Κυριακή 29 Μάη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 14
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΟΤΕ
Λαιμητόμος για τα εργατικά δικαιώματα

Κατάργηση της μονιμότητας, γενίκευση των ελαστικών σχέσεων εργασίας, τεράστια επιβάρυνση των ασφαλιστικών ταμείων, δραματική μείωση του προσωπικού κατά 40%, ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων θα είναι τα άμεσα αποτελέσματα της αντεργατικής συνολικής συμφωνίας της συμβιβασμένης πλειοψηφίας (ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ) στην ηγεσία της Ομοσπονδίας Εργαζομένων (ΟΜΕ - ΟΤΕ) με τη διοίκηση του ΟΤΕ. Συμφωνία που έγινε, με στόχο τη διευκόλυνση της παραπέρα ιδιωτικοποίησης του ΟΤΕ, στο όνομα της ενίσχυσης του ανταγωνισμού, δηλαδή της αύξησης της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Επίσης, μια συμφωνία που αποτελεί τον πιλότο, για ανάλογες αντεργατικές σκληρές ρυθμίσεις στον υπόλοιπο ευρύτερο δημόσιο και πρώην δημόσιο τομέα, και όχι μόνο.

Μέρος αυτής της συμφωνίας αποτελεί η Επιχειρησιακή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας που υπογράφτηκε την περασμένη Τετάρτη. Η Σύμβαση ντροπής καταργεί το δικαίωμα στη μόνιμη και σταθερή εργασία, στο σταθερό και αξιοπρεπή μισθό για τους νεοπροσλαμβανόμενους στον ΟΤΕ. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 1 ορίζει ότι «το προσωπικό προσλαμβάνεται ...με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου». Ετσι, ενισχύεται η ασυδοσία της εργοδοσίας που μπορεί στο εξής να προσλαμβάνει και να απολύει κατά βούληση. Ταυτόχρονα, προβλέπεται η γενίκευση των ελαστικών σχέσεων εργασίας, αφού δίνεται η δυνατότητα στον ΟΤΕ «να προσλαμβάνει έκτακτο προσωπικό, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου».

Ικανοποιείται πλήρως η απαίτηση της εργοδοσίας, όπως αυτή είχε διατυπωθεί από τον ίδιο τον πρόεδρο του ΟΤΕ, Π. Βουρλούμη, σε εσωτερικό έγγραφο της επιχείρησης (4 Οκτωβρίου 2004): «Χρειάζεται άμεσα η καθιέρωση ενός ευέλικτου συστήματος προσλήψεων, αμοιβών και επαγγελματικής εξέλιξης του προσωπικού, ώστε να μπορεί η επιχείρηση να λειτουργεί με τους κανόνες της αγοράς». Το τι κερδίζει η εργοδοσία από την κατάργηση της μονιμότητας το λέει καθαρά η ίδια η διοίκηση του ΟΤΕ σε άλλο έγγραφό της (27 Δεκέμβρη 2004) όπου παρουσιάζεται το σχέδιο μείωσης του προσωπικού και ανατροπής των εργασιακών σχέσεων. Χαρακτηριστικά επισημαίνεται: «Υπολογίζεται ότι το μέσος κόστος ενός εργαζόμενου στον ΟΤΕ είναι περίπου 50.000 ευρώ ετησίως και ενός νεοπροσλαμβανόμενου ασφαλισμένου στο ΙΚΑ 20.000 ευρώ»!

Η γενικότερη συμφωνία, στην οποία εντάσσεται η Σύμβαση της ντροπής, προβλέπει τη νέα τεράστια μείωση του προσωπικού κατά 6.000 άτομα (από 16.200 σε 12.000 εργαζόμενους), μέσω προγράμματος «εθελούσιας εξόδου». Η μείωση αυτή έχει ως άμεσο αποτέλεσμα την παραπέρα εντατικοποίηση της εργασίας για τους εναπομείναντες εργαζόμενους. Ενώ η τεράστια οικονομική επιβάρυνση στα ήδη ελλειμματικά ασφαλιστικά ταμεία - που προκαλεί η συνταξιοδότηση των εργαζομένων που θα φύγουν - είναι βέβαιο ότι θα αξιοποιηθεί από εργοδοσία, κυβέρνηση και τη συμβιβασμένη πλειοψηφία της ΟΜΕ - ΟΤΕ, για να επιταχυνθεί η εφαρμογή του αντιασφαλιστικού νόμου Ρέππα. Δηλαδή, να ενταχθεί γρηγορότερα το ταμείο κύριας σύνταξης (ΤΑΠ - ΟΤΕ) στο ΙΚΑ και να διευκολυνθεί η προώθηση της ιδιωτικής ασφάλισης μέσα από τη λειτουργία του ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης, τη σύσταση του οποίου ήδη έχουν συμφωνήσει οι συμβιβασμένες συνδικαλιστικές πλειοψηφίες.

