Τρίτη 27 Σεπτέμβρη 2022
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 27
ΔΙΕΘΝΗ
ΙΤΑΛΙΑ - ΕΘΝΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ
Πρώτη δύναμη ο «κεντροδεξιός» συνασπισμός υπό την Μελόνι

Με στόχο να διαπραγματευτεί «πιο σκληρά» τη θέση των ιταλικών μονοπωλίων στην ΕΕ και στον κόσμο

Ο «κεντροδεξιός» συνασπισμός, υπό την ηγεσία της ακροδεξιάς, παίρνει τη σκυτάλη για την παραπέρα κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής

Copyright 2022 The Associated

Ο «κεντροδεξιός» συνασπισμός, υπό την ηγεσία της ακροδεξιάς, παίρνει τη σκυτάλη για την παραπέρα κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής
Πρώτη δύναμη στις εθνικές εκλογές της Κυριακής στην Ιταλία αναδείχθηκε η λεγόμενη «κεντροδεξιά» συμμαχία («Αδέλφια της Ιταλίας», Λέγκα, «Φόρτσα Ιτάλια»), συγκεντρώνοντας σχεδόν το 44% των ψήφων. Ο λεγόμενος «κεντροαριστερός» συνασπισμός (Δημοκρατικό Κόμμα, Πράσινοι / Αριστερή Συμμαχία, «Περισσότερη Ευρώπη», «Πρωτοβουλία Πολιτών») ακολουθεί με 26%.

Η συμμετοχή ανήλθε σε 63,7%, σημαντικά μειωμένη σε σχέση με το 2018 (73%).

Η Τζόρτζια Μελόνι, επικεφαλής του ακροδεξιού κόμματος «Αδέλφια της Ιταλίας», θα είναι όπως όλα δείχνουν η επόμενη πρωθυπουργός της Ιταλίας, καθώς το κόμμα της έλαβε το 26% των ψήφων σημειώνοντας μεγάλη άνοδο από τις εκλογές του 2018, οπότε είχε μόλις 4,4%. Στη δεύτερη θέση βρίσκεται το σοσιαλδημοκρατικό Δημοκρατικό Κόμμα με 19% που διατηρεί περίπου ίδια ποσοστά με το 2018 και στην τρίτη θέση τα «Πέντε Αστέρια» του Τζ. Κόντε με 15,4% και μεγάλη πτώση από το 2018 (32,7%). Ακολουθούν η Λέγκα με 8,8% και σημαντικές απώλειες (17,4% το 2018), η «Φόρτσα Ιτάλια» του Σ. Μπερλουσκόνι με 8,1% (από 14%). Ο «κεντρώος» πόλος των κομμάτων Azione (Δράση) του Κ. Καλέντα και Italia Viva του πρώην πρωθυπουργού Μ. Ρέντσι συγκέντρωσε το 7,8%.

Το δε νέο κόμμα Πρωτοβουλία Πολιτών που ίδρυσε ο Λουίτζι Ντι Μάιο και συμμετείχε στον «κεντροαριστερό» συνασπισμό έλαβε μόλις το 0,6%. Ετσι ο πρώην ΥΠΕΞ και πρώην στέλεχος των «Πέντε Αστέρων» δεν εκλέγεται στο Κοινοβούλιο.

Μια «εφεδρεία» από τα παλιά...

Οι προχτεσινές εκλογές αποτύπωσαν ένα ακόμα στάδιο στη διαδικασία αναμόρφωσης του πολιτικού σκηνικού στην Ιταλία, η οποία εξελίσσεται εδώ και χρόνια, ιδιαίτερα μετά την οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας που χτύπησε τους επιχειρηματικούς ομίλους της στον ανταγωνισμό τους με Γερμανία και Γαλλία, αλλά και μετά τη νέα οικονομική κρίση το 2020.

Το 2021 έπεσε η κυβέρνηση Κόντε και ανέλαβε η κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» με πρωθυπουργό τον πρώην πρόεδρο της ΕΚΤ, Μ. Ντράγκι. Την κυβέρνηση Ντράγκι στήριξαν όλα τα κόμματα του Κοινοβουλίου («Πέντε Αστέρια», Δημοκρατικό Κόμμα, Λέγκα, «Φόρτσα Ιτάλια»), εκτός από τα «Αδέλφια της Ιταλίας», κόμμα που χρησιμεύει σήμερα σαν εφεδρεία (ενώ η ηγέτιδά του είχε υπουργοποιηθεί και παλιότερα από τον Σ. Μπερλουσκόνι) και επωφελήθηκε από την επιλογή να παραμείνει στην αντιπολίτευση. Ηδη, οι πρώτες αναλύσεις του αποτελέσματος καταγράφουν ότι σημαντικό μέρος της ανόδου της Μελόνι οφείλεται στη μετακίνηση ψηφοφόρων από τη Λέγκα, τη «Φόρτσα Ιτάλια» καθώς και τα «Πέντε Αστέρια», ενώ συνολικά ο αριθμός των ψήφων του «κεντροδεξιού» συνασπισμού είναι σχεδόν ίδιος με το άθροισμά του στις προηγούμενες εκλογές.

