ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 7 Ιούνη 2012
Σελ. /64
Σε πνεύμα επανέκδοσης...

Ευτυχώς που δεν υπάρχουν κινηματογραφικές εξάρσεις και την τρέχουσα βδομάδα που τυγχάνει να είναι επικινδύνως... προεκλογική! Δεδομένου λοιπόν ότι εκλογές δε γίνονται κάθε μέρα, ενώ, αντίθετα, τα οπτικοακουστικά προϊόντα - δόξα στον Ερμή του Δωδεκάθεου - κατακλύζουν αναισχύντως την αγορά, συμπεραίνουμε ότι η προεκλογική δουλειά δικαιωματικά και αναντίρρητα προηγείται... Συσκέψεις, συγκεντρώσεις, συναντήσεις με το ψηφοδέλτιο του Κόμματος στο χέρι... Αυτός ο αγώνας προηγείται, ώστε να καταφέρουμε να εξασφαλίσουμε - με αταλάντευτη πάντα ταξική πάλη - τον άρτον τον επιούσιον κατά πρώτον, ώστε να μπορούμε να πηγαίνουμε και σινεμά... Οι καλές ταινίες - και αυτήν τη βδομάδα - κρύβονται στις επανεκδόσεις και τις επαναλήψεις. Μοναδική αξιόλογη εξαίρεση ένα μικρό αγγλικό κόσμημα με το όνομα «ΤΟ ΒΑΘΥ ΜΠΛΕ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ» σε σκηνοθεσία Τέρενς Ντέιβις...

Πληροφοριακά: Την Τρίτη που πέρασε, βγήκε στις αίθουσες η αμερικανική παραγωγή του 2012 «ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ», σε τεχνική 3D. Πρόκειται για την τελευταία ταινία επιστημονικής φαντασίας του σερ Ρίντλεϊ Σκοτ, του σκηνοθέτη που «επανεφηύρε», μέσα από τις ταινίες «ALIEN» και «BLADE RUNNER» το προαναφερθέν κινηματογραφικό είδος που βασίστηκε σε ένα πρωτοποριακό μείγμα παλαιότερων συστατικών. Το τελευταίο δράμα του 75χρονου Βρετανού συντίθεται σε ένα συνονθύλευμα δράσης, τρόμου και ανατριχίλας, σε πλαίσια επιστημονικής φαντασίας. Πρόκειται για το ταξίδι του διαστημόπλοιου «Προμηθέας» και του πληρώματός του που συνίσταται από ομάδα επιστημόνων και ερευνητών, ταξίδι που αποσκοπεί στο να εφοδιάσει με απαντήσεις πάνω σε θεμελιώδη ερωτήματα της ανθρώπινης ύπαρξης. Ωστόσο, κανένας από τους δυο λαμπρούς επιστήμονες - αμφότεροι διέπονται από διαμετρικά αντίθετα κίνητρα - που ηγούνται της αποστολής, της χρηματοδοτούμενης από πολυεθνικό όμιλο, δεν είναι προετοιμασμένος να αντιμετωπίσει τον ανείπωτο τρόμο που πρόκειται να συναντήσει... Στους κύριους ρόλους της ταινίας συναντάμε σύγχρονα, ανερχόμενα, εμπορικά ονόματα που κινούνται στα πλαίσια της κινηματογραφικής βιομηχανίας, όπως η Νούμι Ραπάς, η Σαρλίζ Θερόν, ο Μάικλ Φασμπέντερ, ο Γκάι Πιρς, ο Ιντρίς Ελμπά, κ.ά.

