Πολλά έχουν ακουστεί για το περίφημο μπάζωμα και τις ευθύνες της κυβέρνησης στο να χαθούν πολύτιμα στοιχεία για το έγκλημα στα Τέμπη. Να θυμίσουμε ότι στις 7/3/2023, μία βδομάδα μετά τη σύγκρουση, ο Χρ. Τριαντόπουλος, επικεφαλής του κυβερνητικού κλιμακίου που διαχειρίστηκε επιτόπου το θέμα, παραδέχτηκε την εμπλοκή της κυβέρνησης: «Το κομμάτι το επιχειρησιακό που τρέξαμε εκείνες τις ημέρες (σ.σ. εννοεί τις πρώτες 3 μέρες μετά το δυστύχημα) ήταν να προχωρήσει γρήγορα όλη η διαδικασία συλλογής και αποκατάστασης της περιοχής. Ενα έργο που έτρεχε σε συνεργασία με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, με τις σιδηροδρομικές εταιρείες, με την Περιφέρεια κυρίως, με την Πυροσβεστική, με την Αστυνομία, αλλά και πάρα πολλούς ιδιώτες που ανακατεύτηκαν για να μπορέσει να αποκατασταθεί ο χώρος». Αλλά και ο τότε υφυπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Κ. Κυρανάκης, στις 11/3/2024 έλεγε σε συνέντευξή του: «Επρεπε να γίνουν εργασίες στο σημείο για να μπορέσει να ξανανοίξει η γραμμή, να ξανακυκλοφορήσει το τρένο. Αυτό δεν μπορούσε να γίνει σε έναν κρατήρα». Τι σχέση έχουν όλα αυτά με την προσπάθεια του κυβερνητικού εκπροσώπου να φέρει στα μέτρα του ακόμα και την αναφορά στο πόρισμα ότι στελέχη της κυβέρνησης βρίσκονταν στον χώρο «σε ρόλο απλού παρατηρητή»; Και μόνο το γεγονός ότι δικαιολογούν το μπάζωμα ως «αναγκαίο», τη μια για να πατήσουν οι γερανοί και να προχωρήσει η έρευνα, την άλλη για να αποκατασταθεί γρήγορα η συγκοινωνία (που επανήλθε τελικά μετά από πολλές βδομάδες), είναι προκλητικό και φανερώνει ύποπτη πρεμούρα. Ειδικά μετά τις αποκαλύψεις που ακολούθησαν για το φορτίο της εμπορικής αμαξοστοιχίας...