Και τίποτα να μην έλεγε ο πρωθυπουργός για το μήνυμα των τοπικών εκλογών οι κινήσεις και οι ενέργειες της κυβέρνησης των επόμενων ημερών έδειξαν καθαρά ποιο μήνυμα έλαβε η κυβέρνηση: Επιδοκιμάστηκε η αντιλαϊκή πολιτική της - Οι αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές είναι λαϊκή αξίωση και απαίτηση! Το υποστήριξε, άλλωστε, ο ίδιος ο πρωθυπουργός στο Πολιτικό Συμβούλιο της ΝΔ υποστηρίζοντας ότι «οι πολίτες αξιώνουν»(!) τις «μεταρρυθμίσεις». «Ξέχασε», βέβαια, ότι καθ' όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου διαβεβαίωνε σε όλους τους τόνους ότι στις δημοτικές εκλογές «δεν κρίνεται η πολιτική της κυβέρνησης», αλλά η εκλογή «άξιων και ικανών» τοπικών αρχόντων, ακριβώς για να προφυλάξει, όσο μπορούσε, την εφαρμοζόμενη πολιτική από την έκφραση της λαϊκής δυσαρέσκειας και καταδίκης στις κάλπες.
Διαπιστώνοντας ότι αυτός ο στόχος της επιτεύχτηκε, σε ένα βαθμό, έσπευσε να χρησιμοποιήσει τη λαϊκή ψήφο ως επιδοκιμασία και συναίνεση στην αντιλαϊκή πολιτική της!
Είναι αξιοθαύμαστο ότι δεν έχασε ούτε ώρα, περνώντας από τις διαπιστώσεις στην πράξη. Η ανανέωση της αντιλαϊκής επίθεσης εκδηλώθηκε αμέσως και σε όλα τα μέτωπα.
Το πρώτο που έκανε ήταν να «ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς» της με το «μέτωπο» για τη δημόσια και δωρεάν Παιδεία. Εστειλε ένα ξεκάθαρο μήνυμα αδιαλλαξίας προς τους απεργούς δασκάλους, ζητώντας «να επιστρέψουν στα σχολεία για να μη χάσουν άλλα μαθήματα οι μαθητές» και επαναλαμβάνοντας ότι τα αιτήματά τους είναι «εκτός ορίων της εισοδηματικής πολιτικής». Ταυτόχρονα, δε δίστασε να επαναφέρει το ζήτημα της αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγματος για την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων.
Η αδιαλλαξία της κυβέρνησης έχει συγκεκριμένη πολιτική στόχευση. Θέλει να γονατίσει και τσακίσει το κίνημα για τη δημόσια και δωρεάν Παιδεία γιατί πιστεύει ότι αυτή είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να υλοποιηθούν οι αντιδραστικές αλλαγές με στόχο την παραπέρα εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση της Παιδείας. Δε δίστασε μάλιστα να επισείσει την απειλή των πρόωρων εκλογών στην περίπτωση που συνεχιστεί η «αναταραχή» στην Παιδεία. Προκειμένου να γίνει πιο πειστική η απειλή την περιέφερε στα κανάλια ο θλιβερός Βερέμης επικαλούμενος «εσωτερική πληροφόρηση» από το Μέγαρο Μαξίμου...
Το δεύτερο μέτωπο που έσπευσε να «ανοίξει» αμέσως μετά τις κάλπες η κυβέρνηση ήταν το Ασφαλιστικό, αφήνοντας σαφώς να εννοηθεί ότι έχει δρομολογήσει ανατροπές, τόσο για την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης όσο και τη μείωση των συντάξεων. Το διατυμπάνισε με πλήθος «ντελάληδων», μέσω της διορισμένης «Επιτροπής Σοφών», του ΔΝΤ, της ΕΕ... Δε μάσησε τα λόγια του - κάθε άλλο - ο ίδιος ο Γ. Αλογοσκούφης: «Γι' αυτά τα ζητήματα (σ.σ. για το Ασφαλιστικό) πρέπει να γίνουν προτάσεις τολμηρές και με φαντασία. Αυτό που ζητήσαμε από την επιτροπή (σ.σ. των σοφών) είναι να μας κάνουν προτάσεις που ξεφεύγουν από το πολιτικό πλαίσιο που έχει θέσει η κυβέρνηση». Οπως είναι γνωστό, το «πολιτικό πλαίσιο» της κυβέρνησης είναι ότι δε θα γίνει αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης ούτε μείωση των συντάξεων. Είναι ευνόητο σε ποια κατεύθυνση ενθαρρύνει ο Γ. Αλογοσκούφης να είναι τολμηρές οι προτάσεις των «σοφών»... Ηδη το Διεθνές Γραφείο Εργασίας, που ανέλαβε την εκπόνηση της περιβόητης αναλογιστικής μελέτης, έλαβε σαφείς οδηγίες να παρουσιάσει «εναλλακτικά σενάρια για τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης και για το ύψος των συντάξεων».
