Αυτή την Κυριακή (9/1) προβάλλεται η ταινία «Η φλόγα που τρεμοσβήνει» (1963) του Λουί Μαλ, τρίτη ταινία του θεματικού κύκλου «Γιατί να διαβάζουμε τους κλασικούς;», η οποία βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Πιερ Ντριέ λα Ροσέλ. Για την ταινία, που είχε αποσπάσει το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής φεστιβάλ Βενετίας εκείνης της χρονιάς, έγραφε ο Βασίλης Ραφαηλίδης, μεταξύ άλλων: «(...) Αγχος, αγωνία, απελπισία, αυτοσαρκασμός, αδιέξοδο κι όλες οι παρεμφερείς έννοιες στις οποίες τόσο μας συνήθισε ο μοντέρνος κινηματογράφος, ξανασμίγουν στη Φλόγα που τρεμοσβήνει, μ' έναν τρόπο όμως τέλεια προσωπικό, απόλυτα ειλικρινή, σχεδόν σπαραχτικό κι ανυπόφορο, ίσως εξαιτίας των αυτοβιογραφικών στοιχείων που ο Μαλ ενσωμάτωσε στην καλύτερη μέχρι σήμερα ταινία του. Ο αλκοολικός ήρωάς του - τον υποδύεται με μία συντριπτική εσωτερική ένταση ο Μορίς Ρονέ - μόλις αποτοξινωθεί, αντίθετα απ' ό,τι θα περίμεναν οι αφελείς λογικοκρατούμενοι, γίνεται τέλεια ανίκανος ν' αντιμετωπίσει τον απογυμνωμένο κόσμο που μέχρι τότε τον έβλεπε μέσα από το μαγικό καλειδοσκόπιο των ατμών του αλκοόλ, που έπαιζε ρόλο καταλύτη στις σχέσεις του με τους ανθρώπους. Η περιπέτειά του, λοιπόν, αρχίζει εκεί που τελειώνει σ' όλες τις παρεμφερείς ηθικοπλαστικές ταινίες, δηλαδή τη στιγμή του γιατρέματος. Εδώ ακριβώς βρίσκεται και ο τραγικός πυρήνας της ιστορίας, που κάνει την ταινία τη μοναδική, ίσως, μοντέρνα τραγωδία (με την αριστοτελική έννοια) που θα απογοητεύσει οπωσδήποτε τους νυσταγμένους φιλοθεάμονες».