Κυριακή 23 Μάρτη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 2
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΟΡΥΦΗΣ
Επίθεση στους εργαζόμενους με όπλο τη «φάμπρικα» του πολέμου

ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ (του ανταποκριτή μας ΒΗΣ. ΓΚΙΝΙΑ).--

Το διήμερο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο των Βρυξελλών αποφάσισε ότι «με την έναρξη της στρατιωτικής σύγκρουσης στο Ιράκ ερχόμαστε αντιμέτωποι με μια νέα κατάσταση», για την οποία η Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) δεν έχει λόγο, παρά τη συμμετοχή της Βρετανίας στον πόλεμο και τις αντιθέσεις μεταξύ των κρατών - μελών. Η ΕΕ επιβεβαιώνει με έμφαση ότι «πρέπει να ενισχύσουμε τη διατλαντική εταιρική σχέση, η οποία παραμένει θεμελιώδης στρατηγική προτεραιότητα για την ΕΕ», ενώ θα συνεχίσει να συμβάλλει «στην περαιτέρω ενίσχυση της διεθνούς συμμαχίας κατά της τρομοκρατίας».

Για τους 15 αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων «η αποκατάσταση της ενότητας της διεθνούς κοινότητας συνιστά απόλυτη επιταγή». Προς αυτή την κατεύθυνση η ΕΕ συμπλέει με τις ΗΠΑ σ' όλες τις «περιφερειακές» συγκρούσεις και «κρίσεις» (Σερβία, Ισραήλ, Κύπρο) ενώ «στοχεύει» και προς τις επόμενες αμερικανικές εκστρατείες εναντίον «κρατών - παριών» όπως η Β. Κορέα. Παράλληλα, με την αναγκαστική για την ώρα αποδοχή της αμερικανικής ηγεμονίας στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα, γίνεται μια προσπάθεια αποκατάστασης του «κύρους» του καταργημένου ΟΗΕ, αφού οι ευρωπαϊκές «μεγάλες δυνάμεις» πιστεύουν ότι τα Ηνωμένα Εθνη «πρέπει να εξακολουθήσουν να έχουν κεντρικό ρόλο», έχοντας «μοναδική ικανότητα και πρακτική πείρα στο συντονισμό της παροχής βοήθειας προς κράτη σε μετασυγκρουσιακές περιόδους».

Σ' αυτή τη «μετασυγκρουσιακή» κατάσταση επιδιώκει να ξαναβρεί ρόλο και η ΕΕ, αφού «υπό την αιγίδα» του ΟΗΕ προτείνει σχέδιο «ανθρωπιστικής ανασυγκρότησης» του Ιράκ για τη συνεκμετάλλευση των συντριμμιών που θα σπείρει η αμερικανική εκστρατεία. Ο πόλεμός «τους» και η ειρήνη «τους» έχουν τα ίδια απαίσια χαρακτηριστικά. Και βεβαίως αποδεικνύεται ότι οι ιμπεριαλιστικοί σκοποί τους είναι ίδιοι. Τώρα είχαν διαφορές στα μέσα, αλλά και στα κομμάτια της πίτας, τα οποία επίσης διεκδικούν στο μεταπολεμικό Ιράκ.

Αντιθέσεις και «διατλαντικές σχέσεις»

Η προγραμματισμένη «εαρινή» Σύνοδος Κορυφής, που εδώ και τρία χρόνια συγκαλείται κάθε Μάρτη για την προώθηση της «πολιτικής της Λισαβόνας» περί «ανταγωνιστικότητας και απασχόλησης», συνέπεσε με την έναρξη των εχθροπραξιών στο Ιράκ, μετά από πολύμηνη διάρρηξη της «διατλαντικής» συμμαχίας και παγίωση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων σε ΝΑΤΟ, ΟΗΕ και ΕΕ.

Οπως αποκάλυψε ο πρόεδρος του Συμβουλίου, για το τρέχον εξάμηνο, πρωθυπουργός Κ. Σημίτης, υπήρξαν «προβληματισμοί» για το αν θα έπρεπε να αναβληθεί ή όχι η Σύνοδος Κορυφής εξαιτίας του ενδοευρωπαϊκού σπαραγμού, της κατάργησης από τις ΗΠΑ, Βρετανία και Ισπανία του «ρόλου του ΟΗΕ» στην ιρακινή κρίση και της έναρξης του πολέμου στο Ιράκ. Η έναρξη της διήμερης Συνόδου Κορυφής, με το «δείπνο εργασίας» της Πέμπτης, έδωσε την ευκαιρία σε μια ορχηστρωμένη προπαγανδιστική εκστρατεία, για να παρουσιαστεί ως (...) κατόρθωμα το γεγονός ότι οι 15 εμφανίστηκαν να «συμφωνούν ό,τι διαφωνούν» (Κ. Σημίτης), και ότι οι δύο εξόριστοι του «πρώτου πολέμου του 21ου αιώνα», ο ΟΗΕ και η ΕΕ, προτίθεται να εμφανιστούν στη διεθνή σκηνή «μετασυγκρουσιακά», με σκοπό την «ανθρωπιστική ανασυγκρότηση» του Ιράκ.

