Πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες με τη συμμετοχή εργαζομένων από τον κλάδο του Φαρμάκου
Κεντρικός ομιλητής ήταν ο ευρωβουλευτής του Κόμματος, Λευτέρης Νικολάου - Αλαβάνος. Τον λόγο πήραν έπειτα και εργαζόμενοι στον κλάδο του Φαρμάκου, που μετέφεραν πλούσια πείρα από τις εξελίξεις στον κλάδο και το πώς οργανώνεται η πάλη των εργαζομένων ενάντια στη στρατηγική ΕΕ και κυβερνήσεων για το Φάρμακο - εμπόρευμα.
Παρεμβάσεις πραγματοποίησαν οι: Γιώτα Ταβουλάρη, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Εργαζομένων στο Φάρμακο, Γιάννης Καβαλάρης, μέλος του ΔΣ του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου, Φωτεινή Αναγνώστου, εργαζόμενη σε φαρμακευτική εταιρεία, Δημήτρης Δουλουφάκης, μέλος της Γενικής Συνέλευσης του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου, Μαρία Καταχανά, μέλος του ΔΣ του Σωματείου, Φιλιώ Δήμιζα, μέλος της Γενικής Συνέλευσης του Πανελλήνιου Φαρμακευτικού Συλλόγου, Μάκης Παππάς, χημικός στον τομέα της Ερευνας. Τον λόγο πήραν επίσης ο Κωνσταντίνος Ματσιόλης, πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Μαγνησίας, και ο Αθανάσιος Κουτσούκης, πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Λάρισας.
Είναι θέματα που τα έχει θέσει η ίδια η πραγματικότητα που βιώνουν τα λαϊκά νοικοκυριά. Το γεγονός ότι η φαρμακευτική δαπάνη των κρατικών προϋπολογισμών σε δέκα χρόνια μειώθηκε κατά 62% επιτείνει σήμερα το αυξημένο κόστος των φαρμάκων, τις μεγάλες ελλείψεις σε βασικά φάρμακα, αντιβιοτικά και άλλα σκευάσματα. Αλλά και στο πρόσφατο παρελθόν, με την πανδημία COVID-19, τις βαριές ευθύνες της ΕΕ και των αστικών κυβερνήσεων σχετικά με τα μέτρα προστασίας, οι οποίες κόστισαν απώλειες εκατομμυρίων ζωών, τον εμβολιασμό, την αντιπαράθεση που άνοιξε σχετικά με την έγκαιρη πρόσβαση των λαών σε ασφαλή και αποτελεσματικά εμβόλια».
Σχετικά με τη φαρμακευτική στρατηγική της ΕΕ, ο ευρωβουλευτής του Κόμματος τόνισε: «Εάν μελετήσετε το βασικό κείμενο της ΕΕ, τη "φαρμακευτική στρατηγική για την Ευρώπη", σε συνδυασμό με τις μεταρρυθμίσεις που έχουν ψηφιστεί τα τελευταία χρόνια από το Ευρωκοινοβούλιο (Κατευθυντήριες Γραμμές για τα Εμβόλια 2021, Ευρωπαϊκή Ενωση Υγείας, EU4Health, έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου για τα συμπεράσματα από την πανδημία κ.λπ.), θα διαπιστώσετε ότι συνθέτουν ένα πλέγμα αντιλαϊκών κατευθύνσεων που υπερασπίζονται τα συμφέροντα των φαρμακοβιομήχανων, σε βάρος του δικαιώματος του λαού στη φαρμακευτική περίθαλψη.
Στο επίκεντρο τίθεται η "ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών ομίλων", η "διαφοροποίηση της αλυσίδας εφοδιασμού", η γενίκευση των Συμπράξεων Δημόσιου - Ιδιωτικού Τομέα σε κάθε πλευρά του λεγόμενου κλάδου παροχής υπηρεσιών Υγείας. Στοιχεία που διατηρούνται περαιτέρω και σήμερα, με το πέρασμα από την "ψηφιακή και πράσινη μετάβαση" στην "πολεμική οικονομία" της ΕΕ και στην ενίσχυση της "ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων", σύμφωνα με την έκθεση Ντράγκι. Στον απόηχο της πανδημίας συζητούν ενίσχυση των πνευματικών δικαιωμάτων για εμβόλια και φάρμακα, δίνοντας περισσότερα κίνητρα στους ομίλους και εξασφαλίζοντας συνεχή χρηματοδότησή τους. Τέτοιες μεταρρυθμίσεις, ως "φαρμακευτικό πακέτο", ψηφίστηκαν τον Απρίλη του 2024 στο Ευρωκοινοβούλιο, με την ψήφο των ευρωβουλευτών της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Αριστεράς.
