Αναπόσπαστο τμήμα της συνολικότερης αντιλαϊκής πολιτικής της αποτελεί η επίθεση που εξαπέλυσε κατά των απεργιακών κινητοποιήσεων η ηγεσία της ΝΔ, σπεύδοντας να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στο αντιαπεργιακό μέτωπο που στήθηκε απέναντι στις κινητοποιήσεις του ΠΑΜΕ. Είναι αστείες δικαιολογίες και αθλιότητες τα περί κλεισίματος των ξενοδοχείων και μαγαζιών ή τα περί ζημιάς που δήθεν γίνεται στον τουρισμό, εξαιτίας των απεργιακών κινητοποιήσεων. Η ηγεσία της ΝΔ γνωρίζει πολύ καλά ότι για το κλείσιμο των μικρομάγαζων υπεύθυνη είναι η φιλομονοπωλιακή πολιτική που εφαρμόζει από κοινού με την κυβέρνηση στο πλαίσιο της στρατηγικής της ΕΕ. Αυτό που την ενδιαφέρει είναι να συκοφαντήσει τους αγώνες των εργαζομένων, προκειμένου να ενοχοποιήσει την αντίστασή τους στην αντιλαϊκή θύελλα και να ενισχύσει όσο μπορεί το κλίμα της κοινωνικής συναίνεσης. Και αυτό το κάνει συστηματικά η ηγεσία της ΝΔ, διακηρύσσοντας σταθερά ότι βρίσκεται απέναντι και δε στηρίζει τις απεργιακές κινητοποιήσεις, όπως έκανε με τους μικρομεσαίους αγρότες, τους ναυτεργάτες, κ.ο.κ. Παράλληλα, πλειοδοτεί για τη λήψη κατασταλτικών μέτρων. «Αυτή τη στιγμή, το εμπορικό κέντρο βρίσκεται καθημερινά στο έλεος κάθε ολιγομελούς ομάδας που κάνει την επαναστατική γυμναστική της και αναστατώνει τα πάντα», δήλωνε μόλις την περασμένη Δευτέρα ο Αντ. Σαμαράς, επικρίνοντας το κράτος, γιατί «δεν μπορεί ούτε τη στοιχειώδη ασφάλεια να δώσει στον επιχειρηματία». Ο,τι κι αν κάνουν αυτή η ασφάλεια του επιχειρηματία ποτέ δε θα υπάρξει, απλά γιατί πατάει πάνω στην ανασφάλεια, στον ιδρώτα και στο αίμα των εργαζομένων.
Πανηγυρίζει η πλειοψηφία της ΟΤΟΕ για την τροπολογία που προωθεί η κυβέρνηση σχετικά με την κλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας. Η τροπολογία προβλέπει ότι, όταν οι τραπεζίτες αρνούνται να προσέλθουν σε διαπραγματεύσεις για την υπογραφή κλαδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας, τότε η ΟΤΟΕ μπορεί να προσφύγει στον ΟΜΕΔ.
Ομως, πέρα από τη νομοθετική κατοχύρωση του δικαιώματος προσφυγής στον ΟΜΕΔ, το οποίο είχαν προσβάλει νομικά οι τραπεζίτες, το ζήτημα είναι τι διεκδικεί και πώς η πλειοψηφία της ΟΤΟΕ ως περιεχόμενο της κλαδικής συλλογικής σύμβασης.
Είναι αυτή η πλειοψηφία που τα τελευταία χρόνια έχει συμφωνήσει στην απελευθέρωση του ωραρίου λειτουργίας, στηρίζει τη σύνδεση του μισθού με την παραγωγικότητα, δημιουργεί η ίδια προσχήματα για τη δικαιολόγηση απολύσεων, διευκολύνει την επέκταση των ελαστικών μορφών εργασίας, αδρανεί συνειδητά μπροστά στις σημερινές εξελίξεις που επιφέρουν καίρια και οριστικά πλήγματα στις κατακτήσεις των εργαζομένων.
Με άλλα λόγια, το κύριο είναι ότι οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να εμπιστεύονται σε αυτές τις πλειοψηφίες την υπόθεση της υπεράσπισης των συμφερόντων τους. Είναι απόλυτα αναγκαίο να τις βάλουν στην άκρη.