Κυριακή 13 Οχτώβρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
«ΕΦΥΓΕ» Ο ΘΑΝΑΣΗΣ ΠΑΠΑΡΗΓΑΣ
Δεν το χωράει ο νους...

Eurokinissi

Δεν πιστέψαμε στα κακά μαντάτα της Τετάρτης. Ολοι μας, στην εφημερίδα, θέλαμε να 'ναι τα πάντα διαφορετικά. Και σε μια επόμενη συνέλευσή μας, να τον ακούμε να προσφωνεί «τις μάζες» με τον γνωστό στόμφο, που μόνο εκείνος ήξερε να κάνει.

Λένε, πως ο λόγος είναι φτωχός, στο ξόδι ενός αγαπητού προσώπου. Ναι, και γίνεται πολύ φτωχότερος, απόλυτα ταπεινός, όταν μέλλει ν' αναφερθείς σε κάποιον που κύριο χαρακτηριστικό του είναι η αφθονία των υπερθετικών επιθέτων που σφράγισαν ολόκληρη την πορεία του.

Ο Θανάσης Παπαρήγας, ο Θανάσης μας, δεν ήταν όποιος - όποιος. Ηταν πάντα ένας από εμάς και ταυτόχρονα διαφορετικός από όλους. Ηταν κάθε στιγμή στην ίδια γραμμή με τους άλλους, αλλά πάντα ξεχωριστός και παρασάγγες πιο μπροστά. Ηταν «ψυχούλα» για οτιδήποτε μικρό και καθημερινό, αλλά και «φευγάτος» στη μαγεία της γνώσης και της ευρυμάθειάς του. Ηταν ο Θανάσης ο Παπαρήγας. Ο ανιδιοτελής αγωνιστής, ο ταλαντούχος της γνώσης, ο σε όλους «αγαπητός σύντροφος».

Ο Θανάσης Παπαρήγας του «Ρ», ήταν από τις σπάνιες περιπτώσεις συντρόφων με τέτοια διανοητική εμβέλεια. Βαθύς γνώστης του Μαρξισμού - Λενινισμού, που όσο λίγοι τον αξιοποιούσε σαν εργαλείο στην καθημερινή μελέτη και ανάλυση. Απόλυτα αφοσιωμένος στην υπόθεση της εργατικής τάξης και της πάλης για τον κομμουνισμό, ήταν ένας διανοούμενος και αταλάντευτος μαχητής για την αλλαγή της κοινωνίας. Ο τεράστιος πλούτος των γνώσεων, η συνεχής μελέτη και αναζήτηση τον είχε καταστήσει ως έναν από τους λίγους γνώστες και μελετητές της ιστορικής πορείας των λαών.

«

Η κομματικότητα, ο χαρακτήρας, οι γνώσεις, η εργατικότητα, οι ολόπλευρες γενικά ικανότητες του σ. Θανάση Παπαρήγα -παρατηρούσε το 1986 η εισήγηση του Γραφείου της ΚΟΒ στη συνέλευση για την απονομή κομματικής ταυτότητας- αποτελούν ένα κεφάλαιο και το Κόμμα μας. Και πρέπει όλοι μας και ο ίδιος προσωπικά να δούμε πώς θα το αξιοποιήσουμε όσο το δυνατόν καλύτερα και αποτελεσματικότερα».

Το γνωρίζουν οι πάντες. Υπήρξε από τους πλέον παραγωγικούς συντάκτες του «Ρ». Από τα τέλη της δεκαετίας του '70 και μέχρι τώρα, αποτελούσε τη «λύση», για κάθε «περίεργο», κάθε «σκαμπρόζικο», κάθε εξεζητημένο ιδεολογικοπολιτικό, θεωρητικό, ιστορικό ή και πολιτικό θέμα, που για τους υπόλοιπους είχε μεγάλο βαθμό δυσκολίας και αποτελούσε ρίσκο. Με μια βαλίτσα, που πάντα ήταν έτοιμη και με ένα διαβατήριο που συχνά προκαλούσε φόβο και τρόμο μην το χάσει ή το ξεχάσει σε κάποιο γκισέ, επισκέφτηκε δεκάδες χώρες και γνώρισε δεκάδες λαούς και στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Ακαταμάχητο εργαλείο και όπλο του οι πολύπλευρες ιστορικές και σύγχρονες πολιτικοκοινωνικές γνώσεις του και οι πολλές -πάρα πολλές- γλώσσες τις οποίες γνώριζε και άλλες τόσες, στις οποίες μπορούσε να συνεννοηθεί.

Ενας σύντροφος που ποτέ δεν ήταν της τυπικότητας και του «δήθεν», δεν έμπαινε σε καλούπια. Σαν γνήσιος στοχαστής και μελετητής τους ιστορικού υλισμού και της θεωρίας μας, του ταίριαζε καλύτερα να ασχολείται με τον πλούτο της γνώσης και τις δημιουργικές αναζητήσεις του, παρά να «ξοδεύεται» στη ρουτίνα της καθημερινότητας. Τα γραφτά του στο «Ρ», σπάνια ήταν κατά παραγγελία. Και πώς θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά, αφού συνήθως επρόκειτο για κείμενα - θέματα μοναδικά, που μόνο εκείνος μπορούσε να χειριστεί και να παρουσιάσει. Τα «κατά παραγγελία» κείμενα δεν του άρεσαν. Ηταν, όμως, από τους πλέον συνεπείς στις υποχρεώσεις που αναλάμβανε -ή του ανατίθονταν- συντάκτης της εφημερίδας. Ενας ακούραστος εργάτης στην καθημερινή έκδοση του «Ρ».