Η βασική ανησυχία της ΕΕ και των αστικών κομμάτων είναι το πώς οι ευρωπαϊκές φαρμακοβιομηχανίες θα ενισχυθούν στον διεθνή ανταγωνισμό, μπροστά στη διαφαινόμενη διεθνή καπιταλιστική κρίση και ενώ όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι οι όμιλοι των ΗΠΑ προπορεύονται, η ΕΕ αντιμετωπίζει στασιμότητα και η Κίνα έχει ταχύτατη ανάπτυξη την τελευταία δεκαετία, όπως και η Ινδία. Πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι η υποχώρηση των ευρωενωσιακών ομίλων, η διατήρηση των αμερικανικών στην πρωτιά και η ραγδαία άνοδος των κινεζικών σημειώνονται τη στιγμή που η κερδοφορία τους σπάει τα ρεκόρ, ενώ οι καθυστερήσεις δεν σχετίζονται με την αντιμετώπιση υπαρκτών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι λαοί στα καπιταλιστικά κράτη, όπως οι τιμές των φαρμάκων, οι ελλείψεις κ.ά.
Εξάλλου η ΕΕ αποτελεί την έδρα ορισμένων από τους ισχυρότερους φαρμακευτικούς ομίλους παγκοσμίως ("Sanofi", "Bayer", "Novo Nordisk", "Roche", "AstraZeneca"), με συνολική αξία παραγόμενων φαρμάκων σχεδόν 300 δισ. το 2020 και πάνω από 835.000 εργαζόμενους».
Στη συνέχεια ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ έκανε αναδρομή στην περίοδο της πανδημίας και στη στρατηγική της ΕΕ για τα εμβόλια, σημειώνοντας: «Στην έρευνα και ανάπτυξη των εμβολίων COVID εφαρμόστηκε "μέχρι κεραίας", με ενιαίο τρόπο και απροσχημάτιστα, η ευρωενωσιακή στρατηγική. Και σε αυτήν την περίπτωση "βγάζουν μάτι" οι αντιθέσεις του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Γρήγορα αποδείχθηκε ότι η προηγμένη τεχνολογία των εμβολίων που χρησιμοποιήθηκε ήταν ήδη γνωστή στις φαρμακοβιομηχανίες και στα ερευνητικά κέντρα, όμως η πρακτική της εφαρμογή εξαρτήθηκε από τους κανόνες της καπιταλιστικής αγοράς. Για τους καπιταλιστές και το κράτος τους θεωρήθηκε "κόστος" και "σπατάλη" η εξαρχής έρευνα ενός εμβολίου, με ισχυρή την πιθανότητα αυτό ποτέ να μην παραχθεί, πολύ περισσότερο όταν αυτό δεν θα τους απέδιδε την απαιτούμενη κερδοφορία. Για να κινηθεί η "αγορά των εμβολίων" χρειάστηκε η αδρή χρηματοδότηση από την ΕΕ και τις αστικές κυβερνήσεις, με χρήματα των εργαζομένων, με έως σήμερα αδημοσίευτες συμφωνίες. Οι ίδιες κυβερνήσεις που διύλιζαν τον κώνωπα και άφησαν τους εργαζόμενους, τους αυτοαπασχολούμενους στην τύχη τους την περίοδο των lockdowns - οικονομικά και υγειονομικά - δεν δίστασαν ούτε μια στιγμή να ενισχύσουν με παχυλές επιδοτήσεις κάθε λογής μεγάλη καπιταλιστική επιχείρηση. Ούτε βεβαίως να ανοιγοκλείνουν τα πρωτόκολλα ανάλογα με την πιθανότητα καπιταλιστικής κερδοφορίας.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μάλιστα, σημειώνοντας ότι η αγορά φαρμάκων και εμβολίων "είναι μια ιδιαιτέρως ανταγωνιστική αγορά" και ότι πρέπει να προστατευτούν "ευαίσθητες επιχειρηματικές πληροφορίες", επιλέγει χωρίς περιστροφές να αποκρύψει από τους λαούς τις συμβάσεις που έχει υπογράψει για να προστατέψει την καπιταλιστική κερδοφορία σε βάρος της δημόσιας υγείας. Ενώ η Κομισιόν είχε στήσει διαδικασία - εμπαιγμό όπου οι ευρωβουλευτές δήθεν "ενημερώνονταν" σε δωμάτιο απομόνωσης με ...δείγματα συμβάσεων, τα μονοπώλια του Φαρμάκου με τους λομπίστες τους αλώνιζαν, όπως και σήμερα, στο Ευρωκοινοβούλιο, διαμορφώνοντας τις αποφάσεις του σύμφωνα με τα συμφέροντά τους. Αυτό άλλωστε έχουν επικροτήσει όλα τα άλλα κόμματα πλην του ΚΚΕ, αναγνωρίζοντας με την ψήφο τους τα λόμπι ως "ζωτικό στοιχείο της ευρωπαϊκής δημοκρατίας".