Επί της ουσίας, όμως, η Σύνοδος Κορυφής χρησιμοποιήθηκε για την αποκατάσταση της εικόνας μιας ομονοούσας Ευρώπης και την επιδίωξη ρόλου στη διεθνή σκηνή με δεδομένη για την ώρα αμερικάνικη ηγεμονία. Ετσι κι αλλιώς, τώρα δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά. Η εικόνα εμφανίζει μεγαλύτερη τη δύναμη των ΗΠΑ, στο μεταξύ τους ανταγωνισμό. Η ΕΕ, με την απόφαση των Βρυξελλών, επιβεβαιώνει, γραπτά, τη «θεμελιώδη στρατηγική προτεραιότητα» της «διατλαντικής συμμαχίας», τη συμπαράταξη της ΕΕ με τις ΗΠΑ στον παγκόσμιο «αντιτρομοκρατικό» πόλεμο, και, στα πλαίσια της «επιταγής αποκατάστασης της ενότητας» την ευτελιστική για τους ευρωπαίους δημόσια αναγνώριση του υποδεέστερου ρόλου της σε πόλεμο και ειρήνη, με την «ελπίδα» συμμετοχής στη «μετασυγκρουσιακή ανθρωπιστική ανασυγκρότηση» του Ιράκ, υπό αμερικανική κηδεμονία. Αλλωστε όπως εξελίχτηκαν τώρα τα πράγματα, για την ώρα δεν μπορούν να διεκδικήσουν κομμάτι της λείας με διαφορετικό τρόπο.

Η επίσημη δικαιολογία, αφορούσε στο ότι «η Ευρώπη ακόμη δημιουργείται» (Κ. Σημίτης) όσον αφορά την εξωτερική πολιτική και την «κοινή ευρωπαϊκή πολιτική άμυνας και ασφάλειας» (ΚΕΠΑΑ). Περί αυτού, με το τέλος της Συνόδου Κορυφής, ο Γερμανός καγκελάριος Γκ. Σρέντερ δήλωσε ότι «προσεχώς» η Γερμανία, η Γαλλία και το Βέλγιο προτίθενται να «αναπτύξουν και ενισχύσουν» τη διαδικασία ΚΕΠΑΑ, μέσα από τριμερείς συναντήσεις, με ανάλογη «ανάπτυξη της στρατιωτικής βιομηχανίας» στα πλαίσια του δικαιώματος ξεχωριστών «συνεργασιών» που παρέχεται από τις κοινοτικές συνθήκες. Περί αυτού ο Κ. Σημίτης, ερωτηθείς, δήλωσε ότι «πολιτικές ενισχυμένης συνεργασίας είναι υπό συζήτηση» και αφορούν «σημεία διαμόρφωσης της μελλοντικής Ευρώπης». Για τον Κ. Σημίτη «η ΟΝΕ είναι ένα παράδειγμα, αφού συμμετέχουν 12 από τα 15 κράτη - μέλη».

Ευρωπαϊκή οικονομία και φάμπρικα του πολέμου

Η δεύτερη μέρα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ασχολήθηκε με την προκαθορισμένη «ατζέντα της Λισαβόνας» που αφορά ένα «στρατηγικό» σχέδιο για τη «δεκαετία» 2000-2010, κατά την οποία πρέπει να «ολοκληρωθεί» η «ευελιξία» της αγοράς εργασίας στην ΕΕ και ο «εκσυγχρονισμός του κοινωνικού μοντέλου», δηλαδή οι επιταγές της ΟΝΕ του Μάαστριχτ για την «αναδιάρθρωση» του κεφαλαίου και την «προσαρμογή» της εκμετάλλευσης της μισθωτής εργασίας με ολοένα εντεινόμενους ρυθμούς. Αυτή εξάλλου ήταν και η τυπική αφορμή για τη σύγκλιση της Συνόδου Κορυφής.

