλο πόλεμο»

«Ο τρόπος που θα πολεμήσουμε στον επόμενο μεγάλο πόλεμο θα είναι πολύ διαφορετικός από στον τρόπο που πολεμήσαμε τους τελευταίους...».

Τα παραπάνω λόγια του υπουργού Αμυνας της κυβέρνησης Μπάιντεν, του στρατηγού ε.α. Λόιντ Οστιν, όπως και η περίσταση που ειπώθηκαν, η τελετή αλλαγής διοικητή στη Στρατιωτική Διοίκηση Ινδικού - Ειρηνικού των ΗΠΑ (INDOPACOM) στις 30/4, αποτυπώνουν με χαρακτηριστικό τρόπο την ενίσχυση της στρατιωτικής προετοιμασίας των Ηνωμένων Πολιτειών, στο φόντο του εντεινόμενου ανταγωνισμού τους απέναντι στην Κίνα και άλλα ισχυρά ιμπεριαλιστικά κέντρα.

Στο ίδιο ακριβώς πλαίσιο «τρέχει» και η βασική εσωτερική «έρευνα» που έχει διατάξει στο Πεντάγωνο ο Οστιν, με στόχο την καλύτερη δυνατή αναδιάρθρωση των Ενόπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ για αυτούς τους «πολύ διαφορετικούς επόμενους μεγάλους πολέμους»...

«Σε αυτόν τον νέο αιώνα, χρειαζόμαστε γρηγορότερη κατανόηση, γρηγορότερες αποφάσεις, ταχύτερη δράση», επισήμανε μεταξύ άλλων στην ομιλία του ο Οστιν, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη μεγαλύτερη αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών. «Φωτογραφίζοντας», αλλά χωρίς να κατονομάσει, τις αυξανόμενες δυνατότητες κυρίως της Κίνας και της Ρωσίας, σημείωσε, μεταξύ άλλων: «Χρειαζόμαστε το σωστό μείγμα τεχνολογικής επιχειρησιακής δύναμης και ικανότητας. Ολα μαζί πρέπει να διασυνδεθούν με τέτοιον τρόπο ώστε να λειτουργήσουν αξιόπιστα, ευέλικτα και με τέτοια δεινότητα που θα σταματήσει οποιονδήποτε αντίπαλο».

Σε συνθήκες που η Κίνα αυξάνει διαρκώς τις στρατιωτικές της δαπάνες, «υπενθύμισε» την ανάγκη διατήρησης της υπεροπλίας των ΗΠΑ «πέραν πάσης αμφιβολίας», ενώ χαρακτηριστική ήταν η αναφορά του ότι... «το υπουργείο Αμυνας είναι εδώ για να στηρίξει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, παρέχοντας τη "μόχλευση" που μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι διπλωμάτες της Αμερικής»...

«Μπαίνουμε σε μια περίοδο πιθανής διεθνούς αστάθειας...»

Τη σκυτάλη των «προειδοποιήσεων» και «συστάσεων» μπροστά στην εντεινόμενη ενίσχυση της Κίνας ανέλαβε στη συνέχεια ο Αμερικανός επιτελάρχης, στρατηγός Μαρκ Μίλεϊ.

«Μπαίνουμε σε μια περίοδο πιθανής διεθνούς αστάθειας», είπε χαρακτηριστικά σε ομιλία του την Τετάρτη, εστιάζοντας στην άνοδο της Κίνας, μετά από δεκαετίες κατά τις οποίες οι ΗΠΑ ήταν «η αδιαφιλονίκητη παγκόσμια στρατιωτική, πολιτική και οικονομική δύναμη». Σε αυτήν τη βάση, προειδοποίησε για τεκτονικές αλλαγές στο διεθνές γεωπολιτικό πεδίο, προβλέποντας πως μπορεί να υπάρξουν εξελίξεις που μπορούν να συγκριθούν ιστορικά με την παρακμή και πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ή την «κατάρρευση της ΕΣΣΔ».

Σε αντίστοιχο μήκος κύματος, «προειδοποίησης» για την κινητικότητα του Πεκίνου, ήταν και η παρέμβαση που έκανε μία μέρα μετά ο διοικητής της Στρατιωτικής Διοίκησης των ΗΠΑ για την Αφρική (AFRICOM), στρατηγός Στίβεν Τάουνσεντ.

Μιλώντας στο πρακτορείο ΑΡ, υποστήριξε ότι η Κίνα αναζητά κατάλληλο λιμάνι χώρας της βορειοδυτικής ή και νότιας δυτικής Αφρικής, προκειμένου να φτιάξει ναυτικές βάσεις που θα μπορούν να φιλοξενούν υποβρύχια και αεροπλανοφόρα, ώστε να είναι εγγύτερα προς τις ΗΠΑ. Θύμισε ότι προ μερικών ετών η Κίνα έφτιαξε την πρώτη ναυτική βάση της στο εξωτερικό, στο Τζιμπουτί της Ανατολικής Αφρικής. Υπογράμμισε δε ότι μία πιθανή κινέζικη ναυτική βάση στη βορειοδυτική Αφρική θα είναι πιο κοντά στις ΗΠΑ από τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις της Κίνας στον Ειρηνικό.

Φάνηκε δε ιδιαίτερα «ανήσυχος» για το ενδεχόμενο κινεζικής ναυτικής βάσης στον Κόλπο της Γουινέας, επισημαίνοντας πως η Κίνα έχει πλέον προβάδισμα σε πολλές αφρικανικές χώρες σε ό,τι αφορά τη δημιουργία νέων υποδομών σε λιμάνια, μεταφορές, δίκτυα συγκοινωνιών, επιχειρηματικές, εμπορικές και οικονομικές συμφωνίες, που στο μέλλον «θα αυξήσουν την πρόσβαση της Κίνας στην περιοχή».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