Τετάρτη 25 Σεπτέμβρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 30
Θέατρο
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
Γόνιμα Δημοτικά Θέατρα

«Ο έμπορος της Βενετίας» με το ΔΗΠΕΘΕ Κέρκυρας
«Ο έμπορος της Βενετίας» με το ΔΗΠΕΘΕ Κέρκυρας
Τα Δημοτικά Περιφερειακά Θέατρα, τα τελευταία χρόνια, υπερβαίνοντας τα πενιχρά τους κονδύλια και μύρια άλλα προβλήματα, καθιέρωσαν την καλοκαιρινή εκπροσώπησή τους στην Αθήνα με αξιόλογες παραστάσεις, καθώς το καλοκαίρι προσφέρει δυνατότητες συνεργασίας και με ονόματα του θεάτρου μας.

«Ο έμπορος της Βενετίας» από το ΔΗΠΕΘΕ Κέρκυρας

Ο σκηνοθέτης και καλλιτεχνικός διευθυντής του ΔΗΠΕΘΕ Κέρκυρας Θανάσης Θεολόγης έκανε μια τριπλά σημαντική επιλογή: Να ανεβάσει τον σαιξπηρικό «Εμπορο της Βενετίας», στη μετάφραση του αξέχαστου Μίνου Βολανάκη και τον Γιώργο Κιμούλη ως Σάυλωκ. Ο σκηνοθέτης διάλεξε ένα έργο του οποίου η αμφισημία επί αιώνες προβληματίζει θεατρολόγους και καλλιτέχνες: Είναι δράμα ή κωμωδία; Θεματολογικός πυρήνας του είναι ο ετερόφυλος έρωτας, η ανδρική φιλία ή οι κοινωνικές αντιθέσεις; Διακατέχεται από αντισημιτισμό ή από απέχθεια για τις ρατσιστικές διώξεις των Εβραίων στην ελισαβετιανή κοινωνία; Στα ερωτήματα αυτά μπορεί να απαντήσει κανείς ότι όπως στο «θέατρο της ζωής» συντίθενται τα πάντα, έτσι και το έργο ενός Σαίξπηρ δεν μπορεί να είναι θεματολογικά μονομερές, μορφολογικά μονοσήμαντο, κοινωνιολογικά μονόπλευρο και κριτικά μονόφθαλμο ή αλληθωρίζον. Επόμενα και «Ο έμπορος της Βενετίας» αποτελεί πολύπλευρη και πολύσημη σύνθεση (θεματολογικά, μορφολογικά, κοινωνιολογικά, χαρακτηρολογικά), την οποία αναδεικνύει ολόπλευρα η έξοχη μετάφραση του Μίνου Βολανάκη. Ο Θ. Θεολόγης σχεδίασε μια αντιακαδημαϊκή παράσταση που, με εύφορη μουσική (Γιούρι Στούπελ) και χορό (Πέτρος Γαλλίας), παρέπεμπε στο βενετσιάνικο καρναβάλι. Μια παράσταση που με σατιρική διάθεση και χιούμορ «μετέφερε» τη στροβιλιζόμενη από τις αντιθέσεις της ελισαβετιανή κοινωνία στο σήμερα. Συμπαραστάτης του σκηνοθετικού σχεδιασμού του ήταν τα κοστούμια και το σκηνικό του Αγγελου Αγγελή. Ευεργασία για την παράσταση (είχε πολλές σκηνοθετικές και ερμηνευτικές αδυναμίες και υπερβολές) ήταν η «δαιμόνια» ερμηνεία του Γιώργου Κιμούλη. Μια ερμηνεία σαγηνευτική, με την οποία μπορεί να διαφωνήσει κάποιος, αλλά δεν μπορεί να μην παραδεχτεί ότι αποτέλεσε μια άκρως ενδιαφέρουσα και τολμηρή ιλαροτραγική σύνθεση των χαρακτηρολογικών αντιφάσεων και των ψυχολογικών ταλαντεύσεων ενός θύματος των χριστιανών, που ακατανίκητος, «διαβολικός» πόθος του είναι να γίνει θύτης, να εκδικηθεί για όλα τα πάθη και το χυμένο αίμα των ομοθρήσκων του. Ευεργασία στην παράσταση ήταν και η «θαυματουργική» υποκριτική μεταμόρφωση του Γιάννη Καλατζόπουλου. Η αλλαγή της φωνής, η εκφραστική κίνηση, η χάρη και το χιούμορ του τον έκαναν αγνώριστο. Η ερμηνεία του ήταν αποκάλυψη. Αξιόλογες στιγμές είχαν οι ερμηνείες του Γιάννη Κρανιά, της Ελευθερίας Βιδάκι και Εφης Λογγίνου και του στέρεου πάντα Στάθη Βούτου.