Την ίδια στιγμή, η ενίσχυση - με το αζημίωτο - της "ανταγωνιστικής αγοράς" των φαρμακευτικών με χρήμα των λαών δεν εμπόδισε τους κολοσσούς να διαθέτουν τα σκευάσματα σε όποιον πλήρωνε τα περισσότερα χρήματα, αφήνοντας πρακτικά για μήνες τις φτωχότερες χώρες της υφηλίου χωρίς πρόσβαση σε εμβόλια, ενώ υπήρχαν εκατομμύρια δόσεις που δεν χρησιμοποιήθηκαν, χρυσοπληρώθηκαν και καταστράφηκαν».
Ολοκληρώνοντας την εισηγητική ομιλία, ο ευρωβουλευτής του ΚΚΕ ανέφερε: «Το κοινωνικό δικαίωμα στην Υγεία υποτάσσεται στις ορέξεις του κεφαλαίου και αυτό υπηρετείται συνολικά από τη διάταξη των δομών Υγείας, το νομικό καθεστώς λειτουργίας τους, τον όγκο, τις σχέσεις εργασίας του προσωπικού, τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Σε αυτό το πλαίσιο δεν μπορεί να εξασφαλιστεί το δικαίωμα στην πρόληψη, στην περίθαλψη και νοσηλεία, στο φάρμακο κ.λπ. (...)
Σήμερα είναι ανάγκη να δυναμώσει η εργατική - λαϊκή πάλη για ένταξη όλων των ιατρικών, διαγνωστικών, εργαστηριακών, προληπτικών εξετάσεων, όλων των φαρμάκων και εμβολίων στο καθεστώς της πλήρους αποζημίωσης από το κράτος ή μέσω των ασφαλιστικών ταμείων, με τη χρηματοδότησή τους από τον κρατικό προϋπολογισμό και φορολόγηση του κεφαλαίου κ.ά.
Με ανάπτυξη κρατικού φορέα έρευνας, παραγωγής, εισαγωγής και δωρεάν διάθεσης φαρμάκων και εμβολίων από τις κρατικές μονάδες Υγείας, τα νοσοκομεία, τα Κέντρα Υγείας, το δίκτυο των κρατικών φαρμακείων και κατάργηση κάθε επιχειρηματικής δράσης στον χώρο του Φαρμάκου. Με τη μεγαλύτερη δυνατή αυτοτέλεια στην παραγωγή όλων όσα απαιτούνται σε ιατρικά μηχανήματα, φάρμακα, εμβόλια, υγειονομικό υλικό κ.λπ., αξιοποιώντας τη δυνατότητα όλων των αναγκαίων για την εξασφάλισή τους.