Χαρακτηριστική είναι η επισήμανση του προέδρου της ΟΜΕ - ΟΤΕ, Γ. Παναγόπουλου στο έκτακτο συνέδριο της Ομοσπονδίας το Σεπτέμβρη του 2003: «Με την ένταξή μας ως κλάδος κύριας σύνταξης στο Ενιαίο Ταμείο Μισθωτών (δηλαδή το ΙΚΑ ΕΤΑΜ) πρέπει να διαχειριστούμε και να διαπραγματευτούμε τη μείωση των εισφορών εργοδότη και ασφαλισμένων, ώστε να τη συνδέσουμε με τη δημιουργία σε προαιρετική βάση Επαγγελματικού Ταμείου».

170 εκατομμύρια κέρδη ετησίως

Για τον ΟΤΕ, η μείωση του προσωπικού μεταφράζεται σε άμεσα κέρδη εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ ετησίως. Στο έγγραφο της 27ης του Δεκέμβρη 2004 επισημαίνεται ότι «Στόχος του ΟΤΕ είναι το κόστος του προσωπικού να πέσει σταδιακά στα επίπεδα όλων των Ευρωπαϊκών τηλεπικοινωνιακών εταιριών και των εγχώριων ανταγωνιστών του, δηλαδή στο 18%». Και στη συνέχεια υπογραμμίζεται ότι από τους 6.200 εργαζόμενους που μπορούν να συμμετέχουν στο πρόγραμμα «εθελούσιας εξόδου» αρκεί να φύγουν οι 4.500, ώστε ο ΟΤΕ να έχει «άμεσο όφελος 170 εκατομμύρια ευρώ». Ενώ τονίζεται ότι «η μείωση του προσωπικού θα οδηγήσει σε άλμα στην παραγωγικότητα» που με τη σειρά του θα οδηγήσει σε έμμεσα οφέλη, τα οποία «δεν μπορούν να υπολογιστούν με ακρίβεια».

Συνολικά δημιουργούνται ακόμα χειρότερες συνθήκες και για τους εναπομείναντες εργαζόμενους και για όσους θα προσληφθούν. Η παραπάνω συμφωνία δεν αποτελεί κεραυνό εν αιθρία, αλλά αναπόφευκτη συνέπεια της πολιτικής ιδιωτικοποίησης του ΟΤΕ που ξεκίνησε το 1994 η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και συνεχίζει σήμερα επάξια η κυβέρνηση της ΝΔ. Επιπλέον, αυτή η αντεργατική επίθεση δεν αφορά μόνο στους εργαζόμενους του ΟΤΕ. Η στρατηγική της Λισαβόνας χάραξε νέες κατευθυντήριες γραμμές για την ένταση της αντεργατικής επίθεσης στο σύνολο των εργαζομένων, στο όνομα της ενίσχυσης του ανταγωνισμού του κεφαλαίου. Γι' αυτό, η υλοποίηση των σημερινών αντεργατικών σχεδιασμών σε ορισμένους κλάδους εργαζομένων (π.χ. εργασιακές σχέσεις στον ΟΤΕ, Ασφαλιστικό στις Τράπεζες) θα λειτουργήσει ως πιλότος για την εξάπλωση της επίθεσης σε κάθε χώρο δουλιάς.

Την πολιτική αυτή στήριξαν και στηρίζουν οι συμβιβασμένες συνδικαλιστικές πλειοψηφίες, που θεωρούν ως αντικειμενική αναγκαιότητα τη λογική ενίσχυσης του ανταγωνισμού. Δηλαδή, της αύξησης της κερδοφορίας του κεφαλαίου.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