Αυτός ο σύντροφος, με την πολυσχιδή προσωπικότητα και τις αστείρευτες δυνατότητες, απογειωνόταν και γινόταν διαλεχτός και ανυπέρβλητος, επειδή κάθε στιγμή ήταν και ίδιος με τον κάθε συνομιλητή του. Με τον καθένα που τύχαινε να συνεργαστεί ή να συναναστραφεί. Με τρόπο μοναδικό και ζηλευτό, αυτός που είχε εμπεδωμένη και θεμελιωμένη μέσα από τη μελέτη του άποψη, κατάφερνε να είναι καλός ακροατής και πάντα έτοιμος να εξηγήσει, να ερμηνεύσει, να διδάξει. Να γίνει ο σύγχρονος και αποτελεσματικός προπαγανδιστής της κομμουνιστικής άποψης και των θέσεων του ΚΚΕ. Και ο ίδιος για τον εαυτό του κρατούσε πάντα τη σεμνότητα και τον αυτοσαρκασμό. Και παρά το γεγονός ότι η περιφρόνησή του για κάθε εφήμερο, ήταν πάντα προκλητικά έκδηλη, εκείνος -κάνοντας την αυτοκριτική του- έλεγε ότι «έχω την τάση να ζω για το σήμερα».

Ο Θανάσης, όμως γνώριζε και βίωνε όσο λίγοι, ότι ο δρόμος των κομμουνιστών είναι μακρύς και δύσκολος. «Μπροστά μας», τόνιζε από το βήμα του 13ου Συνεδρίου του Κόμματος τον Φλεβάρη του 1991, «βρίσκονται πραγματικά μεγάλοι συγκλονισμοί. Συγκεκριμένα, οι σφαδασμοί του "καπιταλισμού που σαπίζει, του καπιταλισμού που πεθαίνει". Σφαδασμοί που θα δημιουργήσουν φοβερούς κινδύνους, που θα θέσουν σε σοβαρή -και, ίσως μοιραία- δοκιμασία, τις αυταπάτες που ρίζωσαν βαθιά στα μεσαία στρώματα και στα στρώματα των ευνοημένων ή και ξεκάθαρα εξαγορασμένων εργατών κατά τη διάρκεια της τεχνητά παρατεταμένης υψηλής συγκυρίας του παρακμασμένου καπιταλισμού. Αυταπάτες που διαδόθηκαν πλατιά και ίσως μοιραία και στις κομμουνιστικές γραμμές. Μόνο που, τώρα, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τους συγκλονισμούς αυτούς κάτω από συνθήκες πολύ πιο δυσμενείς, που δε θα αλλάξει καμιά περίτεχνη έκφραση».

Την ίδια στιγμή βέβαια, διαδήλωνε με τον επίσης μοναδικό του τρόπο και την κομμουνιστική αισιοδοξία που πρέπει πάντα να συνοδεύει τη σκέψη -και κύρια τη δράση- του κομμουνιστή. Ετσι, στο 13ο επίσης Συνέδριο, μετά την αναφορά του στη λενινιστική άποψη για τον «καπιταλισμό που σαπίζει», συμπλήρωσε:

«Ξέρω, ξέρω, σύντροφοι. Πολλοί ίσως γελάσουν ακούγοντας μια τέτοια έκφραση μέσα στη σημερινή συγκυρία. Τους προειδοποιώ όμως: Αν, κατά κανόνα, ισχύει η αρχή "γελά πιο καλά όποιος γελάει τελευταίος", στην περίπτωση αυτή ισχύει το ότι "τελευταίος και γοερότερα θα κλάψει αυτός που, σήμερα, γελάει πρώτος»...

Τυχεροί όσοι κατάφεραν στη ζωή τους να γνωρίσουν έναν άνθρωπο σαν τον Θανάση. Συνάμα άτυχοι και πιο φτωχοί, γιατί η προσωπικότητά του θα λειτουργεί πάντα σαν μέτρο σύγκρισης, που θα 'ναι πάντα δύσκολο να καλυφθεί. Δε χωνεύεται εύκολα. Δεν το χωράει ο νους. Ο Θανάσης Παπαρήγας, ο Θανάσης όλων μας, «έφυγε». Κι αυτή τη φορά το ταξίδι του, λένε, θα είναι χωρίς επιστροφή. Τι κι αν έτσι δείχνουν τα πράγματα. Οσοι γνώρισαν τον Θανάση θα ξέρουμε πως θα συνεχίσει να είναι μαζί μας. Δίπλα μας. Κοντά μας. Γιατί, το κενό χωρίς αυτόν θα είναι αξεπέραστο.


Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