Πρεμιέρα σήμερα και για την ιταλο-γαλλο-βελγική παραγωγή του 2010, «Ο ΧΙΤΛΕΡ ΣΤΟ ΧΟΛΙΓΟΥΝΤ» σε σκηνοθεσία του Φρεντερίκ Σοσέ. Πρόκειται για ντοκιμαντέρ μυθοπλασίας, αφιερωμένο στον υπέργηρο Πορτογάλο σκηνοθέτη Μανουέλ δε Ολιβέιρα. Τον πρωταγωνιστικό ρόλο υποδύεται η γοητευτική συμπατριώτισσα του Ολιβέιρα, Μαρία δε Μεδέιρος, που δουλεύει πάνω σε ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή της Γαλλίδας σταρ του μεσοπολέμου Μισελίν Πρεσλ - που υποδύεται τον εαυτό της. Τα ερωτηματικά που εγείρει το συλλεγμένο υλικό οδηγούν σε μια ταινία του 1939, που όμως, μυστηριωδώς, ουδέποτε διακινήθηκε προς τις αίθουσες. Ο μίτος της διαλεύκανσης του σκοτεινού μυστηρίου οδηγεί σε μια άλλη ταινία της εποχής, που συνδέει τον επικεφαλής των ναζί με το σύστημα του Χόλιγουντ. Συνεντεύξεις, μαρτυρίες, εναλλαγή έγχρωμου και ασπρόμαυρου υλικού και πληθώρα γνωστών Ευρωπαίων σκηνοθετών και λαμπερών και μη σταρ στο διασκεδαστικό αυτό θρίλερ συνωμοσίας και σάτιρας των κινηματογραφικών μπίζνες που κύριο εξισορροπητικό παράγοντα - όταν αρχίζουν η χαλάρωση και οι «κοιλιές» - έχει την Μαρία δε Μεδέιρος... Εμφανίζονται οι: Βιμ Βέντερς, Μικαέλ Λοντάλ, Ναταλί Μπαγ, Αριέλ Ντομπάλ, Μαρκ Φερό, Ντενί Λαβάν, Μαρίζα Μπερενσόν, Ζακ Βεμπέρ, Φόλκερ Σλέντορφ, Θόδωρος Αγγελόπουλος και άλλοι...

Για 4η βδομάδα συνεχίζεται το ΤΑΙΝΙΟΡΑΜΑ 2012 στον κινηματογράφο «Αστυ», με 6 ευρώ εισιτήριο (για το σύνολο των ταινιών κάθε μέρας). Αναλυτικά το πρόγραμμα προβολών:

Πέμπτη 7/6. Ενότητα: Βραδιά Μικελάντζελο Αντονιόνι. Στις 18.00 «Η ΚΡΑΥΓΗ» (Ιταλία, ΗΠΑ, 1957), στις 20.10 «ΕΚΛΕΙΨΗ» (Ιταλία, 1962) και στις 22.20 «Η ΝΥΧΤΑ» (Ιταλία, Γαλλία, 1961).

Παρασκευή 8/6. Ενότητα: Ποιητές με κάμερα. Στις 18.00 «ΟΘΕΛΛΟΣ» (ΗΠΑ, 1952, Ορσον Γουέλς), στις 20.10 «8 1/2» (Ιταλία, Γαλλία, 1963 του Φεντερίκο Φελίνι) και στις 22.20 «ΑΝΤΡΕΪ ΡΟΥΜΠΛΙΟΦ» (Σοβιετική Ενωση, 1966, του Αντρέι Ταρκόφσκι).

Σάββατο 9/6. Ενότητα: Road Movies. Στις 18.00 «Η ΓΕΥΣΗ ΤΟΥ ΚΕΡΑΣΙΟΥ» (Ιράν, Γαλλία, 1997, του Αμπάς Κιαροστάμι), στις 20.10 «Ο ΚΑΟΥΜΠΟΪ ΤΟΥ ΜΕΣΟΝΥΧΤΙΟΥ» (ΗΠΑ, 1969 του Τζον Σλέσινγκερ) και στις 22.20 «ΚΑΠΟΤΕ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΑ» (Τουρκία, 2011, του Νουρί Μπιλγκέ Τσεϊλάν).

Κυριακή 10/6. Ενότητα: Μεταπολεμικά αριστουργήματα. Στις 18.00 «ΚΛΕΦΤΗΣ ΠΟΔΗΛΑΤΩΝ» (Ιταλία, 1948, του Βιτόριο ντε Σίκα), στις 20.10 «Ο ΠΟΡΤΟΦΟΛΑΣ» (Γαλλία, 1959, του Ρομπέρ Μπρεσόν) και στις 22.20 «ΤΟ ΧΡΗΜΑ ΤΗΣ ΟΡΓΗΣ» (ΗΠΑ, 1956, του Στάνλεϊ Κιούμπρικ).

