Το χαρακτηριστικό παράδειγμα του ρέματος της Εσχατιάς στην Αττική
Οι πλημμύρες στη Ρόδο, στη Λήμνο στις αρχές του Δεκέμβρη, παλιότερα σε άλλες περιοχές, οι περιοχές που μετατράπηκαν τα Χριστούγεννα σε λίμνη, στην παραλιακή της Αττικής στην Ποσειδώνος, όπου βγήκαν στην επιφάνεια μέχρι και ...λύματα αποχετεύσεων, η επικίνδυνη κατάσταση στην Εύβοια με τις υπερχειλίσεις ποταμών, όλα αποδίδονται από αστικά ΜΜΕ και από «επιστήμονες» του συστήματος στον «κακό μας τον καιρό».
Και όταν δεν περνάει το αφήγημα αυτό, τότε αναγκάζονται να παραδεχτούν τις ελλείψεις σε υποδομές ή ότι αυτές έχουν ξεπεραστεί. Αλλά στο πλαίσιο της γνωστής πολιτικής της ΕΕ, οι μεγάλες υποδομές, αντιπλημμυρικά, αντιπυρικά έργα, έργα για την αντισεισμική θωράκιση δεν είναι επιλέξιμα γιατί ...κοστίζουν πολύ, ενώ δεν υπάρχει ενδιαφέρον από τους επιχειρηματικούς ομίλους γιατί δεν τους εξασφαλίζει σταθερή κερδοφορία, αντίθετα π.χ. με τους αυτοκινητόδρομους. Ετσι οι αστικές κυβερνήσεις επιλέγουν τα γνωστά «μπαλώματα», αποσπασματικά έργα που μεταφέρουν τα προβλήματα από τη μια περιοχή στην άλλη.
Πάντως, ο κυνισμός των κυβερνώντων και όσων τους υπηρετούν εκτοξεύεται, και σε στιγμές ειλικρίνειας παραδέχονται ότι οι πόλεις και ο φυσικός πλούτος της χώρας, τα βουνά, οι κάμποι, τα ποτάμια είναι αθωράκιστα. Στην πραγματικότητα, αυτό που ομολογούν είναι ότι στο σύστημα της καπιταλιστικής βαρβαρότητας και αναρχίας που υπηρετούν, δεν μπορεί να υπάρξει ολοκληρωμένη θωράκιση από τέτοια φαινόμενα, γιατί δεν συμφέρει άμεσα το κεφάλαιο, γιατί η γη είναι εμπόρευμα και η χρήση της πηγή κερδοφορίας.
Χαρακτηριστικότερη περίπτωση αυτή του περιφερειάρχη Αττικής, εκλεκτού της ΝΔ, Νίκου Χαρδαλιά, που το τελευταίο διάστημα επαναλαμβάνει ανέξοδα ότι το Λεκανοπέδιο της Αττικής είναι αθωράκιστο απέναντι σε πλημμύρες.
Μπροστά στον κίνδυνο να υπάρξουν νέες μεγάλες καταστροφές, μετακυλίει προληπτικά την ευθύνη αποκλειστικά στις προηγούμενες διοικήσεις και ο ίδιος αυτοπροβάλλεται ως «άνθρωπος της πράξης», που θα δώσει τάχα λύση στα προβλήματα, ενώ υλοποιεί την ίδια ακριβώς πολιτική της υποχρηματοδότησης, της υποστελέχωσης, των αποσπασματικών έργων (με τα λεγόμενα 53+1 έργα), της ανάθεσης σε εργολάβους. Ολα αυτά δηλαδή που ευθύνονται για τις εικόνες καταστροφής και χάους σε κάθε νεροποντή.
Ο «Ριζοσπάστης» με αποκαλυπτικό ρεπορτάζ στις 23/11/24 (σελ. 20-21) και άλλα δημοσιεύματα που ακολούθησαν, προβάλλοντας τις καταγγελίες των κατοίκων, ανέδειξε την επικίνδυνη κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην περιοχή της Αυλίζας Αχαρνών λόγω των έργων στο ρέμα της Εσχατιάς, με τα εκατοντάδες χιλιάδες κυβικά μπάζων από εκχωματώσεις από το έργο που εκτελεί το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, με εργολαβία της ΙΝΤΡΑΚΑΤ, και συσσωρεύονται εδώ και τρία χρόνια. Πρόκειται για μια συνοικία που συνειδητά κυβέρνηση και τοπικές αρχές υποβαθμίζουν δεκαετίες ολόκληρες.
