Παρασκευή 16 Δεκέμβρη 2022
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 23
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
«Αντιγόνη»

του Ζαν Ανούιγ στο Θέατρο Τέχνης

Ενα κλασικό έργο δεν εξαντλείται ποτέ. Γι' αυτό πάντα ανεβαίνουν «Αντιγόνες» σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου διαχρονικά. Γι' αυτό και η Αντιγόνη είναι ένα αρχέτυπο ηρωίδας, ένα διαλεκτικό αποτύπωμα ανά τους αιώνες. Αντιγόνη ή Κρέοντας; Κρέοντας ή Αντιγόνη; Μια φαινομενική απάντηση μπορεί γρήγορα να ανατραπεί αν δεν λάβεις υπόψη σου τις κοινωνικές μετατοπίσεις, το κοινωνικοοικονομικό σύστημα στο οποίο τοποθετείται μια αφήγηση αλλά και τη σχέση των προσώπων με τα μέσα παραγωγής.

Ετσι, έχοντας ως σίγουρη τη φαρέτρα της εθνικής δραματουργίας, η «Αντιγόνη», το έργο που έχει συσχετιστεί από την κοινή τηλεοπτική pop κουλτούρα μέχρι τον Λευτέρη Βογιατζή και τα λυκειακά μας χρόνια, μπαίνει στο προσκήνιο και συνεχίζει τον επιτυχημένο κύκλο παραστάσεων της περσινής σεζόν στο υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης σε σκηνοθεσία Μαρίας Πρωτόπαππα. Μια «Αντιγόνη» γραμμένη από τον Ανούιγ (που είχε ένα πάθος με τις μεταγραφές έργων) στα 1942, στην καρδιά του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

Ολη αυτή η τραγικότητα της κοινωνικής συνθήκης διαφαίνεται και στη μετατόπιση του έργου. Η τραγωδία του Σοφοκλή γίνεται ένα κοινωνικό δράμα ιψενικών αποχρώσεων με άφθονες δόσεις ειρωνείας και κυνισμού. Ο ποιητικός λόγος γειώνεται στα χείλη των κοινών ανθρώπων, όπου δεν έχουν ίχνος ηρωισμού, αλλά η σημειολογία των πράξεών τους βασίζεται σε άλλα στοιχεία του χαρακτήρα τους. Στην περίπτωση της Αντιγόνης ο Ανούιγ βάζει όλα τα στοιχεία της νεότητας - αγνότητας στο πρόσωπό της. Τοποθετεί έναν καινούριο χαρακτήρα, αυτόν της Τροφού που προστατεύει, συμβουλεύει, περιθάλπει το ανήλικο κορίτσι. Διατρανώνει μέσα από την επιλογή του την επαναστατική διάθεση των νέων που δεν είναι ένα εφηβικό ξέσπασμα, αλλά ο τρόπος να βλέπουν τον κόσμο έτσι δίκαιο. «Εγώ τα θέλω όλα, αν δεν έχω αυτό δεν έχω τίποτα». Στον αντίποδα ο Κρέοντας, ο ρυτιδωμένος, κουρασμένος, ταλαιπωρημένος αφέντης που περπατάει ασθμαίνοντας, ο νέος βασιλιάς - διαχειριστής που απλώς έτυχε να 'ναι τη λάθος στιγμή στη λάθος θέση και πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του. Να πιάσει δουλειά για να βάλει τάξη στο έργο που του είχε ανατεθεί, άκρως αφοσιωμένος στον στόχο του, ανυποψίαστος γι' αυτό που θα έρθει. Για τον Ανούιγ δεν διαπράττει ύβρη, απλώς προσπαθεί να βρει ένα νόημα στον ρόλο που έχει κληθεί να κάνει, γιατί είναι ολοκληρωτικά αβοήθητος. Μέσα από μια οδηγία διά στόματος Κορυφαίου του Χορού στην αρχή του έργου, μας γίνεται γνωστό στο φαντασιακό μας τουλάχιστον επίπεδο, ότι η γυναίκα του σε όλη τη διάρκεια της παράστασης θα πλέκει. Αυτοί οι δύο γέροντες, Κρέοντας και Ευρυδίκη, θα μπορούσαν να είναι δύο μπεκετικές φιγούρες σε άλλο έργο. Το μόνο σίγουρο είναι ότι είναι μόνοι και κάνουν αυτό που τους είπαν να κάνουν. Το έργο στην ολότητά του είναι αρκετά συμπυκνωμένο σε σχέση με το πρωτότυπο, δεν μεγεθύνεται κάποια σκηνή σε σχέση με τη σοφόκλεια ανάγνωση του έργου, ενώ κρατιέται δομικά η αναλογία, αν εξαιρέσουμε τον Χορό που τώρα είναι ένας γέροντας εν είδει κομπέρ, σχολιάζοντας τη δράση, σαρκάζοντας, ειρωνευόμενος μας αποστασιοποιεί από τα σκηνικά τεκταινόμενα, είναι σαν να μας κουνάει το δάχτυλο: Στο τέλος η Αντιγόνη και ο Αίμονας πεθαίνουν, μην περιμένετε κάποια ιδιαίτερη έκπληξη.