Δευτέρα 11/6. Ενότητα: Παρανοϊκές καταστάσεις. Στις 18.00 «MATADOR» (Ισπανία, 1986, του Πέδρο Αλμοδόβαρ), στις 20.10 «ΜΙΑ ΓΥΝΑΙΚΑ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΗ» (Γαλλία, Γερμανία, 1981, του Αντρέι Ζουλάφσκι) και στις 22.20 «ΠΑΡΑΝΟΪΚΟΙ ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ» (ΗΠΑ, 1969, του Λέοναρντ Καστλ).

Τρίτη 12/6. Ενότητα: Γαλλικό cult σινεμά. Στις 18.00 «ΟΙ ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ ΤΗΣ ΤΑΞΕΩΣ» (Γαλλία, 1979, του Μαρσέλ Καρνέ), στις 20.10 «Ο ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ ΜΕ ΤΟ ΑΓΓΕΛΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ» (Γαλλία, 1967, του Ζαν - Πιέρ Μελβίλ) και στις 22.20 «INCOGNITO» (Γαλλία, 1958, του Πατρίς Ντέιλι).

Τετάρτη 13/6. Ενότητα: Στα γρανάζια της παγκοσμιοποίησης. Στις 18.00 «Η ΚΡΑΥΓΗ ΕΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥ» (Τσαντ, 2010 του Μαχαμάτ Σαλέχ - Χαρούν), στις 20.10 «Η ΥΠΟΣΧΕΣΗ» (Βέλγιο, 1996 των Ζαν - Πιέρ και Λικ Νταρντέν) και στις 22.20 «ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΤΟΙΧΟΥΣ» (Γαλλία, 2008, του Λοράν Καντέ).

Τέλος, στην αίθουσα «Μικρόκοσμος» συνεχίζεται η προβολή της συγκλονιστικής, αντιπολεμικής, σοβιετικής ταινίας του Ελεμ Κλίμοφ «ΕΛΑ ΝΑ ΔΕΙΣ»...


ΚΡΙΤΙΚΗ:
Τζία ΓΙΟΒΑΝΗ

ΤΕΡΕΝΣ ΝΤΕΪΒΙΣ
Το βαθύ μπλε του έρωτα

Ο 66χρονος Τέρενς Ντέιβις, από την εποχή του κινηματογραφικού του ντεμπούτου το 1988, με την ποιητικά αυτοβιογραφική του ταινία «ΜΑΚΡΙΝΕΣ ΦΩΝΕΣ, ΑΣΑΛΕΥΤΕΣ ΖΩΕΣ», αποτυπώνει με ευαισθησία την καθημερινότητα στη γενέτειρά του Λίβερπουλ, κατά τις δεκαετίες του '40 και '50. Η ίδια «αναχρονιστική» θεματική και μια γλυκόπικρα νοσταλγική διάθεση κυριαρχεί σε γενικές γραμμές και στις λιγοστές ταινίες του που ακολουθούν, όπως «Η ΜΕΓΑΛΗ ΜΕΡΑ ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ» του 1992, όπου επιτείνεται το στοιχείο της μοναδικής ικανότητας του σκηνοθέτη να δημιουργεί σκηνές «προσωπικών στιγμών» ανάμεσα σε εραστές. Βέβαια, σε ένα μεγάλο του μέρος, το πλατύ, τηλεοπτικοθρεμμένο κοινό, θεωρεί το σινεμά του Ντέιβις «πέραν του δέοντος» ποιητικό και αργό. Ωστόσο - ιδιαίτερα σ' αυτήν την τελευταία του ταινία, που φαίνεται να αντλεί τη δύναμή της από το γεγονός ότι δεν μοιάζει με καμιά άλλη του τύπου του ρεπερτορίου που κυκλοφορεί τελευταία - τα πάντα είναι ωραία χωρίς να είναι ωραιοποιημένα, ενώ οι αυθεντικές λεπτομέρειες συγκινούν...

«

ΤΟ ΒΑΘΥ ΜΠΛΕ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ», που στηρίζεται στο ομώνυμο θεατρικό του 1952 του Τέρενς Ράτιγκαν, αρχίζει με μια απόπειρα αυτοκτονίας. Οταν κλείνει αυτό το εισαγωγικό κεφάλαιο ο Ντέιβις αρχίζει να προσδιορίζει τα σχήματα και να βάζει χρώματα σε αυτήν την ιστορία «δωματίου» που αφηγείται, στον απόηχο ενός Λονδίνου που βγαίνει κουτσαίνοντας από τον πόλεμο.

