Αδιαμφισβήτητα στοιχεία της Επιθεώρησης Εργασίας αποκαλύπτουν το μέγεθος του «ακήρυχτου πολέμου» που έχει εξαπολύσει η εργοδοσία σε βάρος των εργαζομένων στους χώρους δουλειάς.
Είναι χαρακτηριστική η τελευταία δημοσιοποιημένη Εκθεση Απολογισμού της Επιθεώρησης, όπου αναφέρεται ότι το 2023 αναγγέλθηκαν σχεδόν 15.000 εργατικά «ατυχήματα» (για την ακρίβεια 14.920), σημειώνοντας νέο ρεκόρ από το 2000, το πρώτο έτος που έγινε ολοκληρωμένη καταγραφή. Από το σύνολο των εργατικών «ατυχημάτων» το 2023 τα 108 ήταν θανατηφόρα, κάτι που σημαίνει ότι ανά τρεις εργάσιμες μέρες ένας εργάτης ή μια εργάτρια χάνει τη ζωή του/της την ώρα της εργασίας.
Την ίδια στιγμή υπάρχουν και ανεξάρτητες καταγραφές «ατυχημάτων» σε χώρους δουλειάς οι οποίες αποτυπώνουν ότι οι νεκροί είναι πολύ περισσότεροι, φτάνοντας τους 300 τα προηγούμενα δύο χρόνια.
Στο σύνολό τους τα εγκλήματα στους χώρους δουλειάς με συναυτουργούς την εργοδοσία και το κράτος είναι πολύ περισσότερα, πόσο μάλλον αν προστεθούν και όσα δεν δηλώνονται, όσα δεν καταγγέλλονται και δεν αποκαλύπτονται ποτέ. Ως προς το πραγματικό μέγεθος των εργοδοτικών εγκλημάτων πρέπει να σημειωθούν τα εξής:
-- Σύμφωνα με τη Eurostat, στην Ελλάδα καταγράφεται μόλις το 30% - 40% των εργατικών «ατυχημάτων». Αρα, για κάθε καταγεγραμμένο εργατικό «ατύχημα» υπάρχουν τουλάχιστον άλλα δύο που δεν δηλώνονται.
-- Υπάρχουν πολύ περισσότεροι εργαζόμενοι που χάνουν τη ζωή τους από επαγγελματικές ασθένειες! Σύμφωνα με το Διεθνές Γραφείο Εργασίας (ILO), «κάθε χρόνο πάνω από 2,3 εκατομμύρια γυναίκες και άνδρες πεθαίνουν στην εργασία τους από έναν επαγγελματικό τραυματισμό ή ασθένεια. Πάνω από 350.000 θάνατοι οφείλονται σε θανατηφόρα ατυχήματα και σχεδόν 2 εκατομμύρια θάνατοι οφείλονται σε θανατηφόρες ασθένειες που σχετίζονται με την εργασία». Σύμφωνα με τα στοιχεία του ILO, δηλαδή, σε κάθε ένα θανατηφόρο εργατικό «ατύχημα» αναλογούν 6 θάνατοι από ασθένειες που σχετίζονται με την εργασία, όμως στη χώρα μας δεν καταγράφονται καν επαγγελματικές ασθένειες, οπότε η αναλογία αυτή «κουκουλώνεται»!
Ακόμα χειρότερα, η διορισμένη από την κυβέρνηση διοίκηση της Ανεξάρτητης Αρχής (πλέον) Επιθεώρησης Εργασίας μεθοδεύει, βήμα βήμα, την εξαφάνιση των στοιχείων, ακόμα και σε επίπεδο απλής αναφοράς, των θανατηφόρων εργατικών «ατυχήματων» που τα αίτιά τους είναι παθολογικά ή τροχαία!
Ετσι, στην Εκθεση Απολογισμού του 2023 η διοίκηση της Αρχής δηλώνει ότι από το σύνολο των 15.000 εργατικών «ατυχημάτων» διερευνήθηκαν μόνο τα μισά (το 52,5% του συνόλου), γιατί πλέον η Επιθεώρηση Εργασίας δεν διερευνά τα «ατυχήματα» που έχουν παθολογική ή τροχαία αιτιολογία, τα οποία δεν θεωρεί εργατικά!
Αυτός ο άθλιος διαχωρισμός, που μόνο στόχο έχει να εξαφανίσει τα μισά εργατικά «ατυχήματα» (που έχουν παθολογική ή τροχαία αιτία), γίνεται και στα θανατηφόρα. Χαρακτηριστικά αναφέρεται στην Εκθεση: «Διευκρινίζεται πως από τα εργατικά ατυχήματα που αναγγέλλονται στην Επιθεώρηση Εργασίας, καταχωρίζονται μεν αλλά δεν διερευνώνται ως προς τα αίτιά τους όσα έχουν παθολογική ή τροχαία αιτιολογία».Για πρώτη φορά λοιπόν τα εργατικά παθολογικά ή τροχαία θανατηφόρα «ατυχήματα», αν και παρουσιάστηκαν στο κείμενο της Εκθεσης, είχαν εξαφανιστεί από τους σχετικούς πίνακες. Ετσι, από τα 108 θανατηφόρα το 2023 εμφανίζονται στους πίνακες μόνο τα 47 που δεν έχουν παθολογική ή τροχαία αιτία!
Να σημειωθεί ότι για το 2024 η Επιθεώρηση Εργασίας έχει καταγράψει μόνο ...48 θανατηφόρα εργατικά «ατυχήματα», αφού εξαφανίζει όσα αποδίδονται σε παθολογική ή τροχαία αιτία!
Ετσι, όχι μόνο εξαφανίζονται ως στοιχεία οι θάνατοι από παθολογικά αίτια ή τροχαία αλλά δεν διερευνάται καν αν τα αίτια αυτά προκλήθηκαν από τις συνθήκες εργασίας ή τουλάχιστον αν συνέβαλαν στην εκδήλωση της θανατηφόρας πάθησης.
Την ίδια ώρα οι κυβερνήσεις συστηματικά έχουν αποδεκατίσει τις ελεγκτικές υπηρεσίες, με αποτέλεσμα σήμερα σε όλη την Ελλάδα να υπηρετούν μόλις 243 επιθεωρητές Ασφάλειας και Υγείας, στον καθέναν από τους οποίους αναλογεί να ελέγξει 1.434 επιχειρήσεις και 9.995 εργαζόμενους! Οσο φιλότιμο και να διαθέτουν, είναι αντικειμενικά αδύνατο να κάνουν κάτι τέτοιο.
Δικαίως λοιπόν τα συνδικάτα χαρακτηρίζουν προδιαγεγραμμένα εργοδοτικά εγκλήματα τους θανάτους εργαζομένων, καθώς οι εργοδότες δεν παίρνουν μέτρα ασφαλείας όταν αυτά γίνονται εμπόδιο στα κέρδη τους, ενώ η ασύδοτη αυτή δράση τους θρέφεται από την πολιτική των κυβερνήσεων, που εξαφανίζει τα εργατικά «ατυχήματα», αποδυναμώνει τις ελεγκτικές υπηρεσίες και αδιαφορεί για τη διερεύνηση των συνθηκών που προκαλούν τα «ατυχήματα» και τις «νόσους» στη δουλειά.