Για μας δεν νοείται Υγεία με κέρδος, κόστος, επιχειρηματική δράση. Δεν νοείται η Υγεία, ένα ζήτημα ζωής και θανάτου, να είναι εμπόρευμα. Ιδιαίτερα σήμερα που μπορεί να υπάρξει ενιαίο, αποκλειστικά κρατικό σύστημα Υγείας, με κριτήριο τη δωρεάν πρόληψη, περίθαλψη, αποκατάσταση της υγείας του λαού. Οπως και κάλυψη των αναγκών σε φάρμακα όταν τα χρειάζεται ο λαός, σε όλες τις συνθήκες αυξημένων και έκτακτων αναγκών, που δεν αποτελούν κάτι πέρα από τη λειτουργία των νοσοκομείων, αλλά είναι ακριβώς συνυφασμένες με αυτήν. Ο λαός να μην επιτρέψει να γίνεται η ζωή του θυσία στο καπιταλιστικό κέρδος. Να παλέψει κόντρα στην ΕΕ, στα μονοπώλια και στο κράτος τους για σύγχρονο, εξοπλισμένο, στελεχωμένο δημόσιο σύστημα Υγείας, χωρίς καμία επιχειρηματική δράση, με προσωπικό με μόνιμη και σταθερή δουλειά, με μισθούς στη βάση των σύγχρονων αναγκών».
Στην παρέμβασή της η Γιώτα Ταβουλάρη μετέφερε τις διεκδικήσεις των εργαζομένων στον κλάδο του Φαρμάκου, αναδεικνύοντας ότι «από το 2009 οι εργαζόμενοι στο Φάρμακο είναι χωρίς κλαδική Σύμβαση. Δουλεύουν σε συνθήκες εντατικοποίησης, ακόμα και τα Σαββατοκύριακα, με ατέλειωτες υπερωρίες, νομότυπα εγκεκριμένες για τους εργοδότες, ειδικά την περίοδο της πανδημίας. Το 5ήμερο - 8ωρο από Δευτέρα έως Παρασκευή έχει αντικατασταθεί σε μεγάλο βαθμό από τα κυλιόμενα ωράρια. Για τις φαρμακαποθήκες, ύστερα από απαίτηση των εργοδοτών διευρύνθηκε νομοθετικά το ωράριο λειτουργίας και κατά τη μέρα του Σαββάτου, ακόμα και της Κυριακής».
Η πρόεδρος της Ομοσπονδίας Φαρμάκου στάθηκε επίσης στη διασύνδεση πανεπιστημίων και καπιταλιστικής αγοράς, τονίζοντας πως «αιτία της είναι η τεράστια "πίτα" πολλών εκατομμυρίων ευρώ που υπολογίζουν οι φαρμακοβιομήχανοι ότι θα έρθει τα επόμενα χρόνια στη χώρα από τον τομέα του Φαρμάκου, και την οποία θέλουν να καρπωθούν με τη βοήθεια των δημόσιων πανεπιστημίων (...)
Οι ίδιοι εργοδότες του Φαρμάκου που φιγουράρουν προκλητικά ως φορείς της "ανάπτυξης", τώρα εμφανίζονται και ως φορείς της "έρευνας", με μόνο κριτήριο την ακόμα μεγαλύτερη ενίσχυση της κερδοφορίας τους, η οποία χτίζεται καθημερινά πάνω στο τσάκισμα των δικαιωμάτων των εργαζομένων στον κλάδο του Φαρμάκου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο τα τελευταία δύο χρόνια η πρόεδρος του Ομίλου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Τσέτη (ΟΦΕΤ) και υποψήφια πρόεδρος του ΣΕΒ στις τελευταίες εκλογές του έχει αναγορευθεί, όχι μία αλλά δύο φορές, επίτιμη δρ. Φαρμακευτικής, την πρώτη φορά από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, τον Ιούνιο του 2022, και τη δεύτερη από το Πανεπιστήμιο Πάτρας πριν από λίγο καιρό (Ιούνιος 2024)».
Η Γ. Ταβουλάρη ολοκλήρωσε την παρέμβασή της στην εκδήλωση λέγοντας τα εξής: «Σήμερα, που υπάρχουν όλες οι δυνατότητες στην επιστήμη, στην τεχνολογία, στην παραγωγή, το απαραίτητο εξειδικευμένο επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό για την ανάπτυξη της έρευνας και της παραγωγής, ώστε να εξασφαλίζεται η επάρκεια φαρμάκων για όλους και δωρεάν, ο απαραίτητος καθημερινός αγώνας των εργαζομένων και των σωματείων τους για να μη μείνει κανένας χωρίς φάρμακο πρέπει να στοχεύει και στο πραγματικό εμπόδιο για την επίτευξη αυτού του σκοπού: Τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και την επιχειρηματική δραστηριότητα».
