Κομβικό ρόλο στην παράσταση παίζουν η μουσική και ο χορός, που φωτίζουν κάθε ξεχωριστή στιγμή της ιστορίας στον χώρο του πραγματικού και του ονειρικού. Η Ζωή Τηγανούρια, που εκτελεί ζωντανά επί σκηνής τη μουσική που έχει συνθέσει με το ακορντεόν, πλάθει τη δική της μουσική δραματουργία. Οι χορογραφίες της Αρετής Μόκαλη είναι εντυπωσιακές μέσα στην απλότητά τους. Αναδεικνύονται είτε αφορούν σολιστικά μέρη, είτε μέρη που είναι τελείως χορικά στην παράσταση και ενσωματώνουν όλο τον θίασο. Τα σκηνικά και τα κοστούμια των Κωνσταντίνας Μιχαήλ και Ζήνας Κωνσταντίνου είναι αρκετά πιστά και λειτουργικά, έτσι ώστε να σε μεταφέρουν αυτόματα στη συνθήκη του χωριού χωρίς να υπερφορτώνουν με άσχετες πληροφορίες. Αλλωστε το video art του Γιάννη Ντουσιοπουλου καταφέρνει να γίνει η μαγική γέφυρα μεταξύ του πραγματικού και του φαντασιακού. Ενταγμένοι στη συνολική αίσθηση είναι και οι φωτισμοί, τους οποίους επιμελείται η Σοφέλπις Στάικου. Τον κύκλο των βασικών συντελεστών κλείνει η σκηνοθεσία της Αθανασίας Καλογιάννη, που κατάφερε να δημιουργήσει μια ενεργητική ρυθμική και πυκνή δράση πάνω στη σκηνή.
Ιδιαίτερα συγχαρητήρια αξίζουν στο σύνολο της διανομής του έργου, στους ηθοποιούς που αντεπεξήλθαν, πολλοί εξ αυτών ερμηνεύοντας τουλάχιστον 2 ρόλους.
Στο πρωταγωνιστικό δίδυμο η Μανταλένα Παπαδάτου και η Ευγενία Βησσαρίου χτίζουν μια πραγματική αδελφική σχέση με τις ανομοιομορφίες της καθ' όλη τη διάρκεια του έργου, ενώ στον αντίποδα τα δύο αγόρια που τις πλαισιώνουν, ο Χρήστος Λοΐζος και ο Βαγγέλης Πιτσιλός, είναι αεικίνητα σε ενέργεια και παιχνίδι, χαρίζοντας άφθονο γέλιο στις κωμικές τους εκφάνσεις. Οι δύο «βετεράνοι» του θιάσου, οι έμπειροι Νίκος Αναστασόπουλος και Ελενα Τσαγκαράκη, αναδεικνύονται με τις ψυχολογικές μεταπτώσεις τους, οδηγώντας τους κεντρικούς ήρωες να αντιμετωπίσουν με ευθύτητα τα κύρια δραματικά συμβάντα της ιστορίας.
Ως κατακλείδα αφήνω παραφρασμένα τα λόγια της Μαρίας Παπαγιάννη στην αυλαία της πρεμιέρας του έργου: «Σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς που ζούμε όλοι μας θα θέλαμε να μπορούσαμε να είχαμε αυτά τα "ανίκητα παπούτσια"» (τα φοράει συνέχεια με περηφάνια ο Βαγγέλης, φίλος που κάνουν η Λήδα και η Ηρώ στο χωριό). Και χωρίς να θέλω να παρερμηνεύσω την οποιαδήποτε πρόθεση της Μ. Παπαγιάννη, αλλά αντ' αυτού να επιτείνω τον ειρμό της σκέψης της, ας μου επιτραπεί η εξής προσθήκη στο τέλος «...για να μπορούμε να σηκωνόμαστε όρθιοι και να αγωνιζόμαστε».
Παραστάσεις κάθε Κυριακή μέχρι τέλος Γενάρη, στις 12 το μεσημέρι στο Θέατρο «Αργώ» (Ελευσινίων 13 - 15, Αθήνα).