Η κυβέρνηση Ντράγκι «έπεσε» το καλοκαίρι στον απόηχο ενδοαστικών διαφωνιών που σχετίζονται με τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις αντιρωσικές κυρώσεις, αλλά και αντιπαράθεσης σε τμήματα του ιταλικού κεφαλαίου για τα περίπου 200 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ.

Εξάλλου, βασικός κορμός της προεκλογικής ατζέντας της Μελόνι - πέρα από τις δεσμεύσεις της ότι η Ιταλία θα εξακολουθήσει να στηρίζει ενεργά τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς ΝΑΤΟ-ΕΕ και στον πόλεμο στην Ουκρανία - ήταν η επαναδιαπραγμάτευση της θέσης της Ιταλίας στην ΕΕ και των όρων για τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, η πιο «σκληρή» υπεράσπιση των συμφερόντων των ομίλων της χώρας.

«Οι Ιταλοί έστειλαν καθαρό μήνυμα υπέρ μιας κυβέρνησης της δεξιάς υπό την ηγεσία των "Αδελφιών της Ιταλίας"», δήλωσε η Τζ. Μελόνι. Παράλληλα προετοίμασε το έδαφος για παραπέρα κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής, κάνοντας λόγο για δύσκολη κατάσταση στη χώρα και τονίζοντας ότι θα χρειαστεί συνεισφορά από όλους.

«Επειτα από τόσα χρόνια έχουμε μια εκλεγμένη κυβέρνηση με σαφή κεντροδεξιά πλειοψηφία. Υπολογίζω ότι θα κυβερνήσουμε για 5 χρόνια», δήλωσε ο γραμματέας της Λέγκας, Μ. Σαλβίνι, ο οποίος παραδέχτηκε ότι «οι εκλογείς επιβράβευσαν την αντιπολίτευση». Οπως επισήμανε, για τη Λέγκα, «η παραμονή στην κυβέρνηση Ντράγκι δεν ήταν απλό πράγμα, αλλά θα το ξανάκανα. Μας κόστισε, αλλά με την Ιταλία κλειστή λόγω κορονοϊού έπρεπε να το κάνουμε».

Ο γραμματέας του Δημοκρατικού Κόμματος, Ενρ. Λέτα, δήλωσε ότι το κόμμα του θα κάνει «σκληρή αντιπολίτευση στη βαθιά δεξιά και η Ιταλία δεν θα εγκαταλείψει τις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες». Ο πρώην πρωθυπουργός ανακοίνωσε επίσης ότι δεν θα είναι υποψήφιος για τη Γραμματεία του κόμματός του την ερχόμενη άνοιξη. «Πληρώσαμε το ότι παραμείναμε επί πολλά χρόνια στην κυβέρνηση. Θα ξεκινήσει διάλογος με την κοινωνία και για τη δημιουργία ευρύτατου προοδευτικού μετώπου», ανέφερε.

«Δώσ' τα όλα» στο ιταλικό κεφάλαιο

Η πρωτιά της Μελόνι και του ακροδεξιού κόμματός της με τις φασιστικές ρίζες άνοιξε ξανά την αποπροσανατολιστική και υποκριτική συζήτηση από διάφορα αστικά επιτελεία για τους «κινδύνους για τη δημοκρατία μας», την «άνοδο του λαϊκισμού» κ.ο.κ., σε σύνδεση και με τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα σε Σουηδία και Γαλλία.

Στην πραγματικότητα βέβαια η άνοδος αυτών των δυνάμεων αποτελεί επιλογή των μονοπωλίων, το έδαφος για την οποία έχουν προετοιμάσει όλες οι προηγούμενες αντιλαϊκές κυβερνήσεις, όλων των αποχρώσεων.

Στη γειτονική χώρα, τα «Αδέλφια της Ιταλίας», σαν ακόμη ένα κόμμα που υπηρετεί το καπιταλιστικό σύστημα, στήριξαν επιχειρηματικοί όμιλοι, ενώ και η ίδια η Μελόνι δεσμεύτηκε επανειλημμένα για την ευρωατλαντική πορεία της χώρας, για «Ιταλία πλήρως ενταγμένη στην Ευρώπη, στην Ατλαντική Συμμαχία και στη Δύση», για «περισσότερη Ιταλία στην Ευρώπη, περισσότερη Ευρώπη στον κόσμο», δηλαδή ενίσχυση της θέσης της Ιταλίας και της ΕΕ στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα.