Το ζήτημα αυτό έφερε το ΚΚΕ και στη Βουλή με Ερώτηση στους αρμόδιους υπουργούς, επισημαίνοντας τον μεγάλο κίνδυνο πλημμύρας για την περιοχή, όπως και για τους όμορους δήμους της Δυτικής Αθήνας, από τα μπάζα και το γεγονός ότι το ρέμα της Αυλίζας είχε να καθαριστεί πάνω από 20 χρόνια (σημειωτέον, η Περιφέρεια Αττικής μετά και από τις καταγγελίες των κατοίκων προχώρησε ύστερα από χρόνια σε έναν πρώτο καθαρισμό στο εν λόγω ρέμα).
Οι κομμουνιστές βουλευτές επισήμαναν ακόμα τις τεράστιες ευθύνες της δημοτικής αρχής Αχαρνών που «έχει καταστήσει τον εργολάβο "κράτος εν κράτει" και την ίδια ώρα εμπαίζει τους κατοίκους της περιοχής, αφού προσπαθεί να κατευνάσει τις αντιδράσεις τους, διαφημίζοντας ότι τάχα θα αλλάξει τη ζωή τους το αντισταθμιστικό έργο (ποδοσφαιρικό γήπεδο) που προσφέρει ως "τυράκι" ο εργολάβος, νομίζοντας ότι έτσι θα ξεπλύνει τις σοβαρές ευθύνες που έχει».
Επίσης, η «Λαϊκή Συσπείρωση» Αττικής ανέδειξε στο Περιφερειακό Συμβούλιο και το συγκεκριμένο έργο και συνολικά την αποσπασματικότητα με την οποία γίνονται τα όποια αντιπλημμυρικά έργα από το κράτος για να εξυπηρετηθούν οι εργολάβοι, που αντί να ανακουφίζουν τον λαό και να τον προστατεύουν από μελλοντικές καταστροφές, τον εκθέτουν σε νέους κινδύνους.
Το έργο της Εσχατιάς και ο τρόπος που εκτελείται στην κυριολεξία δείχνουν ότι το έγκλημα μπορεί να ξανασυμβεί. Αλλωστε και στις επίσημες μελέτες των υπουργείων, η περιοχή της Δυτικής Αττικής και όλες οι παραρεμάτιες χαρακτηρίζονται περιοχές υψηλού κινδύνου για πλημμύρα.
Επίσης, μια σειρά από επιστημονικές μελέτες τεκμηριώνουν με αδιάψευστο τρόπο πως τα αποσπασματικά και όχι ενταγμένα σε έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό έργα, στο ρέμα της Εσχατιάς, έχουν γίνει αιτία για πλημμύρες πολλές φορές στο παρελθόν από τότε που αυτό ξεκίνησε.
Ενδεικτικά είναι τα συμπεράσματα μιας τέτοιας μελέτης («Ανάλυση των πλημμυρικών φαινομένων και των ανθρώπινων παρεμβάσεων του ρέματος της Εσχατιάς στην ευρύτερη περιοχή της Δυτικής Αθήνας», Φ. Κιτόνη, Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, 2018), που εξετάζει τα έργα σε όλο το μήκος του (ξεπερνά τα 11 χιλιόμετρα και διασχίζει Μενίδι, Καματερό, Ζεφύρι, Νέα Λιόσια και Αγίους Αναργύρους).
Το έργο ξεκίνησε τμηματικά απ' τα κατάντη (Ιλιον, Αγίους Αναργύρους) από τη δεκαετία του 2000 και ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί στα ανώτερα τμήματά του. Οι εργολάβοι όλα αυτά τα χρόνια με τις συνεχείς παρατάσεις των συμβάσεων αποκομίζουν τεράστια κέρδη και αφήνονται ασύδοτοι να διαπράττουν εγκλήματα όπως αυτό στην Αυλίζα.
Η μελέτη διαπιστώνει χαρακτηριστικά: «Παρά τις παρεμβάσεις που έχουν γίνει στις περιοχές που πλημμυρίζουν εκατέρωθεν του ρέματος της Εσχατιάς, το πρόβλημα φαίνεται να μην έχει λυθεί όπως φαίνεται με τα πρόσφατα παραδείγματα των πλημμυρών του 2013, του 2014 και του 2015. Τα πλημμυρικά αυτά επεισόδια σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια κατασκευής των πολυδάπανων αντιπλημμυρικών έργων και αποδείχθηκαν η αποσπασματικότητα και η ασυνέχεια με την οποία αντιμετωπίζεται το πολυσύνθετο αυτό πρόβλημα. Η άναρχη οικιστική δόμηση συνεχίστηκε και επιβραβεύτηκε με νομιμοποιήσεις αυθαιρέτων, ευθύνη που βαραίνει την επίσημη πολιτεία, με συνέπειες πολλές φορές ολέθριες τόσο για το περιβάλλον όσο και για τους ίδιους τους πολίτες με την καταστροφή των περιουσιών τους...».