Τον λόγο πήρε έπειτα ο Γιάννης Καβαλάρης, λέγοντας πως «τα φάρμακα είναι σύγχρονα "όπλα" που συμβάλλουν για την πιο ασφαλή, έγκαιρη και αποτελεσματική παρέμβαση στην πρόληψη, περίθαλψη και αποκατάσταση της υγείας καθολικά του λαού.
Ολα αυτά όμως ως δυνατότητες πάντα "φιλτράρονται" σύμφωνα με το κριτήριο του "κόστους - οφέλους", τόσο από το αστικό κράτος όσο και από την καπιταλιστική φαρμακοβιομηχανία. Ετσι, το αστικό κράτος για να στηρίξει την ανταγωνιστικότητα συμπιέζει την τιμή της εργατικής δύναμης, μέσω και της μείωσης του λεγόμενου "μη μισθολογικού κόστους", που μέρος του είναι και η φαρμακευτική περίθαλψη, και μειώνει την κρατική χρηματοδότηση σε Υγεία - Φάρμακο, προκειμένου να διευρυνθεί η δυνατότητά του να χρηματοδοτήσει με διάφορους τρόπους και την καπιταλιστική φαρμακοβιομηχανία».
Αναφέρθηκε επίσης στο κόστος της φαρμακευτικής δαπάνης, λέγοντας τα εξής: «Είναι γνωστό ότι ένα μεγάλο μέρος της φαρμακευτικής δαπάνης σε σχέση με το παρελθόν πληρώνεται από τους εργαζόμενους, άμεσα και έμμεσα. Σε αυτήν την κατεύθυνση ενισχύθηκαν τα μέτρα κατά τη διάρκεια της περασμένης οικονομικής κρίσης. Σε αυτήν τη φάση πάρθηκαν και πρόσθετα μέτρα, όπως οι "υποχρεωτικές εκπτώσεις - Rebate" και "υποχρεωτικές επιστροφές - Clawback" στην καπιταλιστική φαρμακοβιομηχανία, που θίχτηκε ένα μέρος της κερδοφορίας της προκειμένου να στηριχτεί το συλλογικό συμφέρον των καπιταλιστών, και από τη σκοπιά της διατήρησης της υγείας των εργαζομένων στο ελάχιστο επίπεδο αλλά και για να προληφθούν πιθανές κοινωνικές αντιδράσεις. Επομένως, τα μέτρα αυτά δεν πάρθηκαν γιατί οι αστικές κυβερνήσεις μεταλλάχθηκαν σε αντικαπιταλιστικές, αλλά για να στηρίξουν τους καπιταλιστές, μεταξύ τους και τους φαρμακοβιομηχάνους, από τους οποίους ζητήθηκε να συμβάλουν ως κλάδος που την περίοδο της οικονομικής κρίσης ήταν δεύτεροι - μετά τον κλάδο των πετρελαίων - σε αύξηση κερδών».
Κλείνοντας, ο Γ. Καβαλάρης επεσήμανε: «Καπιταλιστική φαρμακοβιομηχανία, ντόπια ή ξένη, με φάρμακα εμπορεύματα και ακριβά, ή λαϊκή φαρμακοβιομηχανία, με φάρμακα κοινωνικά αγαθά και δωρεάν; Αυτό είναι το κριτήριο με το οποίο πρέπει να κρίνουν τα λαϊκά στρώματα, αυτό είναι το αναγκαίο για την περίθαλψή του και γι' αυτό είναι ρεαλιστικό. Δηλαδή να αντιστοιχηθεί η πλήρης και δωρεάν κάλυψη των λαϊκών αναγκών με τις σύγχρονες δυνατότητες της επιστήμης, της τεχνολογίας, της παραγωγικότητας, με την αξιοποίηση του σύγχρονου επιστημονικού και άλλου εξειδικευμένου προσωπικού».