Μέχρι την «επόμενη τετραετία», που η ΝΔ θα έχει αλλάξει τις «δεσμεύσεις» της, η κυβέρνηση «έχει πολύ μαλλί να ξάνει». Ενοποιήσεις ασφαλιστικών ταμείων με όποιες αντιασφαλιστικές ανατροπές αυτό συνεπάγεται, ανατροπές στα βαρέα και ανθυγιεινά, εξίσωση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης ανδρών και γυναικών στο δημόσιο, κ.ά., είναι στην ατζέντα των επόμενων μηνών. Αξίζει να σημειωθεί ότι στη διαμόρφωση της - αντεργατικής - «ατζέντας» συμμετέχει και η ΓΣΕΕ, που ανταλλάσσει προς τούτο επιστολές με τον υπουργό Απασχόλησης, Σ. Τσιτουρίδη...
Την ίδια στιγμή, έγινε γνωστό ότι η κυβέρνηση ετοιμάζει νέο πακέτο για την ευελιξία στην αγορά εργασίας, που μεταξύ των άλλων θα περιλαμβάνει επέκταση της μερικής απασχόλησης στους ΟΤΑ και ενίσχυση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας.
Το ίδιο το υπουργείο Απασχόλησης στις απαντήσεις που έδωσε στα ερωτήματα του ΔΝΤ για την κυβερνητική πολιτική αντιμετώπισης της ανεργίας αποκαλύπτει ότι πρόκειται να αναλάβει «νέα πρωτοβουλία για την ενίσχυση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας», παρά το γεγονός ότι μόλις πριν από ένα χρόνο πέρασαν το νόμο για τις απλήρωτες υπερωρίες και το 8ωρο-λάστιχο.
Είναι ολοφάνερο από τα παραπάνω ότι η κυβέρνηση εργάζεται συστηματικά και ασταμάτητα προκειμένου να διασφαλίσει τη συνεχή μείωση του «εργατικού κόστους», γεγονός που, δίχως να ομολογεί δημόσια, θεωρεί ως προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ για να δημιουργηθεί το «ελκυστικό επενδυτικό περιβάλλον» που έχει υποσχεθεί ο Κ. Καραμανλής στους μεγάλους οικονομικούς κολοσσούς.
Χάριν της ολοκληρωμένης εικόνας θα πρέπει να αναφερθούν δύο ακόμα «πρωτοβουλίες» που ανέλαβε τη βδομάδα που πέρασε η κυβέρνηση «αξιοποιώντας» το μήνυμα των εκλογών. Πρώτον, «πρόσφερε» τη ΔΕΗ ως όχημα στην αμερικανική εταιρεία «Contour Global» με στόχο τη λεηλασία των ενεργειακών πηγών (λιγνίτης, κ.ά.) στα Βαλκάνια.
Δεύτερον, προχώρησε στην πρώτη Σύμπραξη Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) στον τομέα της Υγείας, επεκτείνοντας την εμπορευματοποίησή της. Συγκεκριμένα, το γνωστό θεραπευτήριο «Υγεία», που ελέγχεται από το τραπεζικό κεφάλαιο της «Marfin», ήρθε σε συμφωνία με τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό για την κατασκευή δύο νοσοκομειακών μονάδων σε οικόπεδο 100 στρεμμάτων που σήμερα στεγάζεται το «Ασκληπιείο» Βούλας!
Συμπερασματικά, η κυβέρνηση δείχνει ασυγκράτητη προκειμένου να προωθήσει με πιο ταχείς ρυθμούς τις αντιδραστικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις χρησιμοποιώντας καταπώς τη βολεύει τη λαϊκή ψήφο στις τοπικές εκλογές. Προσθέτοντας δηλαδή δύναμη στις αντιλαϊκές πολιτικές... Με δεδομένη, λοιπόν, τη βούληση της κυβέρνησης οι εργαζόμενοι βρίσκονται «αντιμέτωποι» με το καθήκον να οργανώσουν την πάλη τους πιο αποφασιστικά για να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις της δικής τους αντεπίθεσης. Περιθώρια για μοιρολατρία και ηττοπάθεια δεν υπάρχουν...