Και προσθέτει: «Η επιστημονική προσέγγιση για τη διευθέτηση του ρέματος της Εσχατιάς με τον εγκιβωτισμό και την τσιμεντοποίησή του, εγείρει τα τελευταία χρόνια ερωτηματικά για το εάν συνιστά μία ορθή αντιπλημμυρική πρόταση. Στο διευθετημένο ρέμα, η ταχύτητα του νερού είναι μεγαλύτερη και ένα εμπόδιο, όπως για παράδειγμα τα φερτά υλικά, διευκολύνει την εκδήλωση πλημμυρικών φαινομένων. Επιπλέον, στον σχεδιασμό της διευθέτησης, πολλές φορές δεν λαμβάνονται υπόψη οι κλάδοι του ρέματος, λόγω του ότι έχουν υποκατασταθεί από αποχετευτικούς αγωγούς.
Με αφορμή την πλημμύρα της Μάνδρας τον Νοέμβρη του 2017, έχει επανέλθει η συζήτηση για τη διατήρηση ή μη της φυσικής κοίτης του ρέματος, αφού η ταχύτητα του νερού στη φυσική κοίτη θα ανασχεθεί από τη βλάστηση και την απορρόφηση ενός μέρους του νερού. Ο εγκιβωτισμός και η κάλυψη των ρεμάτων προσφέρουν αντιπλημμυρική προστασία σε σημεία, αλλά μετατοπίζουν το πρόβλημα αλλού, γι' αυτό και όσοι είναι υπέρ της αποκατάστασης της φυσικής κοίτης των ρεμάτων προτείνουν να γίνονται απαλλοτριώσεις των επικίνδυνων ιδιοκτησιών στο πλαίσιο της επιδείνωσης των βροχών λόγω της κλιματικής αλλαγής.
Θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί σε αυτό το σημείο εάν ο προϋπολογισμός των 198.000.000 ευρώ για το ρέμα της Εσχατιάς θα αρκούσε για το σύνολο των απαλλοτριώσεων, οι οποίες ούτως ή άλλως γίνονται σημειακά ώστε να προχωρήσει το έργο.
Το παράδειγμα της Μάνδρας, επίσης, όπου έφραξαν αγωγοί λόγω φερτών υλικών, αναδεικνύει ότι οι πλακοσκεπείς αγωγοί δεν εξασφαλίζουν την επιτυχή αντιπλημμυρική προστασία και δεν αποτελούν οριστική λύση. Και αυτό διότι εκτός από τους υδρολογικούς και υδραυλικούς υπολογισμούς στον σχεδιασμό ενός συνολικού αντιπλημμυρικού έργου, δεν δύναται να προβλεφθεί η συμπεριφορά αστάθμητων παραγόντων όπως για παράδειγμα η φραγή ή η στένωση ενός αγωγού π.χ. από φερτά υλικά. Επιπλέον, τα αντιπλημμυρικά έργα που έχουν γίνει τα παλαιότερα χρόνια έχουν ακυρωθεί στην πράξη, καθώς έχουν ξεπεράσει τον χρόνο διάρκειάς τους, δηλαδή τις προμελετημένες παροχές πεντηκονταετίας και έχουν κατασκευαστεί με άλλες, παρωχημένες τεχνικές προδιαγραφές και επομένως είναι ανεπαρκή.
(...) Υπάρχει μία αλυσιδωτή αντίδραση γύρω από τις πλημμύρες στο ρέμα της Εσχατιάς, τις παρεμβάσεις καταστροφής (μπαζώματα, ρύπανση, ανοικοδόμηση) και τις παρεμβάσεις επαναφοράς της λειτουργίας του από το κράτος, με νέα δεδομένα κάθε φορά. Αυτό που παρατηρείται είναι ότι αφενός μεν τα έργα είναι κοστοβόρα και χρονοβόρα, ενώ οι ραγδαίες εξελίξεις που παρατηρούνται στον περιβάλλοντα χώρο της Εσχατιάς είναι αντιστρόφως ανάλογες με την πρόοδο των έργων τα οποία σημειώνουν σοβαρές καθυστερήσεις, πολλές φορές με καταστροφικές συνέπειες. Το γεγονός αυτό σε συνάρτηση με την απουσία ενός κεντρικού συνολικού σχεδιασμού αντιπλημμυρικής προστασίας, την υψηλή πιθανότητα επανάληψης πλημμυρικών επεισοδίων λόγω του εγκιβωτισμού του ρέματος και το φράξιμο των αγωγών από διάφορα φερτά ή μη υλικά, έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργούνται ακόμη μέχρι σήμερα προϋποθέσεις πλημμύρας με τις ανεπαρκείς ανθρώπινες παρεμβάσεις οποιουδήποτε επιπέδου, μεγέθους, μικρής ή μεγάλης κλίμακας».