Στη συνέχεια η Φωτεινή Αναγνώστου φώτισε με παραδείγματα το πώς η έρευνα στην καπιταλιστική αγορά υποτάσσεται στα κέρδη του κεφαλαίου και τόνισε ότι «η έρευνα θα απελευθερωθεί από τα δεσμά της και θα πραγματοποιήσει άλματα όταν πια αποδεσμευτεί από τους νόμους της αγοράς του καπιταλισμού. Οσο οι παραγωγικές δυνάμεις παραμένουν εγκλωβισμένες στα αδιέξοδα και τις αντιφάσεις της καπιταλιστικής οικονομίας, η ανθρωπότητα δεν μπορεί να προοδεύσει με τον ρυθμό που της αξίζει».
Ο Δημήτρης Δουλουφάκης, από τη μεριά του, αναφέρθηκε στα μέτρα που έλαβαν οι κυβερνήσεις την τελευταία δεκαετία με στόχο «την ενίσχυση των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου που θέλει να επενδύσει στο φαρμακείο, ενισχύοντας τον ανταγωνισμό με τους μικρομεσαίους φαρμακοποιούς από θέση ισχύος. Η πρώτη εφαρμογή αυτής της πολιτικής ήταν φυσικά η κατάργηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος και η "απελευθέρωση" του ωραρίου».
Παράλληλα στηλίτευσε τη στάση της ηγεσίας των συνδικαλιστικών οργανώσεων των φαρμακοποιών, που «εξακολουθεί να αποτρέπει κάθε είδους διεκδίκηση και αγώνα των φαρμακοποιών».
Η Μαρία Καταχανά στην παρέμβασή της έκανε αναφορά στις εργασιακές συνθήκες που αντιμετωπίζουν καθημερινά οι εργαζόμενοι στον κλάδο του Φαρμάκου, αναδεικνύοντας τις συνέπειες στα εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων που δουλεύουν μέσω εργολαβικών εταιρειών. Στάθηκε επίσης στις συνέπειες των νόμων που θέσπισαν τα προηγούμενα χρόνια οι κυβερνήσεις και διεύρυναν την εργασιακή ανασφάλεια, αλλά και θέσπισαν τα ωράρια - λάστιχο για τους εργαζόμενους.
Η Φιλιώ Δήμιζα μετέφερε πείρα από την περίοδο της πανδημίας COVID-19, όταν οι φαρμακοποιοί αναγκάστηκαν να καλύψουν τις τεράστιες ελλείψεις και τη γύμνια του δημόσιου συστήματος Υγείας, συμμετέχοντας ουσιαστικά στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας.
Παίρνοντας τον λόγο ο Μάκης Παππάς στάθηκε στις συνθήκες που επικρατούν στα εργοστάσια, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Οι εταιρείες του χώρου προσλαμβάνουν χημικούς που εργάζονται στα εργαστήριά τους με συμβάσεις υπαλλήλων και όχι χημικών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κλάση των ενσήμων - Βαρέα δηλαδή - αλλά και τον μισθό. Ετσι δημιουργείται και ένα παράδοξο, να υπάρχει χημείο εταιρείας και να μην υπάρχει δηλωμένος ούτε ένας χημικός! (...)
Κοινό χαρακτηριστικό όλων είναι η πίεση που ασκείται στους εργαζομένους για την εκπλήρωση των στόχων. Ο αγώνας δρόμου που κάνουν όλες οι εταιρείες για το ποιος θα λανσάρει πρώτος στην αγορά το νέο γενόσημο έχει επιπτώσεις στη ζωή των εργαζομένων».
Στη σύντομη παρέμβασή του ο Κωνσταντίνος Ματσιόλης μίλησε για το γεγονός ότι η ένταξη και απένταξη φαρμάκων από τη λίστα αποζημιούμενων φαρμάκων μεγαλώνει το κόστος της φαρμακευτικής δαπάνης για τους εργαζόμενους, ενώ αυξάνει τα κέρδη των φαρμακευτικών ομίλων.
Τέλος, ο Αθανάσιος Κουτσούκης αναφέρθηκε στα μεγάλα προβλήματα από το καθεστώς των «παράλληλων εξαγωγών», τόσο για τους αυτοαπασχολούμενους φαρμακοποιούς όσο και για τους ασθενείς.