«Ισως να στερηθώ και το ψωμί μου. Ισως το στρώμα ξεπουλήσω και τα ρούχα μου. Ισως δουλέψω σκουπιδιάρης, πετροκόπος και χαμάλης. Ισως να σωριαστώ γυμνός και πεινασμένος εχθρέ του ήλιου αλλά δεν παζαρεύω κι ως τον ύστατο χτύπο της καρδιάς μου θ' αντιστέκομαι! Ισως αρπάξεις απ' τη γη μου και την τελευταία σπιθαμή. Ισως ταΐσεις στις φυλακές τη νιότη μου Ισως μου κλέψεις την κληρονομιά του παππού μου -πιθάρια, έπιπλα και σκεύη-. Ισως καθίσεις παν' απ' το χωριό μας σαν εφιάλτης τρόμου εχθρέ του ήλιου αλλά δεν παζαρεύω κι ως τον ύστατο χτύπο της καρδιάς μου θα αντιστέκομαι!...» Τούτη η βδομάδα στη στήλη ξεκινάει με λίγους στίχους από το ποίημα του Σαμίχ Κάσεμ, «Λόγος στην αγορά της ανεργίας», για...