Μέσα σε αυτό το παγιωμένο υπαρξιακό status quo συντίθεται και αποσυντίθεται η παράσταση. Με ένα λιτό λευκό εικαστικό σκηνικό περιβάλλον (σκηνικός χώρος - κοστούμια: Εύα Νάθενα) αποτελούμενο από τρία επίπεδα. Τα φώτα ανοίγουν και οι ηθοποιοί στέκονται καθήμενοι μπροστά μας. Και ενώ φαινομενικά τα πρώτα λεπτά δείχνουν μια εγκεφαλική κειμενοκεντρική ανάγνωση του έργου μακριά από συναισθηματισμούς, σιγά σιγά η ένταση, το πάθος, η ενέργεια αναβλύζουν από τις σκηνικές δράσεις τους. Η Μαρία Πρωτόπαππα, υποβλητική, αξιοποιώντας τη σκηνοθετική της θέση, μπαινοβγαίνει στη φόρμα των ρόλων που ερμηνεύει με ευκολία άλλοτε καθήμενη, άλλοτε ως ταυτόχρονη διερμηνέας νοηματικής γλώσσας και άλλοτε όπου τα πράγματα χρειάζονται υποβοήθηση γίνεται η σκηνοθέτρια που δίνει οδηγίες. Η Ηλέκτρα Μπαρούτα, η οποία αντικαθιστά την Κίττυ Παϊταζόγλου που ερμήνευε τον ρόλο πέρυσι, δεν φαίνεται να δυσκολεύεται ιδιαίτερα, έχει μία φυσικότητα μέσα στον περιορισμό που έχει επιβάλει η σκηνοθεσία συνδυάζοντας παράλληλα νότες υψηλής συναισθηματικής φόρτισης. Αδιαμφισβήτητα, όμως, το enfant terrible της παράστασης είναι ο Κρέοντας του Γιάννη Τσορτέκη. Μαγνητικός από τις στιγμές της ακινησίας του μέχρι τις μεγάλες εξάρσεις του, κρατάει ψηλά ενεργειακά δύσκολες περιοχές, όπως είναι η σκηνή Κρέοντα - Αντιγόνης που στο έργο του Ανούιγ λαμβάνει επίτηδες δυσανάλογα μεγάλο χώρο. Είναι εκεί για να σε κάνει να τον συμπονέσεις και να αισθάνεσαι άβολα με αυτό. Διακριτικά φλεγματικός ο Κορυφαίος του Χορού, Χρήστος Στέργιογλου. Ανάλαφρες οι παρουσίες των Δημήτρη Μαμιού και Δημήτρη Μαργαρίτη στους υπόλοιπους ρόλους. Επιτυχημένοι οι φωτισμοί της Μελίνας Μάσχα πάνω σε δύσκολα διαχειρίσιμες λευκές επιφάνειες. Εναρμονισμένες η κίνηση της Κατερίνας Φωτιάδη και η μουσική του Λόλεκ στην αισθητική οπτική της παράστασης.

Συμπερασματικά, μια παράσταση ερμηνειών ενός μεγαλειώδους κειμένου που περνά από τα φίλτρα 3 δραματικών χρόνων για να συνομιλήσει με το «δραματικό» σήμερα.

  • Παραστάσεις Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο στις 20.30 και Κυριακή στις 19.00.

Σ. Π.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