Μετά το Δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και τις καταστροφικές του συνέπειες στην ανθρωπότητα και πιο συγκεκριμένα το 1951, ο ΟΗΕ προσδιόρισε την έννοια του πρόσφυγα, ως εκείνου ή εκείνης που υφίσταται διωγμούς εξαιτίας φυλετικών, εθνοτικών και θρησκευτικών χαρακτηριστικών, ή κοινωνικών και πολιτικών διαφοροποιήσεων. Και αν υποτεθεί ότι η Σύμβαση της Γενεύης μπορεί να κάλυπτε στη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο τις υπάρχουσες ανάγκες για την κάλυψη του κύματος των προσφύγων, δυο-τρεις δεκαετίες μετά όμως, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς σοβαρά ότι το υπάρχον πλαίσιο μπορεί να αντιμετωπίσει τα εκρηκτικά προβλήματα τα οποία έχουν αναδυθεί και απαιτούν άμεση απάντηση στο ζήτημα αυτό. Αν δεχτούμε ως έγκυρα τα στοιχεία της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ, σήμερα υπάρχουν περίπου 18 εκατομμύρια πολιτικοί, εθνικοί ή θρησκευτικοί πρόσφυγες διεθνώς. Φυσικά ο αριθμός αυτός είναι πολύ μικρός για να εμφανίζεται ως αληθινός με βάση τις επικρατούσες συνθήκες. Αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση. Ομως αν ο αριθμός αυτός συγκριθεί με τα 25 εκατομμύρια περιβαλλοντικούς πρόσφυγες, σύμφωνα με τον Ερυθρό Σταυρό (αριθμό που εκτιμούν στα 19,5 εκατομμύρια αρμόδιες υπηρεσίες του ΟΗΕ), είναι προφανές ότι θα πρέπει να δοθεί ανάλογη σημασία με μια νέα διάσταση η οποία για ευνόητους λόγους (κυρίως οικονομικούς, πολιτικούς) παραμένει στο περιθώριο.
Στην πολύπαθη Νιγηρία ερημοποιούνται κάθε χρόνο 3.500 τετραγωνικά χιλιόμετρα γης. Για τον ίδιο λόγο έχουν εγκαταλειφθεί 140 χωριά στο Ιράν και πιο συγκεκριμένα στις επαρχίες Βελουχιστάν και Σιστάν με παράδοση χιλιάδων ετών. Η έρημος Γκόμπι (Κίνα) επεκτείνεται με ετήσιους ρυθμούς περίπου 10.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων και μάλιστα με αυξητικούς ρυθμούς. Στην Αλάσκα πάνω από 200 χωριά βρίσκονται μια ανάσα από την εγκατάλειψή τους επειδή η θάλασσα εισχωρεί τουλάχιστον τρία μέτρα το χρόνο στην ξηρά. Η λειψυδρία έχει πλήξει ακόμα και τον Αμαζόνιο με αποτέλεσμα να αποκλειστεί ένα μικρό κρατίδιο (σ.σ. η Αμαζονία), επειδή οι πλωτές συγκοινωνίες που αποτελούσαν το μοναδικό τρόπο μετακίνησης είναι πλέον αδύνατες. Ετσι ζητήθηκε η βοήθεια του στρατού! Η Τυνησία, το Μαρόκο και η Λιβύη εμφανίζουν απώλειες 10.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων από την ερημοποίηση (επέκταση της Σαχάρας), ενώ στη γειτονική Τουρκία 160.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα απειλούνται από τη διάβρωση. Αλλά και στην υποσαχάρια Αφρική, στην Ινδία και στην Ασία γενικότερα, η κατάσταση είναι εφιαλτική. Αν σκεφτούμε ότι στην πλουσιότερη χώρα του κόσμου και η οποία διαθέτει την υψηλότερη τεχνολογία και τους ικανότερους μηχανισμούς αντιμετώπισης προβλημάτων που σχετίζονται με τα ακραία καιρικά φαινόμενα, τις ΗΠΑ, αρκούσαν δυο τυφώνες για να καταστρέψουν τεράστιας έκτασης περιοχές και να δημιουργήσουν εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες, αρκεί να αναλογιστούμε τι θα συμβεί αν τα φαινόμενα αυτά θα πολλαπλασιαστούν και θα πλήξουν χώρες που δε διαθέτουν τις ανάλογες υποδομές.
Το φαινόμενο του θερμοκηπίου και οι ακραίες καιρικές συνθήκες που κατά πολλούς συνδέονται, αποτελούν την κύρια αιτία της δημιουργίας της κατάστασης που περιγράφουμε παραπάνω. Ομως δεν έχουμε βιώσει ακόμα τον πραγματικό εφιάλτη, ο οποίος είναι εν εξελίξει. Το λιώσιμο των πάγων στη Γροιλανδία και η εξ αυτού άνοδος της στάθμης της θάλασσας θα πλήξει πολλές περιοχές του πλανήτη που βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο ή κάτω από τη στάθμη της θάλασσας. Μέχρι το 2010 υπολογίζεται ότι θα υπάρξουν πάνω από 50 εκατομμύρια περιβαλλοντικοί πρόσφυγες και μέχρι το 2050 ο αριθμός αυτός θα τριπλασιαστεί! Κι αν μέχρι σήμερα οι πρόσφυγες της κατηγορίας αυτής μετακινούνται στο εσωτερικό των χωρών τους, τότε θα είναι αδύνατο να δοθούν λύσεις αυτού του τύπου και αναγκαστικά θα στραφούν σε άλλες χώρες οι οποίες θα πρέπει να είναι έτοιμες να τους δεχτούν. Κάτι που φυσικά προς το παρόν δε συμβαίνει. Και οι πρόσφυγες θα προέρχονται από χώρες οι οποίες ελάχιστα ευθύνονται με την υπάρχουσα οικολογική κρίση. Οι μέχρι σήμερα προτάσεις για αλλαγή του ενεργειακού προτύπου ή την καλύτερη διαχείριση των φυσικών πόρων, ναι μεν είναι ορθές, αλλά αγγίζουν επιδερμικά το ζήτημα, αφού εκείνο που προέχει είναι να αντιληφθούμε το αδιέξοδο με το υπάρχον οικονομικό πρότυπο που ακολουθείται και το οποίο είναι η γενεσιουργός αιτία των προβλημάτων.