Ξεκίνησαν οι διαδικασίες για τη στελέχωση πόστων στο αστικό πολιτικό σύστημα, μετά την ανακοίνωση προχθές του Μητσοτάκη ότι προτείνει τον νυν πρόεδρο της Βουλής και επί 25 χρόνια βουλευτή της ΝΔ Κων. Τασούλα ως επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, την ώρα που το θέμα χρησιμοποιείται για άλλη μια κάλπικη για τον λαό ενδοαστική αντιπαράθεση για το ποιος και πώς μπορεί να εξασφαλίσει την αντιλαϊκή «συναίνεση».
Ο Τασούλας ανακοίνωσε χτες πως παραιτείται από πρόεδρος της Βουλής και βουλευτής. Στη θέση του η ΝΔ προτείνει τον μέχρι πρότινος αντιπρόεδρο της Βουλής, Νικ. Κακλαμάνη, ενώ τη βουλευτική έδρα Τασούλα θα πάρει ο Γ. Αμυράς, που ήταν υποψήφιος βουλευτής Ιωαννίνων με τη ΝΔ στις εκλογές του Ιουνίου του 2023. Η εκλογή του νέου προέδρου της Βουλής θα γίνει το μεσημέρι της ερχόμενης Τετάρτης (22/1). Το Σάββατο 25/1 θα εκκινήσει η διαδικασία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας με τη διεξαγωγή της πρώτης ψηφοφορίας.
Επιβεβαιώνοντας τον ρόλο του ΠτΔ, ως θεματοφύλακα της κυρίαρχης πολιτικής που επικυρώνει όλες τις αντιλαϊκές αποφάσεις της εκάστοτε κυβέρνησης, ο Τασούλας μιλώντας χτες από το βήμα της Βουλής απευθυνόμενος στις άλλες αστικές παρατάξεις είπε πως τις «ενώνει ένα αόρατο νήμα», «είναι η εθνική μας ενότητα. Συνεχίστε να διαφωνείτε, να έχετε φιλοδοξίες, αλλά προς Θεού κάπου κάπου αυτό το νήμα να το κάνετε ορατό και να το φωταγωγείτε, όπως ο Θησέας το έκανε ορατό και βγήκε από τον λαβύρινθο»... Οπου «εθνική ενότητα» η στοίχιση στα ζητούμενα της ντόπιας αστικής τάξης και των λυκοφιλιών της, εξ ου και ήδη υπερψηφίζουν Τασούλα οι διάδοχοι των χρυσαυγιτών στη Βουλή, «Σπαρτιάτες», ως γνήσια μαντρόσκυλα του συστήματος, όσο κι αν ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Π. Μαρινάκης προσπαθούσε χτες να πείσει ότι οι ψήφοι τους «δεν είναι ευπρόσδεκτες».
Από μεριάς ΠΑΣΟΚ, και στην προσπάθεια ευρύτερα της σοσιαλδημοκρατίας να στήσει ψευδεπίγραφα κάλπικα δίπολα περί «προοδευτικών» και «συντηρητικών» υποψηφίων, ο Ν. Ανδρουλάκης πρότεινε χτες ως υποψήφιο ΠτΔ τον Τ. Γιαννίτση, το βιογραφικό του οποίου είναι γεμάτο αντιλαϊκές περγαμηνές, καθώς ως υπουργός του ΠΑΣΟΚ εισηγήθηκε και εφάρμοσε ένα κάρο αντιλαϊκούς νόμους.
Δείχνοντας εξάλλου το κοινό αντιλαϊκό πλαίσιο όπου κινούνται όλοι τους - εξ ου και συγκυβέρνησαν όποτε χρειάστηκε, ώστε να διασφαλιστούν στρατηγικές επιλογές του ντόπιου κεφαλαίου - ο Ανδρουλάκης κατήγγειλε τον Μητσοτάκη ότι με την υποψηφιότητα Τασούλα καταπάτησε «το πνεύμα του Συντάγματος», αφού «για πολλές δεκαετίες τηρήθηκε μια παράδοση με ισχυρό ενωτικό συμβολισμό, που εξασφάλιζε ευρύτερες συναινέσεις για τον ανώτατο πολιτειακό θεσμό». Επέμεινε δε ότι ο Μητσοτάκης «αντικαθιστά την εθνική συναίνεση με την εσωκομματική του συναίνεση».
Μάλιστα, παρουσίασε απέναντι σε ντόπια και ξένα κέντρα την υποψηφιότητα Γιαννίτση ως την καλύτερη δυνατή απέναντι στις «προκλήσεις που ελλοχεύουν για την πατρίδα μας στο νέο επισφαλές διεθνές περιβάλλον», συμπληρώνοντας ότι «συμβολίζει την Ελλάδα της προόδου, της ευθύνης και της προνοητικότητας απέναντι στις επόμενες γενιές. Την Ελλάδα που μιλάει καθαρά, με ρεαλισμό», προσπαθώντας να εξωραΐσει τις σαρωτικές αντιασφαλιστικές ανατροπές για τις οποίες πάσχισε ο Γιαννίτσης ως υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Ο ίδιος ο Γιαννίτσης σε δήλωσή του είπε ότι η υποψηφιότητά του έχει «ιδιαίτερους συμβολισμούς», καθώς «τα μηνύματα που θέλει να δώσει το ΠΑΣΟΚ, ξεπερνούν το πρόσωπό μου. Υποδηλώνουν την πολιτική ανάγκη για υπευθυνότητα και αξιοπιστία απέναντι στο κοινωνικό σύνολο, υπέρβαση φοβικών συνδρόμων στην άσκηση της εξουσίας, πολιτική προνοητικότητα, ιδιαίτερα για τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα, ανάληψη πολιτικών ευθυνών και κόστους, αν η πραγματικότητα το απαιτεί», κι άλλες τέτοιες σάλτσες με τις οποίες σερβίρουν κάθε φορά τα επόμενα αντεργατικά μέτρα που έχει ανάγκη το κεφάλαιο στις νέες συνθήκες, ώστε να έχει διασφαλισμένη πάντα την κερδοφορία του.
Εξάλλου, δεν περνά απαρατήρητο ότι τις δηλώσεις Ανδρουλάκη έσπευσαν να σχολιάσουν στελέχη της ΝΔ, λέγοντας ότι «υπέπεσε» σε αυτογκόλ και ότι τάχα «η μεταρρύθμιση Γιαννίτση για το Ασφαλιστικό το 2001... μπλοκαρίστηκε από την τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ», στο φόντο εξετάσεων που δίνουν στο κεφάλαιο διαχρονικά για το ποιος μπορεί να φέρει σε πέρας τα αντιλαϊκά μέτρα αψηφώντας τις λαϊκές αντιδράσεις.
Αλλωστε, τι μένει πίσω από όλο αυτόν τον κουρνιαχτό για τον λαό το έκανε φανερό χτες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Π. Μαρινάκης, διαψεύδοντας π.χ. δημοσιεύματα που έλεγαν πως η κυβέρνηση είναι έτοιμη να ανακοινώσει την επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού στον δημόσιο τομέα: «Οχι, δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα, ούτε με τις προθέσεις της κυβέρνησης, ούτε υπάρχει κάτι τέτοιο στο πρόγραμμά μας, και είναι κακό που καλλιεργούνται - και σίγουρα όχι από την κυβέρνηση - προσδοκίες, οι οποίες δεν μπορούν να ικανοποιηθούν», το ξέκοψε.