Η ταινία συγγενεύει με αρκετά κλασικά πια έργα της ίδιας πάνω κάτω εποχής. Θυμίζει τη «ΣΥΝΤΟΜΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ» του Ντέιβιντ Λιν, ή το «ΤΕΛΟΣ ΜΙΑΣ ΣΧΕΣΗΣ» του Εντουαρ Ντμίτρικ, παρμένο από τη νουβέλα του Γκράχαμ Γκριν. Στην Αγγλία των αρχών του '50, η Χέστερ, νεαρή γυναίκα, εγκλωβισμένη στην ανία ενός βαλτωμένου γάμου με ένα μεγαλύτερό της δικαστή δεμένο με τη σνομπ μητέρα του, τον σερ Γουίλιαμ Κόλιερ, μπαίνει σε μια παθιασμένη σχέση με τον Φρέντι, ένα φτωχό, νεαρό πιλότο στην πολεμική αεροπορία. Ο χαρακτήρας της Χέστερ - με χαρακτηριστικά και από την «ΓΕΡΤΡΟΥΔΗ» του Καρλ Ντράγιερ - ανακαλύπτει το ερωτικό πάθος και επ' ουδενί θέλει να επιστρέψει σε μια προνομιούχα ζωή, χωρίς όμως αυτό! Η Ρέιτσελ Βάις λάμπει, ευάλωτη και αυτόφωτη, στο ρόλο της Χέστερ, της κόρης ιερέα, που μοιάζει ναυαγός σε μια επαρμένη Αγγλία. Η Χέστερ επιλέγει την καταιγίδα από την ηρεμία. Επιλέγει το πάθος, μια επιθυμία στην οποία δεν μπορεί να αντισταθεί. Εγκαταλείπει το σύζυγό της για μια χίμαιρα και παγιδεύεται σε μια κατάσταση «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα»... Ωστόσο, για τον αγαπημένο της, τον πιλότο Φρέντι, εκείνη συνιστά ακαταμάχητο δέλεαρ, που τον συναρπάζει αλλά ταυτόχρονα τον κατατρομάζει...

«ΤΟ ΒΑΘΥ ΜΠΛΕ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ» αφηγείται την απελευθέρωση της γυναίκας σε μια αποπνικτικά ταξική, βρετανική κοινωνία. Ονειρικό και ασαφές το στυλ του Ντέιβις, με μια λαχτάρα όμως που δεν γίνεται να της αντισταθείς. Η ταινία μοιάζει να βυθίζεται σε ένα άλμπουμ με παλιές φωτογραφίες και να επιδίδεται στην αναζήτηση του χαμένου χρόνου. Ψάχνει, φορτισμένη με συναισθηματικούς τόνους, στα πρόσωπα, στις χαρακτηριστικές καμπαρντίνες, στις μάρκες για τη σόμπα με γκάζι και τα φορτηγά που φέρνουν το γάλα, τον χρόνο που χάθηκε ανεπιστρεπτί... Είναι ο χρόνος που συνιστά την εξήγηση αυτού που βλέπουμε πολύ περισσότερο από τα μεμονωμένα άτομα που - κατά την ερμηνεία του Ντέιβις - μοιάζουν αβοήθητα.

Την ανάπλαση αυτής της εποχής, την αναπαράσταση του χρόνου τολμά με μοναδική πλαστικότητα ο Ντέιβις μέσα από σειρά προσεκτικών επιλογών σε σκηνογραφία, ενδυματολογία και φωτισμό. Οι περισσότερες σκηνές διαδραματίζονται σε χώρο εσωτερικό, σε χώρους με ημίφως, επιλογή που αφήνει μια αίσθηση κλειστοφοβίας. Πίσω από τις κλειστές πόρτες ή τραβώντας τις κουρτίνες στα παραλληλόγραμμα παράθυρα αποκαλύπτονται δωμάτια που μυρίζουν υγρασία και παμπ πνιγμένες στον καπνό. Σημαντικό επίσης στοιχείο στην ανάπλαση της εποχής, η διαχείριση της μουσικής, με επιλογές που μετατοπίζονται από την εκκωφαντική ένταση εγχόρδων σε πλάνα με εκλεκτικό διάλογο, σε τραγούδια από το ραδιόφωνο του BBC και σε ηχητικές αναμνήσεις, με έντονο το στοιχείο της συλλογικότητας στο τραγούδι. Στις παμπ ή το σταθμό του μετρό, υπόγειο καταφύγιο στους βραδινούς βομβαρδισμούς την εποχή της κορύφωσης των γερμανικών εχθροπραξιών.

