Κυριακή 6 Φλεβάρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Τι να γράψω!

Οπως κάθε εβδομάδα, έτσι και σήμερα, που είναι Τετάρτη, κάθισα μπροστά στον προσωπικό μου «εφιάλτη», τον ηλεκτρονικό υπολογιστή, δηλαδή, και άρχισα να σκέφτομαι τι να γράψω. Για ποιο θέμα; Να γράψω για τους αγρότες που άφησαν τα χωράφια και τα ζεστά καφενεία τους και πήραν τις Εθνικές Οδούς, τις παρακαμπτήριες, τα διάσελα και τα καταράχια για να πούνε τον πόνο τους; Να γράψω για τους παπάδες που αφήσανε τα πετραχήλια τους και τα θυμιατά πάνω στην «άγια τράπεζα» και γυρνάνε δεξιά και αριστερά δηλώνοντας και παραδηλώνοντας πως είναι αθώοι «του αίματος τούτου», λες και πρέπει να το δηλώσουν για να είναι και στην πραγματικότητα; Κι όμως ξέρουμε πως δεν είναι, και καλά θα κάνουν να ξαναπιάσουν τα θυμιατά, να φορέσουν και τα πετραχήλια για να κάνουν, έστω, αυτό για το οποίο πληρώνονται και όχι αυτό που, οι πιο πολύ από αυτούς, δεν το πιστεύουν.

Να γράψω για τους κατήδες που ξέχασαν τους όρκους τους μέσα σε πονηρά και άνομα κλειδωμένα συρτάρια και πήρανε το δρόμο «των κλεφτών και των καπεταναραίων», που λέει και το δημοτικό μας τραγούδι, αυτοί που είναι ταγμένοι να φυλάνε το νόμο, λέει, και να αποδίδουν το δίκιο, όπου χιλιάδες και χιλιάδες έχασαν τη ζωή τους στις φυλακές και στα ξερονήσια, ντουφεκισμένοι μπροστά σε αφιλόξενους τοίχους, ξεχασμένοι σε κορφές και σε χαράδρες, με το ανώφελο όπλο τους σφιγμένο ανάμεσα σε κουρασμένα γόνατα; Να γράψω για γιατρούς που διαπραγματεύονται ζωές αρρώστων δίπλα σε χειρουργικά κρεβάτια, για δασκάλους που αντί να μαθαίνουν πουλάνε; Να γράψω, αλήθεια, για εμπόρους που νοθεύουν, για στρατηγούς που χειροκροτούνε το θάνατο, για πολιτικούς που εμπορεύονται την εξουσία, για δημοσιογράφους που μαγειρεύουν την είδηση στο όνομα της ακροαματικότητας; Να γράψω για τις Ξανθιές κυρίες που χτίζουν πανάθλια πρότυπα ζωής και γλώσσας, αισθητικής και φτηνής ευφυΐας μπροστά στα περίεργα μάτια ανύποπτων και φριχτά παγιδευμένων θεατών; Να γράψω γι' αυτούς και γι' αυτές που λικνίζονται μπροστά σε πουλημένα μικρόφωνα, παριστάνοντας τραγουδιστές και ελεεινούς τροβαδούρους, με δανεικές φωνές και μορφασμούς αξιολύπητων πιθήκων, για τα τσογλάνια, αγγλιστί «χούλιγκαν», που προπηλακίζονται έξω από τα γήπεδα, διαλαλώντας το ανυπέρβλητο κάλλος του αθλητικού μας πολιτισμού;

Να γράψω για τις ελληνικές αρχαιότητες που παίρνουν κι αυτές, όπου να 'ναι, το δρόμο για τον πάγκο της παγκόσμιας λαϊκής αγοράς, όσες, φυσικά, δε στενάζουν αζήτητες και ξεχασμένες μέσα στην πολύχρωμη ελληνική χλωρίδα, θύματα κι αυτές του εφιάλτη της ανταγωνιστικότητας, μια και δεν είναι σε θέση να τον αντέξουν, γιατί άλλο να βάζεις γκολ και άλλο να βγάζεις μέσα από τη γη αγάλματα και αγγεία!

Κι έτσι που αναρωτιόμουνα και έψαχνα απελπισμένος να βρω ένα θέμα και να γεμίσω την κυριακάτικη στήλη μου, πέρασε η ιδέα από το μυαλό μου: να μη γράψω για τίποτε. Να σωπάσω, δηλαδή. Να κλείσω τον ηλεκτρονικό μου σύντροφο και να ξαπλωθώ στη μαλακή πολυθρόνα μου μπροστά στο εφιαλτικό μάτι του τηλεοπτικού μου Πολύφημου. Ν' ανοίξω και την αθλητική μου εφημερίδα, να γεμίσω και το προσωπικό μου μπολ με ζεστά «ξηροκάρπια», που λέει και μια διαφήμιση, το κρυστάλλινο, προσωπικό μου ποτήρι με το νοθευμένο, προσωπικό μου ουίσκι και να ησυχάσω. Να ονειρευτώ τον παράδεισο μιας ζωής που δεν κατάφερα να τη ζήσω, όπως την ονειρεύτηκα. Να ησυχάσω και γω σαν τον ιδανικό και ανάξιο εραστή του Νίκου του Καββαδία. Μα φώναξα, με όση δύναμη μου απόμεινε ΟΧΙ. Και θυμήθηκα ακόμα μια φορά το παράπονο του Γκερέμ «Αν δεν καώ εγώ, αν δεν καείς εσύ», ή κάπως έτσι. Οχι.


Του
Γιώργου ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