Γιατί το γραφείο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Αθήνα να ενδιαφερθεί για μια φοιτητική διπλωματική εργασία;
Σε αυτό το πλαίσιο κινείται και η αρχιτεκτονική μελέτη για το «Πολιτιστικό Κέντρο συνεργασίας και επικοινωνίας των λαών της Ευρώπης», που παρουσιάστηκε την προηγούμενη βδομάδα στο γραφείο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην Αθήνα, από τους ευρωβουλευτές, Μυρσίνη Ζορμπά (ΠΑΣΟΚ) και Κωστή Χατζιδάκη (ΝΔ). Για όσους δεν έχουν ψευδαισθήσεις για την πολιτική διαχείρισης του καπιταλισμού από τη σοσιαλδημοκρατία, αυτή η κοινή παρουσία των ευρωβουλευτών των δύο κομμάτων - τα οποία, κατά τα άλλα, «σφάζονται» εν όψει εκλογών - στο συγκεκριμένο θέμα, αποτελεί μια ακόμη - σημειολογικού τύπου - απόδειξη, για τις «εκλεκτικές» ιδεολογικές τους «συγγένειες». Ο «ευρωπαϊκός προσανατολισμός» είναι διακηρυγμένος από το δικομματισμό - και όχι μόνο, αλλά αυτό δεν είναι του παρόντος - και τέτοιου είδους «συνευρέσεις» απλώς τον επικυρώνουν. Οπως επικυρώνεται και στο Ευρωκοινοβούλιο με κάθε ευκαιρία, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την υπερψήφιση από τους ευρωβουλευτές και των δύο κομμάτων της εισήγησης για τις «πολιτιστικές βιομηχανίες», η οποία παρουσιάστηκε, παρεμπιπτόντως, πάλι από την Μ. Ζορμπά. Ας επανέλθουμε όμως στη μελέτη.
Η εργασία, σύμφωνα με την πρόσκληση στην παρουσίαση, «αφορά το σχεδιασμό ενός πολυπολιτισμικού κέντρου που θα ερευνά και θα προβάλλει πλευρές του ευρωπαϊκού πολιτισμού, προσπαθώντας να αναδείξει τα σημεία επαφής των επιμέρους πολιτισμών. Η εργασία δεν περιορίζεται στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, αλλά προσπαθεί να διατυπώσει το λειτουργικό πρόγραμμα του κέντρου όπως και τον τύπο του οργανισμού που θα το υποστηρίζει». Οι ίδιοι οι αρχιτέκτονες παρουσιάζουν τη δουλιά τους ως εξής (αποσπάσματα): «Το θέμα κινήθηκε πάνω σε ένα ευρύτερο προβληματισμό μας για τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό του δημόσιου χώρου σε μια εποχή όπου η συνύπαρξη μεταξύ πολιτισμών όχι μόνο εμφανίζεται αναγκαία, αλλά μπορεί να αποβεί εργαλείο για δημιουργική συνεργασία, να γίνει κίνητρο για δράση, να ενεργοποιήσει το ενδιαφέρον για τη δημόσια ζωή. Προνομιακή περιοχή για την εφαρμογή αυτού του προβληματισμού είναι η συγκρότηση μιας ευρωπαϊκής κοινότητας πολιτών και πολιτισμών, ενός νέου θεσμού που αναζητά να προσδιορίσει την ταυτότητά του και επιθυμεί τη διακρατική συμμετοχή των πολιτών. Για τον αρχιτέκτονα το ενδιαφέρον συγκεντρώνεται στο σχεδιασμό του δημόσιου χώρου που θα υποδεχτεί τις λειτουργίες και θα διαμορφώσει την αντίληψη των πολιτών για το συγκεκριμένο θεσμό. Προσπαθήσαμε, στα πλαίσια της εργασίας μας να καθορίσουμε τα κατάλληλα αρχιτεκτονικά εργαλεία και μέσα που θα διευκολύνουν την επίτευξη των στόχων μας. Ευρύτερος στόχος της πρότασης είναι η ένταξη του συγκροτήματος που σχεδιάστηκε σε ένα δίκτυο πολιτιστικών χώρων σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, ώστε να διευκολύνεται η ανταλλαγή ιδεών και πληροφορίας καθώς και η συγκρότηση μιας νέας συλλογικότητας και συνεργασίας των πολιτών» (οι υπογραμμίσεις δικές μας).