Οι μεταβάσεις από τον τότε, στον τωρινό χρόνο, κυλούν με τρόπο αόρατο, με την ίδια θεατρική ερμηνεία των χαρακτήρων, το ίδιο χαλαρό τέμπο, τους οξείς διαλόγους και την εκπληκτική «μαλακιά» φωτογραφία. Οι βουτιές όμως και οι ματιές στο παρελθόν - με τη μορφή flash back - δεν είναι επεξηγηματικές και συμβάλλουν σε μια αίσθηση ελαφρώς αναχρονιστική, σαν ένα μη σύνηθες πολυτελές τηλεοπτικό θεατρικό από το παρελθόν. Σε αυτό το δράμα ερωτικού τριγώνου, από τις τρεις πανίσχυρες γωνίες, κανείς δεν είναι κακός. Καθένας τους έχει αδύνατα στοιχεία και δυνατές πλευρές. Καθένας θέλει κάτι από κάποιον άλλον που όμως δεν μπορεί να προσφέρει. Κανένας δεν παίρνει αυτό που επιθυμεί, αλλά όλοι επιβιώνουν... «Είναι λυπηρό, αλλά δεν είναι τραγωδία...» όπως λέει η Χέστερ.

Φαίνεται ότι ο Ντέιβις γαντζώθηκε στο θεατρικό σαν ευκαιρία να ξαναβυθιστεί στην περίοδο των παιδικών του χρόνων! Είμαστε συνηθισμένοι στην πολυποίκιλη αναβίωση αυτής της εποχής. Στα χέρια όμως του Ντέιβις, όλα τα γνωστά στοιχεία φωτίζονται κάτω από νέο πρίσμα. Στις ταινίες του Ντέιβις είναι παρόντα δυο παραδοσιακά ρεύματα του βρετανικού σινεμά, ο ρεαλισμός του «νεροχύτη» (Kitchensink) και το σύγχρονο αγγλικό δράμα, που αλληλλοτέμνονται...

Παίζουν: Ρέιτσελ Βάις, Τομ Χίντλεστον, Σάιμον Ράσελ Μπιλ κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ - Μ. Βρετανία (2012).

ΑΛΦΡΕΝΤ ΧΙΤΣΚΟΚ
Ο άνθρωπος που ήξερε πολλά

Αμερικανικό ριμέικ του 1956 - σε ονειρεμένο Technicolor - από τον μετρ Αλφρεντ Χίτσκοκ, μιας δικής του, παλαιότερης, ταινίας από το 1934, η οποία περιλαμβάνεται στην «ομιλούσα» αγγλική του περίοδο. Η αμερικανική βερσιόν του '56, κατά κοινή ομολογία, είναι πολύ ανώτερη από την πρωτότυπη έκδοση. Η παραπάνω διαπίστωση έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον κανόνα που λέει ότι οι δεύτερες εκδόσεις είναι, σχεδόν πάντα, κατώτερες από τις πρωτότυπες. Παρεμπιπτόντως, το ριμέικ αυτό είναι το μοναδικό που ο Χίτσκοκ έκανε ποτέ...

Σε πολύ γενικές γραμμές «Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΗΞΕΡΕ ΠΟΛΛΑ» πραγματεύεται μια δολοφονία, μια απαγωγή κι έναν «κοινό» άνθρωπο που όμως εξαναγκάζεται να κάνει «μη κοινά» πράγματα για να σώσει κάποιον που αγαπά. Το ριμέικ του '56 κάνει ό,τι ένα ριμέικ υποχρεούται να κάνει. Να βελτιώνει δηλαδή τα αδύναμα σημεία ενός σεναρίου. Εξ ου και οι κάτωθι διαφορές σε σημεία του σεναρίου, σε σχέση με το πρωτότυπο του '34: Το παιδί του ζεύγους είναι αγόρι (και όχι κορίτσι). Οι εισαγωγικές ενότητες διαδραματίζονται στο Μαρόκο (και όχι στο Σεν Μόριτς της Ελβετίας όπως στο φιλμ του '34). Κάποιες σκηνές κόπηκαν, ενώ κάποιες άλλες προστέθηκαν στη βερσιόν του '56 που η διάρκειά της αυξήθηκε κατά 45 λεπτά, σε σύγκριση με το πρώτο. Κατά τα υπόλοιπα, το σενάριο του ριμέικ δε διαφοροποιείται δραστικά από εκείνο της πηγής του. Πολύ καλή χιτσκοκική ταινία. Μην τη χάσετε!