Από τις πρώτες κιόλας ώρες της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων των δημοτικών και νομαρχιακών εκλογών την προηγούμενη Κυριακή και ο πλέον δύσπιστος πρέπει να συνειδητοποίησε ότι η συγκεκριμένη εκλογική αναμέτρηση για το ΠΑΣΟΚ μόνο «τοπικά χαρακτηριστικά» δεν είχε και μόνο ψήφο με «αυτοδιοικητικά κριτήρια» δε διεκδικούσαν οι «εκλεκτοί» της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όπως προπαγάνδιζε ο Γ. Παπανδρέου όλο το προηγούμενο διάστημα.
Η δήλωση του Γ. Παπανδρέου λίγες ώρες μετά το κλείσιμο της κάλπης ότι υπάρχει «ανατροπή του πολιτικού σκηνικού», η οποία προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ, δεν έγινε από κεκτημένη ταχύτητα. Το εκλογικό επιτελείο της «Χαριλάου Τρικούπη» έσπευσε να μεταφράσει το εκλογικό αποτέλεσμα σαν γενικό πολιτικό μήνυμα «αθώωσης» της αντιλαϊκής πολιτικής που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και το οδήγησαν να χάσει την εξουσία και συγχρόνως να το εμφανίσει σαν επικύρωση της γενικής πολιτικής γραμμής και της στρατηγικής που σήμερα ακολουθεί το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ο Γ. Παπανδρέου προσπάθησε να εμφανίσει το αποτέλεσμα των εκλογών σαν «νίκη», προκειμένου να αναγάγει το ΠΑΣΟΚ σαν τον πολιτικό φορέα που «εισέπραξε» τη λαϊκή δυσαρέσκεια από την ασκούμενη αντιλαϊκή πολιτική και πίσω από αυτό να συγκαλύψει ότι το κόμμα του ταυτίζεται πλήρως με τις κεντρικές πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης και στηρίζει την προώθηση και εφαρμογή των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων.
Αυτό που προκάλεσε «ταραχή» στο ΠΑΣΟΚ και πυροδότησε τις εσωκομματικές αντιπαραθέσεις, δεν αφορούσε τις πολιτικές θέσεις του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης για την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Η εσωστρέφεια στο ΠΑΣΟΚ, η έντονη κριτική και τα «μαχαιρώματα» μεταξύ των στελεχών του, όσο και αν έχουν πάρει τη μορφή «χιονοστιβάδας», δεν αμφισβητούν την πολιτική που ακολουθεί το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά περιορίζονται στην καταγραφή «λάθος επιλογών» στα πρόσωπα που διεκδίκησαν δήμους και νομαρχίες τις οποίες το ΠΑΣΟΚ απώλεσε.
Με τις αντιπαραθέσεις τους τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ καταγράφουν την «αγωνία» τους, αφού δεν κατάφεραν μέσα από τις αυτοδιοικητικές εκλογές να υποκλέψουν - στο βαθμό που επιδίωκαν - τη λαϊκή δυσαρέσκεια, για να «αποδείξουν» στη συνέχεια ότι έχουν ανακτήσει τη χαμένη πλειοψηφία των βουλευτικών εκλογών, που θα τους οδηγήσει εκ νέου στην ανακατάληψη της εξουσίας και κυρίως να αξιοποιήσουν το εκλογικό αποτέλεσμα για να συνεχίσουν την ίδια αντιλαϊκή πολιτική.
Αυτό θα επιδιώξουν και σήμερα μετά το δεύτερο γύρο των εκλογών. Στη Χαριλάου Τρικούπη φιλοδοξούν ο χάρτης να εμφανίσει περισσότερους «πράσινους» δήμους και νομούς, προκειμένου το ΠΑΣΟΚ να έχει κομματικό σύμμαχο δημάρχους και νομάρχες, που θα στηρίξουν την πολιτική του και θα συντηρήσουν την εκλογική του «πελατεία». Ο Γ. Παπανδρέου, από την ανάληψη κιόλας της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ, είχε τονίσει ότι θέλει «μπροστάρη και σύμμαχο την Τοπική Αυτοδιοίκηση» στις «μεγάλες τομές και μεταρρυθμίσεις».
