Πέμπτη 24 Δεκέμβρη 2020
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 19
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Νέα επίθεση στους δημιουργούς του κινηματογράφου

Καζάνι που βράζει θυμίζει αυτές τις μέρες ο χώρος του κινηματογράφου, για την ακρίβεια χύτρα ταχύτητας, με το ρυθμό που έρχονται οι τροποποιήσεις και οι διαβουλεύσεις. Αιχμή του δόρατος οι αγοραίες αναδιαρθρώσεις στον οπτικοακουστικό χώρο. Το «υπέρογκο» ποσό του 0,04% του προϋπολογισμού για τον Πολιτισμό, όπως και τα πρόσφατα νομοσχέδια («Ακροπόλ», ΤΑΠ) που περιέχουν διατάξεις και για τον οπτικοακουστικό τομέα, δείχνουν τον δρόμο και τις κατευθύνσεις που προτίθεται να ακολουθήσει και αυτή η κυβέρνηση σε ό,τι αφορά τον κινηματογράφο. Το αστικό κράτος όχι μόνο δεν χρηματοδοτεί ουσιαστικά τον κινηματογράφο, αλλά ετοιμάζεται να δώσει νέα δώρα στο μεγάλο κεφάλαιο και τους μονοπωλιακούς ομίλους.

Το πρόσχημα της πανδημίας εδώ δεν χρειάζεται, η καπιταλιστική κρίση ακονίζει τα δόντια της και τα λιμνάζοντα κεφάλαια πρέπει να βρουν τρόπο να επενδυθούν στην αγορά, ώστε να αποφέρουν μεγαλύτερα κέρδη.

Η κυνική ομολογία της ΕΕ και διαχρονικά των αστικών κυβερνήσεων είναι σαφής: Οι μονοπωλιακοί όμιλοι του οπτικοακουστικού, με τις νέες νομοθετικές ρυθμίσεις στη φαρέτρα τους, διευκολύνονται ακόμα περισσότερο στην κερδοφόρα επένδυση των κεφαλαίων τους. Η διεύρυνση της τεράστιας αγοράς του οπτικοακουστικού με την εξέλιξη της τεχνολογίας, και στην περίοδο της πανδημίας, είναι ο ιδανικός χώρος και χρόνος για αυτό.

Τις τελευταίες μέρες, και μετά την ψήφιση της τροπολογίας για το Εθνικό Κέντρο Οπτικοακουστικών Μέσων και Επικοινωνίας (ΕΚΟΜΕ), που διευρύνει τις επιλέξιμες δαπάνες και με τιμολόγια του εξωτερικού για τους ξένους επενδυτές του οπτικοακουστικού τομέα, η κυβέρνηση της ΝΔ έφερε σε διαβούλευση το σχέδιο νόμου για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων, γνωστό και ως νόμος Πέτσα. Αν και προσωρινά αναβλήθηκε η κατάθεση του επίμαχου νομοσχεδίου, μετά την πίεση και την απεργία των εργαζομένων στο χώρο των ΜΜΕ, εντούτοις δείχνει την κατεύθυνση που προτίθεται να ακολουθήσει η κυβέρνηση στο χώρο του οπτικοακουστικού. Το σχέδιο νόμου, που δεν αφορά μόνο τους τηλεοπτικούς σταθμούς, ενσωματώνει τις ευρωπαϊκές ντιρεκτίβες, θίγει μια σειρά κλάδων εργαζομένων και δημιουργών στον οπτικοακουστικό τομέα και φέρνει μια γενικότερη αναδιάρθρωση σε όλους τους τομείς της οπτικοακουστικής παραγωγής και διανομής. Ξεκινώντας από τα κανάλια, φέρνει νέες ενισχύσεις στους ιδιοκτήτες και νέα αντεργατικά μέτρα για τους εργαζόμενους, αφού μειώνονται οι θέσεις εργασίας, καταργείται η σταθερή και μόνιμη δουλειά με σταθερό εργάσιμο χρόνο και αποδοχές και γενικεύονται η ευελιξία και η εντατικοποίηση στην εργασία.