Είναι ολοφάνερο ότι η μελέτη επιχειρεί να υλοποιήσει - απτά, αρχιτεκτονικά πλέον - το ιδεολόγημα της ΕΕ περί «ευρωπαϊκής ταυτότητας» και μάλιστα με όρους «διαμόρφωσης της αντίληψης των πολιτών για το συγκεκριμένο θεσμό», δηλαδή για την ίδια την ΕΕ. Η «συνύπαρξη μεταξύ πολιτισμών» μόνο έτσι μπορεί να νοείται για τη μελέτη και βέβαια για την ΕΕ. Επιπλέον, η ΕΕ εμφανίζεται ως «προνομιακή περιοχή» για την «πολιτισμική συνύπαρξη», κάτι που μπορεί να ερμηνευτεί και ως μια περισσότερο «κομψή» διατύπωση του βασικού στόχου της ίδιας της ΕΕ, για ενίσχυση εκείνων των «κομματιών» του πολιτισμού, που αναδεικνύουν ή εντάσσονται ευθέως στις οικονομικές και πολιτικές επιδιώξεις της. Η προοπτική της πρότασης να αποτελέσει ένα «δίκτυο πολιτιστικών χώρων σε διάφορες χώρες της Ευρώπης», δηλαδή να δημιουργηθούν ανάλογα κέντρα παντού, δεν μπορεί παρά να αποτελεί έναν ακόμη τρόπο «διάχυσης» της ευρωενωσιακής πολιτικής στα κράτη - μέλη, κυρίως προς «ανατολάς». Το τελευταίο δεν αναφέρεται συγκεκριμένα, αλλά η ΕΕ έχει συγκεκριμένους σχεδιασμούς για τα νέα μέλη της.
Το «Πολιτιστικό Κέντρο συνεργασίας και επικοινωνίας των λαών της Ευρώπης» θα διαθέτει - σε μελετητικό στάδιο φυσικά - από βιβλιοθήκη και συναυλιακούς χώρους, μέχρι παιδικό σταθμό. Φυσικά, η βιβλιοθήκη θα περιέχει και «τα αρχεία από την ευρωπαϊκή πολιτική για τον πολιτισμό και τα αποτελέσματα των ερευνών και των προγραμμάτων που έχουν χρηματοδοτηθεί από την ΕΕ για τον πολιτισμό». Η χωροθέτησή του δίπλα στο «Γκάζι», στη συμβολή της Ιεράς Οδού με την Πειραιώς λαμβάνει υπόψη του «ότι το τμήμα της Ιεράς Οδού που εφάπτεται στο κέντρο μας ανασκάπτεται, για να αποκαλύψει την αρχαία Ιερά Οδό. Η περιοχή προσφέρεται για να αναπτυχθεί ένας πεζόδρομος που στις παρυφές θα ορίζεται από τα τμήματα του κέντρου μας και που θα φιλοξενήσει τη ζωή και τον τρόπο λειτουργίας που οραματιζόμαστε. Η πόλη θα είναι παρούσα στον πεζόδρομο, μια και η μία πλευρά του εφάπτεται με τα κτίρια της πόλης και τροφοδοτείται από αυτήν».
Θυμίζουμε ότι η ευρύτερη περιοχή της χωροθέτησης του κέντρου, «ορίζεται» από το γνωστό «Γκαζοχώρι», το οποίο απειλείται με «ξήλωμα», αφού δεν «ταιριάζει» με τη «νέα» αισθητική του κέντρου της Αθήνας, καθώς και με παραγωγικές δραστηριότητες, οι οποίες επίσης δεν «ταιριάζουν» με αυτή την αισθητική, όπως δεν ταίριαζαν οι βιοτεχνίες στου Ψυρρή που μετατράπηκαν σε «γκλάμουρ» «μεζεδοπωλεία». Το σκεπτικό της χωροθέτησης δεν αγγίζει αυτές τις παραμέτρους, αλλά «βλέπει» εκείνη την περιοχή της Πειραιώς με τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίζεται συνολικά το ευρύτερο κέντρο της Αθήνας, δηλαδή - δε θα κουραστούμε να το θυμίζουμε - με τον τρόπο που κατάγγελλε ο Λεων. Αυδής: με το «μοντέλο της Βηρυτού» - «απαστράπτον κέντρο» με ιλιγγιώδη αξία γης και «γκετοποίηση» της περιφέρειας, όπου και θα «μετακομίσουν» όσες από τις παραδοσιακές παραγωγικές δραστηριότητες επιζήσουν.
Το «Πολιτιστικό Κέντρο συνεργασίας και επικοινωνίας των λαών της Ευρώπης» δεν είναι - αντικειμενικά - παρά η «κιβωτός» της αντιδραστικής αντίληψης για τον πολιτισμό της ΕΕ. Και φαίνεται όμως πως οι ντόπιοι «απολογητές» της ΕΕ βιάζονται να «στεγάσουν» την «ευρωπαϊκή ταυτότητα», έστω σε επίπεδο μελετών, αφού, ως ιδεολόγημα, θα παραμείνει μόνο «ευσεβής» πόθος τους...