Τα βιβλία του ΤΑΠ αποτελούν το απόσταγμα της αρχαιολογικής επιστημονικής δραστηριότητας, το οποίο πέρυσι συγκέντρωσε 18 τίτλους (μελέτες, κατάλογοι εκθέσεων, οδηγοί αρχαιολογικών χώρων, μονογραφίες, συμπεράσματα συνεδρίων, «Χρονικά» του «Αρχαιολογικού Δελτίου»). «Το Ταμείο», τόνισε ο Γιάννης Σαβαλάνος, «ανταποκρίνεται στο υλικό που έρχεται. Το πρόβλημα είναι ο αριθμός του υλικού που στέλνουν οι συγγραφείς». Από τις περσινές εκδόσεις αναφέρουμε τις μελέτες του αρχαιολόγου Ηλία Πετρόπουλου «Τα εργαστήρια των ρωμαϊκών λυχναριών της Πάτρας και το Λυχνομαντείο» και του αρχιτέκτονα Μιλτιάδη Πολυβίου «Το καθολικό της Μονής Ξηροποτάμου», τους καταλόγους εκθέσεων «Εγχάρακτη και εμφυαλωμένη Κεραμεική», «Εικόνες του Πάθους», «Το Αιγαίον των Νομισμάτων» και ακόμα έξι νέοι οδηγοί, αλλά και η μονογραφία του αρχιτέκτονα, Αλ. Παπανικολάου «Μαθηματικά, Μουσική, Αρχιτεκτονική στην Αρχαία Ελλάδα».
Τα «Χρονικά», όμως αποτελούν το μελανό σημείο στο άλμα του ΤΑΠ, αν και αυτά συνοψίζουν όλο το επιστημονικό έργο και τα πεπραγμένα των Εφορειών. Ο «πατριάρxης των εκδόσεων του ΤΑΠ», όπως χαρακτήρισε τα «Χρονικά» ο καθηγητής Βυζαντινής Αρχαιολογίας κ. Βοκοτόπουλος, εξακολουθούν να εκδίδονται με καθυστέρηση. Πέρυσι κυκλοφόρησαν δύο τεύχη του τόμου 49 του 1994. Ο κ. Βοκοτόπουλος παρατήρησε ότι οι Εφορείες Αρχαιοτήτων ολιγωρούν στην εκπλήρωση αυτής της επιστημονικής αλλά και υπηρεσιακής υποχρέωσης και ότι υπάρχουν Εφορείες που επί πολλά χρόνια απουσιάζουν από τα «Χρονικά». Φαινόμενο που έχει επισημανθεί προ πολλών χρόνων και οφείλεται στην ολιγωρία όσων υποχρεούνται στη συγγραφή των πεπραγμένων και σχετίζεται με τη σύσταση της Υπηρεσίας, αφού λιγοστοί αρχαιολόγοι οφείλουν να καλύψουν διοικητικές και επιστημονικές ανάγκες.