Σε ό,τι αφορά τον κινηματογραφικό τομέα, κλιμακώνει και επισφραγίζει τη στήριξη, όλων των προηγούμενων ετών και κυβερνήσεων, στους κολοσσούς του οπτικοακουστικού τομέα. Το ανταποδοτικό 1,5%, που θα έπρεπε να αποδίδουν οι πάροχοι για την ενίσχυση της κινηματογραφικής παραγωγής, θα περάσει από τη δικαιοδοσία του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου στο ΕΚΟΜΕ. Εναν φορέα που αντιμετωπίζει τον οπτικοακουστικό τομέα, του οποίου τμήμα αποτελεί ο κινηματογράφος, με επιχειρηματικούς όρους σε βάρος των αισθητικών - καλλιτεχνικών. Την τελευταία μόλις δεκαετία, για να μην πάμε πιο πίσω, έχουν γίνει αρκετές αλλαγές στο ζήτημα του πόρου του 1,5%. Ηδη από το 2010 με βάση τον νόμο 3905, οι ιδιοκτήτες καναλιών της τηλεόρασης όφειλαν κάθε χρόνο να καταβάλλουν το 1,5% των εσόδων τους από τις διαφημίσεις, για την παραγωγή κινηματογραφικών έργων. Είχαν το δικαίωμα το μισό του ποσού να το δίνουν ως χρήμα για την παραγωγή και το άλλο μισό ως συμβολή στην προώθηση της ταινίας (διαφήμιση, παρουσία των συντελεστών της σε φεστιβάλ, συνεντεύξεις κ.λπ.), ενώ, αν μέχρι το τέλος του χρόνου δεν είχε χρηματοδοτηθεί κάποια νέα παραγωγή, τότε όφειλαν να καταβάλλουν το σύνολο του ποσού στο ΕΚΚ.

Για το καλό των ...«επενδυτών»

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ συνέχισε την ίδια αντιλαϊκή πολιτική στον τομέα του κινηματογράφου. Με την τροποποίηση που έκανε στον νόμο 4441/2016, τα κανάλια, και τα συνδρομητικά, με το πρόσχημα ότι η χρηματοδότηση πήγαινε κατευθείαν στο ΕΚΚ, μπορούσαν να καταβάλλουν το μισό ποσό στο ΕΚΚ και το υπόλοιπο να το δίνουν ως διαφημιστικό χρόνο για τη διαφήμιση γενικά κινηματογραφικών έργων. Στην ιστορία του θεσμού, το μόνο κανάλι που επέστρεφε το 1,5% στην κινηματογραφική παραγωγή μέσω των προγραμμάτων χρηματοδότησης ήταν η ΕΡΤ, γιατί καμία κυβέρνηση δεν υποχρέωσε ποτέ τους ιδιωτικούς σταθμούς να το καταβάλλουν. Μετά τη μεταβίβαση βέβαια του πόρου στο ΕΚΟΜΕ, είναι σχεδόν βέβαιο ότι αυτή η κατάσταση θα αλλάξει για το καλό των «επενδυτών» και της «ανάπτυξης»...

