«Εδώ και έναν χρόνο γίνονται πολύ συστηματικές προσπάθειες χαρτογράφησης όλου του πεδίου, σε όλη την επικράτεια», είπε προχθές στη Βουλή η αρμόδια υφυπουργός, Ιωάννα Λυτρίβη, και πρόσθεσε: «Ξέρουμε πολύ καλά ότι η ειδοποιός διαφορά της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης και η προστιθέμενη αξία της είναι το ότι μπορεί οι ειδικότητες να αλλάζουν, να έχουμε τροφοδότηση από τις επιχειρήσεις για το τι θέλει η αγορά και αυτό ουσιαστικά εμείς να μπορούμε να το μετασχηματίσουμε ευέλικτα και να το δούμε να αλλάζει, προκειμένου να το παρέχουμε στους καταρτιζόμενούς μας».
Τα παραπάνω η υφυπουργός τα είπε στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου, σε Ερώτηση που κατέθεσε ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Στ. Παραστατίδης, εγκαλώντας ουσιαστικά την κυβέρνηση γιατί δεν έχει εφαρμόσει τους δυο προηγούμενους αντιδραστικούς νόμους για την τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση και γιατί δεν έφτιαξε τα campuses που υποσχέθηκε με λειτουργία Εργαστηριακών Κέντρων, ΕΠΑΛ και ΣΑΕΚ στις ίδιες υποδομές. Κλασική περίπτωση «αντιπολίτευσης», δηλαδή, που ζητά επιτάχυνση του αντιδραστικού κυβερνητικού έργου!
Ο πολύπαθος αυτός χώρος, των ΕΠΑΛ, των ΣΑΕΚ (πρώην ΙΕΚ), των ΕΣΚ έχει ζήσει αλλεπάλληλες δομικές αλλαγές μέσα σε ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Κάθε κυβέρνηση που έρχεται, θέλοντας να τιμήσει τον βασικό της σπόνσορα, που είναι το μεγάλο κεφάλαιο, κάνει και μια αλλαγή.
Σε αυτό το παζλ έρχεται τώρα να προστεθεί και η εξαγγελία για τις Επαγγελματικές Ακαδημίες, που θα μπορούν να ιδρύουν απευθείας οι επιχειρήσεις χωρίς κόστος, αφού το Δημόσιο θα τους εξασφαλίζει κτίριο, θα τους πληρώνει το εκπαιδευτικό προσωπικό και οι ίδιες οι επιχειρήσεις θα αξιοποιούν τον εξοπλισμό που ήδη έχουν και θα απολαμβάνουν φθηνό και αποδοτικό εργατικό δυναμικό από την πρακτική άσκηση των καταρτιζόμενων. Κι όλα αυτά - μαντέψτε! - θα 'ρθουν πάλι με το επιχείρημα της σύνδεσης της επαγγελματικής εκπαίδευσης με την αγορά. Λες και μέχρι τώρα δεν είναι συνδεδεμένη με την αγορά εργασίας, λες και στέκεται στον αέρα...!
Καπιταλιστική αγορά όμως σημαίνει επένδυση κεφαλαίων εκεί που υπάρχει μεγάλο κέρδος. Σημαίνει αγοραπωλησία εμπορευμάτων και μέσα σ' αυτά και της εργατικής δύναμης, που ως εμπόρευμα πρέπει να πουλιέται όσο πιο φθηνά γίνεται. Σημαίνει όμως και αναρχία, που προκύπτει από τους διαφορετικούς και συχνά αντικρουόμενους αστικούς σχεδιασμούς, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να υπάρχει ουσιαστικός προγραμματισμός για τους αποφοίτους κάθε κλάδου, ειδικότητας, επιστημονικού τομέα, και έτσι να «περισσεύουν» για το καπιταλιστικό σύστημα. Κι αυτό το «περίσσευμα»... ανθρώπων συμβάλλει στην πτώση του μέσου μισθού, πιέζει για προσαρμογή των απαιτήσεων προς τα κάτω.
Ετσι εξηγείται αυτό που συμβαίνει κατά κόρον στον χώρο της επαγγελματικής εκπαίδευσης, μια σειρά ειδικότητες να φτιάχνονται «στο πόδι» για τις ανάγκες της αγοράς και τελικά να προσλαμβάνονται ελάχιστοι απόφοιτοι. Σ' αυτό το πνεύμα ακριβώς θα λειτουργήσουν και οι Επαγγελματικές Ακαδημίες, αφού στο νομοσχέδιο θα προβλέπεται πως οι συμβάσεις με τις εταιρείες, ομίλους κ.λπ. θα είναι εξαετούς διάρκειας, δείχνοντας έτσι και τον πρόσκαιρο χαρακτήρα της κατάρτισης. Γιατί θέλουν τη νεολαία ακόμα πιο φθηνή και αποδοτική εργατική δύναμη, χωρίς δικαιώματα, δηλαδή να μπορεί να δουλεύει στα νέα μέσα παραγωγής αποδοτικά για το κεφάλαιο, αλλά να βρίσκεται συνεχώς στο κυνήγι προσόντων και στην επανακατάρτιση.
Αυτός είναι ο φαύλος κύκλος της επαγγελματικής εκπαίδευσης της συνδεδεμένης με την καπιταλιστική αγορά εργασίας, δηλαδή με τα συμφέροντα συγκεκριμένων καπιταλιστών. Και ακριβώς στο έδαφος αυτής της οικονομίας, η πολιτική όλων των μέχρι τώρα κυβερνήσεων δεν μπορεί και δεν θέλει τελικά να επιλύσει τα προβλήματα των σπουδαστών π.χ. για τα προγράμματα σπουδών που υστερούν, τις προβληματικές υποδομές κ.λπ. Η «αναβάθμισή τους» είναι μόνο στα λόγια, δεν έχει να κάνει με ουσιαστική αναβάθμιση σπουδών και πτυχία με αξία, που να αποτελούν τη μοναδική προϋπόθεση για το επάγγελμα.