Το ΠΑΣΟΚ εξάλλου ήταν εκείνο το κόμμα που από τη θέση της κυβέρνησης, προώθησε και υλοποίησε τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Ολη την προεκλογική περίοδο ο Γ. Παπανδρέου στήριζε ακριβώς την ίδια πολιτική, επέμενε στην υλοποίησή τους με ακόμα ταχύτερους ρυθμούς, θέτοντας σαν νέο στοιχείο την «αποκέντρωση» της πολιτικής των «μεταρρυθμίσεων», ώστε αυτές να εφαρμοστούν πιο αποτελεσματικά από τις εκλεγμένες τοπικές αρχές.
Αυτούς τους στόχους ο Γ. Παπανδρέου τους είχε παρουσιάσει από τις 5 Ιούνη του 2006, όταν και έδωσε το επίσημο «χρίσμα» του ΠΑΣΟΚ στον Κ. Σκανδαλίδη, στην Χρ. Αράπογλου, στον Π. Φασούλα και στην Β. Πατουλίδου.
Τότε, σε ομιλία του ο Γ. Παπανδρέου παρουσιάζοντας ένα «νέο μοντέλο διακυβέρνησης», έδινε τις πολιτικές κατευθύνσεις για το ρόλο που πρέπει να παίξει η Τοπική Αυτοδιοίκηση, ώστε να πρωτοστατήσει στην ακόμα παραπέρα προώθηση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Μέσα από την «αποκέντρωση» αυτής της πολιτικής, που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου, κάλεσε την Αυτοδιοίκηση να εφαρμόσει «δημόσιες πολιτικές για την απασχόληση και την ανάπτυξη». Κάλεσε, δηλαδή τους δημάρχους και τους νομάρχες να συνεχίζουν να πρωτοστατούν, μέσω των λεγόμενων Τοπικών Συμφώνων Απασχόλησης, στη γενικότερη υπονόμευση των συλλογικών συμβάσεων και στις ελαστικές μορφές απασχόλησης. Στο ίδιο μήκος κύματος πρότεινε η Αυτοδιοίκηση «να εφαρμόζει πολιτικές για την παιδεία και να στηρίζει τη διασύνδεση της εκπαίδευσης με την κοινωνία, την οικονομία και την απασχόληση», να στηρίξει δηλαδή την «κατηγοριοποίηση» των σχολείων και τον ταξικό διαχωρισμό τους ανάλογα με το δήμο και το νομό! Επίσης, τόνιζε την ανάγκη της «σύμπραξης» των δήμων με τους επιχειρηματίες, το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας για την «απόκτηση πόρων» για την Τοπική Αυτοδιοίκηση και την παραπέρα εμπορευματοποίηση της κοινωνικής πολιτικής.
Από εκείνες τις εξαγγελίες του Γ. Παπανδρέου μέχρι τις εκλογές, μεσολάβησαν περίπου τέσσερις μήνες, στη διάρκεια των οποίων ο προεκλογικός «αγώνας» μέσα σε υψηλούς φραστικούς τόνους δόθηκε για την αποδειχτεί η «αξιοπιστία» των υποψηφίων και να αναδειχτούν οι «ικανότητες» τους. Μια μέρα μετά τις εκλογές, οι εκπρόσωποι του δικομματισμού, χρησιμοποίησαν τα αποτελέσματα για να «αποδείξουν» ότι επιβεβαιώνεται η πολιτική τους. Ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι το αποτέλεσμα δείχνει ότι «αξίωση» των πολιτών είναι η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, ενώ ο Γ. Παπανδρέου το μετέφρασε σαν απαίτηση των πολιτών να «απαλλαγεί» από μια κυβέρνηση «που χωρίς σχέδιο αδυνατεί να κάνει αλλαγές»...
Πίσω από αυτή την αποπροσανατολιστική αντιπαράθεση, κρύβεται η κοινή γραμμή ΠΑΣΟΚ και ΝΔ να υπερασπιστούν τα συμφέροντα της ντόπιας πλουτοκρατίας. Διεκδικώντας ο καθένας για το κόμμα του το ρόλο του ικανότερου εκφραστή των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου, επιδιώκουν και μέσα από το θεσμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης να δώσουν τη δυνατότητα στους επιχειρηματίες να διεισδύσουν μέσα και στην τελευταία γειτονιά της χώρας και να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων. Ο δεύτερος γύρος των εκλογών δίνει μια ευκαιρία στο λαό να καταδικάσει αυτή την πολιτική. Να «μαυρίσει» στην κάλπη αυτούς που ζητούν την ψήφο του για να τον μετατρέψουν σε «συνένοχο» της αντιλαϊκής πολιτικής τους.