Η ενίσχυση της αγοραίας αντίληψης διαφαινόταν ήδη από τον νόμο ίδρυσης του ΕΚΟΜΕ (4487/2017), που αποτελεί τροποποίηση του βασικού επενδυτικού νόμου, ν. 4399/2016, οποίος εντάσσεται στο πλαίσιο των κατευθύνσεων της ΕΕ για αντιμετώπιση του οπτικοακουστικού τομέα αποκλειστικά ως πεδίου επιχειρηματικής δράσης και ενίσχυσης της κερδοφορίας των μονοπωλιακών ομίλων. Το ΕΚΟΜΕ έχει ως κύριο στόχο του την προσέλκυση μεγάλων ξένων αλλά και εγχώριων επενδύσεων (CashRebate) σε ολόκληρο τον τομέα της οπτικοακουστικής αγοράς, που εκτός από τον κινηματογράφο, περιλαμβάνει την τηλεόραση, τα βιντεοπαιχνίδια, τις πλατφόρμες, την ψηφιοποίηση και την «εκπαίδευση». Με λίγα λόγια, το ΕΚΟΜΕ, που εντάσσεται στο υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, βλέπει τον πολιτισμό ως «αναπτυξιακό εργαλείο» κερδοφορίας, με τα κριτήρια της καπιταλιστικής αγοράς. Το Cash Rebate (το ποσοστό επιδότησης) όλο και αυξάνεται από το 25% το 2017, στο 35% το 2018, στο 40% μόλις τον Ιούλη του 2020. Και τώρα το σχέδιο νόμου, της κυβέρνησης ΝΔ, του παραχωρεί και το 1,5% που προοριζόταν για την κινηματογραφική παραγωγή.

Σε ό,τι αφορά δε την κινηματογραφική εκπαίδευση, το ΕΚΟΜΕ προωθεί τη συνεργασία με μεγάλα στούντιο στη Βουλγαρία, όπου θα στέλνονται απόφοιτοι Λυκείου, θα εκπαιδεύονται σε τεχνικά ζητήματα, ώστε επιστρέφοντας να εργάζονται στα ελληνικά συνέργεια στο πλαίσιο μεγάλων παράγωγων του Χόλιγουντ. Ούτε λόγος για ίδρυση δημόσιας και δωρεάν Ανώτατης Σχολής Κινηματογραφίας.

Σε επαγρύπνηση δημιουργοί και εργαζόμενοι

Μέσα από την περίπτωση του κινηματογράφου αποδεικνύεται ακόμη μια φορά πως η εμπορευματοποίηση του πολιτισμού προωθείται διαχρονικά από όλες τις αστικές κυβερνήσεις, στα ασφυκτικά πλαίσια του καπιταλισμού. Ο κινηματογράφος του δημιουργού, του σκηνοθέτη - παραγωγού, του μικρού παραγωγού, που και τώρα βρίσκεται σε «δυσμένεια», πλέον δεν θα συγκαταλέγεται στις «επιλέξιμες δαπάνες» χρηματοδότησης. Αλλωστε, οι δηλώσεις του πρόεδρου και διευθύνοντα σύμβουλου του ΕΚΟΜΕ, Πάνου Κουάνη, σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή» το μακρινό 2018 είναι αποκαλυπτικές: «Η ανάγκη να δούμε τον πολιτισμό σαν αναπτυξιακό εργαλείο οδήγησε στη δημιουργία του συγκεκριμένου φορέα. Να πάψουμε, δηλαδή, να αντιμετωπίζουμε τον κλάδο αποκλειστικά και μόνο μέσα από την τέχνη - γι' αυτό υπάρχει το υπουργείο Πολιτισμού, από το οποίο διαφοροποιούμαστε. Για εμάς, ο κινηματογράφος και η τηλεόραση είναι "μπίζνες". Μέσα από αυτή την οπτική μιλάμε πλέον για δημιουργία θέσεων εργασίας αλλά και για κερδοφορία».

Το επόμενο διάστημα, και με τις συνεχείς επιθέσεις στον οπτικοακουστικό τομέα, οι δημιουργοί αλλά και οι εργαζόμενοι του χώρου πρέπει να βρίσκονται σε επαγρύπνηση, ώστε να μην περάσουν οι σχεδιασμοί για τον ολοσχερή έλεγχο του οπτικοακουστικού τομέα από τους επιχειρηματικούς ομίλους.


Παυλίνα ΑΓΑΛΙΑΝΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