Σάββατο 21 Ιούνη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 29
ΠΑΙΔΕΙΑ
«Δάκρυα» και Παιδεία

Τα ανησυχητικά μηνύματα συσσωρεύονται. Αυτό το διαπιστώνουν και το παραδέχονται όλοι, γιατί ακόμα κι εκείνοι που θα ήθελαν να αποκρύψουν αλήθειες οδυνηρές, δεν μπορούν να το κάνουν, αν η ίδια η πραγματικότητα επιβάλλεται σαρωτικά. Μετά από τη διαπίστωση, όμως, πρέπει να ακολουθήσει η αναζήτηση των αιτιών και μέσα απ' αυτή η αντιμετώπισή τους, ώστε το αποτέλεσμα να είναι η λύση του προβλήματος και όχι η διαιώνισή του.

Υπάρχουν προβλήματα με τις αναγνωστικές ικανότητες των νέων. Αυτό είναι το πόρισμα του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) μιλώντας για τα 27 κράτη - μέλη του και προσδιορίζοντας την ηλικία των 15 ετών.

Δεν είναι καθόλου περίεργο οι οικονομολόγοι του ΟΟΣΑ να ασχολούνται με το επίπεδο παιδείας των χωρών - μελών του οργανισμού αυτού (δηλαδή των πιο αναπτυγμένων κρατών του κόσμου), διότι τα επίπεδα εκπαίδευσης συνδέονται οργανικά με την αγορά εργασίας στο καπιταλιστικό σύστημα. Ανησυχούν για λόγους οικονομικούς και όχι ανθρωποκεντρικούς, εννοείται. Οι ανάγκες της ολοκλήρωσης της «αγοράς» υπαγορεύουν την πορεία του εκπαιδευτικού συστήματος και όχι το ιδανικό της ολοκλήρωσης του ανθρώπου μέσα από τη γενική μόρφωσή του.

Υπάρχει λόγος, λοιπόν, να ανησυχούν, διότι οι αναγνωστικές δεξιότητες είναι πιο σημαντικές από ποτέ στην οικονομική και κοινωνική αλληλεπίδραση, όπως ομολογούν οι ίδιοι. Το ίδιο το κοινωνικοοικονομικό σύστημά τους δημιουργεί τα αρνητικά φαινόμενα, που δεν τα θέλουν να ξεπερνούν κάποιο όριο, το όριο του κινδύνου για την ίδια την ύπαρξή τους ως σύστημα. Χρειάζονται την κοινωνική ανισότητα, αλλά όχι στο βαθμό που τους έρχεται μπούμερανγκ το ίδιο το «δημιούργημά» τους. Χρειάζονται την αμορφωσιά, αλλά όχι απόλυτα και για όλους, γιατί πώς και από ποιους θα κινείται ο μηχανισμός τους, απαραίτητος για την επιβίωση του άνισου και άδικου συστήματός τους; Αρα χρειάζονται έρευνες και ενδεχομένως μέτρα διορθωτικά για τις μεταβαλλόμενες ανάγκες. Χρειάζονται αναπροσαρμογές και μεταρρυθμίσεις, για να πεταχτούν σαν η τρίχα από το ζυμάρι οι εκάστοτε «περιττοί και άχρηστοι» σχηματίζοντας τεράστιες εφεδρικές στρατιές ανέργων και απασχολήσιμων και η τακτική αυτή συγκαλύπτεται κάθε φορά με άλλες εκσυγχρονιστικές εξωραϊστικές ορολογίες και ιδεολογήματα.

Μια, επίσης, πρόσφατη έρευνα του ίδιου οργανισμού ήρθε να επιβεβαιώσει την αρνητική τάση, που ήδη είχε επισημανθεί: ότι δηλαδή ακόμα και σε χώρες, όπου υπάρχει γενικότερα υψηλό επίπεδο γραμματικής επάρκειας, πολλοί δεκαπεντάχρονοι στερούνται ακόμα και των πιο απαραίτητων γραμματικών γνώσεων.

Ο ΟΟΣΑ, μένοντας βεβαίως στην επιφάνεια του προβλήματος, αν και γνωρίζοντας καλά τα αίτια, προσπαθεί να μας πείσει ότι οι πηγές του βρίσκονται στο σύστημα εκπαίδευσης και επιμόρφωσης του διδακτικού προσωπικού «ξεκόβοντάς» το από το ίδιο το οικονομικό σύστημα, του οποίου είναι η οργανική έκφραση και εντολοδόχος του.