Σύμφωνα με τις αποφάσεις των Βρυξελλών, «χρειάζονται» προσπάθειες για τη βελτίωση του γενικού επιχειρηματικού κλίματος (...). Προέχει επίσης να προωθηθεί η επιχειρηματική νοοτροπία παρέχοντας κίνητρα στα μεμονωμένα άτομα και προτρέποντας το κοινωνικό σύνολο να εκτιμά την επιχειρηματική επιτυχία» (!!!). Ζητείται «μεγαλύτερη μείωση των κρατικών ενισχύσεων» και «καλούνται τα κράτη - μέλη να καθορίσουν τις προσήκουσες γενικές προϋποθέσεις για να παρακινηθούν οι ιδιωτικές επενδύσεις σε ενεργειακές υποδομές».

Οσον αφορά στον «εκσυγχρονισμό του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου» απαιτείται «οι αγορές εργασίας της ΕΕ να ανοίξουν περισσότερο, και να είναι συνάμα πιο ευπροσάρμοστες στις οικονομικές συνθήκες», ώστε με «νέα τριετή προοπτική» να καταστεί «συμφέρουσα η εργασία». Απαιτείται «βελτίωση των συστημάτων διαμόρφωσης μισθών και ημερομισθίων, ούτως ώστε να λαμβάνουν υπόψη τη σχέση μεταξύ μισθών, σταθερότητας τιμών, παραγωγικότητας, επιπέδων κατάρτισης και συνθηκών της αγοράς εργασίας και εκσυγχρονισμό της εργατικής νομοθεσίας, λαμβανομένης υπόψην της ανάγκης για ευελιξία αλλά και ασφάλεια». Διατάσσεται «βελτίωση της κινητικότητας του εργατικού δυναμικού». Και επιβάλλεται εργασία διά βίου χωρίς σύνταξη, αφού παρακινούνται τα κράτη - μέλη να διατηρήσουν το ρυθμό πορείας της μεταρρύθμισης των εθνικών αγορών εργασίας με εστίαση στην «αύξηση της προσφοράς εργατικού δυναμικού, ιδίως μεταξύ ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας, γυναικών, μεταναστών και νέων. Ενθάρρυνση της παραμονής στον ενεργό πληθυσμό, με αποτρεπτικά μέτρα κατά της παροχής κινήτρων πρόωρης αποχώρησης».

Ο πόλεμος είναι προνομιούχα κατάσταση έκτακτης ανάγκης για το κεφάλαιο. Σύμφωνα με τις αποφάσεις των Βρυξελλών η επιβράδυνση της οικονομίας έχει διαρκέσει περισσότερο από το αναμενόμενο, οι δε προοπτικές σκιάζονται από οικονομικές αβεβαιότητες και παγκόσμιους πολιτικούς κινδύνους. Για τη φάμπρικα του πολέμου κάθε εργαζόμενος επιτάσσεται στις «έκτακτες ανάγκες». Ο μιλιταρισμός της «παγκοσμιοποίησης» επιβάλλει νέες «θυσίες», πολύ περισσότερο που η ευρωπαϊκή οικονομία αντιμετώπιζε δυσχέρειες ήδη από καιρό, ανεξάρτητα από την πολεμική επιβάρυνση. Οι «στόχοι της Λισαβόνας» μετατρέπονται σε πολεμικούς στόχους, προς δύο τουλάχιστον κατευθύνσεις: την απειλή απωλειών από τη ρήξη με τις ΗΠΑ και τη μείωση των αναμενόμενων ωφελειών από τη διεύρυνση της ΕΕ προς δέκα νέες χώρες.

Για το πρώτο ο επίτροπος Κρ. Πάτεν υπογράμμισε ότι «θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι τα πράγματα που θέλουμε, έχουμε μεγαλύτερες πιθανότητες να τα πετύχουμε, αν συνεργαστούμε με τις ΗΠΑ».

Για τη διεύρυνση οι αποφάσεις των Βρυξελλών επισημαίνουν δύο πράγματα:

1) «η διεύρυνση αυξάνει τις δυνατότητες οικονομικής μεγέθυνσης»,

2) «θα πρέπει να στηριχθούμε στις αξίες που συνιστούν το υπόβαθρο της διαδικασίας της Λισαβόνας». Γιατί όπως ομολογεί κυνικά η απόφαση των Βρυξελλών, «δείχνοντας πολιτική βούληση για την επίτευξη των στόχων της Λισαβόνας, βελτιώνουμε τις γενικές συνθήκες ώστε ο ιδιωτικός τομέας να αναπτυχθεί και να ωφεληθεί από τη διευρυμένη ενιαία αγορά».


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