Σάββατο 6 Μάρτη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 31
ΗΜΕΡΟΔΡΟΜΟΣ

Δε λυγάνε τα ξεράδια

και πονάνε τα ρημάδια!

Κούτσα μια και κούτσα δυο

της ζωής το ρημαδιό!

***

Μεροδούλι, ξενοδούλι!

Δέρναν ούλοι: αφέντες, δούλοι

ούλοι: δούλοι, αφεντικό

και μ' αφήναν νηστικό.

***

Τα παιδιά, τα καλοπαίδια,

παραβγαίνανε στην παίδεια

με κοτρόνια στα ψαχνά,

φούχτες μύγα στ' αχαμνά!

***

Ανωχώρι, Κατωχώρι,

ανηφόρι, κατηφόρι

και με κάμα και βροχή,

ώσπου μου 'βγαινε η ψυχή.

***

Είκοσι χρονώ γομάρι

σήκωσα όλο το νταμάρι

κ' έχτισα στην εμπασιά

του χωριού την εκκλησιά.

***

Και ζευγάρι με το βόδι

(άλλο μπόι κι άλλο πόδι)

όργωνα στα ρέματα

τ' αφεντός τα στρέμματα.

***

Και στον πόλεμ' «όλα για όλα»

κουβαλούσα πολυβόλα

να σκοτώνονται οι λαοί

για τ' αφέντη το φαΐ.

***

Και γι' αυτόνε τον ερίφη

εκουβάλησα τη νύφη

και την προίκα της βουνό,

την τιμή της ουρανό!

***

Αλλ' εμένα σε μια σφήνα

μ' έδεναν το Μάη μήνα

στο χωράφι το γυμνό

να γκαρίζω, να θρηνώ.

***

Κι ο παπάς με την κοιλιά του

μ' έπαιρνε για τη δουλιά του

και μου μίλαε κουνιστός:

- Σε καβάλησε ο Χριστός!

***

Δούλευε για να στουμπώσει

όλ' η χώρα κ' οι καμπόσοι.

Μη ρωτάς το πώς και τι,

να ζητάς την αρετή!

***

- Δε βαστάω! Θα πέσω κάπου!

- Ντράπου! τις προγόνοι ντράπου!

- Αντραλίζομαι!... Πεινώ!...

- Σουτ! Θα φας στον ουρανό!

***

Κ' έλεα: όταν μιαν ημέρα

παρασφίξουνε τα γέρα,

θα ξεκουραστώ κ' εγώ,

του θεού τ' αβασταγό!

***

Οχι ξύλο! Φόρτωμα όχι!

Θα μου δώσουνε μια κόχη,

λίγο πιόμα και σανό,

σύνταξη τόσω χρονώ!

***

Κι όταν ένα καλό βράδυ

θα τελειώσει μου το λάδι

κι αμολήσω την πνοή

(ένα πουφ! είν' η ζωή),

***

η ψυχή μου θε να δράμη

στη ζεστή αγκαλιά τ' Αβράμη,

τ' άσπρα τ' αχερένια του

να φιλάει τα γένια του!

***

Γέρασα κι ως δε φελούσα

κι αχαΐρευτος κυλούσα,

με πετάξανε μακριά

να με φάνε τα θεριά.

***

Κωλοσούρθηκα και βρίσκω

στη σπηλιά τον Αϊ Φραγκίσκο:

- «Χαίρε φως αληθινόν

και προστάτη των κτηνών!

***

Σώσε το γέρο κυρ Μέντη

απ' την αδικιά τ' αφέντη

συ που δίδαξες αρνί

τον κυρ λύκο να γενή!

***

Το σκληρόν αφέντη κάνε,

από λύκο άνθρωπο κάνε!...»

Μα με την κουβέντ' αυτή

πόρτα μου 'κλεισε κι αυτί.

***

Τότενες το μαύρο φίδι

το διπλό του το γλωσσίδι

πίσου από την αστοιβιά

βγάζει και κουνάει με βια:

***

- «Φως ζητάνε τα χαϊβάνια

κ' οι ραγιάδες απ' τα ουράνια,

μα οι θεοί κι οξαποδώ

εκεί δεν είναι παρά δω.

***

Αν το δίκιο θες, καλέ μου,

με το δίκιο του πολέμου

θα το βρεις. Οπού ποθεί

λεφτεριά, παίρνει σπαθί.

***

Μη χτυπάς τον αδερφό σου -

τον αφέντη τον κουφό σου!

Και στον ίδρο το δικό

γίνε συ το αφεντικό.

***

Χάιντε θύμα, χάιντε ψώνιο,

χάιντε Σύμβολον αιώνιο!

Αν ξυπνήσεις, μονομιάς

θα 'ρτη ανάποδα ο ντουνιάς.

***

Κοίτα! Οι άλλοι έχουν κινήσει

κ' έχ' η πλάση κοκκινίσει

κι άλλος ήλιος έχει βγει

σ' άλλη θάλασσα άλλη γη».

Η μπαλάντα του κυρ Μέντιου

του Κώστα Βάρναλη


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