Εχει αποδειχτεί ότι τα άτομα που έχουν προοπτική και μπορούν να προγραμματίζουν το μέλλον τους, είναι πολύ καλύτεροι δέκτες γνώσεων. Το μέλλον, όμως, για τη μεγάλη πλειοψηφία, ιδιαίτερα των νέων ανθρώπων, είναι αβέβαιο και σε όλο και περισσότερες περιπτώσεις μέχρι και ανύπαρκτο. Γι' αυτό, ένα καπιταλιστικό κράτος εκπαιδεύει, ανάλογα με τις ανάγκες του, μια αφρόκρεμα για να στελεχώσει το μηχανισμό του, στο βαθμό που το χρειάζεται κάθε φορά και περνάει το κλείσιμο της πόρτας των δυνατοτήτων στη ζωή για τους πολλούς, μέσα από το «εκπαιδευτικό» σύστημα. Επομένως, περισσότερο απ' ό,τι θέλει να παραδεχτεί ανοιχτά τουλάχιστον, εισάγει το σχεδιασμό στην «ελεύθερη» αγορά του. Η «άναρχη» λειτουργία των οικονομικών νομοτελειών της καπιταλιστικής αγοράς το βάζει μπροστά σε αποτελέσματα ανεπιθύμητα και πολλές φορές ανεξέλεγκτα. Οσο χειροτερεύει η κατάσταση, τόσο πληθαίνουν οι δηλώσεις και οι ανακοινώσεις από την επίσημη πλευρά, που εκφράζουν «ανησυχία» για την κατάσταση, την οποία οι ίδιοι (συν)δημιουργούν. Η ανησυχία αυτή, βέβαια, εκφράζει περισσότερο το φόβο τους για τους κοινωνικούς κραδασμούς που είναι η αναπόφευκτη συνέπεια. Ετσι, η αυξανόμενη τάση να μη διαβάζουν και μαζί μ' αυτό, η βαθμιαία μείωση εγκεφαλικών ικανοτήτων που συνάπτονται λειτουργιών, όπως η συγκέντρωση, σκέψη, κρίση, σύνθεση κλπ. δηλαδή βασικές λειτουργίες που ξεχωρίζουν τον άνθρωπο από το ζώο, προκαλεί πονοκέφαλο ακόμα σ' αυτούς που τη δημιουργούν. Διότι, αν πάρει μεγαλύτερες διαστάσεις, θα ροκανίζονται σιγά σιγά είτε έμμεσα είτε άμεσα τα ίδια τα θεμέλια του συστήματος.

Ετσι, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισαβόνας είχε διαπιστώσει ορθά: «Τα βιβλία είναι το ζενίθ των επιτεύξεων της γνώσης γραφής και ανάγνωσης, της επιμόρφωσης και της γνώσης όλων των κατηγοριών: Εξειδικευμένα και γενικά, επίσημα και ανεπίσημα είτε απευθύνονται σε ενήλικες είτε σε παιδιά. Τα βιβλία παρέχουν τη βάση των δεξιοτήτων ανάγνωσης, απορίας, κατανόησης και ατομικής βελτίωσης. Τα βιβλία θεμελιώνουν και μεταδίδουν τον πολιτισμό, τις επιστήμες και την ιστορία της Ευρώπης και της ευρωπαϊκής ταυτότητας μέσω του γραπτού λόγου».

Και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Βιβλιοπωλών, η κ. Ντόρις Στόκμαν στη Συνδιάσκεψη των Βιβλιοπωλών, που έγινε τον περασμένο Απρίλη υπό την αιγίδα του υπουργείου Πολιτισμού και που είχε τίτλο «Υπάρχει ευρωπαϊκό βιβλίο; Βιβλίο και βιβλιογραφία στην ΕΕ μετά τη διεύρυνση» είπε ανάμεσα σ' άλλα και τα εξής: «...η γνώση γραφής και ανάγνωσης αποτελεί αδιαμφισβήτητα το πρώτο βήμα για τη βελτίωση των δεξιοτήτων μάθησης. Η ικανότητα ανάγνωσης αποτελεί προϋπόθεση εργασίας και κοινωνικής ένταξης καθώς και στοιχείο για να αναπτύξουμε τις χώρες μας».