Παίζουν: Ντόρις Ντέι, Τζέιμς Στιούαρτ, Ντανιέλ Ζελέν κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (1956).

ΦΡΕΝΤΕΡΙΚ ΜΠΕΓΚΜΠΕΝΤΕΡ
Ο έρωτας κρατάει τρία χρόνια

Ταινία σατιρικής διάθεσης με μεταμοντέρνα θεώρηση των πραγμάτων και με τίτλο αποκαλυπτικό για τη θεματική της. Τίτλος που ταυτόχρονα συνιστά και την κύρια πρόταση πάνω στην οποία δομήθηκε η, μικροαστικής εμβέλειας, κωμωδία που, με αρκετά επιδέξια (εδώ κι εκεί) αφήγηση, δεν προτίθεται να πει και δε λέει απολύτως τίποτα συγκροτημένο στο, εκτός της παρέας του σκηνοθέτη, κοινό!!! Επιπλέον. Μέσα από δραματουργικά, εντυπωσιακά κενούς και μνημειωδώς εγωκεντρικούς χαρακτήρες, που εμπλέκονται σε χιλιοειπωμένες και σαχλές περιπέτειες σε ελευθεριάζοντες τόνους, στο τέλος η ταινία κατορθώνει ακόμα και να εκνευρίσει... Τι είναι αυτό το φιλμ; Απολύτως τίποτα! Πρόκειται για «ειλικρινή» κωμωδία; Καθόλου. 'Η μάλλον, αποσπασματικά, στιγμιαία ειλικρινή, χάρη σε κάποια σκηνοθετικά κόλπα...

Ισορροπώντας τη γραφή και την εικόνα, ο δημιουργός της ταινίας Φρεντερίκ Μπεγκμπεντέρ - συγγραφέας και κριτικός ο ίδιος - καταλήγει σε μια προσεκτικά αποστασιοποιημένη σκηνοθεσία που κινείται σε πλαίσια συμβατικότητας και δεν ξεφεύγει ρούπι απ' αυτήν. Ο σκηνοθέτης φρόντισε επίσης να προσθέσει γερές δόσεις ειρωνείας στον προσωπικό του θρύλο - μέσω της αφήγησης σε πρώτο πρόσωπο κυρίως - ώστε να γίνει υποφερτή η ταινία του, που διαπνέεται από πληθώρα στοιχείων που παραπέμπουν στις αστικές καταβολές του δημιουργού της, άρα στη δική του «θεώρηση του κόσμου». Ο Μπεγκμπεντέρ μοιάζει να έχει ταλέντο, αλλά και υπερμεγέθη εγωκεντρισμό, ο οποίος μάλλον λειτουργεί σαν αρνητικό στίγμα. Η ρομαντική αυτή κομψή κομεντί πάνω σε αιώνια υπαρξιακά ζητήματα, που προσλαμβάνουν μεταμοντέρνες διαστάσεις, δε φαίνεται να ενέχει ιδιαίτερες προσδοκίες εκτός της επιτόπιας κατανάλωσης. Με το που το βλέπεις, το ξεχνάς! Με αφήγηση τύπου «πάτσγουορκ» που τείνει - σαν ρεύμα - να κλίνει προς την πλευρά μιας μανιερίστικης ευκολίας και με ροπή προς σωρευτική παράθεση βαρύγδουπων τσιτάτων, η ταινία του Μπεγκμπεντέρ διακρίνεται από έλλειμμα αυθεντικότητας. Μοναδική εξαίρεση η μεταφορά: Το «χάδι» από το αγαπημένο χέρι με τα ροζ πλαστικά γάντια καθαρισμού!

Παίζουν: Γκασπάρ Προυστ, Λουίζ Μπουργκουάν, Τζο Σταρ, Αννί Ντιπερέ, Μπερνάρ Μενέ, Βαλερί Λεμερσιέ κ.ά.

Παραγωγή: Γαλλία, Βέλγιο (2011).



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