2025 The Associated Press. All |
Η δικαιολογία που επικαλούνται οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι είναι ότι ο λιβανέζικος στρατός κινείται αργά στην ανάπτυξη δυνάμεων προς τα σύνορα με το Ισραήλ, ώστε να αποτρέψει νέα ανάπτυξη μαχητών της Χεζμπολάχ.
Το θέμα προκαλεί αναβρασμό στη Βηρυτό, όπου χτες έφτασε για επίσημη επίσκεψη, για πρώτη φορά μετά από 15 χρόνια, ο υπουργός Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας (χώρας που επηρεάζει σημαντικά τις εξελίξεις στον Λίβανο), Φαϊσάλ Μπιν Φαρχάν. Ο Φαρχάν απέφυγε να δώσει υποσχέσεις για οικονομική βοήθεια και ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης από τις ισραηλινές επιθέσεις χώρας, τονίζοντας ότι πρώτα περιμένει «έργα και όχι λόγια»...
Σε αυτό το πλαίσιο ο νέος Πρόεδρος του Λιβάνου, Ζοζέφ Αούν, απευθύνει εκκλήσεις στις «εγγυήτριες δυνάμεις» της συμφωνίας εκεχειρίας, ΗΠΑ και Γαλλία, να τηρηθεί το χρονοδιάγραμμα ως έχει χωρίς να δοθεί περαιτέρω παράταση στο Ισραήλ. Τυχόν αποτυχία του Ισραήλ να αποσύρει όλα τα στρατεύματα από τον νότιο Λίβανο μέχρι την Κυριακή, τόνισε, θα εμποδίσει την ανάπτυξη του λιβανέζικου στρατού στις περιοχές που ορίζει η συμφωνία.
Ο ραδιοσταθμός του ισραηλινού στρατού μετέδωσε χτες ότι η κυβέρνηση Τραμπ δεν είναι φίλα προσκείμενη στην 30ήμερη παράταση της ημερομηνίας αποχώρησης των ισραηλινών στρατευμάτων από τον νότιο Λίβανο, και ότι δεν προτίθεται να δείξει την «ελαστικότητα» που έδειχνε μπροστά σε τέτοια αιτήματα η προηγούμενη κυβέρνηση Μπάιντεν. Ο Ισραηλινός πρέσβης στις ΗΠΑ, ωστόσο, τόνισε ότι συνεχίζονται οι διαβουλεύσεις προς αυτήν την κατεύθυνση...
Πάντως ο ισραηλινός στρατός, εφαρμόζοντας νέες τακτικές και μεθόδους σε σχέση με το μακελειό επί 15 μήνες στη Γάζα με δεκάδες χιλιάδες νεκρούς, χτες κλιμάκωσε για τρίτο 24ωρο τη στρατιωτική εισβολή στην Τζενίν της Δυτικής Οχθης και προκάλεσε τον θάνατο άλλων δύο νεαρών Παλαιστίνιων μαχητών. Από την έναρξη της επιχείρησης, την περασμένη Τρίτη, έχουν σκοτωθεί 12 Παλαιστίνιοι και έχουν τραυματιστεί δεκάδες άλλοι, καθώς στη στρατιωτική εισβολή στην πόλη και σε μεγάλο προσφυγικό καταυλισμό της συμμετέχουν εκατοντάδες στρατιώτες, ελεύθεροι σκοπευτές, στρατιωτικά ελικόπτερα και μη επανδρωμένα αεροπλάνα, που δεν διστάζουν να βομβαρδίσουν πυκνοκατοικημένες συνοικίες της Τζενίν.
Στο πλαίσιο της ισραηλινής εισβολής στην Τζενίν - που είναι η τρίτη μεγάλη επιχείρηση του είδους της τους τελευταίους μήνες - καταστρέφονται δρόμοι κοντά ή έξω από κεντρικά νοσοκομεία, προκειμένου να καταστεί ανέφικτη η μεταφορά τραυματιών εκεί και να αυξηθεί περαιτέρω ο αριθμός των θυμάτων, όπως και να μην αξιοποιηθούν ως χώροι όπου συρρέουν να βρουν καταφύγιο άμαχοι, πιστεύοντας ότι δεν θα χτυπηθεί. Βέβαια, η εμπειρία της Γάζας δείχνει ότι το κράτος - δολοφόνος δεν έχει καμία αναστολή στην εξολόθρευση των Παλαιστινίων και στην καταστροφή κρίσιμων υποδομών, όπως νοσοκομεία.
