Τη μεγάλη απάτη του αιώνα, κατά την αγορά του αιώνα, στήνει η κυβέρνηση γύρω από την υποτιθέμενη μείωση των κονδυλίων για τα εξοπλιστικά προγράμματα προς όφελος της κοινωνικής πολιτικής και της ανάπτυξης. Μόνο αφελείς και εθελοτυφλούντες θα μπορούσαν να πιστέψουν ότι αυτή η κυβέρνηση θα έκοβε από τα εξοπλιστικά προγράμματα προς όφελος των λαϊκών συμφερόντων. Ακόμα και στην υποθετική περίπτωση που κάνει κάποιες περικοπές (εξορθολογισμό τον λένε «εκσυγχρονιστικά»), τα κονδύλια που θα εξοικονομηθούν, μόνο στις ασθενέστερες οικονομικά τάξεις δεν πρόκειται να κατευθυνθούν. Την έχουν ήδη «στημένη» διάφορα αρπακτικά, τα οποία βαφτίζουν τα συμφέροντα και τα κέρδη τους ως «ανάπτυξη». Ομως η κυβέρνηση Σημίτη δεν μπορεί να περικόψει τις δαπάνες για τους εξοπλισμούς, ακριβώς γιατί η απόφαση αυτή δεν ανήκει στην ίδια. Την έχει εκχωρήσει στις πολεμικές βιομηχανίες των ΗΠΑ και της ΕΕ και στο υπαλληλικό τους προσωπικό - στις κυβερνήσεις των «συμμάχων». Αλλωστε, δεν είχε τυχαία προ ημερών παρέμβει απροκάλυπτα ο Ν. Μπερνς στο ζήτημα της αγοράς των «Γιουροφάιτερ»... Η κυβερνητική προπαγάνδα όμως σηκώνει σκόνη γύρω από τη δήθεν περιστολή των εξοπλιστικών δαπανών, γιατί μπροστά της έχει το Ασφαλιστικό, την επιδείνωση του προβλήματος της φτώχειας, της ανεργίας κ.ο.κ. Τη βολεύει, λοιπόν, εξαιρετικά να καλλιεργεί την εικόνα πως τάχα κάνει ό,τι μπορεί για να ανακουφίσει τις «ασθενέστερες τάξεις». Ομως το μόνο που κάνει είναι να συνεχίζει να τις εμπαίζει ξεδιάντροπα.
«Το συνταξιοδοτικό σύστημα της Χιλής έχει αναθεωρηθεί το 1981 και παρουσιάζει πλεονεκτήματα ως προς την εξάλειψη σοβαρών γραφειοκρατικών προβλημάτων, την εξασφάλιση υψηλών αποδόσεων για τους συμμετέχοντες και την ανάπτυξη της κεφαλαιαγοράς. Ωστόσο, το σημαντικότερο πλεονέκτημα του συστήματος συνδέεται με την αποφυγή του υψηλού δημοσιονομικού κόστους υπό συνθήκες έντονων δημογραφικών προβλημάτων, εξαιτίας της γήρανσης του πληθυσμού. Το νέο σύστημα αποτελεί μοντέλο για μια σειρά άλλων χωρών, παρά τις όποιες επικρίσεις σχετικά με το κόστος λειτουργίας του, την απουσία αναδιανεμητικών δυνατοτήτων και το υψηλό δημοσιονομικό κόστος κατά τη μεταβατική περίοδο».
Το απόσπασμα είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικό για τις αντιλήψεις όποιου τα λέει και δικαίως χρησιμοποιείται από τον Β. Νέτα στο χτεσινό άρθρο του στην «Ελευθεροτυπία», όπου πραγματεύεται το θέμα της κοινωνικής ασφάλισης και τα αντιλαϊκά σχέδια της κυβέρνησης. Πολύ περισσότερο, όταν το απόσπασμα αυτό είναι από ομιλία, που έγινε το 1996, του τότε οικονομικού συμβούλου του πρωθυπουργού και σήμερα υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Τ. Γιαννίτση.
Στις 23.2.2001 ο Γ. Δρυς έστειλε επιστολή προς τον πρόεδρο του Συνδέσμου Συνταξιούχων (βλέπε φωτοτυπία) και τον ευχαρίστησε για την πρόσκληση, αλλά δε θα μπόρεσε να παρευρεθεί στην εκδήλωση λόγω «ανειλημμένων υποχρεώσεων». Στη συνέχεια ο Γ. Δρυς εύχεται μια «ακόμη χρονιά επιτυχημένων πρωτοβουλιών για τη βελτίωση της θέσης της ευαίσθητης κοινωνικής ομάδας των συνταξιούχων του ΤΕΒΕ, καθώς και προσφοράς και δράσης στην τοπική κοινωνία». Και η επιστολή καταλήγει: «Θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι ως βουλευτής Κέρκυρας και υφυπουργός της κυβέρνησης είμαι πάντοτε συμπαραστάτης και αρωγός στα δίκαια αιτήματα και πρωτοβουλίες του Συνδέσμου σας».
Αρωγός ποιος; Ο Γ. Δρυς που ως υφυπουργός Οικονομικών κρατά τον ευρω-πέλεκυ και κατακρεουργεί τις συντάξεις και τις κοινωνικές δαπάνες; Τι θα κάνει, δηλαδή; Θα βγει με κανένα πλακάτ στους δρόμους και θα πορευτεί προς το Μέγαρο Μαξίμου μαζί με τους συνταξιούχους, φωνάζοντας «Οχι στις συντάξεις πείνας»;
Ω, θράσος απύθμενο! Μπορείς να αποτελέσεις την κορωνίδα του εκσυγχρονισμού.
Την ίδια στιγμή ο ελληνικός λαός καλείται ήδη να ξαναπληρώσει το αεροδρόμιο, τώρα πλέον και ως χρήστης. Ο «Γολγοθάς» του θα ξεκινά από την έκδοση του εισιτηρίου, η τιμή του οποίου θα είναι αυξημένη κατά 15% τουλάχιστον, θα συνεχίζει με την πληρωμή των διοδίων στην Αττική Οδό και θα καταλήγει στις υπόλοιπες εξυπηρετήσεις του αεροσταθμού, που θα στοιχίζουν πανάκριβα. Είναι χαρακτηριστικό ότι το πάρκινγκ για 4 ώρες παραμονής θα στοιχίζει 3.100 δρχ.!
Μπορεί να μ' έχουν
να επαιτώ,
αλλά μ' ανέσεις
θα πετώ,
κι ευχαριστώ
και «εύγε» δίνω
για το αεροδρόμιο
το φίνο
σε κάθε μέγα
θεατρίνο!
* * *
Μπορεί να μ' έχουν
σαν «Καρά»
αλλά μου ανοίγουν
τα φτερά
και θα πετώ
Ρώμη, Παρίσι,
όπου η ψυχή μου
επιθυμήσει,
το «Βενιζέλος»
να μου ζήσει!
* * *
Μπορεί να μ' έχουνε
γδυτό,
αλλά το έργο
επικροτώ
και αν εστοίχισε,
χαλάλι,
για με χαρά
είναι μεγάλη,
που θα το βλέπω
με το... κιάλι!