«Ερωτόκριτος» με το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης

«Ερωτόκριτος» με το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης
«Ερωτόκριτος» με το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης
Τον αθάνατο «Ερωτόκριτο» του Β. Κορνάρου ανέβασε το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης, αναθέτοντας τη σκηνοθεσία στον Βασίλη Νικολαΐδη. Ο Β. Νικολαΐδης δεν είναι απλώς ταλαντούχος, είναι και ευφυής καλλιτέχνης. Εχει φαντασία, αλλά και αίσθηση του μέτρου. Ξέρει τα όρια του δραματικού, του μελοδραματικού και του κωμικού. Ξέρει πόσο και πότε να τα σμίξει. Μελετά και σέβεται τα καταγωγικά συστατικά και τα μορφολογικά χαρακτηριστικά κάθε θεατρικού είδους. Στην περίπτωση του «Ερωτόκριτου» ήξερε ότι είχε να αναπαραστήσει ένα μακραίωνο λαϊκό ανάγνωσμα, πλουμισμένο και απαθανατισμένο με κρητικοαναγεννησιακό σκοπό και μουσικά όργανα, με λαϊκές ζωγραφιές και άλλες μορφές της λαϊκής τέχνης. Ηξερε ότι έχει να κάνει με ποίηση, με δεκαπεντασύλλαβο στίχο που αφ' εαυτού του παράγει μουσική, με μια «παραμυθικής» πλοκής και ομορφιάς δραματική, αλλά και αίσιου τέλους ερωτική ιστορία. Σ' αυτή τη γνώση του οφείλεται η σεμνή, απλή, γεμάτη γλυκύτητα, ιλαρότητα και χάρη παράστασή του. Παράσταση, που με τη συμβολή τής - σεβαστικής προς το χιλιοτραγουδισμένο παραδοσιακό σκοπό - μουσικής του Χρήστου Λεοντή, τα όμορφα πολύχρωμα κοστούμια και το λειτουργικά λιτό σκηνικό του Νίκου Σαριδάκη και τις προσεγμένες χορογραφίες της Εφη Καρακώστα, σεβάστηκε και ανέδειξε το ποιητικό ήθος και κάλλος, το μουσικό ρυθμό και τον παραμυθικό, αφηγηματικό χαρακτήρα του έργου και ισορρόπησε αρμονικά τα δραματικά και κωμικά στοιχεία, ενώ έστησε απολαυστικά τη σκηνή της κονταρομαχίας. Ευφυής ήταν και η επιλογή των ηθοποιών. Ο Γιώργος Παρτσαλάκης, ιδανικός ως ποιητής και παράλληλα ως βασιλιάς, παρότι άριστος χειριστής του πατρογονικού γλωσσικού του ιδιώματος, υπέταξε τη δυνατότητά του σε ένα ενιαίο «μέτρο» εκφοράς της κρητικής διαλέκτου προς όφελος όλων των συμπαικτών του. Η πολύτιμη καρατερίστα Τζένη Μιχαηλίδου ήταν εξαιρετική ως νέα. Η Ουρανία Μασλή, γλυκύτατη και τρυφερή στους δύο ρόλους των δύο μανάδων. Δυο νέοι, ικανότατοι, πολύ ελπιδοφόροι ηθοποιοί, η Αννα Κουτσαφτίκη και ο Χρήστος Λούλης, όχι μόνον άντεξαν το βάρος της Αρετούσας και του Ερωτόκριτου, αλλά έλαμψαν με την ερμηνευτική θέρμη και σκηνική λάμψη τους. Αξιοι αναφοράς για τη δημιουργική, ατομικά και συλλογικά, ερμηνευτική συμβολή τους είναι και οι άλλοι ηθοποιοί: Μανώλης Σειραγάκης, Γιάννης Κοτσαρίνης, Παντελής Δεντάκης, Δημήτρης Μόσχος, Θωμάς Βούλγαρης, Προκόπης Πολίτης, Γιάννης Παπαγιάννης, Θωμάς Γκάγκας, Κωνσταντίνος Δανίκας, Κωνσταντίνος Χατζησάββας, Γιώργος Γάλλος.


ΘΥΜΕΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