Το βράδυ της Τετάρτης, και ενώ η ισραηλινή επίθεση στην Τζενίν ήταν σε πλήρη εξέλιξη, το καταριανό τηλεοπτικό δίκτυο «Al Jazeera» μετέδωσε ότι οι παλαιστινιακές δυνάμεις ασφαλείας συνέλαβαν στο σπίτι του τον συνεργάτη τους, δημοσιογράφο Μοχάμαντ Αλατράς, ενώ κάλυπτε την ισραηλινή επιχείρηση στην πόλη.
Υπενθυμίζεται ότι εδώ και βδομάδες η Παλαιστινιακή Αρχή έχει απαγορεύσει τη μετάδοση και τα ρεπορτάζ του συγκεκριμένου καναλιού στη Δυτική Οχθη, και τη λειτουργία ψηφιακών πλατφορμών του δικτύου στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη (aljazeera.net, aljazeera.net/live, aljazeera360.com, global.ajplus.net), με τη δικαιολογία ότι μεταδίδουν πληροφορίες που «απειλούν την εθνική ασφάλεια και υποκινούν στη διάπραξη εγκλημάτων».
Στη Λωρίδα της Γάζας η εύθραυστη εκεχειρία παραμένει αλλά παραβιάζεται σχεδόν καθημερινά από τον ισραηλινό στρατό, ακριβώς όπως συμβαίνει και με την εκεχειρία στον νότιο Λίβανο.
Χτες άλλοι δύο Παλαιστίνιοι άμαχοι σκοτώθηκαν από ισραηλινά πυρά στη νότια πόλη Ράφα.
Παράλληλα, σωστικά συνεργεία και ομάδες της Πολιτικής Αμυνας συνεχίζουν καθημερινά να ξεθάβουν δεκάδες πτώματα μέσα από τα ερείπια, ενώ εκατοντάδες τραυματίες μεταφέρονται σε πρόχειρα κέντρα και στα ελάχιστα νοσοκομεία, που υπολειτουργούν, αντιμετωπίζοντας τραγικές ελλείψεις. Ο χτεσινός επίσημος απολογισμός του παλαιστινιακού υπουργείου Υγείας στη Γάζα ανέφερε συνολικά από τον Οκτώβρη του 2023 μέχρι χτες 47.283 νεκρούς και 111.472 τραυματίες.
Η περιοχή της Μέσης Ανατολής παραμένει στο επίκεντρο των διεθνών ανταγωνισμών αλλά και του ενδιαφέροντος της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ υπό τον Ντόναλντ Τραμπ, όπως έδειξε η επιλογή του τελευταίου να είναι ο Σαουδάραβας πρωθυπουργός και πρίγκιπας - διάδοχος στον θρόνο, Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν, ο πρώτος ξένος ηγέτης με τον οποίο επικοινώνησε τηλεφωνικά μετά την ορκωμοσία του.
Η διαβεβαίωση του ντε φάκτο ηγέτη της Σαουδικής Αραβίας ότι επιθυμεί να επενδύσει την επόμενη τετραετία στις ΗΠΑ περίπου 600 δισεκατομμύρια δολάρια προκάλεσε ενθουσιασμό στον Τραμπ, ο οποίος νωρίτερα είχε εκδηλώσει σχετικό ενδιαφέρον όταν ρωτήθηκε αν προτίθεται και στη δεύτερη θητεία του ως Πρόεδρος να επισκεφτεί πρώτα τη Σαουδική Αραβία, όπως είχε κάνει το 2017, ανατρέποντας παράδοση δεκαετιών που ήθελε να είναι στη Βρετανία η πρώτη επίσκεψη Αμερικανού Προέδρου στο εξωτερικό μετά την εκλογή του.
Σύμφωνα με το σαουδαραβικό πρακτορείο ειδήσεων SPA, ο Μπιν Σαλμάν και ο Τραμπ συζήτησαν «μορφές συνεργασίας μεταξύ του βασιλείου και των ΗΠΑ για την εδραίωση ειρήνης, ασφάλειας και σταθερότητας στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, εκτός από την ενίσχυση της διμερούς συνεργασίας για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας».