Η ομιλία αυτή, άλλωστε, έμεινε κατά τ' άλλα στην εμπορική πλευρά. Ο αναγνώστης αντιμετωπίζεται σαν πελάτης - αγοραστής των επιχειρήσεων που πωλούν βιβλία, όπως προκύπτει ρητώς από τα εξής λόγια της κ. Στόκμαν: «Για να εξελιχθούν και να επιβιώσουν οι επιχειρήσεις μας, θα πρέπει να έχουμε πάντοτε υπόψη μας ότι ο πελάτης και οι ανάγκες του είναι ο στόχος των παρεχόμενων υπηρεσιών....» και κλείνοντας: «Αν υπάρχουν αναγνώστες, υπάρχει μέλλον στο βιβλίο».

Ο «πελάτης και οι ανάγκες του» είναι, βέβαια, έννοιες που προσφέρονται για κάθε ερμηνεία.

Αναζητώντας τον αναγνώστη

Ανησυχίες για την αποστροφή του γραπτού λόγου εκφράζονται και στο κείμενο, που δόθηκε στους μαθητές στις φετινές πανελλαδικές εξετάσεις στο μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας Γενικής Παιδείας. Παρ' όλες τις κάποιες σωστές διαπιστώσεις, αποφεύγεται και εδώ η ενασχόληση με την ουσία, που θα υποχρέωνε τον καθένα να πάρει θέση. Αντίθετα, το κείμενο μένει στη στερεότυπη δήθεν αντιπαράθεση τηλεόραση (κακό) - βιβλίο (καλό). Δηλαδή, στο επίπεδο του μέσου και όχι του περιεχομένου. Η μεγάλη κατηγορούμενη, η τηλεόραση «έχει επιβάλει μια ριζικά διαφορετική αίσθηση του χρόνου», «η μονοκρατορία του χρώματος και της φωτογραφίας εξακοντίζει στο περιθώριο το γραπτό λόγο και υποθηκεύει την ανάγνωση» και το ζάπινγκ και η ευκολία των έγχρωμων εικόνων κάνουν το παιδί πια να βαριέται τον κόπο της μελέτης. Αντίθετα, «το βιβλίο αποτελεί βασικό μέσο για την αγωγή», «η ενασχόληση με το βιβλίο συνιστά δημιουργική αξιοποίηση του χρόνου».

Ζητείται από τους μαθητές να προβληματίζονται μονάχα με ορισμένα φαινόμενα στην άκρη μιας εκφυλιστικής αλυσίδας, στην κορυφή του παγόβουνου. Η λογική συνέπεια ενός τέτοιου κατευθυνόμενου προβληματισμού θα ήταν η ουτοπική απαίτηση να διωχτεί η τηλεόραση από τη ζωή μας, ή να την κλείσουμε και έληξε η υπόθεση. Δεν αμφιβάλλουμε ότι το διάβασμα σαν τέτοια, ακόμα και του πιο εύκολου βιβλίου, απαιτεί μεγαλύτερη εγκεφαλική δραστηριοποίηση από το κοίταγμα τηλεοπτικών εικόνων. Ομως, αν το περιεχόμενο ενός βιβλίου είναι κακό, σαχλό, διεστραμμένο ή με οποιοδήποτε τρόπο αρνητικό (τέτοια βιβλία είναι πολλά, όλο και περισσότερα ), αλλά ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα είναι καλό, πλούσιο, ενημερωτικό ή με οποιοδήποτε τρόπο θετικό (σπάνιο έως ανύπαρκτο), ποιο από τα δύο είναι προτιμότερο για την αγωγή ενός παιδιού;

Το θέτουμε το ερώτημα για να καταστήσουμε σαφές ότι το πρόβλημα δε βρίσκεται στο μέσο, αλλά στο περιεχόμενο που προσφέρει. Οι μπαφιασμένοι μαθητές, που έρχονται από το σπίτι τηλεκατευθυνόμενοι με σαβούρα και σάχλα, υφίστανται μέσα από τα σχολικά βιβλία, τα θέματα των εκθέσεων και τον τρόπο που καθοδηγείται η αντιμετώπισή τους, άλλη μια πλύση, έναν ιδεολογικό έλεγχο εγκεφάλου, αυτή τη φορά όχι τηλε - αλλά βιβλιοκατευθυνόμενο.

Και εδώ η απάντηση δεν είναι το διώξιμο ενός νέου μέσου και η διατήρηση του παλαιότερου, αλλά με περιεχόμενο που αποβλακώνει. Δεν είναι η τηλεόραση που αποβλακώνει, αλλά αυτό που σερβίρει. Η απάντηση είναι η αξιοποίηση όλων των μέσων επικοινωνίας, με περιεχόμενο, όμως, που εξανθρωπίζει τον άνθρωπο.


της
Αννεκε ΙΩΑΝΝΑΤΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