Επίσης, η νέα ιταλική κυβέρνηση συνασπισμού δεσμεύεται για στρατιωτικές δαπάνες στο ύψος που έχει καθοριστεί στο ΝΑΤΟ, τουλάχιστον 2% του ΑΕΠ, ενώ το κόμμα της Μελόνι στήριξε από την πρώτη στιγμή την αποστολή εξοπλισμών στην Ουκρανία.

Η Μελόνι έδωσε «διαπιστευτήρια» στους επιχειρηματικούς ομίλους ξεκαθαρίζοντας ότι θα περιορίσει περαιτέρω τα εργασιακά δικαιώματα και τις όποιες παροχές. Οπως έλεγε προεκλογικά, η λύση δεν είναι τα βοηθήματα και τα επιδόματα, αλλά το πώς θα βοηθήσουμε τις επιχειρήσεις να κάνουν προσλήψεις. «Στην Ιταλία τον πλούτο τον παράγουν οι επιχειρήσεις. Το κράτος αν πρέπει να κάνει κάτι είναι να μη βάζει εμπόδια, να τις αφήσει να δουλέψουν χωρίς να τους βάζει εμπόδια».

Για το δε Μεταναστευτικό, όλα τα «κεντροδεξιά» και «κεντροαριστερά» κόμματα μέσα από τις κυβερνήσεις τους στήριξαν τη βάρβαρη πολιτική της ΕΕ απέναντι σε πρόσφυγες και μετανάστες.

Διεθνείς αντιδράσεις

Από τους πρώτους που συνεχάρησαν την Τζ. Μελόνι ήταν οι πρωθυπουργοί Ουγγαρίας, Β. Ορμπάν, και Πολωνίας, Μ. Μοραβιέτσκι, επίσης εθνικιστές και «ευρωσκεπτικιστές». Ο Ορμπαν υποστήριξε ότι οι αντιρωσικές κυρώσεις της ΕΕ απέτυχαν και ότι δεν αποτελεί έκπληξη πως πέφτουν κυβερνήσεις στην Ευρώπη.

«Ελπίζουμε ότι θα έχουμε μια εποικοδομητική συνεργασία με τις νέες ιταλικές αρχές», ανέφερε ο εκπρόσωπος της Κομισιόν, Ερ. Μαμέρ.

Ο Γάλλος Πρόεδρος, Εμ. Μακρόν, δήλωσε ότι το εκλογικό αποτέλεσμα ήταν μια «δημοκρατική επιλογή» του ιταλικού λαού και τόνισε την ανάγκη συνεργασίας Γαλλίας - Ιταλίας.

«Ο λαϊκισμός καταλήγει πάντα στην καταστροφή», σχολίασε ο σοσιαλδημοκράτης Ισπανός ΥΠΕΞ, Χ. Μ. Αλμπάρες, για τις ιταλικές εκλογές. Η νίκη της Μελόνι, είπε, έρχεται σε μια περίοδο που «συγκρούονται δύο μοντέλα» στην Ευρώπη, ενώ μαίνεται ο πόλεμος στην Ουκρανία, το μοντέλο της «ευρωπαϊκής οικοδόμησης» και «αυτό του Βλαντιμίρ Πούτιν, ένα αυταρχικό μοντέλο το οποίο ακολουθούν πολιτικές δυνάμεις στην Ευρώπη, ακόμη και στο εσωτερικό της χώρας μας».

Ο δε Σ. Αμπασκάλ, αρχηγός του ισπανικού εθνικιστικού κόμματος Vox, το οποίο διεκδικεί θέση σε μια επόμενη κυβέρνηση ενδεχομένως με το Λαϊκό Κόμμα, θεωρεί ότι η Μελόνι «έδειξε τον δρόμο για μια υπερήφανη, ελεύθερη Ευρώπη κυρίαρχων εθνών».

Οι ΗΠΑ ανυπομονούν να συνεργαστούν «με την ιταλική κυβέρνηση για τους κοινούς μας στόχους: Την υποστήριξη μιας ελεύθερης και ανεξάρτητης Ουκρανίας, τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την οικοδόμηση ενός βιώσιμου οικονομικού μέλλοντος», δήλωσε ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, Αντ. Μπλίνκεν, προσθέτοντας ότι η Ιταλία «είναι ένας ζωτικής σημασίας σύμμαχος».

«Είμαστε έτοιμοι να χαιρετίσουμε κάθε πολιτική δύναμη ικανή να ξεπεράσει την επικρατούσα τάση που είναι γεμάτη μίσος προς τη χώρα μας», σχολίασε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