Στο φόντο αυτής της επικοινωνίας ανακοινώθηκε ότι ο νέος υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, επικοινώνησε κι αυτός στη συνέχεια με τον Σαουδάραβα πρωθυπουργό, συζητώντας μαζί του «τις σθεναρές διμερείς σχέσεις συνεργασίας σε μια περίοδο σημαντικής αλλαγής». Ο Ρούμπιο τόνισε πως αδημονεί να συνεργαστούν οι χώρες τους για να προωθήσουν «τα κοινά τους συμφέροντα στη Συρία, στον Λίβανο, στη Γάζα και αλλού», μην παραλείποντας να επισημάνει τις «απειλές» που θέτουν «το Ιράν και οι αντιπρόσωποί του». Συζήτησαν επίσης για τα οφέλη της αμερικανο-σαουδρααβικής οικονομικής συνεργασίας και τις ευκαιρίες που δημιουργεί για τις οικονομίες των δύο χωρών σε διάφορους τομείς, «συμπεριλαμβανομένης της Τεχνητής Νοημοσύνης». Τέλος, ο Ρούμπιο εξέφρασε την εκτίμησή του για τη συνεισφορά και τις προσπάθειες της Σαουδικής Αραβίας «στην προώθηση της περιφερειακής ειρήνης και ασφάλειας».
Σε δεύτερο πλάνο, ο Ρούμπιο πραγματοποίησε σειρά επαφών και με άλλους ξένους ομολόγους του και ξένους ηγέτες, μεταξύ τους με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπ. Νετανιάχου.
Στο φόντο της ανανέωσης των προσπαθειών του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για μια νέα «Συμφωνία του Αβραάμ», αυτήν τη φορά μεταξύ Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας, ο Ρούμπιο υποσχέθηκε στον Νετανιάχου ότι η υποστήριξη των ΗΠΑ προς το Ισραήλ παραμένει «ύψιστη προτεραιότητα» και για τον Πρόεδρο Ντ. Τραμπ. Τον συνεχάρη επίσης για τις «επιτυχίες» του εναντίον της Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας και εναντίον της Χεζμπολάχ στον Λίβανο, και υποσχέθηκε να εργαστεί «ακούραστα» για να επιτύχει την απελευθέρωση των υπόλοιπων ομήρων.
«Ο υπουργός Εξωτερικών Μ. Ρούμπιο μίλησε με τον πρωθυπουργό Μπ. Νετανιάχου για να υπογραμμίσει ότι η διατήρηση της ισχυρής υποστήριξης των ΗΠΑ στο Ισραήλ αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα για τον Πρόεδρο Τραμπ», διευκρίνισε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ σε σχετική ανακοίνωση, προσθέτοντας πως ο Ρούμπιο «ελπίζει να αντιμετωπίσει τις απειλές που θέτει το Ιράν και να αναζητήσει ευκαιρίες για ειρήνη».
Ο νέος ΥΠΕΞ, που ορκίστηκε την Τρίτη, ως γερουσιαστής ανέκαθεν συγκαταλεγόταν στους πιο θερμούς υπερασπιστές του Ισραήλ και της σκληρής πολιτικής πίεσης έναντι του Ιράν, όπως και στα πρωτοπαλίκαρα της αντικουβανικής μαφίας του Μαϊάμι.
Στη συνέχεια ο Ρούμπιο επικοινώνησε μεταξύ άλλων με τον ΥΠΕΞ των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, Αμπντουλάχ Μπιν Ζαγιέντ, και συζήτησαν για τη συνέχιση της εύθραυστης εκεχειρίας στη Λωρίδα της Γάζας, τη διαδικασία ανταλλαγής Ισραηλινών ομήρων με Παλαιστίνιους κρατούμενους και την ανθρωπιστική βοήθεια στα παλαιστινιακά εδάφη. Η συμφωνία εκεχειρία στη Γάζας έχει σημασία «για την περιφερειακή σταθερότητα και ασφάλεια», τόνισε ο Αμερικανός ΥΠΕΞ σύμφωνα με αραβικά ΜΜΕ, όπως και ότι οι ΗΠΑ υποστηρίζουν την εφαρμογή και των τριών φάσεων της συμφωνίας εκεχειρίας, σε αντίθεση με τον Νετανιάχου, που έχει δηλώσει σε μέλη της κυβέρνησής του ότι θα τηρήσει μόνο το πρώτο στάδιο και θα ξαναρχίσει τον πόλεμο αμέσως μετά.
Παράλληλα με αυτήν τη εξέλιξη, η κυβέρνηση Τραμπ ανακοίνωσε ότι συμπεριέλαβε εκ νέου την οργάνωση «Ανσάρ Αλλάχ» των Χούθι της Υεμένης στη «μαύρη λίστα της τρομοκρατίας».